Νεανική Πύλη
Ενοριακές Πλοηγήσεις
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Ματθ. δ΄12-17)
13 Ἰανουαρίου 2019
Τὸ κεντρικὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀφορᾶ στὸν πυρῆνα τοῦ περιεχομένου τῆς πρώτης προσκλήσεως τοῦ Κυρίου πρὸς κάθε ἄνθρωπο μέσα στὴν ἱστορία καὶ ἔκτοτε στὴν ἐπαναλαμβανόμενη προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας γιὰ μετάνοια. Νὰ ξέρουμε ὅτι κάνοντας λόγο γιὰ τὴν μετάνοια, στὴν οὐσία ἀποκαλύπτουμε τὸ βαθύτερο μήνυμα ὅλου τοῦ κηρύγματος τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ μὲ σύσταση μετανοίας ἄρχισε τὸ κήρυγμά Του καὶ μ᾽᾿αὐτὴν τὸ τελείωσε.
Ἔτσι καὶ σήμερα θὰ κάνουμε λόγο γιαυτὴν τὴν σωτήρια ἀρετὴ καὶ μακάρι νὰ τὸ κάναμε συχνότερα. Μ'αὐτὸν ἄλλωστε τὸν τρόπο συνειδητοποιοῦμε ὅτι καθημερινῶς σφάλλουμε, ἀδικοῦμε καὶ ἁμαρτάνουμε.
Ἔχει λοιπὸν βαρύτητα τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ ξεκίνησε καὶ τελείωσε μὲ προτροπὴ γιὰ μετάνοια. Βεβαιώνεται ἔτσι πώς, γιὰ νὰ ζήσουμε ὡς πνευματικοὶ ἄνθρωποι, πρέπει μὲ τὰ ἔργα μας νὰ ἐμφανίζουμε καρποὺς μετανοίας, ἐπειδὴ ἡ μετάνοια εἶναι ἡ κατὰ Θεὸν ζωὴ ποὺ ἐξασφαλίζει τὴ σωτηρία μας.
Ὁ Χριστὸς ἀρχίζοντας τὴν διδασκαλία Του παρέλαβε τὸν λόγο τοῦ προφήτου Ἰωάννου στὴν ἔρημο, ὅπως μᾶς τὸ διασώζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, μὲ τὴν προτροπὴ «Μετανοεῖτε· γιατὶ πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν...». Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τελείωσε τὸ ἔργο Του ἐπὶ τῆς γῆς, ἀφοῦ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, παραγγέλλει στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουν μετάνοια σ᾿᾽ ὅλα τὰ ἔθνη στὸ ὄνομά Του.
Ἔτσι, ἀποκαλύπτεται πὼς ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του εἶναι ἡ συνέχεια τῶν Προφητῶν καὶ δὲν ἦλθε νὰ καταργήσει τοὺς νόμους ἢ τοὺς Προφῆτες, ἀλλὰ νὰ τοὺς συμπληρώσει⋅· τὸν μὲν προφητικὸ λόγο νὰ συμπληρώσει μὲ τὸν Εὐαγγελικὸ καὶ ὅλα νὰ τὰ συμπυκνώσει στό «μετανοεῖτε».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕνα μοναδικὸ τρόπο νὰ διορθώσει ὅ,τι κακὸ ἔχει κάνει καὶ ἕνα σωτήριο μέσο νὰ διασφαλίσει τὴ σωτηρία του. Τὴν μετάνοια, τὴν ὁποία κάποτε ἀπαξιώνει καὶ ἄλλοτε ἀγνοεῖ. Καὶ ὅσο συμβαίνει αὐτό, τόσο ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος τοῦ γίνεται ἀνεφάρμοστος, ἐπειδὴ ἀδυνατεῖ νὰ τὸν κατανοήσει.
Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση βαθαίνει στὴν ἀμετανοησία καὶ προσεγγίζει στὸν ψυχικὸ θάνατο, ἀφοῦ μὴ συναισθανόμενος τὸ σφάλμα του ἀδιαφορεῖ στὴν πρόσκληση στὴ νέα ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀποζητᾶ τὸ ἔλεός Του γιὰ σωτηρία, ἐπειδὴ δὲν γνωρίζει τὴν ἄπειρη φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη Του. Συνεχίζει τὴν ἀμετανόητη ζωή, ποὺ γίνεται ἡ χειρότερη ἀνθρώπινη στάση, διότι εἶναι θόλωση τοῦ νοῦ· τύφλωση ποὺ συσκοτίζει τὸν κόσμο μας καὶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἔχουμε καθαρὴ εἰκόνα, ποῦ βαδίζουμε. Νομίζουμε πὼς ὅλα εἶναι καλὰ καὶ συνεχίζουμε νὰ ζοῦμε ἀνυποψίαστοι.
Ὁ φιλάνθρωπος ὅμως Θεὸς δίνει συνέχεια ἀφορμὲς νὰ ἔλθουμε σὲ ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειάς Του, γιὰ νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι Ἐκεῖνος μόνον μπορεῖ καὶ συγχωρεῖ κάθε ἁμαρτία, ὅσο τραγικὴ κι ἄν εἶναι, καὶ ἐλεεῖ ἐκείνους ποὺ νοιώθουν τὸ σφάλμα τους, παύουν τὶς ἁμαρτίες τους καὶ ζητοῦν τὸ ἔλεός Του.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ μετάνοια εἶναι νόμος τοῦ Θεοῦ καὶ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ καὶ μέσα στὸν νέο χρόνο ποὺ ξεκίνησε, ὡς ἐπαναλαμβανόμενη πνευματικὴ εὐκαιρία, νὰ μᾶς κάνει καινούργιους μὲ ἕναν μόνον ὅρο καὶ ἕνα νόμο, τὴν μετάνοια. Ἡ δύναμη καὶ ἡ ἀξία τῆς ὁποίας παρέχει ζωὴν αἰώνιον.
Στοχεύοντας νὰ γίνουμε μέτοχοι αὐτῆς τῆς αἰώνιας ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, καλούμεθα ἁπλῶς νὰ ἀνοίξουμε τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μας στὴν ἀκατάπαυστη προτροπὴ τοῦ ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντος Χριστοῦ καὶ τοῦ Προφήτου Ἰωάννου «μετανοεῖτε· γιατὶ πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Γένοιτο.
20 Ἰανουαρίου 2019
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε τὴ διήγηση γιὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δέκα λεπρῶν καὶ θαυμάσαμε τὴ θερμὴ εὐγνωμοσύνη τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δέκα θεραπευμένους. Αὐτός, «ἰδὼν ὅτι ἰάθη», σημειώνει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ἐπέστρεψε στὸν Κύριο καὶ μὲ δυνατὴ φωνή, πεσμένος στὸ ἔδαφος, δόξαζε τὸν Θεὸ καὶ εὐχαριστοῦσε τὸν Εὐεργέτη του.
Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε ποιὲς εἶναι οἱ δωρεὲς τοῦ Θεοῦ καὶ πῶς ἐμεῖς μποροῦμε νὰ ἐκφράσουμε πρὸς Ἐκεῖνον τὴν εὐγνωμοσύνη μας.
Οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀλήθεια ἀμέτρητες. Μᾶς δημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενὸς καὶ μᾶς δίνει ὅλα τὰ μέσα γιὰ τὴ συντήρησή μας. Ἡ πρόνοιά Του ἁπλώνεται σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς μας. Τὶς περισσότερες φορὲς ἔχουμε ὅ,τι χρειαζόμαστε πρὶν προλάβουμε νὰ Τοῦ τὸ ζητήσουμε.
Ἀσυγκρίτως μεγαλύτερες εἶναι οἱ πνευματικὲς δωρεές Του, μὲ κορυφαία εὐεργεσία τὸ ὅτι ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του ἔγινε ἄνθρωπος καὶ σταυρώθηκε γιὰ νὰ μποροῦμε ἐμεῖς νὰ ἔχουμε τὴν δυνατότητα νὰ ἀναστηθοῦμε. Μᾶς γλύτωσε ἀπὸ τὴν φοβερὴ κόλαση καὶ μᾶς χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Μᾶς ἔβαλε μέσα στὴν Ἐκκλησία Του, μᾶς ἀξίωσε νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀλήθεια, νὰ εἴμαστε Χριστιανοί. Βαπτισθήκαμε, χρισθήκαμε, ζοῦμε μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου πνέει ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γνωρίζουμε τὸ νόημα τῆς ζωῆς. Μποροῦμε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὸν θάνατο μὲ ἐλπίδα. Μᾶς χάρισε τὸν λόγο Του, τὴν Ἁγία Γραφή, τὸ μεγάλο ὅπλο τῆς προσευχῆς. Λαμβάνουμε ἄφεση ἁμαρτιῶν στὸ Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Παίρνουμε τὸν Θεὸ μέσα μας στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἔχουμε ἄγγελο φύλακα, βοηθοὺς καὶ συμπαραστάτες μας τοὺς Ἁγίους. Ἔχουμε ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς τοὺς ἄλλους πιστούς.
Εὐεργεσίες ὅμως εἶναι καὶ οἱ θλίψεις ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας. Ναί, εἶναι εὐεργεσίες, διότι ὅταν τὶς ἀντιμετωπίζουμε μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ἐξαγιαζόμαστε. Ἔλεγε ὁ νέος ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ἡ ὑγεία εἶναι μεγάλο δῶρο. Τὴν ὠφέλεια ὅμως ποὺ δίνει ὁ πόνος, δὲν μπορεῖ νὰ τὴ δώσει ἡ ὑγεία».
Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους ὑπάρχει τρόπος καὶ ἐμεῖς νὰ ἐκδηλώνουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας.
Πρῶτα πρῶτα ἀναγνωρίζοντας τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Νὰ κάνουμε ἀποτίμηση καὶ ἀπολογισμὸ τῶν πράξεων καὶ τῶν «σημείων» τῆς κάθε ἡμέρας τῆς ζωῆς μας. Ἔτσι θὰ συνειδητοποιοῦμε τὶς φανερὲς καὶ ἴσως, τὶς πιὸ πολλὲς ἀφανεῖς Του εὐεργεσίες καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε προσευχητικά. Ἡ προσευχή μας εἶναι καλὸ νὰ μὴν περιέχει μόνον αἰτήματα, ἀλλὰ κυρίως εὐχαριστίες.
Νὰ μετέχουμε πρόθυμα καὶ καρδιακὰ στὴ θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία ἔχει κατεξοχὴν εὐχαριστιακὸ χαρακτῆρα.
Τὸ σημαντικότερο ὅμως εἶναι νὰ ἐκδηλώνουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας ἔμπρακτα μὲ τὴ ζωή μας. Νὰ κάνουμε ὑπακοὴ στὸ θέλημά Του καὶ ἀναλογιζόμενοι πὼς ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, νὰ σταυρώσουμε κι ἐμεῖς τὰ πάθη μας.
Ἀδελφοί μου,
στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ἀκοῦμε τὸν Κύριο νὰ διατυπώνει παράπονο. «Δὲν θεραπεύθηκαν οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννέα ποῦ εἶναι;». Ὁ Θεὸς φαίνεται νὰ παραπονεῖται γιὰ τὴν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων, ἂν καὶ δὲν κερδίζει τίποτε ἀπὸ τὶς εὐχαριστίες τους. Οἱ ἄνθρωποι κερδίζουν, διότι ὁ Θεὸς σ᾽᾿ἐκείνους ποὺ Τὸν εὐγνωμονοῦν μὲ λόγια καὶ ἔργα προσθέτει καὶ ἄλλες εὐεργεσίες. Ἂς μάθουμε νὰ λέμε «εὐχαριστῶ» στοὺς εὐεργέτες μας, γιὰ νὰ γινόμαστε ἔμπρακτα, ὅπως ὁ ἕνας λεπρὸς, εὐγνώμονες πρὸς τὸν Σωτῆρα τῆς ζωῆς μας.
Ἀμήν.
27 Ἰανουαρίου 2019
Ὁ Ζακχαῖος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὴ στάση του ἀποκάλυψε μιὰ βασικὴ ἀλήθεια, πὼς εἶναι ἀσέβεια στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ νὰ ἁμαρτάνουμε προσβάλλοντας τὸ ὄνομά Του, καὶ εὐτυχία νὰ κοινωνοῦμε μὲ τὸν Χριστό.
Ὁ ἴδιος ὁ Ζακχαῖος δὲν φοβήθηκε τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν γελάσουν μαζί του· δὲν λογάριασε τὴν ἡλικία του καὶ τὴν κοινωνικὴ θέση του, ἀλλὰ ἔτρεξε κι ἀνέβηκε στὸ δέντρο. Γιατὶ εἶχε μιὰ καὶ μοναδικὴ ἐπιθυμία· νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ κοινωνήσει μαζί Του.
Μὲ αὐτὴ τὴ διάθεση ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ δὲν πέρασε ἀπαρα-τήρητη ἀπ᾿ αὐτόν. Ἀπεναντίας ἔγινε αἰτία γιὰ ἔμπρακτη μετάνοια. Σὲ ἀντίθεση μὲ ἐμᾶς τοὺς ἐπίσης ἁμαρτωλούς, ποὺ ὁ Χριστὸς περνάει δίπλα μας καὶ ἐμεῖς Τὸν προσπερνοῦμε. Δὲν Τὸν προσέχουμε, οὔτε τοῦ ζητοῦμε νὰ μείνει μαζί μας. Τὸν ἀφήνουμε, ἐπειδὴ ντρεπόμαστε νὰ Τοῦ ποῦμε πὼς εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ νὰ Τοῦ ζητήσουμε συγχώρηση.
Πολλοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ντρέπονται νὰ μετανοήσουν, ἀλλὰ δὲν ντρέπονται νὰ ἁμαρτάνουν. Ντρέπονται καὶ φοβοῦνται τοὺς ἀνθρώπους μήπως κατηγορηθοῦν πὼς εἶναι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ δὲν ντρέπονται καὶ δὲν φοβοῦνται ποὺ εἶναι μὲ τὸ διάβολο.
Ντρέπονται νὰ πᾶνε στὴν Ἐκκλησία, νὰ ἐξομολογηθοῦν, νὰ κοινω-νήσουν καὶ τὸ πιὸ ἁπλό, νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους. Τί θὰ πεῖ ὁ κόσμος σκέπτονται. Πῶς θὰ μᾶς κρίνουν οἱ ἄλλοι.
Ἔτσι, ρυθμίζουμε τὸ βίο μας, τὴν πορεία μας, σύμφωνα μὲ τὴν κρίση τοῦ κόσμου. Καὶ τὸ πιὸ σπουδαῖο καὶ ἀνησυχητικό, χάνουμε ἢ δὲν ἐπιδιώκουμε τὴ σωτηρία μας γιὰ χάρη τοῦ κόσμου. Εἴμαστε ἕρμαιοι στὴν κριτικὴ τῶν ἄλλων καὶ ἀφήνουμε τὴ ζωὴ καὶ τὴ σωτηρία μας σὲ χέρια ἀκατάλληλα, ἀνάξια καὶ ἐπικίνδυνα. Δὲν ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ πιὸ σίγουρη ἀποτυχία στὴ ζωή, εἶναι ἡ προσπάθειά μας νὰ τὴν φτιάξουμε ὅπως τὴν θέλουν οἱ ἄλλοι.
Ὁ Ζακχαῖος σήμερα μᾶς δίνει ἕνα γερὸ μάθημα. Μᾶς ὑποδεικνύει νὰ ἀγνοοῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς βάζουν ἐμπόδια καὶ μᾶς δημιουργοῦν δυσκολίες, ἀφοῦ τὸ θέμα τῆς δικῆς μας σωτηρίας εἶναι προσωπικὸ καὶ μοναδικό.
Καὶ ὅπως αὐτὸς βρῆκε τρόπο νὰ ξεπεράσει τὶς δυσκολίες καὶ νὰ ὑπερνικήσει τὰ ἐμπόδια, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἐμεῖς μποροῦμε νὰ πορευτοῦμε. Ἂς μὴν ἰσχυριστοῦμε πὼς ἔχουμε ἐμπόδια ἀπὸ τὸ ἐπάγγελμά μας, τὴν κοινωνικὴ θέση, τὴν ἡλικία μας, τὶς διάφορες καταστάσεις, τὴν κοινὴ γνώμη. Ὅλα αὐτὰ τὰ βάζουμε στὴν ἄκρη, διότι ἡ σωτηρία μας εἶναι τεράστιο θέμα καὶ καθοριστικό.
Κάνοντας λοιπὸν αὐτὸ τὸ πρῶτο καὶ οὐσιαστικὸ βῆμα, προχωροῦμε στὸ δεύτερο, ποὺ εἶναι νὰ τὰ βροῦμε καὶ νὰ μονοιάσουμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας. Ἡ κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ σημαίνει καὶ κοινωνία μὲ τὸν πλησίον, ἀφοῦ τὸ ἕνα ἐμπεριέχεται στὸ ἄλλο.
Μὴ νομίσουμε ποτὲ ὅτι τὰ ἔχουμε καλὰ μὲ τὸ Θεό, ὅταν δὲν τὰ ἔχουμε καλὰ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Λέμε ψέματα, διευκρινίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Εἶναι δυνατὸ νὰ λέμε πὼς ἀγαπᾶμε τὸ Θεό, ποὺ δὲν βλέπουμε, ὅταν δὲν ἀγαπᾶμε τοὺς συνανθρώπους μας, ποὺ καθημερινὰ βλέπουμε μπροστά μας;
Μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, δὲν μποροῦμε νὰ λειτουργήσουμε διαφορετικά. Σὲ κάθε ἄλλη περίπτωση διασπᾶμε τὴν ἑνότητα καὶ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
ἂν εἶναι νὰ ντρεπόμαστε γιὰ κάτι, αὐτὸ εἶναι ἡ δική μας ζωὴ ποὺ εἶναι ἀντίθετη πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἂν εἶναι νὰ φοβόμαστε, αὐτὸ εἶναι ἡ ἄδικη καὶ ἁμαρτωλὴ τακτική μας.
Τὸ ἐρώτημα ποὺ γεννιέται, εἶναι ἂν ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τὴν ἀλλαγή. Ἀν ἀναζητοῦμε τρόπο γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ὁ Χριστὸς ἦλθε γιὰ νὰ βρεῖ καὶ νὰ σώσει τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὅλους καὶ ἐμᾶς. Βρίσκει ἐκείνους ποὺ προσπαθοῦν νὰ Τὸν συναντήσουν· ποὺ Τὸν ἀναζητοῦν. Φανερώνεται σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπιθυμοῦν ν᾽᾿ ἀλλάξουν καὶ ν᾽᾿ ἀναγεννηθοῦν. Λυτρώνει τοὺς ἀποφασιστικοὺς ποὺ ἀφήνουν πίσω τους τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο τῆς φθορᾶς καὶ τῆς πτώσεως καὶ ποθοῦν τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἀφθαρσίας, ὅπως ὁ Ζακχαῖος.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ιη΄, 35–43)
1 Δεκεμβρίου 2019
Ὁ Χριστός, ἀδελφοί μου, εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὄχι μόνο ἐπειδὴ φωτίζει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ χαρίζει καὶ τὸ αἰσθητὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν. Αὐτὸ βεβαιώνεται ἀπὸ τὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή.
Ὁ τυφλὸς τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἦταν πονεμένος καὶ μᾶλλον περιφρονημένος ἄνθρωπος ἀπ’ τοὺς πολλούς. Περνοῦσε τὴν ἡμέρα του ὡς ταπεινὸς ζητιάνος στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, μὲ συντροφιὰ τὸ σκοτάδι καὶ τὴν ἐγκατάλειψη. Πίστευε ὅμως, ὅπως φαίνεται, ὅτι ὁ Χριστὸς μποροῦσε νὰ τὸν θεραπεύσει. Γι’ αὐτό, μόλις ἀντιλαμβάνεται ὅτι διέρχεται ἀπὸ τὸ σημεῖο τοῦ δρόμου στὸ ὁποῖο στεκόταν, ὑψώνει φωνὴ ἱκεσίας «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Ὅμως ἀντὶ νὰ ἐνισχυθεῖ στὴν προσπάθειά του νὰ βρεῑ τὸ φῶς, δέχεται ἀπροσδόκητα τὴν ἐπίθεση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συνόδευαν τὸν Διδάσκαλο.
Σώπα, τοῦ ἔλεγαν, διότι μὲ τὶς φωνές σου κουράζεις τὸν Διδάσκαλο. «Ὁ δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με».
Εἶναι ἀλήθεια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅτι τόσους αἰῶνες μετά, στὴν προσπάθειά μας νὰ φτάσουμε κοντὰ στὸν Χριστό, συναντοῦμε κι ἐμεῖς ἐμπόδια ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ περιμένουμε νὰ μᾶς στηρίξουν.
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν προσπάθεια καὶ ζωὴ μᾶς βάζει πρῶτος ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος εἶναι μισάνθρωπος καὶ ἀνθρωποκτόνος. Γνωρίζει πόσο ὠφελούμεθα, ὅταν συνδεόμαστε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, καὶ κάνει τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, νὰ μᾶς ὠθήσει στὴν ἁμαρτία, νὰ ψυχράνει τὸ ζῆλο μας, νὰ μαράνει τὸν ἐνθουσιασμό μας. Ὅπως ἀκριβῶς πέτυχε νὰ βγάλει τοὺς Πρωτοπλάστους ἀπ' τὸν Παράδεισο, ἔτσι ἐπιχειρεῖ νὰ βγάλει κι ἐμᾶς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀπώλεια, δηλαδὴ στὴν αἰώνια Κόλαση.
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖοι εἴτε ἐν γνώσει τους εἴτε καὶ ἐν ἀγνοίᾳ γίνονται ὄργανα τοῦ σατανᾶ καὶ μᾶς ἐπιτιμοῦν νὰ σιωπήσουμε. Ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας ἄλλοτε προσπαθεῖ σὰν μαγνήτης νὰ μᾶς ἑλκύσει κοντά του κι ἄλλοτε γίνεται ἀπειλητικός. Ἀρχίζει τὶς εἰρωνεῖες, τὰ πικρόλογα, τὶς προκλήσεις, τὰ κάθε εἴδους σκόπιμα τεχνάσματα καὶ τὶς πάσης φύσεως ἀπειλές.
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς μας, ὅταν δὲν ἔχουν «νοῦν Χριστοῦ». Πάλι στὴν ἐκκλησία θὰ πᾶς; Κι ἄλλο παιδὶ θὰ κάνεις; Δὲν σοῦ φτάνουν αὐτὰ ποὺ ἔχεις; Χρησιμοποιοῦν τέτοια δῆθεν λογικὰ ἐπιχειρήματα ἀναφερόμενοι σὲ πραγματικὲς δυσκολίες, γιὰ νὰ κουράσουν τὴν πίστη μας καὶ νὰ ἀποθαρρυνθοῦμε στοὺς στόχους μας. Ὑπάρχουν βέβαια περιπτώσεις, ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ συγγενεῖς μας γίνονται οἱ μεγαλύτεροι ἐχθροί μας, ἐπαληθεύοντας τὸν λόγο τῆς Γραφῆς ὅτι «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ».
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως, ὅσο κι ἂν αὐτὸ ἀκούγεται παράξενα. Στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ «οἱ προάγοντες» δὲν ἦταν ἄπιστοι. Ἦταν πιστοὶ καὶ ἀκολουθοῦσαν μὲ καλὴ διάθεση τὸν Χριστό. Ἀλλὰ δυστυχῶς μεσολαβοῦν ἀνθρώπινες μικρότητες. Ζηλοτυπίες, ἀρχομανίες, κακίες κι ἀντὶ νὰ βοηθοῦμε νά μεταφέρεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ δοξάζεται μέσῳ τῶν ἄλλων, στοχεύουμε ἐναντίον τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου μὲ σκοπὸ νὰ σιωπήσουν.
Τέλος, ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, ποὺ ἔχει ροπὴ καὶ κλίση πρὸς τὸ κακό. Ὑποκύπτουμε στὴ ραθυμία καὶ στὴ νωθρότητα. Ἐφησυχάζουμε στὸν νυσταγμὸ τῆς ψυχῆς. Μαγνητιζόμαστε ἀπὸ τὴν ἐξωστρέφεια, ἀπὸ τὶς μέριμνες τοῦ βίου καὶ ἀναλωνόμαστε στὶς σύγχρονες ἐπικοινωνίες, ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνουν χρόνο γιὰ βαθύτερο καὶ οὐσιαστικὸ σύνδεσμο μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του.
Πολλὰ τὰ ἐμπόδια ποὺ ὑπάρχουν, λοιπόν, στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Ἀλλὰ κι ἐμεῖς καλούμαστε νὰ τὰ ἀντιμετωπίζουμε καὶ νὰ τὰ ὑπερνικοῦμε.
Ὁ Χριστιανικὸς ἀγώνας, ποὺ διεξάγουμε, εἶναι εὐλογημένος ἀγώνας, γιατὶ ἔχει ὡς πεδίο μάχης τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγώνας δύσκολος, ἀλλὰ καὶ ποθητός. Ἀγώνας ἀπαιτεῑ νὰ παλαίψει ὁ ἄνθρωπος μὲ αὐτοθυσία, νὰ ἱδρώσει, νὰ ματώσει, νὰ δώσει τὰ πάντα γιὰ τὴ νίκη. Ἀλλ’ εἶναι ἀγώνας ποὺ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ στεφανώνεται κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Στὸν ἀγώνα αὐτὸ μᾶς συνιστᾷ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος νὰ χρησιμοποιοῦμε ὡς ὅπλο τὴν παντοδύναμη καὶ ἀποτελεσματικὴ προσευχὴ «’Ιησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους». Μὲ τό μαςτίγιο τῆς προσευχῆς χτυποῦμε ἀλύπητα τοὺς δαίμονες. Ὅπως ὁ τυφλὸς φώναζε λέγοντας· «’Ιησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με», ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ ἐπιμένουμε προσευχόμενοι· νὰ κτυποῦμε ἀκούραστα τὴν πόρτα τοῦ θείου ἐλέους.
Ἀδελφοί, τὰ λεγόμενα ἐμπόδια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς μποροῦμε νὰ τὰ δοῦμε ὡς σκαλοπάτια, ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν μὲ κόπο, ἀλλὰ μᾶς ὁδηγοῦν ἐκεῖ ποὺ θέλουμε. Τὰ θεωρούμενα ἐμπόδια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς «καθ’ ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζονται» γιὰ τὸν καθένα μας. Διότι, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «πόνοι γεννῶσι δόξαν, κάματοι δὲ προξενοῦσι στεφάνους». Ὅσο περισσότερο, δηλαδή, κοπιάζει ὁ ἀγωνιστὴς τοῦ καλοῦ ἀγῶνος, τόσο μεγαλύτερο στεφάνι θὰ πάρει.
Γένοιτο.
8 Δεκεμβρίου 2019
Μιὰ ξεκάθαρη καὶ σαφέστατη καταδίκη τῆς θρησκευτικῆς τυπολατρίας ἀποτελεῖ ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς λέει ὅτι ὁ Χριστὸς θεραπεύει τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καὶ αὐτὸ γίνεται ἀφορμὴ νὰ συγκρουστεῖ μὲ τὸν Ἰουδαϊσμὸ τῆς ἐποχῆς του, ποὺ εἶχε μετατρέψει τὶς ἐντολὲς τοῦ Δεκαλόγου καὶ τοῦ Νόμου σὲ ἕνα στεῖρο σύστημα ὑποχρεώσεων καὶ περιορισμῶν. Ὁ παραλογισμὸς τῆς ἀντίδρασης τοῦ θρησκευτικοῦ κατεστημένου τραγικός. Ὁ ἀρχισυνάγωγος ἀγανακτεῖ, ἐπειδὴ τὸ θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καταργεῖ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό. Τὸ μήνυμα, ἑπομένως, τῆς σημερινῆς περικοπῆς μᾶς ἀγγίζει καὶ μᾶς ἀφορᾶ ὅλους, ἀφοῦ συχνά, ἴσως καὶ ἀσυναίσθητα, προτάσσουμε κάποιους θρησκευτικοὺς καὶ τελετου-ργικοὺς τύπους χωρὶς ἀντίκρισμα καρδιᾶς καὶ ζωῆς. Οἱ θεραπεῖες τοῦ Χριστοῦ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου φανερώνουν τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλευθερίας, ποὺ πρέπει νὰ ὑπάρχει πάντοτε στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἄν και ἡ οὐσία ὑπερβαίνει τὸν τύπο, παρόλο αὐτὰ ὁ τύπος χρειάζεται στὸ βαθμὸ καὶ στὸ μέτρο ποὺ περιφρουρεῖ καὶ ἐκφράζει τὴν οὐσία.
Ἡ τυπολατρία, ὡς ροπὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ προσηλώνεται στοὺς τύπους καὶ νὰ ἀρνεῖται τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, τῶν γεγονότων καὶ τῶν καταστάσεων, ἀποτελεῖ τὴν παθολογία τῆς θρησκευτικῆς μας ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ἀνθρώπινη τάση εἶναι μιὰ μορφὴ σκλαβιᾶς τοῦ πνεύματος, ποὺ βάζει, στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, κανόνες πάνω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὶς ἀνάγκες του. Βέβαια, δὲν μποροῦμε νὰ διανοηθοῦμε τὴν ὁμαλὴ ὀργάνωση καὶ λειτουργία τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ καὶ τὴν δομὴ κάθε θρησκευτικῆς ζωῆς, χωρὶς τυπικὲς διατάξεις, θεσμοὺς καὶ νόμους. Ἐλευθερία δὲν σημαίνει ἀσύδοτη καὶ ἀνεύθυνη παραβίαση τοῦ τύπου, ἀλλὰ προτίμηση τῆς οὐσίας, ὅταν αὐτὴ ἀχρηστεύεται ἀπὸ τὸν τύπο. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νὰ εἶναι φτερὰ ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν στὴν κατὰ Θεὸν ζωὴ καὶ ὄχι βαρίδια ποὺ μᾶς καταπιέζουν καὶ πνίγουν τὴν ἐλευθερία μας καὶ τὴν ψυχή μας. Πρέπει νά εἶναι σκαλοπάτια, γιὰ νὰ ἀνακαλύπτουμε τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, καὶ ὄχι ἐμπόδια ποὺ μᾶς παγιδεύουν καὶ μᾶς κλειδώνουν στὴν τυπικότητά τους. Γιὰ τὸν θρησκευόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς, ὁ ἐξωτερικὸς θρησκευτικὸς τύπος εἶναι ἀπαραίτητος ἀλλὰ καὶ κρίσιμος. Εἶναι ἡ λυδία λίθος ποὺ δοκιμάζει τὴν ἐσωτερική μας σχέση μὲ τὸν Θεό, τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους. Σὲ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ σημεῖο, ὅποιος δὲν θέλει νὰ προχωρήσει στὸν ἀπαιτητικὸ δρόμο τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης ποὺ κοστίζει πολλά, κλείνεται καὶ περιχαρακώνεται στὸν ἐξωτερικὸ τύπο ποὺ δὲν κοστίζει τίποτε. Νά, γιατὶ ἡ τυπολατρία εἶναι ἑλκυστική, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ὀλέθρια, ἀφοῦ ἡ στείρα εὐσέβεια εἶναι τὸ ἡμίμετρο τῆς εὔκολης θρησκευτικότητας μας. Ὅποιος διαστρεβλώνει καὶ κακοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ μένει τελικά μὲ τὸ ἄδειο κέλυφός της. Ἀλλὰ ἡ ἐμμονὴ στοὺς θρησκευτικοὺς τύπους κρύβει κάτι ἀκόμη πιὸ ἀπειλητικό. Πρόκειται γιὰ μιὰ νέου εἴδους εἰδωλολατρία, ποὺ γίνεται πιὸ τρομακτική, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα στὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν φύλαξη τοῦ Σαββάτου, δηλαδὴ τοῦ κάθε ἐξωτερικοῦ τύπου. Αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ ἰδιαίτερα, γιὰ νὰ προσέχουμε, κάθε φορά ποὺ μπαίνουμε στὸν πειρασμὸ νὰ μένουμε στὴν μορφὴ καὶ στὸν τύπο, ἀλλὰ νὰ χάνουμε τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἀγάπη. Σὲ ἄλλη περίπτωση ὁ Χριστὸς εἶχε πεῖ ὅτι «τὸ Σάββατο ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ Σάββατο» (Μάρκ. 2,27)∙ καὶ δυστυχῶς σήμερα βλέπουμε τὸν θρίαμβο τοῦ «Σαββάτου» πάνω στὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτός ὁ θρίαμβος τῆς τυπολατρίας ἐκδηλώνεται συχνά μέ τόν φανατισμό καί τήν διάσπαση τῶν πιστῶν σὲ φατρίες, οἱ ὁποῖες καταδικάζουν ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ σκέπτονται διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτούς. Συγκρούονται μεταξύ τους καὶ ἐξαντλοῦν τὸν ζῆλο τους στὴν ὀρθότητα τῶν τυπικῶν διατάξεων καὶ κανονισμῶν, στὴν βαρύτητα τῶν περιορισμῶν καὶ τῶν ἀπαγορεύ-σεων, στὴν αὐστηρότητα τοῦ ἀσκητισμοῦ καὶ τῶν κανόνων.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἃς ἀναρωτηθοῦμε, ὁ τύπος τῆς εὐσέβειάς μας ἀνταποκρίνεται στὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο; Ποῦ, ἄραγε, μέσα στὴν εὐσέβειά μας βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ὁποῖο ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο; Ἄν, ἴσως, μέσα στοὺς τύπους τῆς εὐσέβειας μας ὑπάρχει ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο; Οἱ γιορτὲς ποὺ ἔρχονται εἶναι μιὰ εὐκαιρία νὰ τὸ ἀνακαλύψουμε καὶ νὰ τὸ ἐπιβεβαιώσουμε. Ἀμήν.
15 Δεκεμβρίου 2019
Ἡ παραβολὴ τοῦ Μεγάλου Δείπνου, ποὺ διαβάζεται σήμερα, Κυριακὴ τῶν ἁγίων Προπατόρων, εἰκονίζει καθαρὰ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἐκφράζεται στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Δηλαδὴ ἡ πρόσκληση γιὰ συμμετοχή τῶν ἀνθρώπων στὸ Μεγάλο Δεῖπνο, εἶναι πρόσκληση γιὰ νὰ δεχθοῦν νὰ γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ κοινωνήσουν τὸ πανάγιο Σῶμα καί τὸ Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς μελετήσουμε γιὰ λίγα λεπτὰ τὴν παραβολὴ ποὺ σήμερα ἀκούσαμε.
Κάποιος ἄνθρωπος προσκάλεσε σὲ δεῖπνο ὅσους φαίνονταν ὅτι εἶναι φίλοι του, γιὰ νὰ περάσουν λίγες ὧρες στὴ δική του χαρά. Καὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον περιφρόνησαν τὴν πρόσκλησή του ὁ καθένας γιὰ τὸν δικό του λόγο. Ὁ ἕνας εἶχε ἀγοράσει ἕνα κομμάτι γῆς καὶ δὲν εἶχε τὸν καιρό. Ὁ ἄλλος εἶχε ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καὶ εἶχε δουλειά. Κάποιος τρίτος μόλις εἶχε παντρευτεῖ καὶ δὲν εἶχε διάθεση νὰ ἀνταποκριθεῖ. Ἀφοῦ ὅμως ἀρνήθηκαν νὰ προσέλθουν ὁ οἰκοδεσπότης κάλεσε στό δεῖπνο τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς ἄστεγους, τοὺς κοινωνικὰ παραθεωρημένους.
Ἡ πρόσκληση αὺτὴ γιὰ τὸ μεγάλο δεῖπνο, ποὺ εἶναι τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀπευθύνεται καὶ στὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς προσωπικὰ καὶ συνεχίζεται μέσα στὴ Θεία Λειτουργία, ποὺ εἶναι ἡ συγκεφαλαίωση ὅλη τῆς Θείας Οἰκονομίας. Σ’αὐτὴν πραγματοποιεῖται ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ συγχρόνως ἀποκαλύπτεται ἡ φύση καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μυστηρίου Θεανθρώπινης κοινωνίας.
Ἡ Λειτουργία εἶναι τὸ μυστήριο τῆς συνάξεως. Πρέπει ἀκλόνητα νὰ γνωρίζουμε καὶ νὰ θυμόμαστε ὅτι στὸ Ναὸ δὲν πηγαίνουμε γιὰ προσωπικὲς προσευχές, ἀλλὰ γιὰ νὰ συναχθοῦμε σὲ Ἐκκλησία. Καὶ ὅταν λέμε «πηγαίνω στὴν Ἐκκλησία», αὐτὸ σημαίνει πηγαίνω στὴ σύναξη τῶν πιστῶν, ὥστε μαζὶ μὲ αὐτοὺς νὰ συγκροτήσω τὴν Ἐκκλησία, νὰ ἐνεργοποιήσω αὐτὸ ποὺ ἔγινα τὴν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς μου, δηλαδὴ μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πηγαίνω νὰ ὁμολογήσω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων, τὸ μυστήριο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Δυστυχῶς, ἀκόμη καὶ σήμερα, φαίνεται ὅτι δὲν ἔχουμε ὅλοι ἀκόμη τὴ συνείδηση τῆς βαθύτερης καὶ οὐσιαστικῆς σημασίας τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων ἤ τὰ θεωροῦμε ὡς ἁπλὰ θρησκευτικὰ καθήκοντα, ὡς εὐκαιρίες ἀτομικῆς τελειώσεως καὶ σωτηρίας ἤ ὡς πράξεις ποὺ ἀφήνονται ἀποκλειστικὰ στὴν ἐπιθυμία ἑκάστου τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν προετοιμασία. Πόσο θλιβερὸ εἶναι νὰ ἀρνούμεθα τὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ ἐπειδὴ ἔχουμε ἀπορροφηθεῖ ἀπὸ τὰ ἐπίγεια. Ἤ περισσότερο ὅταν κοινωνοῦμε γιὰ νὰ ἐκπληρώσουμε μιὰ ὑποχρέωση ἤ γιὰ τὸ ἔθιμο ἤ ἀκόμη γιὰ τὸ καλὸ ! Ἄλλοι πάλι δὲν κοινωνοῦν ἐπειδὴ θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους ἀνάξιο. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κασσιανὸς γράφει « Δὲν πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε τὴν Θεία Κοινωνία, ἐπειδὴ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας ἁμαρτωλό. Ἀντίθετα πρέπει νὰ προσερχόμαστε πολὺ πιὸ συχνὰ γιὰ τὴν θεραπεία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ μὲ τόση ταπείνωση καὶ πίστη ποὺ νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας ἀνάξιο. Καὶ τοῦτο διότι ἡ ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς κάνει ἀξίους νά κοινωνοῦμε τὰ δῶρα Του καὶ ὄχι ἡ δική μας».
Ἡ συνεχὴς Κοινωνία εἶναι τὸ ἰδεῶδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Δὲν πρόκειται γιὰ καμμιὰ ὑποχρέωση ἀλλὰ γιὰ πράξη ἀγάπης καὶ λατρείας πρὸς τὸν Θεό, ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε ἀνέγκλητοι ἀπὸ τὸν πνευματικό μας.
Ἀδελφοί μου, ἄς μὴν ἀρνούμεθα τὴν αἰώνια πρόσκληση στὸ Δεῖπνο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γιὰ νὰ μὴ στερηθοῦμε τὴ χαρὰ τῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν Θεό. Ἀμήν.
22 Δεκεμβρίου 2019
Μόνο τρεῖς ἡμέρες ὑπολείπονται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ κοσμοχαρμόσυνη ἑορτὴ γιὰ τὴν ὁποία προετοιμαζόμαστε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, τόσο μὲ τὴν καθιερωμένη νηστεία, ὅσο καὶ μὲ τὴ θεία λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν γεμάτη ἀπὸ ἐπίκαιρους ὕμνους καὶ βοηθητικὰ πρὸς τὸν σκοπό τους ἀναγνώσματα.
Μόνο τρεῖς ἡμέρες ὑπολείπονται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ κοσμοχαρμόσυνη ἑορτὴ γιὰ τὴν ὁποία προετοιμαζόμαστε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, τόσο μὲ τὴν καθιερωμένη νηστεία, ὅσο καὶ μὲ τὴ θεία λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν γεμάτη ἀπὸ ἐπίκαιρους ὕμνους καὶ βοηθητικὰ πρὸς τὸν σκοπό τους ἀναγνώσματα.
«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαβίδ, υἱοῦ Ἀβραάμ».
Ὁ γενεαλογικὸς κατάλογος ποὺ ἀκούσαμε, φανερώνει καὶ ἐπιβεβαιώνει, ὅτι αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε στὴ Βηθλεὲμ ἀπὸ τὴν Παναγία Παρθένο, εἶναι πράγματι ὁ Σωτῆρας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Εἶναι ἀξιοσημείωτη ἡ ἀναφορὰ στὸ πῶς ἔγινε ἡ ἐκπλήρωση τῆς ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ, ὅπως μᾶς τὴν διηγεῖται ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὸ δεύτερο μέρος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου.
Τὸ ἐλπιδοφόρο καὶ χαρούμενο μήνυμα τῆς συλλήψεως τοῦ Θεανθρώπου ἀνήγγειλε ὁ Ἀρχάγγελος στὴν Ἀειπάρθενο Κόρη τῆς Ναζαρέτ. Ἐκείνη γίνεται Μητέρα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰωσήφ, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, δὲν ἐγνώριζε τὸ πέρα ἀπὸ κάθε νοῦ μυστήριο τῆς Θείας Σαρκώσεως. Ἀρραβωνιασμένος μὲ τὴν Παρθένο Μαρία, ἔμεινε ἔκπληκτος ὅταν ἀντελήφθη τὴν κυοφορία Της. Μάλιστα σκέφθηκε νὰ τὴν ἀπομακρύνει κρυφά.
Ἦταν ὅμως οἰκονομία Θεοῦ νὰ μνηστευθεῖ ἡ Παρθένος Μαρία τὸν Ἰωσήφ, γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ τὶς ὑπόνοιες τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ μείνει δίπλα Της ὡς φύλακας ἄγγελος, προστάτης καὶ βοηθὸς στὴ γέννα, καὶ ἀργότερα στοὺς κινδύνους, στὶς κακουχίες, στοὺς διωγμοὺς καὶ στὶς θλίψεις. Τὸν χρησιμοποίησε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ στὴ διακονία τῆς φανέρωσης τοῦ θελήματός Του. Τὸν διάλεξε ὡς ἐνάρετο, σώφρωνα καὶ δίκαιο. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἐφάνη στὸν ὕπνο του ἄγγελος Κυρίου: «Ἰωσήφ, ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ, μὴ φοβηθεῖς νὰ παραλάβεις Μαριὰμ τὴν μνηστή σου, γιατὶ τὸ παιδὶ ποὺ κρατάει μέσα της εἶναι ὑπερφυσικὴ καὶ θαυμαστὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Παρθένος Μαρία θὰ γεννήση υἱόν καὶ σύ, ὁ ὁποῖος θεωρεῖσαι καὶ ἀναγνωρίζεσαι στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων σὰν πατέρας καὶ προστάτης, θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰησοῦν, ποὺ σημαίνει Σωτῆρας. Θὰ πάρει τὸ ὄνομα αὐτό, γιατὶ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ». Καὶ νά, λάμπει πάλι ἡ ἀρετὴ τοῦ Ἰωσήφ καὶ ἀκτινοβολεῖ ἡ ἁγιότητά του, ἡ πίστη καὶ ἡ ὑπακοή του, ἀφοῦ «...ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου…..». Παραλαμβάνει τὴν Μαριάμ. Καί ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ ἐγέννησε τὸ Θεῖο Βρέφος, τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ποὺ φανερώνει τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο καὶ εἶναι ἡ σωτηρία καί ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁμαρτία καὶ τὸν αἰώνιο θάνατο. Ἦρθε στὴ γῆ, ἔγινε ὅμοιος μὲ ἐμᾶς, χωρὶς ἁμαρτία, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν υἱοθεσία καὶ νὰ μᾶς ἀποκαταστήσει στὴν αἰώνια βασιλεία.
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἀναφερόμενος στὸ γεγονὸς τῆς Θείας Σαρκώσεως, γράφει: «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο, ἵνα τόν ἄνθρωπον δεκτικὸν θεότητος ποιήση, ἐπτώχευσεν, ἵνα ἡμεῖς τῇ Ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν. Δούλου μορφὴν ἔλαβεν, ἵνα ἡμεῖς τὴν ἐλευθερίαν ἀπολάβωμεν. Κατῆλθεν, ἵνα ἡμεῖς ὑψωθῶμεν.»
Ἀδελφοί μου, σέ λίγο θά ἑορτάσουμε πάλι τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ἄς ἑορτάσουμε κατὰ τρόπο θεϊκὸ καὶ ὑπερκόσμιο, ὄχι κοσμικό, ὅπως προτρέπει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἐφέτος ἄς μὴ περιορίσουμε τὸν ἑορτασμὸ στοὺς τύπους, μὲ τὴ συνείδηση ὅτι αὐτὴ ἡ γιορτὴ ἕνωσε τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γῆ καὶ μπορεῖ νὰ διώξει τὴν κατάρα καὶ νὰ γεννήσει ἀνάμεσά μας τὸν Ἐμμανουὴλ, δηλαδὴ τὴν εὐλογία καὶ τὴ λύτρωση ποὺ ἔχουμε ἀνάγκη ὅσο ποτέ. Ἀμήν.
29 Δεκεμβρίου 2019
Ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τὸν Δεσπότη Χριστὸ εἶναι θαυμαστὰ καὶ παράδοξα καὶ καταδεικνύουν τὴν οὐσιαστική Του κυριότητα. Μόνο μὲ τὸν λόγο καὶ τὴ θέλησή Tου δημιούργησε τὰ πάντα ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ καὶ ὅλα ὅσα περιέχονται στὴ συμπαντικὴ πραγματικότητα. Ἀπὸ τοὺς φωτόμορφους ἀγγέλους, τὸν ἐντυπωσιακὸ ὑλικὸ κόσμο τῶν πλανητῶν καὶ τῶν ἀστέρων, τὰ πλήθη τῶν πετεινῶν, τὰ ἐφήμερα καὶ ταπεινὰ ἄνθη, τὰ ἐνάλια καὶ τὰ χερσαῖα πλάσματα, μέχρι τήν κορωνίδα ὅλων, τὸν κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ ἄνθρωπο. Τὰ πάντα λαμβάνουν τὸ εἶναι τους καὶ διακρατοῦνται στὴν ὕπαρξη, χάρη στὴ δύναμη καὶ σοφία τοῦ Κτίστη. Ὅλα τοῦτα δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ διαλαλοῦν τὴν κυριότητα καὶ τὸ μεγαλεῖο του Θεοῦ.
Τὸ πλέον θαυμαστὸ ὅμως, τὸ ἄγνωστο καὶ κεκρυμμένο μυστήριο μυστηρίων, εἶναι ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ εἶναι παράδοξη, διότι συντελεῖται μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ οἱ νόμοι τῆς φύσεως νικῶνται. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ συλλαμβάνεται στὴν ἄσπιλη καὶ παρθενικὴ γαστέρα τῆς Παναγίας, τὴν ὁποία τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καθιστᾶ ναὸ τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ. Ἡ ταπεινὴ κόρη Μαριὰμ γίνεται μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ παρθενία της διατηρεῖται καὶ ἡ ἀφθαρσία της δὲν βλάπτεται. Ἡ ἀλόχευτος γαστήρ της τίκτει, χωρὶς φυσιολογικὸ στοὺς ἀνθρώπους τρόπο. Ὁ Θεὸς ταπεινώνεται, κενώνοντας τὸν ἑαυτό του καὶ οἰκονομώντας τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐνανθρώπηση εἶναι ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἐκ παρθένου καὶ ἡ ἐπιδημία του ἐπὶ τῆς γῆς. Ὁ ὑπερφυὴς τόκος, ὁ ὁποῖος παραμένει ἀνερμήνευτο μυστήριο, δὲν ἐλάττωσε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ οὔτε καὶ ἀλλοίωσε τὴν ἄκτιστό του φύση, οὔτε μείωσε τὴ θεϊκή του δύναμη, οὔτε χώρισε τὸν Υἱὸ ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη Τριάδα. Ἀντ’ αὐτοῦ ὅμως ἡ γέννηση σχημάτισε σὲ κτιστὴ μορφὴ τὸν κτίστη τῶν ἁπάντων καὶ ἡ σάρκωση εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ὁ κόσμος νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητο. Ὁ ἄναρχος ἄρχεται, χωρὶς ἡ Τριάδα νὰ ὑποστεῖ ἀλλοίωση. Ὁ Υἱὸς ἑνώνεται ἀσύγχυτα μὲ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα καὶ παραμένοντας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γίνεται καὶ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεὸς γίνεται κατὰ πάντα ὅμοιος μὲ ἐμᾶς, πλὴν τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ λύσει τὴν κατάρα καὶ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο. Ὁ σαρκωθεὶς Θεὸς νέκρωσε τὸν θάνατο διὰ τοῦ τάφου του καὶ προσέφερε στὴν ἀνθρώπινη φύση δόξα μέσα ἀπὸ τὴν δική του ἀτίμωση.
Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἀποτελεῖ τὸν δεύτερο Ἀδάμ, διότι καὶ ὁ πρῶτος Ἀδὰμ ἦταν τύπος, κατὰ σάρκα, τοῦ Χριστοῦ. Ὁ δοῦλος, δηλαδὴ ὁ Ἀδάμ, ἦταν ἀρχὴ τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὁ Δεσπότης ἀρχὴ τῆς ἀτελεύτητης ζωῆς. Τὸν Ἀδὰμ πλαστούργησαν τά χέρια τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱὸς σαρκώθηκε μὲ τὸν τρόπο ποὺ μόνο αὐτὸς γνωρίζει. Ὁ Ἀδὰμ ἔγινε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, ἐνῶ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἄκτιστη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδὰμ ἐμψυχώθηκε διὰ τοῦ θείου ἐμφυσήματος, ὁ Δεσπότης ἐμφανίστηκε ὑπὸ μορφὴ δούλου. Ὁ Ἀδὰμ εἶχε ὡς ἐνδιαίτημα τὸν παράδεισο καὶ ὁ Δεσπότης ὡς θρόνο τὸν οὐρανό. Ὁ Ἀδὰμ ἦταν ἡ κορωνίδα τῆς κτίσεως, ὅμως ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀδὰμ πῆρε καὶ ἔφαγε ἀπὸ τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ καὶ εἰσήγαγε στὸν κόσμο τὸν θάνατο. Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἅπλωσε τὰ χέρια του στὸν Σταυρὸ καὶ λύτρωσε τὸν κόσμο. Ὁ Ἀδὰμ παρακούοντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἐκπίπτει τῆς δόξας τοῦ παραδείσου, παρασύροντας στὴ φθορὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Ἐνανθρωπήσας Υἱός, ὑπακούοντας στὸν Πατέρα γίνεται τὸ ἀρχέτυπο καὶ ἡ νέα μήτρα τῆς ἀνθρωπότητας γιὰ τὴν καινὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐπαναγωγὴ τῶν πάντων στὴν ἀρχική τους δόξα.
Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν ἐπεδήμησε στὴ γῆ καὶ σαρκωθεὶς ἐξ ἀπειράνδρου κόρης προσέφερε στὸν κόσμο τὴ σωτηρία. Αὐτὸ τό γεγονὸς εἶναι ἀφορμὴ πανηγύρεως. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸν κόσμο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ φαιδρύνει τὴ ζωή μας. Αὐτὸ μεταβάλλει τὸ λυπηρὸ τῆς ἔμπονης πραγματικότητάς μας. Αὐτὸ φανερώνει τὴν ἀνατολὴ τῆς ὄντως ζωῆς μας. Αὐτὸ εἶναι αἴτιο πνευματικῆς χαρᾶς. Τέτοιες ὀφείλουν νὰ εἶναι οἱ χριστιανικὲς πανηγύρεις μας, θεῖες καὶ παράδοξες. Ἔτσι γίνονται ἀναζητήσιμες πηγὲς καὶ θησαυροὶ σωτηρίας.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ (Λκ. δ΄ 16-22)
1 Σεπτεμβρίου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἀναφέρεται στὴν ἑρμηνεία ποὺ ἔδωσε ὁ Χριστός, μπροστὰ στοὺς ἔκπληκτους Ἰουδαίους τῆς Συναγωγῆς τῆς Ναζαρέτ, ὅπου βρέθηκε, ὅταν μὲ ἁπλὸ καὶ φυσικὸ τρόπο μετὰ τὴν ἀνάγνωση τῆς προφητείας τοῦ Ἠσαΐα, εἶπε «Σήμερα ἐκπληρώνεται ἡ προφητεία ποὺ μόλις ἀκούσατε».
Ἀποκάλυψε ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι ὁ κεχρισμένος μὲ Πνεῦμα Θεοῦ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Ὁμολόγησε ὅτι εἶναι Αὐτός, στὸν Ὁποῖο ἐνυπάρχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅτι ἦλθε νὰ προσφέρει τὴν ἐπίγεια ζωή Του στὴν πραγμάτωση τοῦ σχεδίου τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ὁ Χριστὸς ποὺ ἦλθε στὴ γῆ γιὰ νὰ φέρει τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας καὶ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ Βασιλεία ποὺ ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι κοσμική. Δὲν εἶναι βασιλεία ποὺ θὰ ἀποκαταστήσει τὰ ἀνθρώπινα βασίλεια συντρίβοντας ἀντίπαλα ἔθνη καὶ ἀσεβεῖς βασιλεῖς. Δὲν εἶναι βασιλεία ποὺ ἐξουσιάζει καὶ στηρίζει προνομιούχους λαούς.
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία γνωστοποιεῖ ὁ Χριστὸς στὴ Συναγωγή, ἔχει ὡς κέντρο της τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ μήνυμά της ἀπευθύνεται στοὺς πτωχούς, στούς μικρούς καὶ στοὺς ταπεινοὺς αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Σ’ αὐτοὺς ποὺ νοιώθουν τὴν ὕπαρξή τους ἀσήμαντη μπροστὰ στὸ Θεό. Ἔχει ὡς σκοπό της τήν κατάργηση τῆς αἰχμαλωσίας τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, ἐπειδὴ αὐτὴ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεῖ τὸν αἰώνιο προορισμό του καταδικάζοντάς τον σὲ ψυχικὴ καὶ σωματικὴ φθορά.
Αὐτὴ τὴν ἀνθρωποκτόνο κατάσταση τῆς ἁμαρτίας ἔρχεται νὰ ἀναιρέσει ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἀνάστασή Του. Μέχρι ὅμως νὰ ὁδηγηθεῖ στὸ Πάθος καὶ στὴν Ἀνάστασή Του, θὰ χαρίσει φῶς στοὺς τυφλούς. Φυσικὸ φῶς στοὺς σωματικὰ τυφλούς καὶ ἀποκαλυπτικό στοὺς πνευματικὰ τυφλούς. Προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀνάβλεψη ὅλων εἶναι ἡ ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀποδοχὴ τῶν λόγων Του, ἐνῶ ἡ σκληροκαρδία στοὺς ἀνθρώπους καὶ ἡ δυσπιστία στὸ Πρόσωπο τοῦ Κυρίου, θὰ κρατοῦν πάντα σφραγισμένη τὴν πόρτα τους στὸ φῶς.
Ὁ τραυματισμένος ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ἀμαυρώθηκε τὸ «κατ’ εἰκόνα» καὶ σκοτίστηκε ἡ διάνοια, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ φτάσει μόνος του στὴ σωτηρία. Γιαυτὸ ὁ Χριστὸς φέρνει τὸ σωτήριο μήνυμά Του, ποὺ ἀναιρεῖ τὴν φαρισαϊκὴ τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ Νόμου, ὅπως γινόταν μέχρι τότε, καὶ καλλιεργεῖ τὴν οὐσιαστικὴ πνευματικὴ ἀνακαίνιση μὲ θυσιαστικὴ διάθεση καὶ τήρηση τοῦ θελήματός Του.
Ἡ ἄφεση τὴν ὁποία ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστὸς προϋποθέτει τὴν μεταστροφή τοῦ νοῦ καὶ τῶν πράξεων τοῦ ἀνθρώπου καὶ χαρίζεται ὡς δῶρο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ «ἐξ ὅλης τῆς καρδίας του καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του, καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καὶ τὸν πλησίον του ὡς σεαυτόν» (Λουκ. ι, 27).
Ἡ Θυσιαστικὴ πράξη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ μαρτυρίου Του ποὺ γίνεται λύτρο γιά ὅλους καὶ χαρίζει τὴν λύτρωση καὶ τὴν ἀποκατάσταση στὴν πρότερη κατάσταση ποὺ εἶχε ὁ ἄνθρωπος μέσα στὸν Παράδεισο τῆς τρυφῆς, στὸν ὁποῖο πλάστηκε γιὰ νὰ ζεῖ.
Αὐτὰ ἀδελφοί μου δὲν θὰ γίνουν ὡς ἀστραπή, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ. Ὁ Χριστὸς δὲν ἦλθε νὰ καταδικάσει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἀλλὰ νὰ τὸν λυτρώσει κατὰ τὸν ἀψευδῆ λόγο Του «οὐ γὰρ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σώσω τὸν κόσμον» (Ἰωάν. ια΄ 47).
Ἐγκαινιάζει «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν», δηλαδὴ μία περίοδο χάρι-τος καὶ μετανοίας, περιμένοντας τὴν ἐλεύθερη ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον τόσον «ἠγάπησεν ὁ Θεός, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μή ἀπόληται ἀλλ’ ἔχη ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ, 16).
Ἄς ἀνταποκριθοῦμε μὲ τέτοιες προσπάθειες στὴ νέα ἐκκλησιαστικὴ χρονιά.
15 Σεπτεμβρίου 2019
Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς πίστεώς μας καὶ ὁ σταυρωμένος Χριστὸς εἶναι ἡ δύναμη καὶ ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων προσπάθησαν νὰ προσεγγίσουν αὐτὸ τὸ μυστήριο μὲ τὴ λογικὴ δικαιολογημένα τὸ θεώρησαν μωρία. Γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανούς, ὅμως, αὐτὴ ἡ μωρία τοῦ Σταυροῦ εἶναι τὸ καύχημά μας, τὸ περιεχόμενο τῆς πίστεώς μας καὶ ὁ μοναδικὸς ἔμπρακτος τρόπος τῆς σωτηρίας μας.
Ἡ ἀναφορὰ στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ξεκινᾶ μὲ τὴν προϋπόθεση ποὺ ὀφείλουμε νὰ τηρήσουμε, ἂν θέλουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Κύριο «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ὁ Χριστὸς μᾶς προτρέπει νὰ ὑπερβοῦμε τὸν ἑαυτό μας, ἂν θέλουμε νὰ γίνουμε μαθητές Του, ἀναλαμβάνοντας νὰ σηκώσουμε τὸν σταυρὸ τῆς ζωῆς μας, ποὺ δὲν εἶναι εὔκολο.
Στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς ὁ Κύριος ἀναφέρεται στὶς συνέπειες τῆς παραπάνω ἐπιλογῆς, ἀφοῦ ἐξαιτίας της θὰ ἔρθουν δύσκολες στιγμές, ἀφοῦ θὰ κληθοῦμε νὰ ἀντισταθοῦμε σθεναρὰ ἀκόμη καὶ στὴν ὑπερδύναμη αὐτῆς τῆς λογικῆς «Ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴ ζωή του θὰ τὴ χάσει, ὅποιος ὅμως χάσει τὴ ζωὴ του ἐξαιτίας μου καὶ ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου θὰ τὴ σώσει». Εἶναι ξεκάθαρο ὅτι οἱ ἀληθινοὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ὀφείλουν νὰ θυσιάζονται γι’ Αὐτὸν καὶ τὸ Εὐαγγέλιό Του, ἂν θέλουν νὰ κερδίσουν τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ σωτηρία.
Γιὰ νὰ γίνει περισσότερο κατανοητὸ τὸ βαθύτερο περιεχόμενο τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, ἀπευθύνει ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος δύο ἐρωτήσεις στοὺς Μαθητές Του, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅλοι ὅτι μπροστὰ στὴν ἀληθινὴ ζωὴ ὁ κόσμος ὁλόκληρος δὲν ἔχει καμμία ἀξία. Κανένα ὑλικὸ ἀντάλλαγμα, δηλαδή, δὲν εἶναι ἀρκετό γιὰ νὰ ἐξαγοράσει τὴν αἰώνια ζωή. Πολὺ δέ περισσότερο ὁ ὑλικὸς πλοῦτος, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νὰ θέσει ἀκόμη καὶ σὲ κίνδυνο αὐτὴν τὴν προσπάθεια τῶν ἀνθρώπων νὰ κερδίσουν τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.
Στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς ἀναφορᾶς ὁ Κύριος προσδιορίζει τὴν στενὴ σχέση ποὺ πρέπει νὰ ἔχουν οἱ μαθητές Του μὲ τὸν Ἴδιο. Δὲν πρέπει κανεὶς νὰ ντρέπεται γι’ Αὐτὸν καὶ τὴν διδασκαλία Του, διότι τότε καὶ ὁ Ἴδιος θὰ ντραπεῖ γιὰ ἐκεῖνον ἐνώπιον τοῦ Πατέρα Του. Ντροπὴ σημαίνει ἄρνηση καὶ ἄρνηση σημαίνει ἀπώλεια. Ἀντίθετα, ὁ μοναδικὸς δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ μὲ ἀσφάλεια στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς, στὸν Ὁποῖον δόθηκε πᾶσα ἐξουσία. Ἡ στάση μας ἀπέναντί Του θὰ μᾶς κρίνει τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς θυσιάστηκε ἑκουσίως γιὰ χάρη μας προσφέροντας τὴν σωτηρία. Ἡ ἀποδοχὴ αὐτῆς τῆς θυσιαστικῆς προσφορᾶς καὶ εὐκαιρίας, θὰ μᾶς συναριθμίσει στοὺς μαθητές Του. Αὐτὴ ἡ ἑκούσια ἐπιλογή μας σημαίνει στὴν πράξη τῆς καθημερινότητάς μας, ὅτι σηκώνουμε ἀγόγγυστα τὸν δικό μας σταυρό, τὸν ὁποῖον ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἐμπιστεύθηκε στοὺς ὤμους μας, μὲ σκοπὸ καὶ ἀντάλλαγμα τὸ κέρδος τῆς αἰωνιότητας. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ε΄, 1–11)
22 Σεπτεμβρίου 2019
Ἡ σημερινὴ περικοπὴ, πρώτη τῆς σειρᾶς τῶν εὐαγγελίων τοῦ Λουκᾶ, ἀναφέρεται στὴν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου καὶ μᾶς διδάσκει τὸ πῶς πρέπει νὰ δέχεται ὁ ἄνθρωπος τὸ θεῖο κάλεσμα.
Τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μυστήριο ποὺ συντελεῖται στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀποτελεῖ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὅμως δὲν παραβιάζει τὶς ἐπιλογὲς τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἦταν δεμένος μὲ τὸ Χριστό, ἐπειδὴ στὸ πρόσωπό του συνάντησε τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς. Ἡ ζωὴ αὐτὴ ἀνακαίνιζε τὴ ζωή του, ἔδινε νόημα καὶ προοπτικὴ στὴν ὕπαρξή του καὶ τροφοδοτοῦσε τὴν ἐλπίδα του. Ὁ Πέτρος μέσα ἀπὸ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ γευόταν τὴν αἰωνιότητα, γι᾿ αὐτὸ ἡ δίψα του γιὰ τὸ Θεὸ ἦταν δίψα ἀκροάσεως τοῦ λόγου Του. Ἡ δίψα αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴν ἀπόδειξη τῆς πνευματικῆς ὑγείας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέει ὅτι, ὅπως ἡ ὄρεξη εἶναι ἀπόδειξη ὑγείας τοῦ σώματος, ἔτσι καὶ ἡ ἐπιθυμία ἀκροάσεως πνευματικῶν λόγων εἶναι ἀπόδειξη τῆς ὑγείας τῆς ψυχῆς. Οἱ πνευματικοὶ λόγοι τρέφουν τὴν καρδιὰ καὶ δὲν τὴν ἀφήνουν νὰ νεκρωθεῖ. Τὰ ἀγαθὰ νοήματα πρέπει νὰ γίνονται ὕλη ποὺ ἐπεξεργάζεται ὁ νοῦς, ὄχι γιὰ νὰ τὰ ἀναλύσει καὶ νὰ τὰ κατατάξει, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ ἀφομοιώσει καὶ νὰ τὰ μεταβάλλει σὲ ἀγαθὲς ἐπιλογὲς καὶ πράξεις.
Ὁ Χριστὸς πάνω στὸ πλοιάριο τοῦ Πέτρου εἶπε «ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν», δηλαδὴ ρίξτε πάλι στὰ βαθιὰ νερὰ τὰ δίχτυα σας γιὰ νὰ πιάσετε ψάρια. Αὐτὴ ἡ ἐντολὴ ἐρχόταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν πεῖρα ποὺ εἶχε ὁ ἀπόστολος ἀπὸ τὸ ἐπάγελμά του. Ὅμως ὁ λόγος ποὺ ἄκουσε ἀπὸ τὸ Χριστὸ τὸν ἔπεισε νὰ μὴ στηρίζεται στὴν ἀνθρώπινη πεῖρα του, καὶ ἡ πρόθυμη ὑπακοὴ ἀπέδειξε ἀμέσως τοὺς καρποὺς της. Βεβαίωσε ὅτι τὸ θαῦμα ποὺ κάνει κατορθωτὸ τὸ ἀκατόρθωτο, εἶναι καρπὸς πίστεως καὶ ὄχι ἀποτέλεσμα λογικῶν παραμέτρων.
Πράγματι ἡ ἁλιεία τῆς οἰκουμένης, ἀργότερα, ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε ἐκπληκτικὴ καὶ θαυματουργική, ἐπειδὴ εἶχε συνέπεια στὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη...» καὶ τὸ ἔκαναν πρόθυμα καὶ μὲ ζῆλο ἔχοντας τὴν συνέργεια τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Καλὸν εἶναι νὰ προσέξουμε, ἐπίσης, ὅτι τὸ προσκλητήριο τοῦ Χριστοῦ ἀπευθύνεται στοὺς ψαράδες τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ βρίσκονταν στὶς ἐργασίες τους, μετὰ ἀπὸ μιὰ κοπιαστικὴ νύχτα, ποὺ δὲν εἶχε ἀποτέλεσμα. Ὁ κόπος ὅμως τῆς νύχτας καὶ ἡ ἀποτυχία τῆς ἐργασίας δὲν τοὺς στέρησαν τὴ διάθεση νὰ ἀκούσουν καὶ νὰ τηρήσουν τὸ λόγο.
Εἶναι ἀλήθεια ἀδελφοί μου, ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει διάθεση νὰ ἀκούσει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ νὰ τὸν ἀκούσει ὅπου κι ἄν βρίσκεται, χωρὶς νὰ χρειάζεται νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ ζεῖ γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Θεό, ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ συνάντηση εἶναι θέμα τρόπου καὶ ὄχι τόπου.
Τέλος, ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς ἀπευθύνει κι ἄλλο ἕνα ἀκόμη μήνυμα. Τὸ μήνυμα τῆς ἐσωτερικῆς μας ἀφύπνισης. Τῆς συνειδητοποίησης τῆς ἁμαρτωλότητάς μας. Τὸ θάμβος τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ θαύματος ὁδήγησε τὸν Πέτρο στὴ συναίσθηση τῆς μηδαμινότητάς του καὶ τῆς γύμνιας του «…ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἁμαρτωλὸς εἰμί, Κύριε».
Τὸ πρῶτο βῆμα γιὰ νὰ συναντήσει κανεὶς τὸ Θεὸ εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας, ἡ ὁποία κάνει ἐπιτακτικότερη τὴν ἀνάγκη τῆς παρουσίας καὶ ἐνέργειας τῆς χάριτός Του. Ἀντίθετα ἡ μεγάλη ἰδέα ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας, κτίζει ἀδιαπέραστο τεῖχος ποὺ ἐμποδίζει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς πλησιάσει.
Ὁ Πέτρος βρῆκε «ὅν ἔγραψε Μωϋσῆς», καὶ ὑπάκουσε στὴν ἐντολή Του. Ἄς ἑτοιμάσουμε τὶς καρδιές μας νὰ δεχθοῦμε τὸ θεῖο κάλεσμα καὶ νὰ εὐθυγραμμίσουμε τὰ διαβήματά μας μὲ αὐτό.
Ἔτσι, μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε ὅτι πέρα ἀπὸ κάθε προσδοκία καὶ λογική, ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ θὰ καρποφορήσει καὶ θὰ πολλαπλασιάσει τὸ καλό. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. στ΄, 31–36)
29 Σεπτεμβρίου 2019
Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς μεταφέρει ἕνα τμῆμα τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, ἀπὸ τὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του. Μὲ ἄριστη παιδαγωγικὴ μέθοδο ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ ἀνέβουμε ἀπὸ τὰ χαμηλότερα στὰ ψηλότερα σκαλοπάτια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ξεκινώντας μὲ μία ἐντολὴ ποὺ ἀποτελεῖ τὴ βάση γιὰ τὴν εἰρηνικὴ συμβίωση τῶν ἀνθρώπων. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»· δηλαδή, ὅπως θέλετε νὰ σᾶς συμπεριφέρονται καὶ νὰ σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι, ἔτσι ἀκριβῶς νὰ συμπεριφέρεσθε κι ἐσεῖς σ’ αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς κάνετε τὰ ἴδια.
Ὁ χρυσὸς αὐτὸς κανὸνας ἀνθρώπινης συμπεριφορᾶς ἦταν γνωστὸς ἀπὸ τὴν προχριστιανικὴ ἐποχή, μὲ ἀρνητικὴ διατύπωση, δηλαδὴ «ὃ σὺ μισεῖς, ἑτέρῳ μὴ ποιήσῃς». Μὴν κάνεις στοὺς ἄλλους αὐτὰ ποὺ δὲν θέλεις νὰ σοῦ κάνουν. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἔρχεται ὁ Χριστὸς καὶ ἐπαναπροσδιορίζει τὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων μὲ θετικὸ τρόπο «Αὐτὸ ποὺ θὰ ἤθελες νὰ πάρεις ἀπὸ τοὺς ἄλλους, δῶσέ το πρῶτος ἐσύ». Σκεφθεῖτε πόσο διαφορετικὸς θὰ ἦταν ὁ κόσμος μας, ἂν ὅλοι ἐφαρμόζαμε αὐτὸν τὸν κανόνα τοῦ Εὐαγγελίου, ἀφοῦ αὐτονόητα ἀποτελεῖ τὴ βάση γιὰ κοινωνικὴ δικαιοσύνη καὶ ἁρμονικὴ συμβίωση μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.
Ὡστόσο ὁ Κύριος προχωρεῖ καὶ μᾶς καλεῖ σὲ ἀκόμη ὑψηλότερο σκαλοπάτι. Μᾶς δείχνει τὸ δρόμο τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, ἡ ὁποία ὑπερέχει, ἐπειδὴ δὲν διακρίνει ἀκόμα καὶ τοὺς ἐχθρούς. «Ἐὰν ἀγαπᾶτε μόνο ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ποιὰ εὔνοια καὶ ποιὰ ἀμοιβὴ σᾶς ἀνήκει ἀπὸ τὸν Θεό, ἀφοῦ καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν ἐκείνους ποὺ τοὺς ἀγαποῦν». Ἐσεῖς, προτρέπει, νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας καὶ νὰ τοὺς εὐεργετεῖτε καὶ νὰ τοὺς δανείζετε χωρὶς νὰ ἐλπίζετε σὲ καμμία ἀνταπόδοση ἀπ’ αὐτούς».
Αὐτὴ εἶναι οὐσιαστικὴ ὑπέρβαση τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, διότι δὲν ἀπευθύνεται μόνο σ’ αὐτοὺς ποὺ φέρονται καλὰ ἀπέναντί μας ἢ σ’ αὐτοὺς μὲ τοὺς ὁποίους ἔχουμε καλὴ σχέση, ἀλλὰ ἀγκαλιάζει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς θρησκευτικές, πολιτικές, ἐθνικές, φυλετικὲς ἢ ἰδεολογικὲς διακρίσεις. Προσφέρεται σὲ ὅλους. Κάνει δηλαδὴ ἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος. Ἀγκαλιάζει αὐτοὺς ποὺ μᾶς πίκραναν, ποὺ μᾶς ἀδίκησαν, ποὺ μᾶς συκοφάντησαν, ποὺ μᾶς ἔβλαψαν μὲ κάποιον τρόπο. Αὐτοὺς καλούμεθα νὰ ἀγαπήσουμε ἐξ ὅλης ψυχῆς, καρδιᾶς καὶ διανοίας, διότι αὐτοὶ ἔχουν ἀνάγκη περισσότερο τὴν ἀγάπη καὶ τὸ νοιάξιμό μας.
Αὐτὴν τὴν ὑπέρβαση τῆς ἀγάπης ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν τὴ δίδαξε μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ τὴ φανέρωσε ὁ Ἴδιος ἐνσαρκωμένη στὸ θεανθρώπινο πρόσωπό Του. Ἀποκορύφωμα αὐτῆς τῆς ἀγάπης ὑπῆρξε ἡ σταυρικὴ θυσία Του, τὴν ὁποία προσέφερε «ὑπὲρ πάντων ἡμῶν καὶ ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας». Στὸ ὄνομα αὐτῆς τῆς ἀγάπης Τὸν βλέπουμε πάνω στὸ Σταυρὸ νὰ συγχωρεῖ ἀκόμη καὶ τοὺς σταυρωτές Του, προκειμένου νὰ διδάξει σὲ ὅλους τὴν ὕψιστη διάθεση καὶ προσφορὰ γιὰ τὸν ἄλλον.
Ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἔθεσε τὴ βάση τῆς ἀγάπης καὶ συνέστησε τὴν ὑπέρβασή της, μᾶς ἀποκαλύπτει καὶ τὴν τέλεια μορφή της. «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί». Νὰ γίνεσθε σπλαχνικοὶ πρὸς τὸν συνάνθρωπό σας καὶ συμπονετικοὶ στὶς δυστυχίες του καὶ στὶς ἀνάγκες του, ὅπως καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι σπλαχνικὸς σὲ ὅλους.
Αὐτὸς ἀδελφοί μου εἶναι ὁ τελικός μας στόχος. Τὸ εὐαγγέλιο σήμερα ζητεῖ νὰ θελήσουμε νὰ μοιάσουμε στὸν Θεό. Κι ἐπειδὴ ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ πλέον χαρακτηριστικὸ γνώρισμά Του, ὅσο πιὸ πολὺ καλλιεργοῦμε αὐτὴν τὴν κορυφαία ἀρετή, τόσο πιὸ πολὺ γινόμαστε ὅμοιοι μ’ Ἐκεῖνον.
Μὲ εὐστοχία ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος διευκρινίζει, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε θὰ γίνετε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα ἐὰν νηστεύετε, ἐὰν ἀσκεῖσθε σὲ παρθενία ἢ ἐὰν προσεύχεσθε, ἀλλὰ μὲ σαφήνεια προέτρεψε «γίνεσθε οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν».
Ὅσοι λοιπὸν γινόμαστε ἔμπρακτα ἄνθρωποι ἀγάπης, μὲ κατανόηση, ἀνεκτικότητα καὶ συγχωρητικότητα μεταξύ μας, τότε ἑνωμένοι υἱοὶ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου καλούμεθα. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ (Ἰωάν. γ΄, 13-17)
8 Σεπτεμβρίου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρηγορεῖ ἀδελφοί μου, ἐπειδὴ διασαφηνίζει, ὅπως σημειώνει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅτι «ὁ Θεὸς δὲν ἀπέστειλε τὸν Υἱόν Του γιὰ νὰ κρίνει καὶ γιὰ νὰ καταδικάσει τὸν κόσμο, ἀλλὰ γιὰ νὰ σωθεῖ ὁλόκληρος ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ».
Ἐκεῖνο ποὺ διακρίνει τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ τέλεια καὶ ἀληθινὴ ἀγάπη πρὸς τὸ πλᾶσμα του, τὸν ἄνθρωπο. Τόσο δὲ τέλεια καὶ ἀληθινή, ὥστε ἀπέστειλε τὸν μονογενῆ Υἱό Του νὰ θυσιαστεῖ ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας.
Αὐτὴ ἡ μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη Θεϊκὴ προσφορὰ καταγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο. Ἄς ἐπαναλάβουμε τὸν λόγο ἀκριβῶς· «Ἔτσι ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ζοῦσε στὴν ἁμαρτία, ὥστε παρέδωσε σὲ θάνατο τὸν μονάκριβο Υἱό Του, γιὰ νὰ μὴ χαθεῖ σὲ αἰώνιο θάνατο ὁ καθένας ποὺ πιστεύει σ᾿ Αὐτόν».
Ἡ ἐλπίδα μας ἑστιάζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ ὁλόκληρο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ὅπως εἶναι καὶ ὄχι ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι, μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὴ ἡ ἀλήθεια νὰ ξεφορτώνει ὅλους ὅσους διατελοῦν κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀπεγνωσμένα συνεχίζουν ἀβίωτα τὸν βίο τους. Καὶ ὅπως σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «ὁ Θεὸς ὁ ἀθάνατος, ὁ ἄναρχος, ἡ μεγαλωσύνη ἡ ἀπέραντος, ἀγάπησε πολὺ αὐτοὺς ποὺ γεννήθηκαν ἀπὸ τὸ χῶμα καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ τοὺς κάνει θεϊκούς».
Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ πὼς ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τὸ ἐργαστήριο γιὰ αὐτὴν τὴν μεταμόρφωση μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία καὶ περιπέτεια.
Ὁ Χριστὸς ἦρθε, γιὰ νὰ σηκώσει στοὺς δικούς Του ὤμους τὴν ἁμαρτία ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὅπως ἀκριβῶς ὑπογραμμίζεται ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη. Εἶναι παράλληλη ἡ ὁμολογία τοῦ ἐνδόξου προφήτου Ἰωάννου, ὅταν βλέπει τὸν Χριστὸ νὰ πλησιάζει πρὸς τὸ μέρος του καὶ ἀναφωνεῖ· «Νὰ λοιπὸν ἐκεῖνος ποὺ προφήτευσε ὁ Ἡσαΐας, ποὺ μᾶς ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς γιὰ νὰ θυσιαστεῖ ὡς ἀρνίο καὶ νὰ σηκώσει ὁλόκληρη τὴν ἁμαρτία, ἐξάλειφοντας τὴν ἐνοχή, ποὺ βαραίνει καὶ ἐμποδίζει τὸν ἄνθρωπο».
Συνεπῶς ὁ Χριστὸς ἀποτελεῖ τὸ μοναδικὸ μέσον γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴ λύτρωσή μας. Κι αὐτὸ τὸ σωτήριο ἔργο γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὁμολογήθηκε μὲ πολλοὺς τρόπους καὶ ἀποκα-λύφθηκε ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ἐπίγειας παρουσίας Του.
Ἦρθε νὰ φανερώσει τὴν θεότητά Του, νὰ ἀποκαλύψει τὴν ἀλήθεια, νὰ διδάξει τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντος Αὐτόν, καὶ νὰ ἑτοιμάσει τὶς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις γιὰ μετοχὴ στὴ νέα ζωὴ ποὺ ἐγκαινιάζει, συγχωρώντας λάθη καὶ παραπτώματα, ποὺ ἀποτελοῦν τὰ ἐμπόδια.
Ἡ δεύτερη ἔλευσή Του στὰ ἔσχατα τοῦ χρόνου, θὰ εἶναι ὄχι γιὰ διδαχὴ καὶ ἄφεση, μὰ γιὰ νὰ ἐξετάσει τὴ στάση ποὺ ἐμεῖς διαμορφώσαμε τελικὰ ἐνώπιόν Του. Θὰ ἐξετάσει τὸ κατὰ πόσον ἀποδεχθήκαμε ἐλεύθερα καὶ ἐφαρμόσαμε τὸν λόγον Του. Αὐτὸς ὁ λόγος Του θὰ κρίνει τὴν συνέπειά μας.
Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ στὴν ἁμαρτωλὴ γυναίκα «ὁ ἀνα-μάρτητος ἂς ρίξει πρῶτος τὸν λίθο», καλλιεργεῖ μέσα μας τὴν συνείδηση ποὺ ζητᾶ ὁ Θεὸς νὰ ἔχουμε.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἂν ἐπρόκειτο νὰ ἔρθει ὁ Χριστὸς ὡς τιμωρός, ἄς ἔχουμε τὴν βεβαιότητα, ὅτι κανένας μας δὲν θ᾿ ἀπέφευγε τὴν τιμωρία καὶ τὴν καταδίκη.
Ὁ ἀψευδὴς ὅμως λόγος τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ, ἵνα σώσω τὸν κόσμον», μᾶς παραγορεῖ καὶ μᾶς ἐνισχύει στὴν προσπάθεια νὰ θέλουμε νὰ ζήσουμε ἐν Αὐτῷ. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑ 1ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ (Λκ. δ΄ 16-22)
1 Σεπτεμβρίου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἀναφέρεται στὴν ἑρμηνεία ποὺ ἔδωσε ὁ Χριστός, μπροστὰ στοὺς ἔκπληκτους Ἰουδαίους τῆς Συναγωγῆς τῆς Ναζαρέτ, ὅπου βρέθηκε, ὅταν μὲ ἁπλὸ καὶ φυσικὸ τρόπο μετὰ τὴν ἀνάγνωση τῆς προφητείας τοῦ Ἠσαΐα, εἶπε «Σήμερα ἐκπληρώνεται ἡ προφητεία ποὺ μόλις ἀκούσατε».
Ἀποκάλυψε ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι ὁ κεχρισμένος μὲ Πνεῦμα Θεοῦ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Ὁμολόγησε ὅτι εἶναι Αὐτός, στὸν Ὁποῖο ἐνυπάρχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅτι ἦλθε νὰ προσφέρει τὴν ἐπίγεια ζωή Του στὴν πραγμάτωση τοῦ σχεδίου τῆς θείας φιλανθρωπίας. Ὁ Χριστὸς ποὺ ἦλθε στὴ γῆ γιὰ νὰ φέρει τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας καὶ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ Βασιλεία ποὺ ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι κοσμική. Δὲν εἶναι βασιλεία ποὺ θὰ ἀποκαταστήσει τὰ ἀνθρώπινα βασίλεια συντρίβοντας ἀντίπαλα ἔθνη καὶ ἀσεβεῖς βασιλεῖς. Δὲν εἶναι βασιλεία ποὺ ἐξουσιάζει καὶ στηρίζει προνομιούχους λαούς.
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία γνωστοποιεῖ ὁ Χριστὸς στὴ Συναγωγή, ἔχει ὡς κέντρο της τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ μήνυμά της ἀπευθύνεται στοὺς πτωχούς, στούς μικρούς καὶ στοὺς ταπεινοὺς αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Σ’ αὐτοὺς ποὺ νοιώθουν τὴν ὕπαρξή τους ἀσήμαντη μπροστὰ στὸ Θεό. Ἔχει ὡς σκοπό της τήν κατάργηση τῆς αἰχμαλωσίας τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, ἐπειδὴ αὐτὴ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρεῖ τὸν αἰώνιο προορισμό του καταδικάζοντάς τον σὲ ψυχικὴ καὶ σωματικὴ φθορά.
Αὐτὴ τὴν ἀνθρωποκτόνο κατάσταση τῆς ἁμαρτίας ἔρχεται νὰ ἀναιρέσει ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἀνάστασή Του. Μέχρι ὅμως νὰ ὁδηγηθεῖ στὸ Πάθος καὶ στὴν Ἀνάστασή Του, θὰ χαρίσει φῶς στοὺς τυφλούς. Φυσικὸ φῶς στοὺς σωματικὰ τυφλούς καὶ ἀποκαλυπτικό στοὺς πνευματικὰ τυφλούς. Προϋπόθεση γιὰ τὴν ἀνάβλεψη ὅλων εἶναι ἡ ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ πίστη καὶ ἡ ἀποδοχὴ τῶν λόγων Του, ἐνῶ ἡ σκληροκαρδία στοὺς ἀνθρώπους καὶ ἡ δυσπιστία στὸ Πρόσωπο τοῦ Κυρίου, θὰ κρατοῦν πάντα σφραγισμένη τὴν πόρτα τους στὸ φῶς.
Ὁ τραυματισμένος ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ἀμαυρώθηκε τὸ «κατ’ εἰκόνα» καὶ σκοτίστηκε ἡ διάνοια, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ φτάσει μόνος του στὴ σωτηρία. Γιαυτὸ ὁ Χριστὸς φέρνει τὸ σωτήριο μήνυμά Του, ποὺ ἀναιρεῖ τὴν φαρισαϊκὴ τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ Νόμου, ὅπως γινόταν μέχρι τότε, καὶ καλλιεργεῖ τὴν οὐσιαστικὴ πνευματικὴ ἀνακαίνιση μὲ θυσιαστικὴ διάθεση καὶ τήρηση τοῦ θελήματός Του.
Ἡ ἄφεση τὴν ὁποία ἐπαγγέλλεται ὁ Χριστὸς προϋποθέτει τὴν μεταστροφή τοῦ νοῦ καὶ τῶν πράξεων τοῦ ἀνθρώπου καὶ χαρίζεται ὡς δῶρο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ «ἐξ ὅλης τῆς καρδίας του καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς του, καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος του καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας του καὶ τὸν πλησίον του ὡς σεαυτόν» (Λουκ. ι, 27).
Ἡ Θυσιαστικὴ πράξη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ μαρτυρίου Του ποὺ γίνεται λύτρο γιά ὅλους καὶ χαρίζει τὴν λύτρωση καὶ τὴν ἀποκατάσταση στὴν πρότερη κατάσταση ποὺ εἶχε ὁ ἄνθρωπος μέσα στὸν Παράδεισο τῆς τρυφῆς, στὸν ὁποῖο πλάστηκε γιὰ νὰ ζεῖ.
Αὐτὰ ἀδελφοί μου δὲν θὰ γίνουν ὡς ἀστραπή, ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ. Ὁ Χριστὸς δὲν ἦλθε νὰ καταδικάσει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἀλλὰ νὰ τὸν λυτρώσει κατὰ τὸν ἀψευδῆ λόγο Του «οὐ γὰρ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σώσω τὸν κόσμον» (Ἰωάν. ια΄ 47).
Ἐγκαινιάζει «ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτόν», δηλαδὴ μία περίοδο χάρι-τος καὶ μετανοίας, περιμένοντας τὴν ἐλεύθερη ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον τόσον «ἠγάπησεν ὁ Θεός, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μή ἀπόληται ἀλλ’ ἔχη ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. γ, 16).
Ἄς ἀνταποκριθοῦμε μὲ τέτοιες προσπάθειες στὴ νέα ἐκκλησιαστικὴ χρονιά.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ Z΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Μτθ. θ΄ 27-35)
4 Αὐγούστου 2019
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα γίνεται λόγος γιὰ δύο θαύματα τοῦ Χριστοῦ. Ἕνα γιὰ τὴ θεραπεία δύο τυφλῶν καὶ τὸ ἄλλο γιὰ τὴν θεραπεία ἑνὸς κωφοῦ δαιμονιζομένου.
Ὁ Χριστός, ποὺ διακηρύσσει ὅτι εἶναι «τὸ φῶς τοῦ κόσμου», ἀγγίζει τὰ κλειστὰ μάτια τῶν δύο τυφλῶν ποὺ ζητοῦν ἔλεος καὶ βοήθεια καὶ τοὺς λέει «Κατὰ τὴν πίστιν ἡμῶν γενηθήτω ὑμῖν». Κι αὐτὸ τὸ «γενηθήτω» μᾶς φέρνει στὸ νοῦ τὴ δημιουργικὴ προσταγὴ τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴ δημιουργία τοῦ κόσμου, ὅπως τὴν περιγράφει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη στὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως.
Ὁ ἐνσαρκωμένος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἔρχεται νὰ ἀποκαταστήσει τὸ χαλασμένο ἀπὸ τὴ φθορὰ καὶ τὴν ἁμαρτία δημιούργημα. Ὅπως μὲ τὴν αὐθεντικὴ προσταγὴ τοῦ Θεοῦ δημιουργήθηκε ὁ κόσμος καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι μὲ τὴν ἴδια αὐθεντικότητα ἀναδημιουργεῖται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ γίνει ἕνα καινούργιο πλᾶσμα, μέλος τῆς Ἐκκλησίας, κληρονόμος τῶν θείων δώρων, ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὴν τυφλότητα, ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ κυριαρχία καὶ ἀπὸ τὸ θάνατο.
Ἐνῶ ὅμως ὁ λαὸς θαυμάζει, ἐκπλήσσεται καί ἀναγνωρίζει τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας, ποὺ ἐπετέλεσε ὁ Χριστός, οἱ φαρισαῖοι ὑποστηρίζουν ὅτι «ἐν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιμονίων ἐκβάλλει τὰ δαιμόνια».
Ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι οἱ φαρισαῖοι δὲν ἀρνοῦνται τὴν πραγματικότητα τῶν θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ τὰ ἑρμηνεύουν μὲ τρόπο διαστρεβλωτικό. Ἔτσι ἀποδεικνύονται πρόδρομοι τῶν ὀρθολογιστῶν κάθε ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι ἀποδίδουν πάντοτε τὰ θαύματα σὲ φυσικὰ ἤ συμπτωματικὰ αἴτια, σὲ ψυχολογικὰ φαινόμενα ἤ ἀκόμη καὶ σὲ ἐμμονὲς τῶν πιστῶν.
Τὰ θαύματα ὅμως δὲν γίνεται νὰ ἀντιμετωπίζονται μὲ ψυχρὸ καὶ ἐγκεφαλικὸ τρόπο, οὔτε βεβαίως γίνονται γιὰ νὰ προκαλέσουν τὴν πίστη στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὴν προϋποθέτουν. Χρειάζονται καθαρὴ καρδιὰ καὶ θεῖο φωτισμὸ, ποὺ βοηθοῦν τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐμπιστευθεῖ τὴν ζωή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ὅποιος περιμένει νὰ δεῖ θαῦμα γιὰ νὰ πιστέψει στὸν Χριστό, θὰ μένει πάντοτε σὲ μία ἄκαρπη ἀναμονὴ ἢ θὰ ἐκφράζεται γιαυτὸ τὸ παράδοξο γεγονὸς μὲ ψυχρὴ ὀρθολογιστικὴ ἀντιμετώπιση.
Ἡ σημερινὴ περικοπὴ μᾶς ὑπομιμνήσκει τὴν ἀλήθεια, ὅτι ἡ συνάντησή μας μὲ τὸ θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πραγματοποιεῖται μακριὰ ἀπὸ τοὺς ὀρθολογισμοὺς καὶ ἀπὸ τὶς κακόβουλες διαστρεβλώσεις, ἐκεῖ ὅπου ἡ καρδιὰ λειτουργεῖ πηγαῖα καὶ προκαλεῖ τὴ Χάρη Του ποὺ μεταμορφώνει τὴ ζωή μας. Γένοιτο.
11 Αὐγούστου 2019
Ὁ Θεὸς ποὺ λατρεύουμε καὶ προσκυνοῦμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι Θεὸς παντοδύναμος, εἶναι Θεὸς πατέρας καὶ ἐμεῖς λαός Του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν πρέπει νὰ ἀπελπιζόμαστε ἢ νὰ ὀλιγοπιστοῦμε. Ὅ,τι καὶ νὰ συμβαίνει καὶ ὅποια κατάσταση κι ἄν ἀντιμετωπίζουμε, ὁ Χριστὸς μᾶς ἁπλώνει τὸ χέρι καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ χαθοῦμε. Εἶναι πάντα κοντά μας.
Ἡ πρόνοιά Του μᾶς φροντίζει ὄχι μόνο στὰ μεγάλα καὶ σημαντικά, ὅπως εἶναι ἡ σωτηρία μας, ἀλλὰ καὶ στὰ μικρὰ καὶ καθημερινά, ὅπως εἶναι αὐτὰ ποὺ ἀφοροῦν τὴν ἐπίγεια ζωή, ἀνάγκη καὶ ἐπιβίωσή μας.
Ἡ ἐπίμονη ἐκ μέρους μας ἀπαίτηση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς δικαιοσύνης Του, μαγνητίζει τὴ μεριμνά Του γιὰ τὰ ἀναγκαῖα στὴν καθημερινότητά μας˙ μὴ μεριμνᾶτε, μᾶς λέει, μὴν ἀγωνιᾶτε, μὴν ἀγχώνεσθε, μὴν ἀναλύεσθε σὲ ἀδιάκοπο κυνήγι ὑλικῶν ἀγαθῶν. Προχωρεῖστε ἀπὸ ἄλλο δρόμο, πιὸ ἁπλὸ καὶ πιὸ ἀμέριμνο «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Τὸ «ταῦτα πάντα» συμπεριλαμβάνει ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε, ὡς ἀναγκαῖα, γιὰ νὰ ζήσουμε.
Γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ μᾶς διδάσκει μὲ πολλὴ παραστατικότητα ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ὁποῖος χρησιμοποιώντας τὴ διήγηση τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως, μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ. Μᾶς δόθηκαν ἕξι μέρες, λέει, κατὰ τὶς ὁποῖες μποροῦμε νὰ ἐργαστοῦμε καὶ νὰ μεριμνήσουμε γιὰ τὶς ὑλικές μας ἀνάγκες. Ἡ ἕβδομη, ὅμως, ἡμέρα ἀνήκει στὸν Θεό. Κατὰ τὴ μέρα αὐτὴ ἐκκλησιαζόμαστε καὶ δοξολογοῦμε τὸν δημιουργό μας, καὶ μελετοῦμε μὲ ζῆλο τὸν λόγο Του.
Καὶ συνεχίζει ὁ ἅγιος «Τί μᾶς παραγγέλλει ὁ Χριστός μας νὰ κάνουμε; Νὰ στοχαζόμαστε τὶς ἁμαρτίες μας, τὸν θάνατο, τὴν κόλαση, τὸν παράδεισο, τὴ ψυχή μας, ποὺ εἶναι τιμιωτέρα ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμον, νὰ τρῶμε καὶ νὰ πίνουμε ὅσο χρειαζόμαστε, τὸν δὲ ὑπόλοιπον χρόνο μας νὰ τὸν ξοδεύουμε γιὰ τὴν ψυχή μας, καὶ τότε γινόμαστε ἄνθρωποι καὶ ἐπίγειοι ἄγγελοι. Ἐὰν ὅμως μόνο τρῶμε καί πίνουμε καὶ ἁμαρτάνουμε φροντίζοντας τὸ φθαρτὸ σῶμα μας, δὲν εἴμαστε ἄνθρωποι, ἀλλὰ ζῶα».
Ὁ Ἱεραπόστολος αὐτὸς ἅγιος, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ ἀφυπνίσει τὴν συνείδηση τῶν χριστιανῶν, μᾶς παρακινεῖ νὰ μὴν μένουμε προσκολλημένοι στὰ ὑλικὰ πράγματα, ἀλλὰ περιοριζόμενοι στὴ χρήση τους νὰ ἀξιοποιοῦμε ὅλες τὶς δυνάμεις μας στὴν ἐκζήτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Οἱ προτροπὲς του, ἀδελφοί μου, ἀποτελοῦν ὄχι μόνο εὐαγγελικὴ ἐπιταγή, ἀλλὰ καὶ οὐσιαστικὴ ἔξοδο τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν σύγχρονη ἀσθένεια τοῦ ἄγχους ποὺ σκοτώνει, διότι κάνει εὐτυχισμένους ὅσους ἐναποθέτουν τὶς ἐλπίδες τους στὸ Θεὸ καὶ δὲν ἀγωνιοῦν ὑπερβολικὰ γιὰ τὸ αὔριο, ἀλλὰ ἰσορροποῦν βρίσκοντας τὸν χρόνο νὰ φροντίζουν τὴν καλλιέργεια τῆς ἀθάνατης ψυχῆς τους, ὅταν στοχεύουν «πρῶτον τὴν βασιλείαν Του».
18 Αὐγούστου 2019
Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, ἀκούσαμε γιὰ τὸ θαῦμα τῆς καταπαύσεως τῆς τρικυμίας τῆς θαλάσσης, καθὼς ἐπίσης βλέπουμε καὶ τὴν κατάπαυση τῆς τρικυμίας τῶν λογισμῶν τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἦταν φοβερότερη. Ἔτσι τὴν ἀξιολόγησε ὁ Κύριος, γι’ αὐτὸ πρῶτα κατέπαυσε τὴν τρικυμία τῆς ὀλιγοπιστίας τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου λέγοντας «Ὀλιγόπιστε εἰς τί ἐδίστασας;» κι ἔπειτα ἀνέβηκε στὸ πλοῖο καὶ ἀμέσως ἐκόπασε ὁ ἄνεμος.
Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τὴν περίπτωση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου ποὺ βάδιζε πάνω στὰ κύματα ὅσο εἶχε τὰ μάτια του στραμμένα στὸν Ἰησοῦ, ἐνῶ ὅταν ἀντίκρυζε τὴν πραγματικότητα τοῦ βυθοῦ βυθιζόταν, λέγει ὅτι «ὁ Κύριος τὴν στιγμὴ ἐκείνη δὲν κατέπαυσε τὸν ἄνεμο ἀλλὰ ἅπλωσε τὸ χέρι Του καὶ τὸν ἔπιασε λέγοντας «ὀλιγόπιστε εἰς τί ἐδίστασας». Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ Κύριος ἔδειξε ὅτι τὴν μεταβολὴ στὸν Πέτρο δὲν τὴν ἔκανε ἡ δύναμη τοῦ ἀνέμου, ἀλλὰ ἡ ὀλιγοπιστία του. Ἂν ἡ πίστη του δὲν ἀσθενοῦσε, τότε εὔκολα, θὰ ἀντιμετώπιζε τὸν ἄνεμο. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι, ἐνῶ ἀφήνει τὸν ἀέρα νὰ πνέει, δείχνοντας ὅτι ὁ ἄνεμος δὲν μπορεῖ νὰ κάνει κακό, ὅταν ἡ πίστη εἶναι σταθερή.
Ἀδελφοί μου, ὁ Χριστὸς δὲν ἀφήνει τοὺς μαθητὲς μόνους καὶ χωρὶς βοήθεια. Ἐμφανίζεται περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης, διαλύει τὴν ταραχὴ καὶ τὴν ὑποψία τους ὅτι βλέπουν φάντασμα καὶ τοὺς ἐνθαρρύνει λέγοντας «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμί· μὴ φοβεῖσθε».
Ἡ ἐνθαρρυντικὴ αὐτὴ προσφώνηση τοῦ Ἰησοῦ δημιουργεῖ βαθειὰ αἴσθηση καὶ συγκίνηση στοὺς μαθητὲς καὶ αὐτὸ μᾶς ὁδηγεῖ στὴ βεβαιότητα, ὅτι ὁ Κύριος βρίσκεται συνεχῶς στὸ πλευρὸ τοῦ σκάφους ἢ καλύτερα πάνω σὲ αὐτό, τόσο μὲν τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καὶ στὸ σκάφος τῆς ζωῆς κάθε μέλους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ δὲν πρέπει νὰ φοβόμαστε ἢ νὰ χάνουμε τὸ θάρρος μας, ὅταν τὰ κύματα καὶ οἱ τρικυμίες της μᾶς ταράζουν καὶ μᾶς συγκλονίζουν.
Ἂν πάλι συμβεῖ νὰ κλονισθοῦμε ἤ νὰ βυθιζόμαστε, μὴ διστάσουμε νὰ φωνάξουμε «Κύριε σῶσον με» καὶ θὰ δοῦμε ἁπλωμένο τὸ χέρι Του ἀκούγοντας καὶ τὴν διαβεβαίωσή Του «θαρσεῖτε ἐγὼ εἰμί», ἐπειδὴ καὶ ἐμεῖς εἴμαστε μέσα στὸ σκάφος, τὸ πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ εἶναι ἐκτεθειμένο στὴν τρικυμία τοῦ παρόντος κόσμου. Ὅποιος τρομοκρατεῖται ἀπὸ τὸν ἰσχυρὸ ἄνεμο τῶν φθοροποιῶν δυνάμεων τοῦ κόσμου, κινδυνεύει νὰ καταποντισθεῖ. Ὅποιος ὅμως βεβαιωθεῖ ὅτι μὲ τὴν προσευχὴ «Κύριε σῶσον με» θὰ ἔχει ἀμέσως ὡς βοηθὸ καὶ σωτήρα, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, θὰ σωθεῖ.
Εἰς τὸ «θαρσεῖτε, ἐγὼ εἰμί· μὴ φοβεῖσθε» τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, πρέπει νὰ ἀναγνωρίσουμε τὴ ρητὴ ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου πρὸς τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, ὅτι ἐν μέσῳ τῶν τρικυμιῶν τοῦ βίου, τῶν διωγμῶν, τῶν θλίψεων, τῶν ἀντιθέτων δυνάμεων καὶ ὅλων τῶν ἐμποδίων, Ἐκεῖνος βρίσκεται στὸ πλευρό μας «πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος».
Ἀδελφοί μου, ἡ περίπτωση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου βεβαιώνει σήμερα, ὅτι ὁ φόβος προκύπτει ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ὀλιγοπιστίας μας. Ὁ δὲ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης διδάσκει ὅτι ὁ «φόβος οὐκ ἔστι ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ᾿ ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει».
Εἶναι ἀνάγκη νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι πηγὴ τοῦ φόβου μας εἶναι ἡ ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης μας στὸν Θεό, διότι μπλοκάρει τὸ συναίσθημα τῆς βεβαιότητας τῆς ἀγάπης Του, ἡ ὁποῖα εἶναι γιὰ μᾶς ἡ ἰσχύς, τὸ στερέωμα καὶ ἡ καταφυγή μας.
25 Αὐγούστου 2019
Πολὺ συχνὰ προσευχόμαστε οἱ ἄνθρωποι στὸν Θεό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καὶ Τὸν παρακαλοῦμε γιὰ κάτι, ποὺ τελικὰ δέν πραγματοποιεῖται. Τὸ αἴτημά μας δὲν ἐκπληρώνεται. Ἡ ἰκεσία μας δὲν βρίσκει ἀνταπόκριση, ἀκόμη κι ἄν αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε δὲν εἶναι παράλογο. Αὐτονόητα βέβαια δὲν εἶναι λογικὸ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ γιὰ πράγματα ἀντίθετα πρὸς τὸ Εὐαγγέλιό Του˙ γιὰ πράγματα τῶν ὁποίων ἡ ἐκπλήρωση ἱκανοποιεῖ μόνο τὸν ἐγωισμὸ καὶ ὅποια ἐπιφα-νειακὴ ἀνάγκη μας.
Ζητοῦμε, λοιπόν, πράγματα λογικὰ καὶ θεμιτά˙ παρακαλοῦμε γιὰ κάτι ποὺ δὲν ἀντιτίθεται στὸ θέλημά Του. Ὡστόσο ἀπάντηση δὲν παίρνουμε καὶ τὸ αἴτημά μας δὲν ἰκανοποιεῖται.
Στὸ γιατὶ δὲν ἀπαντᾶ στὴν προσευχή μας ὁ Θεός, ποὺ συχνὰ διατυπώνουν πολλοὶ ἀδελφοί μας, ἔρχεται νὰ δώσει ἀπάντηση ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἡ ὁποία καταγράφει τὸ περιστατικὸ ἑνὸς δυστυχισμένου πατέρα, ποὺ ὁ γιὸς ἦταν ἄρρωστος˙ σεληνιαζόταν καὶ ὑπέφερε. «Πολλάκις γὰρ πίπτει, εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ», ἐξηγοῦσε στὸν Ἰησοῦ ὁ πατέρας μὲ πόνο.
Ἀρχικὰ τὸν εἶχε ὁδηγήσει στοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ ἐκεῖνοι δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν κάνουν καλά. Ὁ Κύριος ἐπιπλήττει τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα καὶ τό δυστυχισμένο παιδὶ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ ἐνέργεια.
Οἱ μαθητὲς πλησίασαν τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ρώτησαν: «Διατὶ ἡμεῖς, οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό;», γιὰ νὰ λάβουν τὴν ἀπάντηση «διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν». Αἰτία τῆς ἀδυναμίας τους ἦταν ἡ ἀδύναμη πίστη, εἴτε ἡ δική τους εἴτε τοῦ πατέρα εἴτε ἀκόμη καί ὅσων ἐκεῖ παρευρίσκονταν.
Ἡ ἴδια αἰτία βρίσκεται πάντα πίσω ἀπὸ τὴν σιωπὴ τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ δική μας προσευχὴ στὰ διάφορα αἰτήματα ποὺ ἀπευθύνουμε. Ὁ Θεὸς σιωπᾶ ἐπειδὴ προσευχόμαστε χωρὶς βαθειὰ καὶ ζωντανὴ πίστη. Τὰ ὅσα ζητοῦμε μένουν ἀνεκπλήρωτα καὶ ἀναπάντητα, διότι δὲν παρακαλοῦμε μὲ θερμὴ καὶ καθαρὴ καρδιά, μὰ κυρίως ζητοῦμε χωρὶς ἐμπιστοσύνη.
Ὁ Κύριος διδάσκει «Αἰτεῖται καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν˙» (Ματθ. 7,7). Καί πάλι ὁ Ἴδιος ὑπογραμμίζει στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο «ἄν ἔχετε πίστη ἔστω καὶ σὰν κόκκο σιναπιοῦ, θὰ λέτε σ’ αὐτὸ τὸ βουνὸ «μετακινήσου» καὶ θὰ γίνεται˙ καὶ κανένα πρᾶγμα δὲν θὰ εἶναι ἀδύνατο γιὰ σᾶς». Τέλος ἡ προτροπὴ Του «τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» ἀπαντᾶ ὄχι μόνο τὴν ἀπορία τῶν μαθητῶν Του, ἀλλὰ καὶ φωτίζει τὸν τρόπο ποὺ ὁ πιστὸς μπορεῖ νὰ ἀποκτᾶ τὴ δύναμη ποὺ χρειάζεται.
Ἀδελφοί μου, ὁ Κύριος δίπλα στὴν προσευχὴ τοποθετεῖ καὶ τὴ νηστεία. Μὲ τὴν προσευχὴ ἐπιδιώκουμε νὰ συνομιλήσουμε μαζί Του. Προϋπόθεση ὅμως ἀποτελεῖ ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη μας. Σ’ αὐτὸ βοηθᾶ ἡ νηστεία. Ἡ ἀξία της ποὺ δὲν γίνεται ἀντιληπτὴ στὸν κόσμο μας σήμερα, ἐντοπίζεται στὴν συνειδητὴ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀντισταθεῖ στὶς πιεστικὲς ἀνάγκες τοῦ φθαρτοῦ σώματος, προκειμένου νὰ μποῦν σὲ προτεραιότητα καὶ νὰ ἰκανοποιηθοῦν οἱ ἀνάγκες τῆς ψυχῆς.
Αὐτὸ βεβαιώνεται ἔμπρακτα στὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων. Τὴν προσπάθειά τους γιὰ προσευχὴ συνόδευε καὶ ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος. Τότε ἡ προσευχή τους ἀποκτοῦσε δύναμη καὶ ἐνίσχυε τὸν ἀγώνα τους. Καὶ ὁ ἀγώνας τους ἐνδυνάμωνε ἀποτελεσματικὰ τὴν προσευχή τους.
Ἡ μίμηση αὐτῶν τῶν τρόπων τους, θὰ δίνει στὴν προσευχή μας τὴ δύναμη ποὺ προκαλεῖ τὸ θαῦμα ποὺ χρειαζόμαστε, καὶ θὰ κάνει καὶ μᾶς μετόχους τῆς αἰωνιότητος τοῦ θεοῦ, τὴν ὁποἰαν ἀπολαμβάνουν καὶ ἐκεῖνοι.
Ἀμήν.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΟΥΛΙΟΥ 2019
Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. στ΄ 22-33)
7 Ἰουλίου 2019
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα εἶναι ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου. Σὲ αὐτὴν ὁ Χριστὸς φανερώνει τὸν καινούριο κόσμο ποὺ ἐγκαινιάζει ὁ ἐρχομός Του στὴ γῆ, ὑποδεικνύει τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας, μιλᾶ γιὰ τὴν ἀξία τῆς καθαρότητας τῆς ψυχῆς καὶ τονίζει ὅτι ἡ πλεονεξία κάνει τὸν ἄνθρωπο σκληρόκαρδο μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν χωρίζει ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του.
Σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ καθαρὴ ψυχὴ προϋποθέτει καθαρὴ συνείδηση καὶ ἐσωτερικὸ φωτισμό. Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σκοτεινὸς καὶ πονηρός, ὁ ἄνθρωπος κάνει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ χάνει τὴν ψυχή του. Ὅμως τί νόημα ἔχει νὰ κερδίσουμε ὅλο τὸν κόσμο, ἄν τελικὰ χάσουμε τὴν ψυχή μας;
Ἡ εὐθυγράμμιση τοῦ θελήματος τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ, ὁδηγεῖ στὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ στὴν ἰδανικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτὸ τὸ ἀπολαμβάνουν οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ οἱ ἅγιοι, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἔχουμε ὡς πρότυπα. Γιὰ νὰ τὸ κατορθώσουμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως ἐκεῖνοι, πρέπει σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν πατέρων νὰ ἀκολουθήσουμε δύο στάδια πνευματικῆς τελείωσης, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση καὶ ὁ φωτισμὸς μὲ σκοπὸ τὴ Θέωση.
Μὲ τὴν κάθαρση ἀποβάλλουμε τὰ πάθη ἀπὸ τὴν ψυχή μας, ἐνῶ μὲ τὸν φωτισμὸ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου φωτίζεται καὶ ἐπιδιώκει μόνο τὸ ἀγαθό. Αὐτὰ πραγματοποιοῦν τὴν μυστικὴ ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεό, ποὺ ὀνομάζεται θέωση. Ὁ ἐπίμονος καὶ ἐπίπονος προσωπικὸς ἀγώνας ἀπαιτεῖται ὡς ἐλεύθερη ἐπιλογὴ γιὰ νὰ ἀντιστρέψουμε τὴν φορὰ πρὸς τὴν φθορὰ ποὺ κρύβει μέσα μας ἡ ἀνθρώπινη φύση.
Δυνατὸ τρόπο στὴν ἐπιτυχία αὐτῆς τῆς προσπάθειας ἀποτελεῖ ἡ ἀποδοχὴ τῆς προτροπῆς τοῦ Κυρίου ποὺ ἀκούσαμε σήμερα «μὴ φροντίζετε τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιεῖτε», «οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἁπάντων»˙ ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς φροντίζει γιὰ μᾶς, περισσότερο ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, τὰ ὅσα ἔχουμε ἀνάγκη. Ἀρκεῖ νὰ στηρίζουμε τὴν ἐλπίδα μας σ' Αὐτόν.
Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δυναμώνει τὴν πίστη καὶ δίνει νόημα στὶς προσπάθειές μας. Ὅταν χάνουμε τὴν ἐλπίδα, ἡ πίστη ὑποχωρεῖ καὶ γεννᾶ τὴν πλεονεξία, ποὺ προκαλεῖ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἀδικία. Αὐτὴ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του, χωρὶς νὰ ἀγαπᾶ τοὺς συνανθρώπους του καὶ τότε ξεχνᾶ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ τὸν Εὐαγγελιστὴ τῆς ἀγάπης «ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, δὲν ἀγαπᾶ ἀληθινὰ τὸν Θεό».
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος στήριξε τὴν ἐλπίδα του στὶς δυνατότητές του καὶ κυριεύτηκε ἀπὸ ἄγχος, φόβο καὶ ἀβεβαιότητα χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ ἡσυχάσει. Ἡ καθημερινὴ φροντίδα του ἔπαψε νὰ εἶναι ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος, ἀλλὰ ἡ πληθώρα τῶν ἀγαθῶν γιὰ τὸ αὔριο. Αὐτὴ ὅμως ἡ διάθεση ἀποδείχθηκε ὅτι γεννᾶ τὸ κενό. Ἡ καθημερινὴ ἐπιδίωξη τοῦ κέρδους τῆς δύναμης τοῦ χρυσοῦ, μᾶς ἔκανε νὰ στρέψουμε ἀδιάφορα τὴν πλάτη στὴ δύναμη τῆς ζωηφόρου χαρᾶς τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου ὅμως κρύβεται στὴ σχέση ποὺ ἔχουμε μὲ τὴν ἐσωτερικὴ χαρὰ ποὺ δὲν ἔχουμε. Αὐτὴ ἡ βαθειὰ χαρὰ γίνεται αἰτία ἐσωτερικῆς ἀνακαίνισης καὶ ψυχικῆς καλλιέργειας. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀναλώνει τὸ χρόνο τῆς ζωῆς του στὴ βιοτικὴ μέριμνα, τότε καλλιεργεῖ ἐντατικὰ τὸν χῶρο τῆς ψυχῆς του καὶ μπορεῖ νὰ διακρίνει τὴν ὠφέλεια τοῦ πρόσκαιρου ἀπὸ τὴν ἀξία τοῦ αἰώνιου, καὶ τότε ἀποκτᾶ τὴν ἐμπειρία τῶν ὅσων δὲν κέρδισε, δὲν ἔχει, ἀλλὰ νοσταλγεῖ.
Εἶναι καιρὸς λοιπὸν, ἀδελφοί μου, νὰ ἐπικεντρώσουμε τὸ ἐνδιαφέρον μας στὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ πηγὴ τῆς χαρᾶς ποὺ χρειαζόμαστε, γιὰ νὰ ἔχει νόημα καὶ ἰσορροπία ἡ ζωή μας.
Ἡ προϋπόθεση τῆς ἐμπιστοσύνης μας στὴν πρόνοιά Του, μᾶς παρέχει ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἔννοια ἔχει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν μᾶς διαβεβαιώνει «Ζητεῖ πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Ἀμήν.
14 Ἰουλίου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, μᾶς τοποθετεῖ ἐπὶ τῆς οὐσίας τοῦ θέματος τῆς ἔμπρακτης χριστιανικῆς ζωῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ σήμερα τιμοῦμε τοὺς ἑξακοσίους τριάκοντα φωτοφόρους πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐπειδὴ ἔγιναν πρότυπα μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τους.
Οἱ γνωστοὶ ἀπὸ τὴν ἱστορία ἀγῶνες τους γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ ζωὴ καὶ πολιτεία τους τοὺς κατέστησαν φῶς τοῦ κόσμου, στὸ ὁποῖο στρέφονται οἱ χριστιανοί. Γι᾿αὐτὸ τὸ φῶς ὁμιλεῖ σήμερα ὁ Κύριος.
Ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ χριστιανοὶ μποροῦν νὰ λάμπουν ὡς δυνατὰ φῶτα, ἐφ᾿ὅσον ἡ καθημερινὴ ζωή τους, οἱ πράξεις καὶ τὰ ἔργα τους εἶναι συνεπῆ πρὸς τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἀναγκαῖα καὶ εὐλογημένη συνέπεια τῆς ζωντανῆς πίστως τοῦ χριστιανοῦ, διότι ἡ ἀσυνέπεια ἔργων καὶ λόγων, βίου καὶ πίστεως γίνεται ἀφορμὴ νὰ βλασφημεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ.
Ὁ Χριστιανικὸς βίος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι λόγος κενός, ἀλλὰ μεστὴ περιεχομένου πραγματικότητα. Δὲν εἶναι θεωρία, ἀλλὰ ἔργο καὶ πράξη. Ὅταν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας στρέφονται στὸν Θεό, συγχρόνως πρέπει νὰ στρέφονται καὶ στὴν καθημερινότητα τοῦ βίου, ὥστε νὰ τηρεῖται τὸ ἅγιο θέλημά Του. Ἐὰν ὅμως ἄλλα πιστεύουμε καὶ ἄλλα πράττουμε, ἐπιβεβαιώνουμε τὸν ἐπιτιμητικὸ λόγο τοῦ Κυρίου « ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δὲ μεστοί ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας» ( Μτθ. κγ’ 28).
Οἱ χριστιανοὶ τῆς πίστεως καὶ τῶν ἔργων εἶναι φωτεινὸ παράδειγμα σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς. Ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ πίστη λυτρώνει ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ καλὰ ἔργα, ἀλλιῶς εἶναι νεκρή. Μόνο ἡ πίστη ποὺ ἐκδηλώνεται μὲ ἔργα εἶναι φῶς δυνατό. Εἶναι προσκλητήριο σάλπισμα πρὸς ὅσους δὲν τὴν γνώρισαν ἀκόμη.
«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου». Τὸ ὑμεῖς ἀναφέρεται στὸν ἀληθινὸ μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔχει ἐγκολπωθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μὲ τὰ ἔργα του ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν εἰρήνευση τῶν ἀνθρώπων, γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ νόμου τῆς ἀγάπης, ποὺ μεταμορφώνει τὸν χριστιανὸ σὲ «ἅλας τῆς γῆς».
Ἡ χριστιανικὴ φωτισμένη συμπεριφορὰ καὶ ἡ ἔμπρακτη πίστη δὲν ἀποτελεῖ προσωπικὴ μόνο ὑπόθεση ἀλλὰ καὶ δημόσιο λειτούργημα. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἰατρὸς δὲν σπουδάζει τὴν ἰατρικὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασκήσει τὸ ἐπάγγελμα στὴν ὑπηρεσία τῶν ἀσθενῶν, ἔτσι καὶ ὁ χριστιανὸς δὲν κατακρατεῖ τὴν πίστη μὲ τὰ καλὰ ἔργα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν μεταδώσει στοὺς ἄλλους· «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», μὲ θυσιαστικὴ διάθεση γιὰ τὴ δοξολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ.
Ἀδελφοί μου, ὅποιος ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔμμεσα ἢ ἄμεσα διδάσκει τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὸν περιφρονοῦν, θὰ ἀποκλεισθεῖ ἀπὸ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀντιθέτως «ὁ ποιήσας καὶ διδάξας» γίνεται μέτοχος τῆς Βασιλείας Του ἀπὸ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο. Εἶναι ἐπιστηρικτικὸ νὰ θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Ἵδιος ὁ Κύριος προτάσσει τὴν ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν Του, ἀπὸ τὴν διδασκαλία μόνον μὲ τὸν λόγο, διότι τὸ ζωντανὸ παράδειγμα ἀποτελεῖ τὴν πλέον πειστικὴ διδασκαλία.
Οἱ ἑορταζόμενοι Πατέρες σήμερα ὑπῆρξαν διδάσκαλοι αὐτῆς τῆς ἐμπράγματης διδασκαλίας γιαυτὸ κι ἔγιναν τὸ φῶς τοῦ κόσμου μὲ τὴ σοφία καὶ τὴν ἁγιότητά τους. Αὐτοὶ μᾶς προτρέπουν νὰ ἀποτελοῦμε κι ἐμεῖς τὸ πνευματικὸ φῶς τοῦ κόσμου μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἦθος, μὲ τὰ καλά ἔργα, μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν μυστηριακὴ ζωή.
Ὁ ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ δὲν κρύβει τὸ φῶς, ἀλλὰ τὸ μεταδίδει καὶ στοὺς ἄλλους μὲ τὴν ἱεραποστολή, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη στὴν ἐποχὴ τῶν πατέρων, ὅταν ἐκχριστιάνισαν ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη, μεγάλο μέρος τῆς Ἀσίας καὶ μετέβαλαν ὁλόκληρη αὐτοκρατορία σὲ χριστιανικὴ οἰκουμένη.
Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ ἀγωνίζεται μὲ κάθε κόστος, ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ πατέρες, γιὰ τὴ διατήρηση τῆς πίστεως χωρὶς νοθεία καὶ παραχαράξεις, χωρὶς ἀφαιρέσεις ἢ προσθῆκες, προκειμένου νὰ παραδοθεῖ ἀνόθευτη στοὺς μεταγενέστερους.
Οἱ ἑορταζόμενοι Πατέρες εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου, διότι μέσα σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες μποροῦν νὰ μᾶς ἀναγεννοῦν, νὰ μᾶς ζωογονοῦν, νὰ μᾶς φωτίζουν διαρκῶς, γι’ αὐτὸ ἂς θέσουμε τὸν ἑαυτό μας κάτω ἀπὸ τὴ σωστικὴ καθοδήγηση καὶ τὸ ἔμπρακτο παράδειγμά τους, γιὰ νὰ τύχουμε σωτηρίας. Ἀμήν.
21 Ἰουλίου 2019
Δυστυχεῖς καὶ ἀξιολύπητοι εἶναι οἱ δύο δαιμονισμένοι τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἐπειδὴ ἔχουν κυριευθεῖ ἀπὸ τὸν πονηρό, καὶ ἀπὸ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ «καλὰ λίαν» ἔχουν μεταμορφωθεῖ σὲ «χαλεπὰ λίαν».
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ γίνονται καὶ ψυχικὰ ἀσθενεῖς μὲ ἐπιθετικὴ καὶ ἐπικίνδυνη συμπεριφορά. Κρύβονται στὰ μνήματα, τρέχουν ἐξαγριωμένοι στοὺς δρόμους, εἶναι ἕτοιμοι νὰ κακοποιήσουν ὅποιον συναντήσουν, ἐπειδὴ εἶναι ὑπὸ τὴν πλήρη κυριαρχία τοῦ διαβόλου.
Ἡ συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς δύο δαιμονισμένους ἦταν μιὰ ἀποκάλυψη, ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν τοῦ πραγματικοῦ προσώπου καὶ τοῦ ἔργου τοῦ διαβόλου καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου τῆς δυνάμεως τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν ἀναδεικνύεται τὸ ἀντικοινωνικὸ ἔργο τοῦ διαβόλου καὶ τὸ κατ᾿ ἐξοχὴν ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Στὸ σημερινὸ θαῦμα φαίνεται καθαρὰ ὅτι ὁ διάβολος εἶναι πρόσωπο, ὀντότης, καὶ τὸ ἔργο του εἶναι καταστρεπτικὸ γιὰ ὅλη τὴ δημιουργία. Τὰ δαιμόνια κατέβαλλαν τὸ σῶμα τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων καὶ μιλοῦσαν προσωπικὰ μὲ τὸν Χριστό. Τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ εἰσέλθουν εἰς τοὺς χοίρους καί, ὅταν ὁ Χριστὸς τὸ ἐπέτρεψε, τότε ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων «ὥρμησε κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασι».
Νὰ τί εἶναι ὁ διάβολος. Ζημιά, καταστροφή, βλάβη, ἀσχήμια, ἀντικοινωνικότητα. Σήμερα ὅμως κάποιοι ἄνθρωποι ἐπηρεασμένοι ἀπὸ ἰδεολογικὰ ἢ καὶ φιλοσοφικὰ ρεύματα ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ἁπλῆ προσωποποίηση τοῦ κακοῦ, ψευδαίσθηση φαντασιόπληκτων χριστιανῶν ποὺ ἐπιμένουν νὰ βλέπουν παντοῦ δαιμόνια. Κι αὐτὴ ἡ θεώρηση ἀποτελεῖ ἔργο τοῦ διαβόλου, ποὺ προσπαθεῖ νὰ καλύψει τὴν ὕπαρξή του πείθοντας τὸν κόσμο ὅτι δὲν ὑπάρχει.
Οἱ χριστιανοὶ ὀφείλουμε νὰ γνωρίζουμε ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὁ Κύριος σαρκώθηκε «ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου τοῦτ’ἔστι τὸν διάβολον» (Ἑβραίους β’14) καὶ «εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου· (Α’ Ἰωὰν. γ’ 8) .
Ὁ διάβολος δὲν εἶναι προσωποποίηση τῶν παθῶν, ἀλλὰ πρόσωπο ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς ἄγγελος καί ὅταν ἔχασε τὴν κοινωνία μαζί Του, ἔγινε πνεῦμα σκοτεινό, διακατεχόμενο ἀπὸ ὑπερβολικὴ θανατηφόρα μισανθρωπία, ποὺ καλλιεργεῖ σκέψεις καὶ διαθέσεις ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, ἐπηρεάζει τὴν βούληση. Ἡ μανία του ἐκδηλώνεται μὲ τὶς προσβολὲς ἐναντίον τῆς ψυχῆς μας. Ὁ διάβολος θὰ διαιροῦσε καὶ θὰ θανάτωνε ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα ἄν ὁ Χριστὸς «ὡς ζωοποιῶν τὰ πάντα» δὲν τὸν ἐμπόδιζε.
Στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ διαπιστώνουμε ἐπίσης ὅτι οἱ δυὸ δυστυχεῖς ὑπάρξεις, ὅταν κατελήφθησαν ἀπὸ τὰ δαιμόνια, βγῆκαν ἔξω ἀπὸ τὶς πόλεις, τὰ σπίτια καὶ τὶς οἰκογένειές τους, κατοικοῦσαν στὰ μνήματα γιατὶ δὲν ἄντεχαν τὴν κοινωνία. Τὸ φοβερὸ εἶναι ὅτι ἀγνοοῦμε πεισματιτικὰ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα. Ὄχι μόνο δὲν τὴν ἀντιμετωπίζουμε, ἀλλὰ διστάζει κανεὶς νὰ μιλήσει γιὰ τὸν διάβολο καὶ τὴν ἁμαρτία, ἐπειδὴ ξέρει πῶς θὰ ἀντιμετωπισθεῖ. Ἔτσι παραμένει ὁ κίνδυνος νὰ συνεχίζει τὴν προσπάθειά του ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ἀνίσχυρος, ἀδύναμος καὶ κυρίως ἀλύτρωτος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑπάρχουν καθημερινὰ δίπλα μας ἐμφανῶς «χαλεποὶ λίαν».
Πράγματι, ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Χριστὸ ἀλλάζουν διαθέσεις καὶ φρονήματα καὶ γίνονται ἄπιστοι, ὀργίλοι, συκοφάντες, ψεύδορκοι, σαρκολάτρες, κλέφτες, καταχραστές, βλάσφημοι, ἀπάτριδες καὶ ἐπικίνδυνοι ἄνθρωποι.
Στὴν ἄμεση ἀνάγκη νὰ ἀντιμετωπίσουμε αὐτὴ τὴν πραγματικότητα στὴν καθημερινότητά μας πιά, ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι τὸ ἰσχυρότερο ἀντίδοτο εἶναι ἡ ἑνότητα ποὺ καλλιεργεῖται μέσα στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὴν προϋπόθεση τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωή μας, ὅταν τὸ παρακαλοῦμε νὰ ἔλθει καὶ νὰ σκηνώσει ἐν ἡμῖν καὶ νὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ τὴν χαλεπότητα τοῦ ἀβίωτου βίου μας. Ἀμήν.
28 Ἰουλίου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρουσιάζει τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ, τὸν ὁποῖον κατέβασαν ἀπὸ τὴ στέγη μπροστὰ στὸν Κύριο τέσσερις ἄνθρωποι ποὺ τὸν μετέφεραν.
Εἶναι πράγματι θαυμαστὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνας παράλυτος σηκώθηκε ὄρθιος καὶ ἄρχισε νὰ βαδίζει μεταφέροντας καὶ τὸ κρεββάτι του. Ὡστόσο στὸ ἴδιο θαῦμα βλέπουμε ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, ποὺ εἶναι ἐπίσης θαυμαστό, γιαυτὸ καὶ ἀξίζει νὰ ὑπογραμμίσουμε αὐτὴ τὴν μεγάλη ἀλήθεια.
«Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν», σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής, χωρὶς νὰ περιμένει νὰ Τὸν παρακαλέσουν, ἀπευθύνθηκε στὸν ἄρρωστο καὶ τοῦ χάρισε αὐτὸ ποὺ ἤθελε καὶ πολὺ περισσότερα ἀκόμη, ἀφοῦ δὲν περιορίστηκε στὴ θεραπεία τοῦ σώματός του μόνον, ἀλλὰ καὶ στὴν ἰσορροπία τῆς ψυχῆς.
Πρῶτα τοῦ εἶπε «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» κι ἔπειτα «ἆρον σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκον σου». Ἔτσι ὁ παραλυτικὸς ἔζησε διπλὸ τὸ θαῦμα. Καὶ τὸ ἄξιζε, διότι ἀσφαλῶς οὔτε αὐτὸς οὔτε οἱ συνοδοί του θὰ ὑποβάλλονταν σὲ τόσο μεγάλο κόπο, ἂν δὲν εἶχαν μέσα τους ἀκλόνητη τὴν πεποίθηση, ὅτι ὁ Κύριος εἶχε τὴ δύναμη νὰ τὸν ἀποκαταστήσει. Αὐτὴ τὴν ἰσχυρὴ πίστη ἐπιβραβεύει ἄλλωστε ὁ Κύριος μὲ τὸ θαῦμα.
Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ στὴ δική μας ζωή. Ὁ Χριστὸς μὲ τὸ βλέμμα Του παρακολουθεῖ τὸν καθένα ξεχωριστά. Βλέπει τὰ προβλήματα καὶ τὶς δυσκολίες μας. Γνωρίζει τοὺς πόθους καὶ τὶς ἐπιθυμίες μας. Μετρᾶ κάθε βῆμα μας. Συμμετέχει στὸν ἀγώνα μας καὶ περιμένει ἐκούσια καὶ συνειδητὰ νὰ καλλιεργοῦμε τὴν πίστη, τὴν ὑπομονή, τὴν ἀγάπη καὶ κάθε ἀρετὴ μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι τίποτε δὲν πάει χαμένο.
Κι ὅταν ἀκόμη αἰσθανόμαστε τὸ δίκιο νὰ μᾶς πνίγει ἢ τὸ βάρος ἀπὸ τὴν ἀδικία νὰ μᾶς συντρίβει, ἀκόμη καὶ τότε πρέπει νὰ διατηροῦμε τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς γνωρίζει τὴν ἀλήθεια καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἀποδώσει τελικὰ τὸ δίκαιο. Εἶναι πολύ σημαντικὸ νὰ πιστεύουμε στὴ συνεχῆ παρουσία Του καὶ νὰ Τὸν ὑπολογίζουμε ἔμπρακτα στὴ ζωή μας.
Ὅμως, ὅπως τότε ἔτσι καὶ σήμερα παράλληλα μὲ τὶς ἀγαθὲς ψυχὲς καὶ διαθέσεις, ὑπάρχουν καὶ μολυσμένες καρδιὲς γεμᾶτες φθόνο καὶ κακία.
Οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι κάθε ἐποχῆς, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ὁ Κύριος ἔδωσε ἄφεση ἁμαρτιῶν στὸν παραλυτικό, ἄρχισαν νὰ διαμαρτύρονται λέγοντες «Οὗτος βλασφημεῖ». Κανεὶς δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες παρὰ μόνον ὁ Θεός, φώναζαν. «Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» Ἔκτοτε τὸ ἐπαναλαμβάνει, ἐλέγχοντας ὅλους ὅσους στεκόμαστε στὴν ἐπιφάνεια καὶ στὸν τύπο, κάνοντας δεύτερες καὶ πονηρὲς σκέψεις ἐξαντλούμενοι σὲ λογικὰ καὶ ἀνούσια ἐπιχειρήματα, χάνοντας τὴ χαρὰ ποὺ παρέχει ἡ οὐσία.
Σὲ ἀντίθετη τροχιὰ ἡ ἐφευρετικότητα τῆς πίστης τῶν συνοδῶν τοῦ παραλύτου θὰ μᾶς ὑπενθυμίζει ξεκάθαρα ὅτι ἡ γνήσια καὶ πραγματική, ἡ δυνατὴ καὶ θερμὴ πίστη δὲν κάμπτεται ἀπὸ ἐμπόδια, δὲν σταματᾷ μπροστὰ σὲ δυσκολίες. Δὲν ἐμποδίζει τὴν ἀγάπη, ἀλλὰ ἐπινοεῖ καὶ ἐφευρίσκει, τρόπους καὶ δρόμους συμπαράστασης καὶ ἐνίσχυσης, παρηγοριᾶς καὶ ἀνακούφισης μέσα ἀπὸ ἐκδηλώσεις καὶ ἔργα ἀγάπης.
Εἶναι ἀλήθεια, δυστυχῶς, ὅτι οἱ ἀρετὲς τῆς ἀλληλεγγύης καὶ τῆς χαρᾶς μας γιὰ τὴ χαρὰ τοῦ ἀδελφοῦ μας εἶναι σπάνιες στὴν Ἐκκλησία, ὅπου θὰ ἔπρεπε νὰ περισσεύουν.
Ἀδελφοί μου,
ἡ συνείδηση ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει «τὰς ἐνθυμήσεις ἡμῶν», πέραν τῶν ὅσων ἐκδηλώνουμε, θὰ γίνει μοχλὸς νὰ προσπαθοῦμε μέσα στὸ περιβάλλον ποὺ ζοῦμε, μὲ τὴ στάση τῆς ζωῆς μας καὶ μὲ τὴ συμπεριφορά μας, νὰ ἐνισχύουμε τὴν πίστη τὴ δική μας καὶ τῶν ἄλλων, προκειμένου νὰ ζήσουμε τὸ θαῦμα. Ἀμήν.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΟΥΝΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (Ἰωάννου Θ΄ 1-38)
2 Ἰουνίου 2019
Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, τὸ ὁποῖο ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα δημιουργεῖ μιὰ σημαντικὴ θεολογικὴ ἀπορία. Ποιὸς ἦταν πράγματι ὁ αἴτιος γιὰ τὴν τυφλότητα ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅταν οἱ μαθητὲς ρώτησαν τὸν Χριστὸ ἐὰν ἔφταιγε ὁ ἴδιος ὁ τυφλὸς ἢ οἱ γονεῖς του, ὥστε νὰ γεννηθεῖ μὲ τέτοια ἀναπηρία, τότε ὁ Κύριος διευκρίνισε ὅτι ἡ τύφλωση ὑφίσταται «ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Μὲ τὴν ἀπάντησή του ὁ Χριστὸς δὲν ἐννοεῖ ὅτι ὁ Θεὸς εὐθύνεται γιὰ τὴν τύφλωση τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ὁποία τελικὰ θεραπεύει, διότι αὐτονόητα θὰ ἦταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀσθένεια τοῦ τυφλοῦ προέρχεται ἀπὸ λόγους φυσιολογίας καὶ ὁ Κύριος χρίοντας τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ μὲ λάσπη, ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι ὁ Ἴδιος ποὺ ἔπλασε τὸν Ἀδάμ.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ προκάλεσε τὴν ἀντίδραση τῶν Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ὀργίζονται κατὰ τοῦ Κυρίου. Ἡ ἀντίδρασή τους ἑστιάζεται ἐπιφανειακὰ στὴν παράβαση τῶν διατάξεων τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ ἴσχυαν γιὰ τὸ Σάββατο ἀπαγορεύσεις, μία ἐκ τῶν ὁποίων ὅριζε νὰ μὴν φτιάχνεται πηλὸς αὐτὴν τὴν ἡμέρα. Ὁ πηλὸς λοιπὸν ποὺ χρησιμοποίησε ὁ Κύριος, πτύσας χαμαί, Τοῦ ἀποδόθηκε ὡς παράβαση τοῦ Νόμου.
Ἐπιπλέον ἡ ἐνέργεια αὐτή, δηλαδὴ ἡ ἀνάπλαση τῶν ματιῶν τοῦ τυφλοῦ ἀνθρώπου, ἦταν ἐνδεικτικὴ θεϊκῆς ἰδιότητας καὶ δυνάμεως καὶ οἱ Φαρισαῖοι θεωρώντας τὸν Χριστὸ ἕναν ἁπλὸ καὶ συνεπῶς ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ κάνει θαύματα, ἐξαγριώθηκαν. Μὲ κανένα τρόπο δὲν ἤθελαν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀναγνωρίσουν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία, γιαυτὸ καὶ ἐνεργοποιοῦσαν τὴν ἀπόφασή τους νὰ διώκουν ὅσους τὸ ἀποδέχονταν «ἐάν τις αὐτὸν ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται».
Τὸ θαῦμα ὅμως πέραν ὁποιασδήποτε ἀμφισβητήσεως ἀποκά-λυψε τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου. Ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ ἀποδείχθηκε οὐσιαστικὰ διπλή. Ὁ πρώην τυφλὸς ἄνθρωπος ὄχι μόνον ἀξιώθηκε νὰ δεῖ μὲ τοὺς σωματικούς του ὀφθαλμούς, ἀλλὰ παράλληλα νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του στὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, ὁμολογώντας καὶ κηρύσσοντας τὸν Ἰησοῦ, ἐνώπιον τῶν Φαρισαίων, ὡς ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ μέχρι τότε τυφλὸς ἄρχισε νὰ βλέπει ὀρθὰ τὰ πράγματα καὶ νὰ ἀντιλαμβάνεται ἀλήθειες τῆς ζωῆς, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ οἱ κατ᾽ ἐξοχὴν τηρητὲς τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ οἱ Φαρισαῖοι, παρέμεναν πνευματικὰ τυφλοί, ἀρνούμενοι πεισματικὰ νὰ δοῦν πέραν τῶν φαινομένων.
Τὸ γεγονὸς τοῦ ἐσωτερικοῦ φωτισμοῦ ποὺ ἀποκαθιστᾶ τὴν πνευματικὴ τύφλωση ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς σήμερα τὸ σημαντικὸ μήνυμα. Κάθε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος κατανοεῖ τὴν πνευματική του τυφλότητα καὶ προσέρχεται μὲ ἀληθινὴ πίστη στὸν Ζωοδότη Χριστό, ζεῖ τὸ θαῦμα στὴ ζωή του. Συνεπῶς, τὸ ἀξιοσημείωτο γεγονὸς στὴ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ εἶναι ἡ πίστη του στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ τὸν ὁδηγεῖ στὸ νὰ ἀποδεχθεῖ πρόθυμα, μακρυὰ ἀπὸ ἐγωισμοὺς, τὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ, νὰ πορευτεῖ γιὰ νὰ ξεπλύνει τὸν πηλὸ ποὺ τοῦ ἔβαλε στὰ μάτια.
Ὁ ἐκ γενετῆς τυφλὸς ἀποκτᾶ τὸ φῶς του, ὁμολογεῖ τὸν εὐεργέτη του καὶ ἑδραιώνει τὴν πίστη του «ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. Εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν».
Αὐτὴ ἡ ὁμολογία τῆς θεότητας τοῦ Κυρίου γίνεται εὐλογημένη εὐκαιρία, ὥστε ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ νὰ προβληματιστοῦμε γιὰ τὴν πίστη μας καὶ νὰ ἀνανεώσουμε μὲ λόγια καὶ μὲ πράξεις τὸ βάπτισμά μας, προκειμένου ὑπερβαίνοντας τὰ ὅρια τοῦ ἑαυτοῦ μας νὰ ἀνοίξουν τὰ μὰτια τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ βλέπουμε ὡς ὁρατὰ τὰ ἀόρατα τοῦ ἐπίγειου βίου μας. Ἀμήν.
9 Ἰουνίου 2019
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναγινώσκεται ἕνα τμῆμα τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου μετὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα Του, ποὺ ἔχει ὡς θέμα τὴν οὐσιαστικὴ ἑνότητα τῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος, ἐνῶ παράλληλα τὴν παράκλησή Του «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν».
Αὐτὴ ἡ ἑνότητα ἀποτελεῖ τὴν βάση, τὴν προϋπόθεση ἀλλὰ καὶ τὸν σκοπὸ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, γιαυτὸ καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερο ἁμάρτημα ἀπὸ τὸ νὰ γίνει κάποιος αἰτία διασπάσεως αὐτῆς τῆς ἑνότητας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργηθεῖ σχίσμα καὶ αἵρεση. Νὰ ἀποκοποῦν δηλαδὴ μέλη ἀπὸ τὸ ἕνα Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἀποτελέσουν δική τους παρασυναγωγή.
Τὸ ἁμάρτημα αὐτὸ εἶναι βαρύτατο καὶ ἀσυγχώρητο καὶ δὲν ξεπλένεται οὔτε καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου, λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυ-σόστομος. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀποσχίζονται ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ φεύγουν ἀπ᾽ αὐτὴν ὁμοιάζουν μὲ τὸν Ἰούδα ποὺ ἔφυγε μέσα ἀπὸ τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ πῆγε στοὺς ἀρνητὲς τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἔγινε ἀπὸ μαθητὴς τοῦ Κυρίου υἱὸς τῆς ἀπωλείας· χάνονται μιὰ γιὰ πάντα μέσα στὴν πλάνη καὶ μέσα στὸ ψέμα τῆς αἵρεσης, ἐὰν δὲν μετανοήσουν καὶ δὲν ἐπιστρέψουν στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες ποὺ τιμοῦμε σήμερα, ἀγωνίστηκαν πολὺ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ὀρθὴ πίστη ποὺ εἶναι ἡ ἀληθινὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. «Αὕτη δὲ ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν».
Τὸ ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ ἡ φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο.
Ἐκκλησία Χριστοῦ θὰ πεῖ κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Καὶ ὅταν λέμε φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο, ἐννοοῦμε τὴν ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὴ κοινωνία τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ γίνεται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ ἁγίου βαπτίσματος «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Τὰ τρία αὐτὰ πρόσωπα εἶναι ἕνας Θεός· Μία κοινωνία. Καὶ καθὼς τά τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι ἕνας Θεός, ἔτσι καὶ τά πολλὰ πρόσωπα, οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι, μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀποτελοῦν τὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κοινωνία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πολέμησαν οἱ αἱρετικοὶ ὀπαδοὶ τοῦ Ἀρείου, μὲ σκοπὸ νὰ τὴν διαλύσουν.
Οἱ 318 Θεοφόροι Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στάθηκαν ἐμπόδιο μπροστά τους μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἁγία ζωή τους, γιαυτὸ καὶ μπόρεσαν νὰ διατυπώσουν μὲ ἀκρίβεια τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας, καταισχύνοντας τοὺς αἱρετικοὺς καὶ διαφυλάσσοντας τὴν ποθητὴ ἑνότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς.
Ἑορτάζοντες ἐμεῖς σήμερα αὐτοὺς τοὺς Πατέρες ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως ἐκεῖνοι, διέμειναν στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, βίωσαν τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης της, ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἑνότητά της καὶ σώθηκαν μέσα σὲ Αὐτήν, ἄς ἐνεργοποιήσουμε τὶς δυνάμεις μας, ὥστε μὲ κάθε τρόπο νὰ διατηρήσουμε, ἀγωνιζόμενοι μέσα σ’ Αὐτὴν τὴν ἁγία κιβωτό, τὸ μυστήριο τῆς κοινωνίας ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία μας. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. ζ΄ 37-52, η΄12)
Πεντηκοστὴν ἑορτάζοντες, ἀδελφοί, «Πνεύματος Ἁγίου ἐπιδημίαν» ἀπολαμβάνουμε, γι᾿ αὐτὸ εὐχαρίστως καὶ δυναμικὰ ψάλλουμε «εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον».
Εἶναι δὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα « Πρόσωπο» πολὺ ἀνώτερο ἀπὸ τὸ πρόσωπο ἄνθρωπος. Εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Θεότητος, εἶναι ὁ ἕνας τῆς Τριάδος, ὁμοούσιος, ὁμόθρονος καὶ ἰσότιμος πρὸς τὸν Πατέρα καὶ πρὸς τὸν Υἱό. Καὶ ὅπως ὁ Πατέρας εἶναι Θεὸς ἀληθινὸς καὶ ὁ Υἱὸς ἐπίσης Θεὸς ἀληθινὸς γεννώμενος ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, ἔτσι καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι Θεὸς ἀληθινός, ἐκπορευόμενος ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ. Τέλειος Θεὸς ὁ Πατέρας, τέλειος Θεὸς ὁ Υἱός, τέλειος Θεὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα· πλὴν δὲν ὑπάρχουν τρεῖς θεοὶ ἀλλὰ ἕνας· μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων.
Ποιὸ εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
Ὁ Πατὴρ δι᾿ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ποιεῖ τὰ πάντα. Σὲ ὅλα συνεργεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Ὁ Πατὴρ ὑπόσχεται καὶ προετοιμάζει τὸ ἔργο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Υἱὸς διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του καὶ τῆς Σταυρικῆς Του θυσίας τὸ ὑλοποιεῖ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει τὴν σωτηρία προσωπικὸ κτῆμα κάθε πιστοῦ.
Ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο παραμένει στὴν Ἐκκλησία, φωτίζοντας, διδάσκοντας καὶ προφυλάσσοντάς την ἀπὸ τὴν πλάνη, ὁδηγώντας την «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθεια».
Ἀδελφοί μου, ἡ πρὸ Χριστοῦ ἐποχὴ ἀνήκει κατ᾿ ἐξοχὴν στὸν Πατέρα. Ἡ ἐποχὴ τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἀνήκει ἰδιαιτέρως στὸν Υἱό, τὸν Χριστό, καὶ ἡ ἐποχὴ ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ καὶ μετά, ἀνήκει κατὰ τὴν ἐπαγγελία τοῦ Υἱοῦ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὑπάρχουν δυστυχῶς καὶ πιστοὶ ἄνθρωποι σήμερα ποὺ ἀγνοοῦν τὸ πρόσωπο καὶ τὴν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δὲν τιμοῦν ὅσο πρέπει τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γιαυτὸ εἶναι ἅγιο, καλὸ καὶ εὐλογημένο νὰ κηρύττουμε τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, χωρὶς νὰ παραλείπουμε τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τὸ τρίτο Θεῖο πρόσωπο εἶναι «ὁμοούσιον καὶ ὁμόθρονον καὶ ἰσότιμον» πρὸς τὰ ἄλλα δύο πρόσωπα. Ἂν λησμονοῦμε ἢ ἀμελοῦμε νὰ λατρεύουμε ἰσάξια καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τότε ἡ λατρεία μας εἶναι ἀτελὴς καὶ γίνεται αἰτία στερήσεως τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων.
Χαρίσματα ποὺ θὰ μᾶς χορηγοῦνται καὶ θὰ τὰ ἀνανεώνουμε μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας « Βασιλεῦ οὐράνιε Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, ὁ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος καὶ σῶσον ἀγαθὲ τὰ ψυχὰς ἡμῶν. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
(Ματθ. ι΄ 32-33, 37-38, ιθ΄27-30)
Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶναι ἀφιερωμένη σὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους, γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους, ὅσοι ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ μέχρι τῆς ἐποχῆς μας τελειώθηκαν ἐν εὐσεβείᾳ καὶ δόξασαν μὲ τὴν ζωή τους τὸν Θεό.
Ὅλα αὐτὰ τὰ πλήθη ἔγιναν ἅγιοι καὶ ἀξιώθηκαν τῆς φιλίας τοῦ Θεοῦ, διότι ἀκολούθησαν τὸν δρόμο τὸν ἁπλὸ καὶ εὐαγγελικό. Τήρησαν δηλαδὴ τὶς δύο βασικὲς προϋποθέσεις ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔθεσε, ὥστε νὰ χαριτώσει κάποιον.
Ἡ πρώτη ἀφορᾶ στὴν ὁμολογία τῆς πίστης μας πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία συνοδεύεται μάλιστα ἀπὸ τὴν ἀναγνώριση ποὺ ὁ πιστὸς θὰ λάβει ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν Θεὸ Πατέρα «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγῶ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς».
Τὸ σημαντικὸ στὴν προκειμένη περίπτωση εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς ζητᾶ μία ἀόριστη καὶ χωρὶς ἀντίκρυσμα ὁμολογία. Ἀντιθέτως θέλει καὶ ζητᾶ νὰ Τὸν ὁμολογοῦμε καθὼς πρέπει, δηλαδὴ ὡς Θεὸ καὶ Λυτρωτή. Καὶ ζητᾶ αὐτό, ἐπειδὴ ἀπὸ τότε ποὺ βρισκόταν σωματικὰ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, μέχρι καὶ τὴν ἐποχή μας, ὅλοι ὁμολογοῦν καὶ δὲν ἀρνοῦνται τὸ ἠθικὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὑπεροχὴ τῶν λόγων Του, ἀλλὰ ἀποφεύγουν ἐπιμελῶς νὰ πιστεύουν καὶ νὰ ὁμολογοῦν τὴν θεότητά Του.
Ἐὰν ὅμως ἀποδεχόμαστε τὸν Χριστὸ ἁπλῶς ὡς ἕνα ἱστορικὸ πρόσωπο, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει κάποια οὐσιαστικὴ ἐπίδραση στὴ ζωή μας. Ἐὰν ὅμως τὸν ἀποδεχθοῦμε καὶ Τὸν ὁμολογοῦμε ὡς Θεό, τότε πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε καὶ ὅσα ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές Του. Μόνο ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν δρόμο ποὺ ἀκολούθησαν καὶ τὰ νέφη τῶν ἁγίων καὶ νὰ φτάσουμε ὅπως ἐκεῖνοι στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ δεύτερη βασικὴ προϋπόθεση ποὺ θέτει ὁ Χριστός εἶναι νὰ Τὸν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο πρόσωπο στὸν κόσμο. «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Ὅποιος μὲ ἄλλα λόγια ἱεραρχεῖ δευτερευόντως τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ χριστιανὸς καὶ ἄξιος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀπαίτηση τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει ἰδιοτέλεια. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀνενδεής, εἶναι τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης καὶ τῶν δωρεῶν. Αὐτὸς χορηγεῖ τὰ πάντα στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Χριστὸς ζητᾶ αὐτὴ τὴν ἀποκλειστικότητα γιὰ τὸ δικό μας συμφέρον. Ζητώντας μας νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε περισσότερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους, μᾶς προσκαλεῖ οὐσιαστικὰ νὰ γίνουμε μέτοχοι στὴ μακαριότητά Του.
Κοινωνώντας ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Χριστὸ ζεῖ ἀπὸ τώρα, ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἁγιάζεται καὶ μπορεῖ πλέον νὰ βοηθήσει καὶ νὰ παρηγορήσει ὅλο τὸν κόσμο, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν οἱ ἅγιοι.
Κατ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο ἔζησαν καὶ ἀγωνίστηκαν ὅσοι ἑορτά-ζουν σήμερα. Τήρησαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νοιάστηκαν πάνω ἀπὸ ὅλα γιὰ τὴν κοινωνία τους μὲ τὸν Χριστό, Τὸν Ὁποῖον ὁμολόγησαν μὲ τὸν λόγο τους καὶ τὰ ἔργα τους καὶ γιὰ χάρη τοῦ Ὁποίου ἔδωσαν ἐν τέλει καὶ τὴν ζωή τους.
Ἄς παρακινηθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑπέροχα παραδείγματά τους κάνοντας κι ἐμεῖς φιλότιμη προσπάθεια νὰ γίνουμε ἀρεστοὶ στὸν Μόνο Κύριο τῆς ζωῆς μας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἐπιτύχουμε τὰ ἀκατόρθωτα. Ἀμήν.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΜΑΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (Ιωαν. κ’ 19-31)
5 Μαΐου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς τοῦ ἀντίπασχα ἀναφέρεται σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου στοὺς μαθητές Του. Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τοῦ ἱστορικοῦ γεγονότος καὶ ὅλες οἱ σχετικὲς εὐαγγελικὲς διηγήσεις ἀναφέρονται κυρίως στοὺς μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι εἶδαν τὸν Ἀναστημένο Χριστὸ ἤ σ’ αὐτοὺς ποὺ ἐπισκέφθηκαν τὸ κενὸ μνημεῖο. Αὐτὸ συνέβη ἐπειδὴ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐμπίπτει στὰ στενὰ πλαίσια τῶν ἱστορικῶς διαπιστουμένων γεγονότων, ἀλλὰ στηρίζεται στὴν ἐμπειρία καὶ στὸ βίωμα τῶν πιστῶν. Προϋποθέτει ὄχι τὴν ἀπόδειξη, δηλαδὴ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα, ἀλλὰ τὴν πίστη στὴ δύναμη τοῦ θεοῦ ποὺ νικᾶ τὸ θάνατο δωρίζοντας στὸ πλᾶσμα Του τὴ ζωή.
Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ σκόρπισε χαρὰ στοὺς φοβισμένους μαθητές. «Ἐχάρησαν οὗν οἱ μαθηταί ἰδόντες τὸν Κύριον», σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ἀπὸ τὴν ὁμάδα τῶν μαθητῶν ἔλειπε ὁ Θωμᾶς, ὁ γνωστὸς ὡς Δίδυμος.
Στὸν πηγαῖο ἐνθουσιασμὸ τῶν μαθητῶν ὅτι εἶδαν τὸν Κύριο, ἐκεῖνος προβάλλει τὴν ἀμφιβολία μέσα ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῆς λογικῆς «Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρα μου εἰς τὴν πλευρὰν Αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω».
Ὁ Θωμᾶς ἐκπροσωπεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ στηρίξουν τὴν πίστη τους στὴ βεβαιότητα τῶν ἁπτῶν ἀποδείξεων καὶ στὴν ἱστορικὴ ἐξακρίβωση, στὸ πείραμα καὶ στὴν αὐτοψία τῶν γεγονότων. Ἡ ἀνάγκη βέβαια αὐτὴ ἀφορᾶ σὲ πολὺ ἀνθρώπινη στάση καὶ δικαιολογημένη γιὰ τὴ φύση μας ἀπαίτηση. Βρίσκεται ὅμως μακρυὰ ἀπὸ τὴν πίστη. Ὁ Ἀναστημένος Χριστὸς ὀκτὼ μέρες, μετὰ τὴν Ἀνάσταση ξαναεμφανίζεται στοὺς μαθητές, μεταξὺ τῶν ὁποίων βρίσκεται αὐτὴ τὴ φορὰ καὶ ὁ Θωμᾶς, τὸν ὁποῖον καλεῖ νὰ διαπιστώσει ἰδιοχείρως καὶ αὐτοπροσώπως τὴν ἀλήθεια, δηλαδὴ τὴν ταυτότητα τοῦ ἀναστημένου σώματός Του. Ταυτόχρονα ὅμως μακαρίζει στὶς ἐπερχόμενες γενεὲς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, ξεπερνώντας τὴν περιορισμένης δυνατότητας λογική τους, θὰ πιστεύσουν τὴν ἀλήθεια μὲ τὸν αὐθορμητισμὸ τῆς καρδιᾶς τους, χωρὶς νὰ δοῦν. Αὐτὸ ἄλλωστε εἶναι τὸ νόημα τῆς πίστεως, ἀφοῦ δὲν ἔχει σίγουρα κανένα νόημα νὰ ἀποδεχόμαστε ὅ,τι βεβαιώνεται λογικά. «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες».
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔχει σημασία ὄχι ἁπλῶς ὡς γεγονὸς τῆς νίκης τοῦ Κυρίου κατὰ τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, ἀλλὰ ὡς γεγονὸς τῆς τελικῆς κυριαρχίας τῆς ζωῆς ποὺ διοχετεύεται ὡς δυνατότητα στὴν ὕπαρξη τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Ἀδελφοί μου,
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶναι στ’ ἀλήθεια δυνατὸ μήνυμα ζωῆς, χαρᾶς καὶ αἰσιοδοξίας. Ζωῆς, διότι ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ χάρισε στοὺς ἀνθρώπους τὴν αἰωνιότητά Του. Χαρᾶς, διότι μετέβαλε τὴν κατήφεια καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ θανάτου σὲ δυνατότητα ἀναστάσεως. Καὶ αἰσιοδοξίας, διότι τροφοδοτεῖ τὴν ἀνθρώπινη ἐλπίδα, ποὺ εἶναι ἡ βασικὴ προϋπόθεση δημιουργίας, ἰσορροπίας καὶ κυριαρχίας τῆς ζωῆς.
12 Μαΐου 2019
«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ τρίτῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν τῶν ἁγίων γυναικῶν Μυροφόρων ἑορτὴν ἑορτάζομεν· ἔτι δὲ μνείαν ποιούμεθα καὶ τοῦ ἐξ Ἀριμαθαίας Ἰωσήφ, ὅς ἦν μαθητὴς κεκρυμμένος· πρὸς δὲ τούτοις καὶ τοῦ νυκτερινοῦ μαθητοῦ Νικοδήμου».
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ σήμερα τὴ μνήμη τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, ποὺ φρόντισαν τὸν ἐνταφιασμὸ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ποὺ θέλησαν νὰ ἀποδώσουν ἐντάφιες τιμές, κατὰ τὴ συνήθεια τῶν Ἰουδαίων. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶναι ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία καὶ ὁ Νικόδημος ὁ εὐσχήμων βουλευτής, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ ἡ Σαλώμη. Οἱ μὲν δύο ἄνδρες φρόντισαν νὰ ἐνταφιάσουν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἐνῶ οἱ τρεῖς γυναῖκες πῆγαν τὸ πρωὶ τῆς τρίτης ἡμέρας στὸ μνῆμα γιὰ νὰ φροντίσουν τὸ νεκρὸ σῶμα μὲ ἀρώματα.
Μέσα στὴ γενικευμένη ἀτμόσφαιρα φοβίας ποὺ ἐπικρατοῦσε οἱ δύο κρυφοὶ μαθητές, οἱ ὁποῖοι προσδοκοῦσαν τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴ δύναμη τῆς πίστης, μὲ θάρρος καὶ θυσιαστικὸ πνεῦμα τολμοῦν καὶ ζητοῦν τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο νὰ ἐνταφιάσουν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τολμοῦν χωρὶς νὰ σκέπτονται τὸν ἑαυτό τους, χωρὶς νὰ ὑπολογίζουν τὴν ἀσφάλειά τους, διότι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Διδάσκαλο τοὺς ὁδηγεῖ στὸ καθῆκον καὶ στὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἱεροῦ χρέους. Ἡ πίστη τους ὑπερβαίνει τὸ φρᾶγμα τοῦ φόβου τὴν ὥρα ποὺ ἡ κοινὴ αἴσθηση δέχεται τὴ μεγαλύτερη ἧττα, ἀφοῦ ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεως πεθαίνει. Ἀποκαθηλώνουν, λοιπόν, τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, τὸ περιποιοῦνται, τὸ ἀλείφουν μὲ μῦρα, τὸ τυλίγουν σὲ καθαρὸ σεντόνι, τὸ ἐνταφιάζουν σὲ καινούργιο τάφο καὶ ἀποχωροῦν, ἀφοῦ πρῶτα σφραγίζουν τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου μὲ μεγάλη πέτρα.
Ὁ ὑμνογράφος χαρακτηρίζει τὸν Ἰωσὴφ «χερουβικὸν ἅρμα», ἐπειδὴ βάσταξε στοὺς ὤμους του τὸν Βασιλέα τῆς δόξης Χριστό, ἐνῶ ἐμεῖς ψάλλουμε καὶ μακαρίζουμε τὰ εὐλογημένα χέρια του, ποὺ τοποθέτησαν στὸν τάφο τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔμπρακτα πρότυπα πίστεως καὶ συνειδήσεως γίνονται ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, διότι μιμούμενοι ἐμεῖς ὡς χριστιανοὶ τὴν συμπεριφορά τους θὰ γίνουμε τολμηροὶ καὶ θαρραλέοι, ὅπως ἀπαιτεῖται στὰ θέματα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀποστολῆς μας.
Ἡ σημερινὴ ὅμως Κυριακὴ χαρακτηρίζεται στὸν ἑορτολογικὸ κύκλο τῆς Ἐκκλησίας ὡς Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων, ἐπειδὴ γίνεται ἰδιαίτερη ἀναφορὰ στὰ πρόσωπα ἐκεῖνα τῶν γυναικῶν ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Χριστό, ἄκουσαν τὸ κήρυγμά Του, ἔζησαν τὰ θαύματα, συμμετεῖχαν μὲ διακονικὴ διάθεση στὴ δράση Του καὶ στάθηκαν μέχρι τέλους στὸ σταυρικό Του πάθος. Τελευταῖες φεύγουν ἀπὸ τὸ μνημεῖο μετὰ τὸν ἐνταφιασμὸ καὶ πρῶτες ἐμφανίζονται «λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων», ἀφοῦ πρῶτα «ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν».
Ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν Διδάσκαλο τὶς ὁπλίζει μὲ δύναμη καὶ τόλμη γιὰ νὰ πλησιάσουν τὸν ζωοδόχο τάφο. Δὲν ὑπολογίζουν τίποτε, οὔτε σκοτάδι, οὔτε κόπους καὶ διωγμούς, οὔτε ἀπειλές, μὰ οὔτε κἄν τὴν στρατιωτικὴ φρουρὰ ποὺ φύλασσε τὸν τάφο τοῦ Ἰησοῦ. Ἕνα εἶναι μόνο τὸ πρόβλημά τους. Ἡ λογικὴ ποὺ τὶς κάνει νὰ ἀποροῦν «τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον» ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου. Καὶ ἦταν πολὺ βαρὺς αὐτὸς ὁ λίθος γιὰ νὰ τὸν μετακινήσουν μὲ τὰ ἀδύναμα χέρια τους. Οὔτε ὅμως αὐτὸ τὸ λογικὸ ἐμπόδιο κατάφερε νὰ μεταβάλλει τὸν σκοπὸ καὶ τὴν διάθεσή τους. Σ’ αὐτὴν τὴν ἀνάγκη τῆς καρδιᾶς τους δὲν σκέφτηκαν, ὅπως καὶ ἐμεῖς, ὅτι ὅποιο θέμα δὲν μπορεῖ νὰ λύσει ἡ λογική, τὸ λύνει ὁ οὐρανὸς μὲ ἕναν τρόπο ποὺ τὴν παραμερίζει.
Πλησιάζουν καὶ διαπιστώνουν «ἀνεωγμένον τὸν τάφον» καὶ «ἀποκεκυλισμένον τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου». Φοβοῦνται, τρομάζουν καὶ σύμφωνα μὲ ὕμνο τῆς ἑβδομάδος αὐτῆς θρηνοῦν καὶ ἀναρωτιοῦνται «Ποιὸς ἔκλεψε τὴν ἐλπίδα μας; Ποιὸς πῆρε τὸν νεκρὸ καὶ μάλιστα γυμνὸν καὶ ἐσμυρνισμένον;» Ἡ μεγαλύτερη ἀπὸ τὸ βουνὸ τόλμη τους δὲν τὶς ἀφήνει νὰ κάνουν πίσω. Μπαίνουν στὸ μνημεῖο καὶ βλέπουν ἄγγελο λευκοφορεμένο νὰ κάθεται στὰ δεξιά. Γνωρίζω, τοὺς λέει, ὅτι ζητᾶτε τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ. «Ἀνέστη, οὐκ ἔστιν ὧδε». Ὁ φόβος μεταβλήθηκε σὲ πίστη, ἡ λύπη σὲ χαρά, ἐπειδὴ ὁ θάνατος νεκρώθηκε καὶ ὁ ἅδης θρηνεῖ. Ὁ θνητὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει ἀθάνατος, κατὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Διδασκάλου. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ παραμείνει στὸν τάφο ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ὁ Ἴδιος ὁ Θεός.
Στὴ συνέχεια, οἱ μυροφόρες ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν ἄγγελο νὰ ἀναγγείλουν τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως στοὺς μαθητὲς καὶ γίνονται ἔτσι ἀγγελιοφόροι τοῦ πιὸ ἐλπιδοφόρου μηνύματος.
Εἴκοσι αἰῶνες ἔκτοτε ἐξαγγέλλεται στὸν κόσμο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία αὐτὴ ἡ ἀναστάσιμη ἐμπειρία τῶν Μυροφόρων καὶ τὸ ἐρώτημα ποὺ παραμένει εἶναι, κατὰ πόσον συνειδητὰ βιώνουμε τὴν ἀλήθεια, ὅταν ὁμολογοῦμε ὅτι
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (Ιωαν. ε΄΄1-15 )
Μὲ τὸν αὐθεντικότερο τρόπο βγάζει στὴν ἐπιφάνεια σήμερα ὁ παραλυτικὸς τῆς Βηθεσδᾶ τὸ δύσκολο πρόβλημα τῆς μοναξιᾶς τῶν ἀνθρώπων μέσα στὴν πολυάριθμη κοινωνία ποὺ ζοῦν. Ἡ μοναξιὰ βέβαια ἀπασχολοῦσε τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Γιαυτὸ ὁ ἄνθρωπος τὴν μελετοῦσε προσπαθώντας νὰ ἐντοπίσει τὶς αἰτίες της γιὰ νὰ θεραπεύσει αὐτὴ τὴν παθολογία, ἡ ὁποία πάντα ὁδηγοῦσε στὴν ἀπομόνωση καὶ τελικὰ στὴ δυστυχία.
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μέσα ἀπὸ τὴν προοπτικὴ τῆς πίστεως καὶ τῆς θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας μᾶς βοηθᾶ νὰ κατανοήσουμε ὅτι τὸ πρόβλημα τῆς μοναξιᾶς εἶναι καθαρὰ πνευματικό. Πνευματικὰ τὰ αἴτιά του, πνευματικὴ καὶ ἡ μόνη λύση του.
Ἡ ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ὁδήγησε στὴν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, μὲ φυσικὴ συνέπεια καὶ τὴν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν συνάνθρωπό του.
Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια ποὺ δὲν ἀποδέχονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γεννᾶ τὴν ἀκατάπαυστη μοναξιά, τὴν ὁποία καμμιὰ μεθοδολογία δὲν ἔχει μέχρι σήμερα λύσει.
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἐγκατέλειψε τὸν Θεὸ στὸν οὐρανό, ἐπειδὴ πίστεψε ὅτι μέσα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἐπιτεύγματά του δὲν Τὸν ἔχει πιὰ ἀνάγκη. Νόμισε ὅτι μπορεῖ νὰ τὰ καταφέρει μόνος του, ἀφοῦ ἐγωιστικὰ αἰσθάνεται μικρὸς θεὸς ποὺ κρατᾶ στὰ χέρια μὲ τὴν ἐπιστημοσύνη του τὴ φύση ὁλόκληρη, τὴ γνώση καὶ τὴ δύναμη γιὰ νὰ διαχειρίζεται τὴν πορεία τὴ δική του καὶ τῶν συνανθρώπων του.
Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ὅμως ἀποδεικνύεται ἔμπρακτα ὅτι δὲν γεμίζει ἀπὸ τὰ ὑποκατάστατα τοῦ Θεοῦ, ποὺ πολλὰ προσπάθησε νὰ βρεῖ καὶ τελικὰ ἄφησαν τὴν ψυχὴ ἄδεια καὶ διψασμένη. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος συνεχίζει νὰ μένει μακρυὰ ἀπὸ τὸ Θεό, τόσο αὐξάνει τὴν μοναξιά του καὶ ὅσο αὐξάνει τὴν μοναξιά του, τόσο φτάνει στὰ ὅρια τῆς καταθλίψεως, τῆς ἀπελπισίας καὶ πολλὲς φορὲς καὶ τῆς ἐπικινδυνότητας γιὰ τοὺς ἄλλους.
Αὐτὴ ἡ ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸν κάνει ξένο καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, γιαυτὸ φοβᾶται νὰ μένει μόνος στὴ σιωπή. Ἡ σιωπὴ θὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ διάλογο μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ θὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἀλήθειες ποὺ πονοῦν, περισσότερο ὅμως θὰ τοῦ φανερώσουν τὸν πολὺ ἄγνωστο ἑαυτό του, ποὺ εἶναι ὁ δυσάρεστα μεγάλος του ἄγνωστος.
Γιὰ νὰ ἀποφύγει ἔτσι νὰ ἀντικρύσει τὴν ἀλήθεια ποὺ θὰ τὸν ὁδηγοῦσε σὲ διέξοδα, προτιμᾶ νὰ ἀποξενώνεται ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ κινεῖται μὲ ἐξωστρέφεια καὶ τρόπους χωρὶς οὐσία καὶ χαρά. Βολεύεται στὴν ἁμαρτία. Βαπτίζει τὸ ἀνήθικο ὡς σωστὸ καὶ φυσιολογικό. Ἀκολουθεῖ τυφλὰ τὶς ἐπιθυμίες του καὶ καταπνίγει τὴ λογική του ξεπερνώντας τὰ ὅρια τῆς φύσεώς του παραμένοντας ἀδιάφορα σὲ ἀντιπαλότητα μὲ τὴ συνείδησή του.
Αὐτὴ ἡ ἐπιλογὴ τὸν ἀποξενώνει φυσιολογικὰ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπο. Τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἐφήμερη δημιουργία σχέσεων συμφέροντος καὶ καλλιεργεῖ μιὰ ἐπίπλαστη κοινωνικότητα γεμάτη ψέμα καὶ ὑποκρισία. Δὲν ἐπικοινωνεῖ μὲ ὅσους κρίνει πὼς δὲν τοῦ χρειάζονται, δὲν κάνει διάλογο, δὲν ξέρει νὰ ἀκούει, προτιμώντας νὰ ζεῖ μέσα στὴν ἀπέραντη ἐρημιὰ τῆς πολυάρθμης κοινωνίας ποὺ τὸν κυκλώνει.
Εἶναι τραγικὸ τελικὰ νὰ κατοικοῦμε, νὰ ἐργαζόμαστε, νὰ ἐπικοινωνοῦμε, νὰ διασκεδάζουμε, νὰ τρῶμε, νὰ ἐνημερωνόμαστε, νὰ κινούμεθα, νὰ ταξιδεύουμε μαζικὰ καὶ τίποτε νὰ μὴ γίνεται προσωπικά.
Ἡ φωνὴ τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Βηθεσδᾶ « Κύριε ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», συνεχίζει νὰ ἀκούγεται ὡς δυνατὸς ἀντίλαλος μέσα στοὺς αἰῶνες, ἐκφράζοντας τὸν ἀσίγαστο πόθο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ποὺ ψάχνει μὲ κάθε τρόπο, μέσα στὴν ἱστορία, νὰ συναντήσει στὸ πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου τὸν Ἀναστάντα Χριστό, ὁ Ὁποῖος ὡς τὸ Φῶς, ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἀλήθεια θὰ χαρίσει τὸ θαῦμα τῆς λύτρωσης ἀπὸ τὴ μοναξιὰ καὶ τὴν δυστυχία, μὲ τὴν χαρὰ τῆς οὐσιαστικῆς κοινωνίας ποὺ προσφέρει ἡ διαβεβαίωσή Του «... ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος...»
Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (Ιωαν. δ΄ 5-42)
Πολλὲς φορὲς δίδασκε ὁ Χριστὸς σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν εἶχαν κανένα ἐξωτερικὸ χαρακτηριστικὸ ἁγιότητας ἢ θρησκευτικῆς ὑπεροχῆς. Δὲν ἀπέφευγε μάλιστα νὰ συνομιλεῖ καὶ μὲ γυναῖκες, πρᾶγμα ποὺ δὲν τολμοῦσε κανένας διδάσκαλος τῆς ἐποχῆς, δεδομένου ὅτι δὲν θεωροῦνταν ἰσάξια πρόσωπα τιμῆς ὅπως οἱ ἄνδρες.
Ἐν τούτοις ὁ Χριστός, ἀποκαλύπτοντας καὶ ἐνσαρκώνοντας τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, βλέπει ἄνδρες καὶ γυναῖκες ὡς πλάσματα τοῦ Θεοῦ, στὰ ὁποῖα ἦλθε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἀληθινὸ Θεό, ὁ Ὁποῖος θέλει νὰ τὰ λυτρώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ σημερινὴ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου μᾶς παρουσιάζει τὸν Χριστὸ διερχόμενο μὲ τοὺς μαθητὲς Του ἀπὸ τὴ Σαμάρεια καὶ νὰ συζητεῑ στὴν πόλη Συχάρ, στὸ φρέαρ τοῦ Πατριάρχου Ἰακώβ, μὲ γυναῖκα Σαμαρείτιδα καὶ μάλιστα μὲ μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸν διάλογο ποὺ εἶχε, δὲν ὑπῆρξε ἐνάρετη καὶ σεμνὴ στὴ ζωή της. Σ’ αὐτὴν τὴν γυναῖκα ὁμιλεῖ περὶ τοῦ «ζῶντος ὕδατος» ποὺ δὲν στερεύει ποτέ, «περὶ τῆς ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» λατρείας τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτοντάς της καὶ τὴν μεσσιανική Του ἰδιότητα.
Πρόκειται γιὰ τὴν πιὸ σαφῆ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ τρόπου λατρείας Του, τὴν ὁποία δὲν συλλαμβάνει κανεὶς θεωρητικά, ἀλλὰ μόνο ζώντας μέσα στὴν ἀλήθεια καὶ φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ εἶναι τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας. Ὁ διάλογος καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸν ἡ ἀποκάλυψη, ἀποτελεῖ δῶρο τοῦ Θεοῦ ποὺ προσφέρεται διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν ἀνθρωπότητα.
Φανερώνεται ἡ ἀλήθεια ὄχι ὡς κατάκτηση τῆς διανόησης τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε ὡς βέβαιο ἀποτέλεσμα σειρᾶς συλλογισμῶν, ἀναζητήσεων καὶ διαπιστώσεων∙ ἀλλ’ ὡς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, στὸ σαρκωμένο πρόσωπο τοῦ Λόγου Του, ποὺ διακηρύττει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἡ Ἀλήθεια.
Ἡ Ἀλήθεια, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν κοινὴ ἀντίληψη, δὲν εἶναι μία ἰδέα, ἕνα γεγονός, μιὰ περιστασιακὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ πρόσωπο καὶ ζωή, ποὺ θυσιάζεται γιὰ νὰ μεταγγίσει τὴν ἀθανασία στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ διακήρυξη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ὅτι «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν τὸν Θεὸν» διασαφηνίζει ὅτι ὁ τρόπος ποὺ λατρεύουμε τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει σχέση μὲ τὴν ψευδαίσθηση τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς συνειδήσεώς μας ἤ μὲ τὴν ἐπιφανεικακὴ τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ νόμου, κυρίως δὲ μὲ τὴν ὠφελιμιστικὴ σκέψη τῆς ἀμοιβῆς. Δὲν μπορεῖ νὰ συνδέεται μὲ καθιερωμένες, γνωστὲς ἤ ἄγνωστες ἀλλὰ ξηρὲς λέξεις ἤ ἐκφράσεις προσευχῆς, ποὺ δὲν βιώνονται στὸ περιεχόμενό τους καὶ δὲν ἐπιβεβαιώνονται στὶς συμπεριφορές.
Τὸ μήνυμα τῆς περικοπῆς τοῦ διαλόγου μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα Σαμαρείτιδα, εἶναι βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο μήνυμα καὶ προτροπὴ ἀπαγκιστρώσεως ἀπὸ τὸ νεκρὸ θρησκευτικὸ τύπο, στὸν ὁποῖο κινδυνεύει ὁ πιστὸς νὰ ἐγκλωβιστεῖ ξεχνώντας τὸ «πνεῦμα τῆς ἀληθείας».
Ἡ συνείδησή μας πρέπει νὰ ἀφυπνίζεται μπροστὰ στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιά μας νὰ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του καὶ ἡ θέλησή μας νὰ εὐθυγραμμίζεται στὸ ἅγιο θέλημά Του.
Ὁ Θεός, ἔτσι, δέχεται τὴν λατρεία μας ὡς «ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς» μᾶς καθιστᾶ κοινωνοὺς τῆς Θείας φύσεώς Του καὶ τότε μᾶς μεταμορφώνει σὲ ἱεραποστόλους καὶ μάρτυρες τῆς ἀλήθειάς Του, ὅπως τὸ πρόσωπο τῆς ἁγίας Φωτεινῆς ποὺ σήμερα τιμοῦμε.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Μαρκ. θ΄ 17-31)
7 Ἀπριλίου 2019
Κατὰ τὴν σημερινὴ τέταρτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ καὶ προβάλλει μία ἐξέχουσα μορφὴ τοῦ Μοναχικοῦ βίου ἀπὸ τὴν χορεία τῶν Ἁγίων της. Τὸν ὅσιο Ἰωάννη, τὸν ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Σινᾶ καὶ συγγραφέα τοῦ ἀσκητικοῦ βιβλίου ποὺ εἶναι γνωστὸ ὑπὸ τὸν τίτλο «Κλίμαξ», ἐπειδὴ ἐπιθυμεῖ νὰ ὑπογραμμίσει τὴν ἀρετὴ τῆς ἀσκήσεως, ὡς ἀπαραίτητου χαρακτηριστικοῦ τῆς πνευμα-τικῆς μας ζωῆς. Τονώνει ἔτσι τὴν ἀγωνιστικὴ πορεία μας πρὸς τὸ Πάσχα, καθὼς ὅσο προχωρεῖ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἀνθρώπινο καὶ δικαιολογημένο εἶναι νὰ ἔχουν κουραστεῖ κάποιοι καὶ αὐτονόητα νὰ χρειάζονται ἐνίσχυση.
Γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ ἡ σημαντικότητα τῆς ἀσκήσεως στὴν πορεία μας καὶ ἡ ἀξία της στὴ διατήρηση τῆς οὐσιαστικῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Θεό, ἡ Ἐκκλησία ἐπιλέγει, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει, τὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ὁμιλεῖ γιὰ προσευχὴ καὶ νηστεία, ὡς τὰ ὅπλα τὰ ὁποῖα, ὅταν συνδυάζονται, κερδίζουν τὴν νίκη κατὰ τῶν δαιμόνων.
Ἡ ἀναφορὰ βεβαίως γίνεται ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας τῶν μαθητῶν νὰ ἐκβάλουν ἕνα δαιμόνιο ἀπὸ ἕνα δυστυχισμένο νέο, τὸν ὁποῖο ὁ πατέρας του στὴ συνέχεια γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ὁδήγησε τελικὰ στὸν Χριστό. Αὐτὴ ἡ ἀδυναμία τῶν μαθητῶν δημιουργεῖ πράγματι μιὰ ἀρχικὴ ἀπορία σὲ ὅλους, δεδομένων τῶν τόσων θαυμάτων, ποὺ οἱ ἴδιοι εἶχαν μέχρι ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἐπιτελέσει. Ἡ πρόθεση ὅμως τοῦ Κυρίου γίνεται στὴ συνέχεια σαφής, ἀφοῦ ἤθελε νὰ καλλιεργήσει στοὺς μαθητές Του τὸ πνεῦμα ταπεινοφροσύνης ποὺ ἀπαιτεῖται, ὥστε νὰ συνειδητοποιήσουν ὅτι ἡ δύναμη ποὺ κατεῖχαν καὶ φανέρωναν δὲν ἦταν δική τους, ἀλλὰ «...δώρημα τέλειον ἄνωθεν κατα-βαῖνον...».
Ὄχι ὅμως μόνον αὐτό. Ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ τονίσει σὲ ὅλους ὅσους διακρίνονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ, πὼς δὲν ἐπιτρέπεται κανένας ἐφησυχασμός, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται διαρκὴς ἐπαγρύπνηση καὶ ἀδιάκοπος ἀγώνας γιὰ τὴν πνευματικὴ προκοπή.
Ὁ Χριστὸς γιαυτὸν τὸν λόγο προτείνει τὸν συνδυασμὸ νηστείας καὶ προσευχῆς.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται μετὰ ἀπὸ νηστεία τροφῶν καὶ κυρίως παθῶν, ἡ προσευχή του ἔχει τὸ στοιχεῖο τῆς ἀσκήσεως, τῆς θυσίας καὶ τῆς προσφορᾶς. Τότε δὲν δυσκολεύεται νὰ προσευχηθεῖ, ἀφοῦ δὲν ἐμποδίζεται ἀπό τό βάρος τῶν φαγητῶν ἤ ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο βάρος τῶν τύψεων.
Ἡ νηστεία ποὺ ὁρίζει ἡ ἐκκλησία μας δίνει φτερὰ στὴν προσευχή, διότι ταπεινώνει τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἐξασκεῖ σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ἀπονεκρώνει τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἠδονές, καὶ προετοιμάζει τὸ σῶμα κατάλληλα, ὥστε νὰ μὴν καταστεῖ ἐμπόδιο, ἀλλὰ νὰ ὑπηρετήσει τὴν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Μιὰ τέτοια προσευχὴ αὐξάνει τὴν πίστη καὶ γίνεται ζωντανὴ ἐμπειρία ποὺ μᾶς κάνει νὰ αἰσθανόμαστε τὸν Θεὸ ὁλοζώντανο μπροστά μας, ἀφοῦ φέρνει τὴ Χάρη Του καὶ τὸ θαῦμα στὴ ζωή μας.
Αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ δύο πνευματικὰ ὅπλα, τὴν προσευχὴ συνδυασμένη μὲ τὴ νηστεία, μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία μας νὰ χρησιμοποιήσουμε περισσότερο τώρα κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἄς συνεχίσουμε λοιπὸν τὸν ἀγώνα μας στὸν πνευματικὸ στίβο μὲ τὰ ὅπλα αὐτά, ἀφοῦ ἀποδεδειγμένα ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τῶν πατέρων μας ὁδηγοῦν στὴν ἐπιτυχία τοῦ στόχου μας.
Καλὴ δύναμη.
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Μρκ. ι΄ 32-45)
14 Ἀπριλίου 2019
Ἡ Πέμπτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Λίγο πρὶν ἀπὸ τὰ ἄχραντα πάθη τοῦ Κυρίου, ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρουσιάζει στὸ πρόσωπό της τὸ πρότυπο τῆς ἀληθινῆς μετανοίας, μὲ σκοπὸ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς προετοιμασίας μας, γιὰ μετοχὴ στὴν ὀδύνη τοῦ Σταυροῦ καὶ στὴ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως.
Ἡ ἁμαρτία ἀποτελεῖ τὴ μεγαλύτερη τραγωδία τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Τὴν θλιβερότερη ἀποτυχία. Τὴν ἀξιοδάκρυτη ἀλλοτρίωση. Δὲν μολύνει ἁπλῶς τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή. Δὲν διαταράσσει ἁπλῶς τὶς σχέσεις μας μὲ τὸν κόσμο, μὲ τὸ περιβάλλον μας καὶ μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας. Κάνει κάτι πολὺ χειρότερο. Μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεό. Μᾶς καθιστᾶ ξένους πρὸς Αὐτὸν καὶ μᾶς στερεῖ τὴν σωτήρια Χάρη Του. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς αὐτὴ μένει σκοτισμένος καὶ ταλαίπωρος. Εἶναι νεκρὸς πνευματικά.
Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο μὲ προορισμὸ τὴν ἀπώλεια. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, ἑνώνοντας τὴ θεϊκὴ φύση Του μὲ τὴν ἀνθρώπινη, ὥστε νὰ μᾶς ἀνοίξει δρόμο σωτηρίας. Καὶ ἀφοῦ μᾶς ὑπέδειξε ὁδοὺς σωτηρίας μὲ τὸ λόγο καὶ τὸ πανάγιο παράδειγμά Του, καταδέχθηκε νὰ ὑποστεῖ τὰ φρικτὰ πάθη καὶ τὸν ζωοποιὸ θάνατο πάνω στὸν Σταυρὸ καὶ τὴν τριήμερη Ταφή, ὥστε νὰ πηγάσει σὲ μᾶς κρουνοὺς ἀφέσεως, νὰ θεραπεύσει τὴν ἀσθένεια τῆς φύσεώς μας καὶ νὰ μᾶς περάσει ἀπὸ τὴ φθορὰ στὴν ἀφθαρσία, ἀπὸ τὸν θάνατο στὴ ζωὴ καὶ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανὸ διὰ τῆς τριημέρου ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεώς Του, γενόμενος γιὰ κάθε πιστὸ τὸ ἀληθινὸ Πάσχα, δηλαδὴ ἡ διάβασις στὴν ὄντως ζωή.
Αὐτὴ ἡ σωτήρια οἰκονομία τοῦ Θεοῦ θὰ προσφερθεῖ, καὶ πάλι ὡς εὐκαιρία σὲ ὅλους, τώρα ποὺ πλησιάζει ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Θὰ προσφερθεῖ ὡς δῶρο θεοπρεπὲς καὶ μοναδικό. Ὅλοι θὰ κληθοῦμε νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας. Πρὸς ὅλους θὰ ἀπευθυνθεῖ τὸ «Δεῦτε πόμα πίωμεν καινὸν» καὶ τὸ «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Ὅλοι εἴμαστε ὑποψήφιοι γιὰ σωτηρία, γιὰ μετοχὴ στὴν ἀναστημένη ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως πρέπει νὰ ἐνεργοποιήσουμε αὐτὴν τὴν δυνατότητα, ποὺ θὰ μᾶς καταστήσει τέκνα φωτὸς καὶ τῆς ζωῆς ποὺ θὰ πηγάσει ἀπὸ τὸν κενὸ Τάφο τοῦ Χριστοῦ, ὄρθρου βαθέως τῆς «Μιᾶς τῶν Σαββάτων τῆς κλητῆς καὶ ἁγίας ἡμέρας».
Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, ὑποδεικνύει τὸν τρόπο ἐνεργοποίησης αὐτῆς τῆς δυνατότητας μὲ τὸ ἅγιο παράδειγμά της.
Ἐργάτρια, ἡ ἴδια, ἐπὶ δεκαεπτὰ ὁλόκληρα χρόνια τῆς αἰσχρῆς ἁμαρτίας τῆς πορνείας, ἔγινε στόμα τοῦ Ἅδου καὶ θύρα ἀπωλείας γιὰ πολλὲς νεανικὲς ψυχές. Ἐνῶ ὑπῆρξε ἐνέδρα τοῦ διαβόλου, ποὺ παγίδευσε τόσους καὶ τόσους νέους, ἐμόλυνε τόσες εἰκόνες ἔμψυχες τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται στιγμὴ ποὺ μετανοεῖ. Συντρίβεται τὸ κάστρο τῆς δουλείας της στὰ πάθη τῆς ἀτιμίας καὶ προσπίπτει στά τρυπημένα ἀπὸ τὰ καρφιά, πόδια τῆς Σταυρωμένης Ἀγάπης. Ἀλλάζει ριζικὰ ζωή. Ἀναβαπτίζεται στὰ δάκρυα τῶν θρήνων της. Μὲ νηστεία καὶ ἄσκηση ὑπεράνθρωπη, νεκρώνει τὴν ἡδυπάθεια καὶ τὰ ἄτακτα σκιρτήματα τῆς σάρκας. Κατὰ τὸν πατερικό λόγο «δίνει αἷμα καὶ λαμβάνει πνεῦμα». Θυσιάζει σάρκα καὶ δέχεται τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι «σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις» (Τιτ. 2,12). Αὐτὴ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τὴν μεταμορφώνει καὶ τὴν ἀναδεικνύει Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, Μητέρα τῆς Ἐκκλησίας, στῦλο τῆς εὐσεβείας, πρότυπο μετανοίας καὶ ὑπόδειγμα τῶν θελόντων σωθῆναι.
Σαρανταεπτὰ ὁλόκληρα χρόνια μετὰ τὴν ἁμαρτία ξέπλυνε ἡ Μαρία στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου τίς ἁμαρτίες της θρηνώντας. Ἔκλαιγε γιὰ τὰ λάθη καὶ στέναζε μὲ συνείδηση. Θρηνοῦσε καὶ δὲν ἔπαυε οὔτε στιγμὴ νὰ ζητάει τὸ ἔλεος καὶ τὴ συγχώρηση τοῦ Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας, ζώντας μόνη σ’ ἕνα τόπο ἐπικίνδυνο, σκληρὸ καὶ ἀπαράκλητο.
Ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια ἡ Ὁσία Μαρία ἐργαζόταν τὸ σωτήριο ἔργο τῆς ἐπιστροφῆς της στὸ Χριστό. Γιὰ τὴν ἰσόβια καὶ ὑπερφυσικὴ κακοπάθειά της καὶ γιὰ τὴν ἐκούσια σταύρωσή της ἔλαβε ὄχι ἁπλῶς τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν της, ἀλλὰ ἔγινε καὶ «κοινωνὸς θείας φύσεως». Ἰσάξια τῶν πιὸ μεγάλων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας σὲ τρόπο, ἑορτάζουμε ἔκτοτε τὴν μνήμη της, δύο φορές τὸν χρόνο. Τὴν πρώτη Ἀπριλίου σταθερά, ἡμέρα ποὺ κοιμήθηκε ὁσιακὰ καὶ τὴν Πέμπτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, σὰν σήμερα, ποὺ προβάλλεται ὡς πρότυπο μετανοίας γιὰ νὰ μὴν ἀπελπίζεται στὴν προσπάθειά του κανείς.
Νὰ εὐχηθοῦμε ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, προτρέποντας ὁ ἕνας τῶν ἄλλον, μὲ τὴ βοήθεια καὶ τὴν πρεσβεία τῆς Ὁσίας Μαρίας, νὰ φθάσουμε τὸ ὕψος τῆς μετανοίας της, γιὰ νὰ θάψουμε μέσα στὸν ζωοδόχο Τάφο Του τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας μας, νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἔτσι ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν καὶ τοῦ θανάτου, γιὰ νὰ προσκυνήσουμε τὸν Σταυρὸ τοῦ Ἐρχομένου πρὸς τὸ ἑκούσιον Πάθος Κυρίου, ὥστε νὰ συναναστηθοῦμε κατὰ τὴν λαμπροφόρα καὶ μεγάλη ἡμέρα τῆς ἐγέρσεώς Του. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (Ιωαν. ιβ΄1-18 )
21 Ἀπριλίου 2019
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρουσιάζει τὸν Κύριο ποὺ πορεύεται πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ τὸ ἑκούσιο πάθος Του. Ἕξι ἡμέρες πρὶν τὸ Πάσχα φθάνει στὴ Βηθανία. Ἐκεῖ οἱ ἀδελφὲς τοῦ Λαζάρου ἀπὸ εὐγνωμοσύνη στὸ πρόσωπό Του γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ τους παρέθεσαν δεῖπνο, ὅπου ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφὴ τοῦ Λαζάρου, ἄλειψε μὲ μῦρο τὰ πόδια τοῦ Κυρίου.
Τὴν ἄλλη ἡμέρα ὁ Κύριος εἰσέρχεται στὴν Ἁγία Πόλη. Ἡ εἴδηση τῆς παρουσίας Του στὴ Βηθανία εἶχε ἤδη κυκλοφορήσει σ’ ὅλη τὴν Ἱερουσαλήμ. Ἀμέτρητα πλήθη λαοῦ τρέχουν μὲ ἐνθουσιασμὸ νὰ Τὸν ὑποδεχθοῦν κρατώντας στὰ χέρια κλαδιὰ φοινίκων, ποὺ ἦταν σύμβολα νίκης. Ὁ τρόπος ὑποδοχῆς ἦταν ἐντυπωσιακός, θερμὸς καὶ ἐνθουσιώδης. Τὸν ὑποδέχθηκαν ὡς τὸν Μεσσία ποὺ ἐπὶ αἰῶνες περίμεναν οἱ πρόγονοί τους κι οἱ ἴδιοι. Ἔδειχναν μὲ τοὺς κλάδους τῶν βαΐων ὅτι δὲν τιμοῦσαν ἁπλῶς ἕναν προφήτη, ἀλλὰ ἀπέδιδαν τιμὲς στὸ Νικητὴ καὶ Μεσσία.
Οἱ πανηγυρισμοὶ οὐσιαστικὰ εἶχαν ὡς αἰτία τὴν νίκη τοῦ Κυρίου ἐπὶ τοῦ θανάτου μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Ἐξαιτίας αὐτῆς ἐντυπωσιάστηκαν καὶ βγῆκαν μὲ ἐνθουσιασμὸ νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν Χριστὸ ὑμνώντας Τον ὡς νικητὴ τοῦ θανάτου. Καὶ χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιοῦν ὑμνοῦσαν τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τοῦ θανάτου, ὡς δωρεᾶς τῆς ζωῆς σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ζητωκραύγαζαν Ἐκεῖνον ποὺ ἔμελλε νὰ κερδίσει τὴ συντριβὴ τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου. Κάτι ἀνάλογο βλέπουμε καὶ στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης εἶδε ὅραμα ἀντίστοιχου θριαμβευτικοῦ πανηγυρισμοῦ, ὄχι στὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλὴμ ἀλλὰ στὴν ἐπουράνια. Ἐκεῖ νέφη μαρτύρων εἶδε νὰ κρατοῦν στὰ χέρια τους βαΐα, ὡς ἔμβλημα τῆς νίκης κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς κυριαρχίας τῆς ζωῆς.
Τὰ ἐπίγεια πλήθη τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων ἦταν ἀμυδρὴ προεικόνιση τῆς ἔνδοξης καὶ πνευματικῆς ἐκείνης συνοδείας τῆς Ἀποκαλύψεως «ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου» (Ἀποκ. ζ’ 9).
Ἐδῶ, στὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλὴμ τὰ πλήθη δὲν ἦταν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ, ἦταν ὅμως ἐνώπιον τοῦ Ἀρνίου, τὸ ὁποῖο πορευόταν, γιὰ νὰ θυσιαστεῖ καὶ νὰ γίνει ἡ ἀπαρχὴ ὅλων τῶν πιστῶν ποὺ θὰ νικοῦσαν τὴν ἁμαρτία καὶ θὰ πανηγύριζαν ἔνδοξα στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Μιὰ τέτοια δόξα, ἀδελφοί μου, περιμένει τὸν καθένα μας.
Οἱ ἐπευφημίες τοῦ πλήθους «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» ἦταν τμῆμα τοῦ 117ου Ψαλμοῦ, ποὺ κάθε Ἰσραηλίτης γνώριζε, ἐπειδὴ τὸν ἔψαλλαν στὶς λιτανεῖες τῶν μεγάλων ἑορτῶν. Ἦταν μιὰ ἐπίκληση τῶν Ἰουδαίων πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία. Ὁ συγκεκριμένος στῖχος ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Μεσσίας θὰ ἦταν ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ οἱ Ἰσραηλίτες πρόσθεσαν τὴ φράση «ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ», δείχνοντας ὅτι περίμεναν τὸν Μεσσία, ὡς ἐπίγειο καὶ ἔνδοξο βασιλιά. Νόμιζαν ὅτι Αὐτὸς θὰ ἐγκαθίδρυε βασιλεία ποὺ θὰ τοὺς ἀπελευθέρωνε ἀπὸ τὴ δουλεία τῶν Ρωμαίων. Στὸ πρόσωπο, τελικά, τοῦ Κυρίου χαιρετοῦσαν καὶ ἐπευφημοῦσαν Αὐτὸν ποὺ εἶχε ἀδιαμφισβήτητη βασιλικὴ ἰδιότητα καὶ κυριαρχία.
Ἀδελφοί μου,
Ὁ ἐρχόμενος πρὸς τὸ ἑκούσιον πάθος Του Κύριος θὰ διακηρύξει, γιὰ ἄλλη μία φορά, ὅτι ἡ βασιλεία Του δὲν εἶναι αὐτὴ ποὺ ἀναμένουν πάντα τὰ πλήθη. Οἱ ἄνθρωποι ζητοῦμε λίγα, ἐνῶ ὁ Κύριος δωρίζει πολλά. Εἰσέρχεται στὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλὴμ μετὰ βαΐων, γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ Βασιλεὺς τῆς δόξης ὑπομένοντας τὰ ραπίσματα, τοὺς ἐμπτυσμοὺς καὶ κολαφισμούς, τὸν σταυρὸ καὶ τὸν θάνατο προκειμένου νὰ κυριαρχήσει ἡ ζωή, ποὺ δωρίζει στὸ πλάσμα Του.
Αὐτὸ ποὺ τελικὰ ἀπαιτεῖται γιὰ νὰ τιμήσουμε τὴν σημερινὴ ἑορτὴ εἶναι νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅλα ὅσα μᾶς δωρήθηκαν διὰ τοῦ Πάθους καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ὥστε ψάλλοντας «συνταφέντες σοι διὰ τοῦ Βαπτίσματος», νὰ συμπορευθοῦμε ἑκούσια μὲ τὸν κατερχόμενο στὸν Ἄδη τῆς σκοτισμένης ψυχῆς μας γιὰ νὰ συναναστηθοῦμε κοινωνώντας τῆς ἀθανάτου ζωῆς. Ἀμήν.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΜΑΡΤΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ (Ματθ. κε΄ʹ 31 ‐- 46)
3 Μαρτίου 2019
Προφητικὴ μποροῦμε νὰ χαρακτηρίσουμε ἀγαπητοί μου ἀδελφοὶ τὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή. Ὁ Κύριος μᾶς ἀποκαλύπτει πῶς θὰ γίνει ἡ Δευτέρα Παρουσία, διότι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς θὰ ξαναέρθει στὴ γῆ, ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως «Καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς».
Ἡ Δευτέρα ὅμως αὐτὴ Παρουσία Του, θὰ διαφέρει ἀπὸ τὴν πρώτη καὶ ὡς πρὸς τὸν τρόπο καὶ ὡς πρὸς τὸν σκοπό της. Τὴν πρώτη φορὰ ἦρθε στὴ γῆ ταπεινὰ καὶ ἀθόρυβα. Γεννήθηκε μέσα στὸ σπήλαιο, ἔζησε φτωχικά, κήρυξε μετάνοια καὶ θυσιάστηκε πάνω στὸν Σταυρὸ γιὰ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἀντίθετα τὴ δεύτερη φορὰ ὁ Κύριος θὰ ἔρθει «ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ». Χιλιάδες καὶ μυριάδες ἁγίων ἀγγέλων θὰ Τὸν συνοδεύουν. Θὰ ἔρθει καὶ θὰ καθίσει «ἐπὶ θρόνου δόξης» γιὰ νὰ κρίνει τὸν κόσμο.
Ὁ Χριστὸς θὰ ἔρθει ὡς Κριτής. Καὶ θὰ ἔρθει ξαφνικὰ σὰν τὴν ἀστραπὴ ποὺ βγαίνει στὴν ἀνατολὴ καὶ φαίνεται στὴ δύση (Ματθ. κδ΄ 27). Κανεὶς ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίζει τὸν ἀκριβὴ χρόνο τῆς ἐλεύσεώς Του. Ὅλοι μας ὅμως ἔχουμε χρέος νὰ ζοῦμε «ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ» καὶ νὰ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἔχουμε «καλὴν ἀπολογίαν ἐπὶ τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ».
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι τὸ βασικὸ κριτήριο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ κρίνει ὁ Κύριος ὅλους τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτὴ εἶναι τὸ κύριο γνώρισμα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, καὶ μόνο ὅποιος ἔχει καλλιεργήσει αὐτὴ τὴν ἀρετὴ θὰ βρεῖ ἔλεος κατὰ τὴ φοβερὴ ἐκείνη ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Εἶναι ἐπίσης χαρακτηριστικὸ ὅτι οἱ ἀπαγγελόμενες ἁμαρτίες ὅσων καταδικάζονται, εἶναι ἁμαρτίες παραλείψεως. Σημειώνει ὁ Μέγας Βασίλειος: «Δὲν τοὺς κατηγορεῖ λέγοντας ὅτι σκοτώσατε ἢ ἁμαρτήσατε σαρκικὰ ἢ εἴπατε ψέματα ἢ ἀδικήσατε ἢ πράξατε κάτι ἄλλο ἀπαγορευμένο. Ἀλλὰ τοὺς λέει «Ὅτι τῶν ἀγαθῶν ἔργων ἠμελήσατε». Παραμελήσατε τὸ καθῆκον τῆς ἀγάπης. Δὲν δείξατε συμπόνια στὸν φτωχό, στὸν ἄστεγο, στὸν πεινασμένο, στὸν φυλακισμένο, στὸν ἀσθενῆ. Κι αὐτὴ ἡ ἀσπλαχνία σᾶς κρίνει».
Τὸ κλειδὶ λοιπὸν ποὺ ἀνοίγει τὴν θύρα τοῦ Παραδείσου εἶναι ἡ ἀγάπη. Γιὰ τὴν ἀπουσία της ἀπὸ τὰ ἔργα μας καὶ ἀπὸ τὴν συμπεριφορά μας θὰ δώσουμε ὅλοι λόγο, γιαυτὸ πρέπει νὰ καλλιεργοῦμε τὴν ψυχή μας μὲ αὐτὸ τὸ ἐργαλεῖο τῆς ἀγάπης καὶ νὰ γινόμαστε πρόθυμοι στὰ ἔργα τῆς φιλανθρωπίας. Τότε νὰ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Δεσπότης Χριστὸς θὰ δείξει ἔλεος σὲ ὅσους ἔμαθαν στὴ ζωή τους νὰ εἶναι μιμητὲς Του καὶ ἐλεήμονες.
Τὸ πιὸ ἐντυπωσιακὸ ὅμως σημεῖο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς εἶναι ἡ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου ὅτι κάθε πράξη ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον ἀναφέρεται κατ’ εὐθείαν στὸ πρόσωπό Του. Διασαφηνίζει ὅτι τὴν δέχεται ὁ Ἴδιος. «Ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε». Συγκλονιστικό! Ὁ Κύριος Ἰησοῦς τοποθετεῖ τὸν ἑαυτό Του στὴ θέση τοῦ πεινασμένου, τοῦ διψασμένου, τοῦ ξένου, τοῦ ρακένδυτου, τοῦ ἀσθενοῦς καὶ τοῦ φυλακισμένου. Ἀλήθεια, ποιὸς μπορεῖ νὰ μείνει ἀδιάφορος κι ἀσυγκίνητος ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς βάζει τὸν ἑαυτό Του στὴ θέση αὐτῶν τῶν «ἐλαχίστων» καὶ μάλιστα ὅταν τοὺς ὀνομάζει ἀδελφούς Του;
Ἀγαπητοί μου, εἶναι ἄμεση ἀνάγκη νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ κάθε ἀνθρώπου κρύβεται ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, διότι ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια ἔχει τὴν δύναμη νὰ τροποποιήσει τὴν συμπεριφορά μας σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔχει τὴν ἀνάγκη μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅσοι ἐκδηλώνουμε ποικιλοτρόπως τὴν ἀγάπη μας ὅπου χρειάζεται, παρηγορούμεθα ὅτι θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἀκούσουμε τὴν μακαρία φωνή Του «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου…», διότι «ἐμοὶ ἐποιήσατε». Γένοιτο.
10 Μαρτίου 2019
Ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του, ὅπως καταγράφεται στὴ σημερινὴ περικοπὴ τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου, συνδέει τὴ συγγνώμη καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴν νηστεία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας, ποὺ ἀπὸ αὔριο εἰσερχόμαστε, εἶναι πρὸ πάντων περίοδος μετανοίας, προσευχῆς καὶ ἀγάπης μεταξύ μας.
Χωρὶς αὐτὴ τὴν σύνδεση, ἡ νηστεία ἀπὸ μόνη της δὲν εἶναι ἀρκετή. Ἐὰν εἶναι νὰ νηστεύουμε καὶ νὰ μὴ μετανοοῦμε, ἐὰν εἶναι νὰ μὴν τρῶμε καὶ νὰ τρωγώμαστε ἀπὸ τὴν κακία μας καὶ νὰ μισοῦμε τὸν ἀδελφό μας, ποιὸ τὸ ὄφελος τῆς νηστείας μας; Ἄρα λοιπὸν ἡ νηστεία βοηθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ καταλαγιάσει ἀπὸ τὸ θόρυβο τῆς ζωῆς του· νὰ τὸν προσγειώσει στὴν ἀλήθεια καὶ νὰ τὸν μονοιάσει μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ τέλος νὰ συναισθανθεῖ τὰ λάθη καὶ τὰ πάθη του καταβάλλοντας προσπάθεια ἀπαλλαγῆς.
Σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἐρχόμενος ὁ ἄνθρωπος θρηνεῖ οὐσιαστικὰ μέσα του, ἐπειδὴ συνειδητοποεῖ ὅτι μὲ τὴ ζωή του προσβάλλει καθημερινὰ τὸ Θεό. Καὶ μετὰ ἀπὸ τὴ συγγνώμη τῶν ἀδελφῶν, νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Δυστυχῶς πολλοὶ πιστεύουν, πὼς ἡ νηστεία ἐξαντλεῖται στὴν ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένα φαγητά. Καὶ καθησυχάζουν τοὺς ἑαυτούς τους πὼς τήρησαν ὅτι πρέπει. Ὅμως μιὰ τέτοια πράξη τυπική, στερημένη ἀπὸ τὴν οὐσία εἶναι αὐτονόητα λάθος.
Ἡ νηστεία ὁλοκληρώνεται καὶ βρίσκει τὸ νόημά της ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ ἐσωτερικὴ ἐπιστροφὴ καὶ μετάνοια, ἡ ὁποία δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει δίχως τὴ συγγνώμη πρὸς τὸν ἀδελφό. Δίχως τὴν ἐξάλειψη τῶν κακιῶν, ποὺ μᾶς διχάζουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, δίχως τὴν ἑκούσια διακοπὴ τῶν παθῶν, ποὺ μᾶς κρατοῦν δέσμιους στὶς προσωπικές μας ἀνάγκες.
Προχωρῶντας ὁ Χριστὸς ἀκόμη πιὸ πέρα, μίλησε γιὰ τὴν ἀφιλοχρηματία, ποὺ φυσικὰ συνδέεται μὲ τὴν νηστεία. Ἔτσι, ὅποιος πασχίζει νὰ ᾿χει τὶς ἀποθῆκες του γεμᾶτες ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθά, αὐτὸς συνήθως ἔχει τὴν καρδιά του ἀδειανὴ ἀπὸ ἀγάπη. Ὅσο πιὸ πολὺ γεμίζουν οἱ ἀποθῆκες, τόσο πιὸ πολὺ ἀδειάζει ἡ καρδιά. Καὶ ὅσο ἀδειάζει ἡ καρδιὰ τόσο στερεύει ἡ ἀγάπη.
Σ'᾿αὐτὸν ποὺ ἄφησε νὰ ἀδειάσει ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη καὶ φιλανθρωπία, τί νόημα ἔχει ἀλήθεια ἡ νηστεία;
Ἐνῶ μπορεῖ ἡ νηστεία νὰ εἶναι μιὰ καλὴ εὐκαιρία νὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη μας, μοιράζοντας τὰ ἀγαθά μας ἤ παρέχοντας ἀπὸ αὐτὰ στὴν ἀνάγκη τῶν ἄλλων. Ἔτσι θησαυρίζουμε ἀγαθὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, ἀφοῦ ἐμπιστευόμαστε ὅ,τι μᾶς περισσεύει στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, σήμερα ὁ εὐαγγελικὸς λόγος τονίζει πὼς ὅποιος δίνει στὸ ἄνθρωπο, δανείζει στὸ Θεό, καὶ καταλαβαίνουμε ὅτι ἁπλώνοντας τὸ χέρι μας στὸν ἀδελφὸ ποὺ ἔχει ἀνάγκη, πιάνουμε τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς τραβᾶ κοντά Του. Συμπεραίνουμε ὅτι πρέπει ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν προσκόλληση στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ποὺ μέσα τους κουβαλοῦν τὸν πνευματικὸ θάνατο, καὶ μᾶς τὸν μεταγγίζουν ὅταν τὰ κατακρατοῦμε. Κρίνεται φρόνιμο, λοιπόν, καὶ ἀποτελεσματικὸ νὰ κάνουμε τὴν νηστεία μας, καθὼς ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία καὶ ὄχι ὅπως ἐμεῖς τὴν ἑρμηνεύουμε, ἐπειδὴ ἔτσι μᾶς ταιριάζει.
Σ’αὐτὸν τὸν ἀγώνα που ξεκινᾶ ἄς ἔχουμε στὸ μυαλό μας τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Ἱωάννου τοῦ Χρισοστόμου «Νηστεύεις; Ἀπόδειξέ το διὰ τῶν ἔργων σου. Ἄν δεῖς φτωχό, νὰ τὸν ἐλεήσεις. Ἄν δεῖς ἐχθρό, νὰ συμφιλιωθεῖς μαζί του. Ἔτσι δὲν θὰ νηστεύει μόνο τὸ στόμα, ἀλλὰ καὶ τὸ μάτι καὶ ἡ ἀκοὴ καὶ τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματος». Ἀμήν.
17 Μαρτίου 2019
Πανηγυρικὴ καὶ λαμπρὴ ἡ σημερινὴ ἡμέρα, Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἑορτάζουμε τὸ ἐκπληκτικὸ θαῦμα τῆς πίστεως, τὸν θρίαμβο γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθοδοξίας ἔναντι τῆς πλάνης τῶν αἱρέσεων.
Περισσότερα ἀπὸ δύο χιλιάδες χρόνια τώρα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία «πολεμουμένη νικᾷ» (Ἱ. Χρυσόστομος). Καταδιώκεται, ἀλλὰ δὲν σταματᾶ νὰ ἐξαπλώνεται‧ σπιλώνεται, ἀλλὰ διατηρεῖ καθαρὴ καὶ ἀνόθευτη τὴν ἀλήθεια‧ φυλακίζεται, καὶ μένει πάντα ἐλεύθερη‧ φαίνεται ὅτι πεθαίνει, ἀλλὰ ἀνασταίνεται. Διωγμοὶ καὶ μαρτύρια, αἱρέσεις καὶ συκοφαντικὲς ἐπιθέσεις, κύματα ἀθεΐας καὶ πολεμικῆς τοῦ διαβόλου δὲν στάθηκαν ἱκανὰ νὰ ἀκυρώσουν τὸν σωστικὸ λόγο καὶ τὴν ἁγιαστικὴ δύναμή της. Κι ἐπαληθεύεται ἔτσι ὁ προφητικὸς λόγος τοῦ Κυρίου ποὺ εἶπε ὅτι «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ις΄ 18)· δηλαδή, ὁ θάνατος καὶ οἱ ὀργανωμένες δυνάμεις τοῦ κακοῦ ποτὲ δὲν θὰ κατανικήσουν τὴν Ἐκκλησία.
Ἂς δοξάζουμε λοιπὸν τὸν παντοδύναμο Κύριο, διότι μᾶς ἀξίωσε νὰ γίνουμε μέλη τῆς ἁγίας Του Ἐκκλησίας, κι ἂς ἀγωνιζόμαστε γιὰ νὰ διατηρήσουμε ἀκέραιο τὸ θησαυρὸ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Ἱεράρχες, τοὺς Μάρτυρες καὶ τοὺς Ἀσκητὲς καὶ ὅλους τοὺς Ἁγίους, ποὺ ἔζησαν ὡς πιστοὶ καὶ ἀφοσιωμένοι μαθητὲς Ἐκείνου.
Ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια χαρακτηριστικὰ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁμολογοῦμε στὸ «Πιστεύω» μὲ τὴ λέξη «Ἀποστολική». Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διατηρεῖ τὴν ἀποστολικὴ διαδοχὴ καὶ συνεχίζει τὸ ἔργο τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο κατὰ τὴν ἐπίσημη αὐτὴ ἡμέρα μᾶς μεταφέρει στὴν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶχε ἤδη ἀπευθύνει στὸν Ἀνδρέα καὶ τὸν Ἰωάννη τὴν πρόσκληση νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, κι ἔπειτα στὸν Πέτρο, ποὺ ὁδηγήθηκε στὸν Χριστὸ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του, τὸν Ἀνδρέα. Τώρα ὁ Κύριος καλεῖ τὸν Φίλιππο. Κι ἐκεῖνος τρέχει ἀμέσως νὰ βρεῖ τὸν φίλο του τὸν Ναθαναὴλ καὶ νὰ τοῦ ἀναγγείλει τὴν εὐχάριστη εἴδηση: «Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν». Αὐτὸν γιὰ τὸν Ὁποῖο ἔγραψε ὁ Μωυσῆς στὸ Νόμο καὶ προφήτευσαν οἱ προφῆτες, Τὸν βρήκαμε! Εἶναι ὁ Ἰησοῦς !
Ἡ αὐθόρμητη αὐτὴ κίνηση τοῦ Φιλίππου φανερώνει τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὸν πλησίον. Αὐτὸ ἀποτελεῖ οὐσιῶδες γνώρισμα καὶ κάθε συνειδητοῦ χριστιανοῦ. «Οὐδὲν ψυχρότερον χριστιανοῦ ἑτέρους μὴ σώζοντος», σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (PG 60, 162). Τίποτε πιὸ ψυχρὸ δὲν ὑπάρχει ἀπὸ τὸν χριστιανὸ ποὺ δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἄλλων.
Ἀποτελεῖ χρέος ἀγάπης πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας νὰ τοὺς διαφωτίζουμε σχετικὰ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ ζωή. Νὰ τοὺς συστήσουμε ἕνα κατάλληλο βιβλίο ἢ περιοδικό, κάποια ὁμιλία πνευματικοῦ καταρτισμοῦ· νὰ τοὺς βοηθήσουμε γιὰ τὴ συνειδητὴ συμμετοχή τους στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας‧ νὰ τοὺς ὑποδείξουμε μὲ διάκριση ποιὸ εἶναι τὸ ὀρθὸ σύμφωνα μὲ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Πάνω ἀπ’ ὅλα νὰ τοὺς διδάσκουμε μὲ τὸ παράδειγμά μας, τὸ ὁποῖο, ἂν εἶναι σωστό, ἀποτελεῖ τὴν πιὸ πειστικὴ ἀπόδειξη ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο ἐφαρμόζεται καὶ σήμερα, καὶ φωτίζει, εἰρηνεύει καὶ ἁγιάζει τὴν ψυχὴ κάθε ἀνθρώπου.
Βέβαια ἡ ὀρθόδοξη πίστη δὲν κατακτᾶται ὡς θεωρητικὴ γνώση, οὔτε ἐξαντλεῖται στὴ διδασκαλία κάποιων δογμάτων. Στὴν οὐσία ἀποτελεῖ προσωπικὴ ἐμπειρία καὶ βίωμα ζωῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Φίλιππος πρότεινε στὸν φίλο του τὸν Ναθαναὴλ νὰ ἔρθει ὁ ἴδιος καὶ νὰ γνωρίσει προσωπικὰ τὸν Χριστό. «Ἔρχου καὶ ἴδε» τοῦ εἶπε. Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ πλησιάσουμε μόνοι μας νὰ γευθοῦμε, νὰ καταλάβουμε τί πιστεύουμε, τί εἶναι ἡ χριστιανικὴ ζωή, τί μεγαλεῖα ζοῦμε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Νὰ ἐκτιμήσουμε τὴν πίστη μας, ποὺ εἶναι ἀληθινὴ καὶ ὁλοζώντανη. Νὰ τὴν χαροῦμε καὶ νὰ τὴν ἀπολαύσουμε. Τί μπορεῖς νὰ καταλάβεις, ἂν σοῦ μιλᾶνε μόνο γιὰ τὴ γλυκύτητα ποὺ ἔχει τὸ μέλι, κι ἐσὺ δὲν τὸ ἔχεις γευθεῖ οὔτε μία φορά; Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι θησαυρός. Ἡ λατρεία μας, πλοῦτος ἀνεξάντλητος. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι χαρὰ καὶ ἀπόλαυση. Ὅλα αὐτὰ ὅμως μποροῦμε νὰ τὰ νιώσουμε, μόνο ἂν τὰ γευθοῦμε προσωπικά.
Μέσα στὸν ἀλλοπρόσαλλο κόσμο ποὺ ζοῦμε, σὲ καιροὺς πρωτοφανοῦς συγχύσεως καὶ συμβιβασμῶν, σήμερα, Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, προβάλλει ἐπιτακτικὸ τὸ χρέος μας νὰ βιώσουμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ παράδοση ὡς τὴ μοναδικὴ ὁδὸ σωτηρίας καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ νὰ τὴν διατηρήσουμε γνήσια καὶ ἀνόθευτη. Ἔτσι τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας θὰ μεταλαμπαδεύεται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ καὶ θὰ ἀκτινοβολεῖ σ’ ὅλο τὸν κόσμο· «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς».
24 Μαρτίου 2019
Εἶναι συγκλονιστικὸ τὸ περιστατικὸ ποὺ περιγράφεται σήμερα στὴν εὐαγγελικὴ περικοπή, καὶ ἀφορᾶ στὴ διάθεση μὲ τὴν ὁποία πλησίασαν οἱ συνοδοὶ τοῦ παραλυτικοῦ τὸν Χριστό.
Τὰ ἐμπόδια ἦταν τεράστια καὶ ὁ κόσμος πολύς. Αὐτονόητα ἦταν ἀδύνατον νὰ πλησιάσει κάποιος τὸν Κύριο. Αὐτὸ ὅμως ποὺ εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὴ λογικὴ εἶναι δυνατὸ πάντα γιὰ τὴν πίστη. Αὐτὴ μπορεῖ νὰ ξεπερνᾶ ὅλα τά ἐμπόδια, ὅπως ἔγινε καὶ στὴν σημερινὴ περίπτωση. Ἡ πίστη σήκωσε ἀκόμη καὶ τὴ στέγη. Ἔκανε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶχαν ἀγάπη εὑρηματικούς. Αὐτὴ ἡ δύναμη τῆς διάθεσης τῶν ἀνθρώπων ἔκανε τὸν Ἰησοῦ νὰ θεραπεύσει πρῶτα τὴν αἰτία τῆς ἀσθένειας, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἀμέσως μετὰ τὴν ἴδια τὴν ἀρρώστια, δηλαδὴ τὴν παραλυσία.
Μᾶς βάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ν’ ἀκούσουμε αὐτὸ τὸ περιστατικό, τὴν ἴδια ἡμέρα ποὺ προβάλλει τὴν ἱερὴ προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Καὶ αὐτὸ ἐπειδὴ ὁ θεόπνευστος αὐτὸς Πατέρας μελέτησε πολὺ καὶ μίλησε γιὰ τὴν σὼζουσα τὸν ἄνθρωπο θεία Χάρη.
Εἶναι σημαντικὸ νὰ κατανοήσουμε τί εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Θὰ λέγαμε μὲ ἁπλὰ λόγια ὅτι εἶναι ἡ μυστικὴ καὶ ἀθόρυβη παρουσία Του στὴν καθημερινότητά μας. Ἡ παρουσία ποὺ ἔρχεται κοντά μας ἐλεύθερα, ἐπειδὴ Τὸν θέλουμε καὶ Τὸν ἀναζητᾶμε. Εἶναι ἡ παρουσία ποὺ φέρνει στὸν καθένα μας ἀμέτρητες εὐλογίες. Εὐλογίες ποὺ συνειδητοποιοῦμε ἤ ὄχι. Ποὺ ἐντοπίζουμε ἤ ποὺ προσπερνοῦμε καὶ εἶναι ὅλες καρποὶ τῆς ἀγάπης Του.
Ἡ κεντρικὴ ἰδέα τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὅπως καὶ ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι πώς, γιὰ νὰ δέχεται ὁ ἄνθρωπος τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ τὸ θέλει. Τίποτε στὴ ζωή μας δὲν γίνεται μαγικὰ καὶ αὐτόματα. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ἐκφράζεται αὐτὴ ἡ ἐλεύθερη βούλησή μας εἶναι διπλός. Πρῶτα ἐπιμένουμε μὲ τὴν προσευχή μας «ἔρχου Κύριε» καὶ κατόπιν τὸ φροντίζουμε μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς μας.
Ἡ πραγματικότητα σήμερα φανερώνει νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀμέτρητα ὑλικὰ ἀγαθά. Ζητᾶμε ὑγεία, ζητᾶμε πρόοδο γιὰ μᾶς καὶ γιὰ τά παιδιά μας. Ζητᾶμε νὰ προσθέσει χρόνο στὴ ζωή μας. Ζητᾶμε πράγματα πρόσκαιρα καὶ φθαρτά. Ζητᾶμε γῆ, ἀλλ’ ὄχι οὐρανό. Ζητᾶμε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὄχι Αὐτόν τὸν Ἴδιο. Κι Αὐτὸς σέβεται τὴν ἐλευθερία μας καὶ τὸ αἴτημά μας, γιαυτὸ φαίνεται σὰν ἀπὼν στὴ ζωή μας. Χωρὶς τὴ δική μας συγκατάθεση, ὅσο κι ἄν τὸ θέλει, δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἁγιάσει, διότι ἄν θὰ τὸ ἔκανε, θὰ ἀκύρωνε τὴν ἐλευθερία μας, θὰ ἀκύρωνε καὶ τὸν ἑαυτό Του.
Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἀναμένει τὴν ἔμπρακτη συγκατάθεσή μας ποὺ εἶναι ἡ προσευχή μας, ἡ ὁποία γιὰ νὰ ἔχει περιεχόμενο, πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνη μὲ τὸν τρόπο ποὺ ζοῦμε. Ἡ εὐθυγράμμισή μας μὲ τὸ θέλημά Του καὶ ἡ καταφυγή μας στὸ πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ εἶναι ἡ δυνατὴ ἀρχὴ μὲ συνέχεια τὴ ζωὴ τῆς μετανοίας.
Στὴ δύσκολη ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι διψοῦν ὅσο ποτὲ γιαυτὴ τὴν λυτρωτικὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Κουρασμένοι καὶ ἀπελπισμένοι ἀπὸ ὅλα προσπαθοῦν νὰ βροῦν ἀνάπαυση μέσα ἀπὸ λανθασμένους δρόμους καὶ τοὺς ἀτελέσφορους τρόπους ποὺ μετέρχονται. Ζητοῦν γαλήνη, χαρά, δύναμη καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ συνεχί-ζουν νὰ ἀγνοῦν ὅτι αὐτὰ μόνον ὁ Θεὸς τὰ χαρίζει. Ἀκολουθοῦν συστήματα καὶ ἰδεολογίες ποὺ κάνουν λόγο γιὰ θετικὴ ἐνέργεια καὶ ἀναζητοῦν τὴ θετικὴ αὔρα, χωρὶς νὰ ἔχουν ἴχνος θετικῆς κατεύθυνσης πρὸς τὸν Θεό. Νομίζουν πὼς τὸ θετικὸ κλίμα θὰ ἔλθει στὴ ζωὴ κατὰ τρόπο μαγικό, ἐνῶ προσπερνοῦν ἀδιάφορα ἴσως καὶ ἐχθρικὰ τὸν λόγο τῆς Ἐκκλησίας περὶ μετανοίας, ποὺ σωματοποιεῖ τὴν συγχώρηση τῆς ἁμαρτίας καὶ θεραπεύει τὴν ἀρρώστια.
Ἀδελφοί μου,
ὁ τιμώμενος Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀξιολογώντας τὴ διάθεση τῶν συνοδῶν τοῦ παραλυτικοῦ, μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος ἑστιάζεται στὴ δύναμη τῆς πίστεώς μας ποὺ μαγνητίζει τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία τελικὰ διοχετεύεται θεραπευτικὰ στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν μεταμορφώνει.
Μακάρι μὲ τὴν πρεσβεία του νὰ ἑλκύσουμε τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ στὴν καθημερινότητά μας γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὴ ζωὴ ποὺ μᾶς ἀξίζει ὄχι μόνο τώρα ἀλλὰ καὶ στὴν αἰωνιότητα. Ἀμήν.
31 Μαρτίου 2019
Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως σήμερα καὶ καθὼς βρισκόμαστε ἤδη στὸ μέσο τῶν πνευματικῶν ἀγώνων τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καὶ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει τὸ πολυτιμότερο κόσμημά της, τὸ ἀκαταμά-χητο ὅπλο της. Τὸν Τίμιο καὶ Ζωοποιὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος προβάλλεται ἐνώπιόν μας ὄχι μόνο γιὰ νὰ Τὸν προσκυνήσουμε ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ ἀναλογιστοῦμε τὴ σχέση μας μὲ αὐτὸν καὶ τὸ δικό μας χρέος, μὲ τὴν κλήση ποὺ κάνει ὁ Θεὸς σὲ κάθε πιστὸ μαθητή Του «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει ὡς μαθητής μου, ἂς διακόψει κάθε σχέση μὲ τὸν κακὸ καὶ διεφθαρμένο ἑαυτό του, μὲ σταθερὴ ἀπόφαση νὰ σηκώσει σταυρό, νὰ ὑποστεῖ κάθε δοκιμασία, ἀκόμη καὶ θάνατο, καὶ τότε νὰ μὲ ἀκολουθήσει.
«Ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Ὁ Κύριος ζητᾶ ἀπὸ τοὺς μαθητές Του τὴν τέλεια αὐταπάρνηση· νὰ σηκώσουν τὸν σταυρό τους μὲ ἀπόφαση θανάτου. Ποιός ὅμως εἶναι αὐτὸς ὁ σταυρὸς ποὺ καλεῖται νὰ ἀναλάβει κάθε πιστὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ;
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος σημειώνει «...οἱ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. ε΄ 24). Εἶναι ἡ νέκρωση τῶν παθῶν καὶ τῶν σαρκικῶν φρονημάτων. Ὅσοι ἀνήκουν πραγματικὰ στὸν Χριστό, νέκρωσαν τὸ σαρκικὸ φρόνημα, τὰ πάθη καὶ τὶς κακὲς ἐπιθυμίες τους, ποὺ σημαίνει ὅτι ἀγωνίζονται νὰ ἀποκόψουν ὁριστικὰ τὶς ἁμαρτωλὲς συνήθειες, τὰ πάθη καὶ τὰ ἐλαττώματα ποὺ ἔχουν ριζώσει βαθειὰ μέσα στὴν ψυχή τους. Ἀγώνας σκληρὸς καὶ ὀδυνηρός, ἀλλὰ καὶ σωτήριος. Ὑπάρχουν πάθη ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ξεριζώσουμε. Ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, τὸ ψέμα, ἡ ἀπάτη, ἡ κατάκριση, ἡ πλεονεξία καὶ ἡ φιλαργυρία διατηροῦν μέσα μας ζωντανὸ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ ἀφήνουν νὰ κυριαρχεῖ τὸ δικό μας ἐγώ.
Ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός, ποὺ παίρνει ἀπόφαση νὰ νεκρωθεῖ ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία, στέκεται ἀπέναντι στὸ κακὸ σὰν νεκρός. Πῶς εἶναι ἕνα νεκρὸ καὶ ἄψυχο σῶμα; Ἔτσι καὶ ὁ πιστὸς ποὺ νέκρωσε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του. Δὲν βλέπει, δὲν ἀκούει, δὲν ἐνεργεῖ ὁτιδήποτε ἁμαρτωλό. Δὲν ἐπιδιώκει νὰ ἐξυπηρετεῖ ἀποκλειστικὰ τὸ συμφέρον του, ἀλλὰ διακονεῖ μὲ ἀγάπη τὶς ἀνάγκες τοῦ πλησίον. Γενικὰ δὲν ἀκολουθεῖ τὰ ἐγωιστικὰ θελήματά του, ἀλλὰ ὑποτάσσεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δὲν τὸν ἑλκύει ἡ ματαιότητα τοῦ κόσμου, οὔτε τὸν συγκινεῖ ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ἐφήμερη δόξα. Ἐκεῖνο ποὺ θέλγει τὴν ψυχή του εἶναι ἡ αἰώνια δόξα καὶ ζωή, τὸ ἄφθαρτο κάλλος τοῦ οὐρανοῦ.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴ σταύρωση τῶν παθῶν, ποὺ εἶναι ἑκούσιος σταυρὸς γιὰ τὸν πιστό, ὑπάρχει καὶ ὁ ἀκούσιος σταυρός, ποὺ καλεῖται νὰ σηκώσει μὲ τὴν ἴδια ἀφοσίωση καὶ αὐταπάρνηση καὶ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὶς θλίψεις καὶ τὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς. Μιὰ ξαφνικὴ ἀποτυχία, ἕνα ἀξεπέραστο πρόβλημα, μία ὁλοφάνερη ἀδικία, μία ἀνίατη ἀσθένεια, ἕνα ἀβάσταχτο πένθος.
Ὁ πιστὸς ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ δέχεται νὰ σηκώσει τὸν σταυρὸ αὐτὸ ὄχι μὲ ἀντίδραση ἐσωτερικὴ οὔτε μὲ παθητικὴ ἀποδοχή, ἀλλὰ πρόθυμα καὶ καρτερικά, μὲ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό, ἐπειδὴ γνωρίζει ὅτι Αὐτὸς ποὺ τοῦ δίνει τὸν σταυρὸ εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος πρῶτος βάστασε τὸν Σταυρό Του, καὶ μάλιστα Σταυρὸ τέτοιας ὀδύνης, ποὺ κανεὶς ἄνθρωπος δὲν γνώρισε καὶ δὲν ἔχει ποτὲ ἀναλάβει.
Ἀδελφοί μου,
ἡ ἐποχή μας ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μάρτυρες. Χριστιανοὺς ἀποφασισμένους νὰ σηκώσουν τὸν σταυρό τους καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Χριστὸ μέχρι θανάτου. Μὲ τέτοιο ἡρωικὸ καὶ μαρτυρικὸ φρόνημα πρέπει νὰ ἀναλάβουμε κι ἐμεῖς τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου, γνωρίζοντας ὅτι στὴ σταυρικὴ αὐτὴ πορεία δὲν εἴμαστε μόνοι. Ἔχουμε συγκυρηναίους ὅσους σήκωσαν τὸν δικό τους σταυρό. Τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ὁσίους, τοὺς Ἀσκητὲς καὶ τοὺς Ὁμολογητές. Ἐξαιρέτως δὲ τὴν ὑπερευλογημένη Θεοτόκο, ἡ ὁποία στεκόταν κοντὰ στὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου καὶ συνεχίζει νὰ στέκεται κοντὰ στὸν ἀγώνα, στὸν πόνο καὶ στὴ δοκιμασία τοῦ κάθε πιστοῦ.
Καλὴ δύναμη.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. κε΄ 14-30)
3 Φεβρουαρίου 2019
Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δίδασκε τοὺς ἀνθρώπους μὲ παραβολές. Οἱ παραβολὲς ἦταν ἱστορίες ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωὴ ποὺ φανέρωναν καὶ φανερώνουν μὲ παραστατικὸ καὶ ἐντυπωσιακὸ τρόπο κάτι ξεχωριστὸ γιὰ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὶς ἀκοῦνε κατανοοῦν τὴν ἀξία τους, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ἀποκαλύπτει μοναδικὲς ἀλήθειες γιὰ τὸ Θεό, τὸν συνάνθρωπο καὶ τὴν ἀγάπη, γι'αὐτὸ καὶ χαράσσονται βαθειὰ μέσα τους.
Ἡ παραβολὴ τῶν ταλάντων ποὺ ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, εἶναι μία ἀπὸ αὐτές.
Ἕνας ἄνθρωπος, λέει ὁ Κύριος, ποὺ θὰ πήγαινε ταξίδι, κάλεσε τοὺς δούλους του καὶ τοὺς ἐμπιστεύτηκε τὰ ὑπάρχοντά του. Στὸν ἕναν, πρὶν φύγει, ἔδωσε πέντε τάλαντα, στὸν ἄλλον δύο καὶ στὸν τρίτον ἕνα ἀνάλογα μὲ τὴν ἱκανότητά τους.
Ὕστερα ἀπὸ ἕνα μεγάλο χρονικὸ διάστημα ἐπέστρεψε ὁ Κύριος τῶν δούλων ἐκείνων καὶ ζήτησε ἀπολογισμό. Παρουσιάστηκε πρῶτα ἐκεῖνος ποὺ εἶχε λάβει τὰ πέντε τάλαντα λέγοντας : «Κύριε μοῦ ἐμπιστεύθηκες πέντε τάλαντα καὶ κέρδισα μ’ αὐτὰ ἄλλα πέντε».
Ὁ Κύριος ἐπιβραβεύοντας τὴν προσπάθειά του εἶπε: «Εὖγε καλὲ καὶ ἔμπιστε δοῦλε, ἀποδείχθηκες ἀξιόπιστος στὰ λίγα, γι’ αὐτὸ θὰ σοῦ ἐμπιστευθῶ πολλά». Τὰ ἴδια ἄκουσε καὶ ἐκεῖνος ποὺ πῆρε δύο τάλαντα ἀποδίδοντας τέσσερα. Ὁ τρίτος ὅμως ποὺ εἶχε λάβει τὸ ἕνα τάλαντο εἶπε: «Κύριε, ἤξερα πὼς εἶσαι σκληρὸς ἄνθρωπος, γι’ αὐτὸ φοβήθηκα καὶ ἔκρυψα τὸ τάλαντό σου στὴ γῆ. Ἰδοὺ λοιπὸν σοῦ ἐπιστρέφω αὐτὸ ποὺ σοῦ ἀνήκει». Τότε ὁ Κύριος τοῦ ἀποκρίθηκε: «Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ, ἤξερες ὅτι θερίζω ὅπου δὲν ἔσπειρα. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ βάλεις τὰ χρήματα στὴν τράπεζα καὶ ἐγὼ θὰ τὰ ἔπαιρνα μὲ τόκο. Πάρτε του λοιπὸν τὸ τάλαντο καὶ δῶστε το σ’ αὐτὸν ποὺ ἔχει τὰ δέκα. Καὶ τὸν ἄθλιο αὐτὸν δοῦλο πετάξτε τον στὸ σκοτάδι».
Ὁ ἄνθρωπος τῆς παραβολῆς, βέβαια, ποὺ θὰ ἀναχωροῦσε εἶναι ὁ δωρεοδότης Θεός, ὁ Ὁποῖος πλουσιοπάροχα μοιράζει στοὺς ἀνθρώπους τὰ χαρίσματά Του. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ ἐξηγήσουμε τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεός μοιράζει τὰ χαρίσματά Του. Δίνει στὸν καθένα ὅσο θέλει καὶ ὁ ἄνθρωπος παίρνει τὸ χάρισμά του ἀνάλογα μὲ τὴ δεκτικότητά του. Δὲν ὑπάρχει βέβαια ἄνθρωπος χωρὶς ἔστω καὶ ἕνα τάλαντο. Ἀρκεῖ νὰ προσπαθήσει ὁ καθένας νὰ τὸ ἀνιχνεύσει, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ τὸ καλλιεργήσει μὲ σκοπὸ νὰ τὸ πολλαπλασιάσει.
Εἶναι ἀρκετὸ νὰ γνωρίζουμε πώς «ἐκάστω δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον» καὶ «κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν». Ἡ ποικιλία ἐξάλλου τῶν χαρισμάτων μέσα στὸ θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γεγονός. Γιὰ νὰ λειτουργεῖ ἁρμονικὰ καὶ ἀποδοτικὰ αὐτὰ τὸ σῶμα ἔχει ἀνάγκη πολλῶν καὶ ποικίλων χαρισμάτων. Γι’ αὐτὸ κάθε μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος θεωρεῖται καὶ εἶναι χαρισματικό. Δέν ἔχει σημασία ἄν ὅλοι δὲν ἔχουν κάποιο ἐντυπωσιακὸ χάρισμα. Γεγονὸς ὅμως εἶναι πὼς ὁ καθένας ἔχει τὴν ἰδιαιτερότητά του, ἀφοῦ εἶναι μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο πρόσωπο.
Γι’ αὐτὴ τὴν ποικιλία τῶν χαρισμάτων ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος λέει πώς, ὅπως ἡ κιθάρα μόνο ὅταν ἔχει διαφορετικὲς χορδὲς μπορεῖ νὰ ἀποδίδει ἁρμονικὴ μελωδία, ἔτσι καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία λειτουργεῖ ἁρμονικὰ μὲ τὶς διαφοροποιήσεις τῶν χαρισμάτων.
Γιὰ τὰ χαρίσματα, ἀγαπητοὶ χριστιανοί, ποὺ μᾶς δώρισε ὁ Θεὸς θὰ λογοδοτήσουμε κατὰ παρόμοιο τρόπο, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς κρίσεως. Εἶναι πλάνη νὰ νομίζουμε πὼς τὸ χάρισμα μᾶς ἀνήκει ὡς καρπός προσωπικῆς ἀξίας. Ἄν τὸ βλέπουμε ἔτσι, τότε τὸ χρησιμοποιοῦμε γιὰ προσωπικὴ προβολὴ καὶ ἐπιβολὴ καὶ συχνὰ γιὰ ἐκμετάλλευση τῶν ἄλλων. Ἡ αἴσθηση αὐτὴ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν κατάχρηση τῆς δωρεᾶς, στὸν ἐγωισμό, στὴν ἄρνηση τῆς ἀγάπης ἤ στὴν ἀδράνεια καὶ στὴν ἀπόκρυψη τοῦ ταλάντου καὶ τελικὰ στὴν ἀπώλεια τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ὀρθὴ ἀξιοποίηση τῶν ταλάντων ἑστιάζεται στὴν προσφορὰ τῶν χαρισμάτων μας «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν Ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ».
Ἀξιοποίηση τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ στὴν πρακτικὴ τῆς Ἐκκλησίας σημαίνει προσωπικὴ καλλιέργεια καὶ κοινωνικὴ προσφορά. Αὐτὴ ἡ διαχείρησή τους εἶναι ἡ ἔμπρακτη μετοχή μας στὴν προαγωγὴ τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔχει ὡς ἀνταπόδωμα τὴν ἐπιβράβευση καὶ τὴν πρόσκληση τοῦ Κυρίου: «Εὖ δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ• εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου». Γένοιτο.
10 Φεβρουαρίου 2019
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα εἴδαμε μιὰ πονεμένη μητέρα νὰ ζητεῖ ἐπίμονα ἀπὸ τὸν Κύριο τὴ θεραπεία τῆς δαιμονισμένης κόρης της. Ὁ Κύριος τὴ θεράπευσε, ἀλλὰ ἀφοῦ δοκίμασε τὴν πίστη τῆς μητέρας. Ἡ δυνατὴ πίστη τῆς Χαναναίας γίνεται ἀφορμὴ νὰ δοῦμε σήμερα τί εἶναι ἡ πίστη καὶ πῶς μποροῦμε νὰ τὴν ἀποκτήσουμε.
Πιστεύω δὲν σημαίνει ἁπλῶς δέχομαι ὅτι ὑπάρχει Θεός· διότι ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ παραδέχονται ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἐπηρεάζει τὴ ζωή τους. Ζοῦν μέσα στὴν ἁμαρτία. Ἡ πίστη τους εἶναι νεκρὴ γνώση. Καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει Θεός, σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, καὶ τρέμουν μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο Του ( Ἰακ. β´ 19), ἀλλὰ δὲν μετανοοῦν.
Γι' αὐτὸ πίστη σημαίνει ἐμπιστοσύνη. Πιστεύω ἀληθινὰ στὸ Θεὸ σημαίνει ὅτι ἐμπιστεύομαι μὲ ὅλη μου τὴν καρδιά τὴν παρουσία Του, τὸ λόγο Του, τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Ἱερὰ Παράδοση. Ἀποδέχομαι τὰ Ὀρθόδοξα δόγματα. Δέχομαι ὁλόψυχα τὶς ἐντολές Του καὶ ἀγωνίζομαι νὰ τὶς ἐφαρμόσω, διότι εἶμαι βέβαιος ὅτι ἂν τὶς ἐφαρμόσω, ἰσορροπῶ στὴ ζωὴ καὶ κερδίζω τὴν αἰωνιότητα. Ἀναγνωρίζω ἔτσι τὸν Θεὸ ὡς Κύριό μου καὶ ἀφοσιώνομαι σὲ Αὐτὸν.Ἀναγνωρίζω ἔτσι τὸν Θεὸ ὡς Κύριό μου καὶ ἀφοσιώνομαι σὲ Αὐτὸν.
Σημαίνει ἀκόμα ὅτι ἔχω ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του. Πιστεύω ὅτι ἀγαπάει τὰ δημιουργήματά Του καὶ φροντίζει γι᾿ αὐτά. Φροντίζει μὲ τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του καὶ τὴν πανσοφία Του, καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν κάνει λάθος· Φροντίζει καὶ γιὰ μένα. Μοῦ δίνει ὅ,τι ἔχω ἀνάγκη. Δὲν θὰ μοῦ στερήσει τίποτε. Δὲν θὰ μὲ ἐγκαταλείψει ποτέ. Δὲν θὰ ἐπιτρέψει νὰ δοκιμάσω πειρασμὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὶς δυνάμεις μου· τὶς θλίψεις ποὺ μοῦ συμβαίνουν, τὶς ἐπιτρέπει γιὰ τὸν ἐξαγιασμό μου. Εἶναι ὁ Πατέρας μου.
Ἡ πίστη εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ ποὺ πρέπει νὰ ζητοῦμε στὴν προσευχή μας. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ τοὺς προσθέσει πίστη. Ἄν αὐτοὶ ποὺ τὰ ἄφησαν ὅλα γιὰ νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Χριστό, αἰσθάνονταν ἐλλιπῆ τὴν πίστη τους, πόσο μᾶλλον ἐμεῖς; Νὰ ζητοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ αὐξάνει καὶ νὰ στερεώνει τὴν πίστη μας.
Ἐπίσης νὰ καλλιεργοῦμε σκέψεις πίστεως καὶ νὰ μελετοῦμε τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς μας. Ὑπῆρξαν περιστάσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ὁλοφάνερα ὁ Θεὸς μᾶς προστάτευσε ἀπὸ κινδύνους, ἀπάντησε μὲ τρόπο φανερὸ στὶς προσευχές μας, ἔδωσε λύση στὰ προβλήματά μας. Αὐτὴ ἡ συνειδητοποίηση στηρίζει τὴν πίστη μας.
Τέλος, θὰ αὐξάνουμε τὴν πίστη, ὅταν ἐφαρμόζουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ὅσο ἐφαρμόζουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τόσο καθαρίζεται ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὅσο πιὸ καθαρὴ καρδιὰ ἔχουμε, τόσο πιὸ πολὺ αἰσθανόμαστε τὸν Θεὸ στὴ ζωή μας, τὴν παρουσία Του, τὴν ἀγάπη Του. «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. ε´ 8).
Ἡ Χαναναία τῆς σημερινῆς περικοπῆς μᾶς δίνει μάθημα πίστεως, παρὰ τὸ ὅτι ἦταν εἰδωλολάτρις, ἀβάπτιστη καὶ ἀφώτιστη. Καὶ ὅμως εἶχε δυνατὴ πίστη, χάρη στὴν ὁποία ὁ Κύριος ἱκανοποίησε τὸ αἴτημά της.
Ἐμεῖς εἴμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία Του καὶ ἀπολαμβάνουμε τόσες πολλὲς φανερὲς καὶ περισσότερες ἀφανεῖς εὐεργεσίες, ποὺ δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ ἔχουμε χλιαρὴ πίστη. Ἂς ἐμπιστευθοῦμε ἐπιτέλους τὸν Θεό. Ὅσο προσευχόμαστε καὶ Τὸν λατρεύουμε μὲ πίστη, τόσο θὰ ριζώνει ἡ βεβαιότητα τοῦ ἐλέους καὶ τῆς ἀγάπης Του στὴν καρδιά μας.
Μιὰ τέτοια πίστη ἑλκύει πάντα τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ φέρνει τὸ ποθητὸ θαῦμα στὴ ζωή μας. Ἀμήν.
17 Φεβρουαρίου 2019
Μὲ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, ἀνοίγει τὸ Τριώδιο. Πρόκειται γιὰ τὴν πλέον κατανυκτικὴ περίοδο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἁγία Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σὲ βαθύτερη μετάνοια, περισσότερη προσευχὴ καὶ ἐντονότερο πνευματικὸ ἀγώνα. Καθεμία ἀπὸ τὶς Κυριακὲς τοῦ Τριωδίου μὲ τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα καὶ τοὺς σχετικοὺς ὕμνους μᾶς δίνει εὐκαιρίες προβληματισμοῦ καὶ αὐτοκριτικῆς.
Στὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου ποὺ ἀκούσαμε παρουσιάζονται δύο πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἀνέβηκαν στὸ Ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθοῦν. Ὁ Φαρισαῖος καὶ ὁ τελώνης. Ὁ πρῶτος κατέλαβε ἐπιδεικτικὰ κεντρικὴ καὶ περίοπτη θέση στὸ Ναὸ καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται μὲ στόμφο καὶ αὐτοθαυμασμό. Τὰ λόγια ὅμως τῆς προσευχῆς του, λόγια ὑπερηφάνειας καὶ αὐστηρῆς κριτικῆς τῶν ἄλλων, φανέρωσαν ὅτι στὴν οὐσία δὲν ἦλθε γιὰ νὰ προσευχηθεῖ στὸν Θεό, ἀλλὰ γιὰ νὰ προβάλλει τὸν ἑαυτό του, τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ἀνώτερο ὅλων.
Τὸ ἀρνητικό του παράδειγμα μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ ἐπισημάνουμε τὴν τραγικὴ κατάσταση στὴν ὁποία ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο ἡ ὑπερηφάνεια. Ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος μπορεῖ φαινομενικὰ νὰ ζεῖ καὶ νὰ στέκεται ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους, ἀλλὰ στὴν οὐσία εἶναι ἐντελῶς ἀπομονωμένος, διότι ἔχει ὡς κέντρο καὶ διαρκὲς σημεῖο ἀναφορᾶς τὸ ἐγώ του καὶ τίποτε ἄλλο.
Ἕνα ἀκόμη φοβερὸ πάθος ποὺ τὸν διακρίνει εἶναι ἡ κατάκριση. Ὁ ταλαίπωρος αὐτὸς ἄνθρωπος θεωρεῖ ὅλους τοὺς ἄλλους ἐνόχους γιὰ μιὰ σειρὰ ἀπὸ ἁμαρτήματα ποὺ ἀπαριθμεῖ, ἐνῶ νομίζει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἀπαλλαγμένος. Εἶναι σατανικὴ πλάνη νὰ ἐντοπίζουμε μὲ ἀκρίβεια καὶ νὰ στηλιτεύουμε μὲ αὐστηρότητα τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων καὶ τὰ δικά μας ἀναρίθμητα ἐγκλήματα, νὰ τὰ ἀμνηστεύουμε.
Ὁ Κύριος σαφῶς καὶ κατηγορηματικὰ συνιστᾶ «Μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε». Γιατί βλέπεις τὸ μικρὸ ἄχυρο στὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἐνῶ τὸ δοκάρι ποὺ εἶναι στὸ δικό σου μάτι δὲν τὸ αἰσθάνεσαι καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνεις; (Ματθ. ζ΄ 1-5).
Ἡ τραγικὴ αὐτὴ ἀλήθεια μπορεῖ νὰ γίνει ἀφορμὴ νὰ στρέψουμε τὴν προσοχή μας στὰ δικά μας λάθη καὶ στὰ βαρύτατα παραπτώματά μας, ἀφήνοντας τὸν Θεὸ νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Κι ἂν ἀκόμη βλέπουμε τοὺς ἄλλους νὰ ζοῦν μέσα στὴν ἁμαρτία, εἶναι φρόνιμο νὰ μὴν ἀναλαμβάνουμε τὸν ρόλο τοῦ κριτοῦ τους. Εἶναι ἐποικοδομητικὸ νὰ προσευχόμαστε γιὰ τὴ μετάνοια τὴ δική τους, ὅσο καὶ γιὰ τὴ δική μας.
Ἡ πνευματικὴ αὐτὴ οἰκοδομὴ καλλιεργεῖται ἀποτελεσματικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία μᾶς καλεῖ ἀκριβῶς νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς ἐγωιστικῆς μας αὐτάρκειας. Μᾶς διδάσκει νὰ ταπεινωθοῦμε γιὰ νὰ δεχθοῦμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Μᾶς προτρέπει διαρκῶς νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ πλησιάσουμε τοὺς ἀδελφούς μας μὲ πνεῦμα συγχωρητικότητος καὶ ἀγάπης.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχὴν κοινωνία ἀγάπης, ἀφοῦ μέσα της συναντοῦμε τοὺς ἀδελφούς μας καὶ προσευχόμαστε μαζί τους. Θὰ συγχωρηθοῦμε καὶ θὰ συγχωρήσουμε ἀκόμη κι αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἔχουν ἀδικήσει. Τότε μόνο ἡ προσευχὴ καὶ ἡ λατρεία μας εἶναι γνήσια καὶ εὐάρεστη στὸν Θεό.
Μὲ ἀντίστροφα μὲ τὸν Φαρισαῖο συναισθήματα συμπεριφέρθηκε ὁ τελώνης, ὁ ὁποῖος συναισθανόταν βαθειὰ τὴν ἁμαρτωλότητά του. Δὲν τολμοῦσε οὔτε τὰ μάτια του νὰ σηκώσει ψηλὰ πρὸς τὸν οὐρανό. Τὸ ὁμολογοῦσε μὲ τὰ λόγια του «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ», ἔλεγε, χτυπώντας τὸ στῆθος του. Τὰ λόγια αὐτὰ τὰ ἔλεγε ἑννοοῦσε. Ἀπόδειξη, ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ἀντέδρασε στὰ περιφρονητικὰ λόγια τοῦ Φαρισαίου, οὔτε πόνεσε ἀπὸ τὴν κατηγορία, ἀλλὰ δέχθηκε μὲ εὐγνωμοσύνη τὸν πικρὸ λόγο, διότι πίστευε ὅτι αὐτὸ τοῦ ἄξιζε.
Πόσο πολὺ μᾶς διδάσκει ἡ ταπείνωσή του αὐτή! Μπορεῖ κι ἐμεῖς νὰ λέμε εὔκολα ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ ὅταν μᾶς ὑποδείξουν ἕνα λάθος, ἀμέσως ἀντιδροῦμε καὶ προσπαθοῦμε νὰ ἀποκαταστήσουμε τὴν θιγμένη ἀξιοπρέπειά μας. Ἀκόμη κι ἂν ἀντιλαμβανόμαστε τὸ σφάλμα μας, ἐνοχλούμεθα ὅταν ἄλλοι μᾶς τὸ ὑπογραμμίζουν.
Ἡ ταπείνωση τελικὰ ἀγαπητοί μου ἀπαιτεῖ τόλμη καὶ εἰλικρίνεια. Θέλει ἡρωικὴ τόλμη γιὰ νὰ παραδεχθοῦμε τὶς ἀδυναμίες μας.Ἡ ταπείνωση τελικὰ ἀγαπητοί μου ἀπαιτεῖ τόλμη καὶ εἰλικρίνεια. Θέλει ἡρωικὴ τόλμη γιὰ νὰ παραδεχθοῦμε τὶς ἀδυναμίες μας.
Κι ἔχουμε τόσες πολλές!
Εἶναι καιρὸς νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ ἀγωνιστοῦμε γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε τελωνικὸ φρόνημα, τὴν εὐλογημένη ταπείνωση ποὺ μᾶς ὑψώνει στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ καὶ στὴ συνείδηση τῶν ἀδελφῶν μας, διότι αὐτὴ ἑλκύει τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς σκεπάζει καὶ μᾶς διασώζει. Ἀμήν.
24 Φεβρουαρίου 2019
Δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καὶ ἀναγνώσαμε στὴ θεία Λειτουργία τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Οἱ Κυριακὲς αὐτὲς τοῦ Τριωδίου καὶ οἱ πέντε τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, εἶναι οἱ βαθμίδες τῆς πνευματικῆς κλίμακας, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει στὴν μεγάλη ἑορτὴ τοῦ Πάσχα.
Τὴν προηγούμενη Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου πήραμε γιὰ ἐφόδιο στὴν πνευματική μας πορεία τὴν ταπεινοφροσύνη, ἐνῶ σήμερα ἀνεφοδιαζόμαστε μὲ ἄλλη μία ἀναγκαῖα ἀρετή, τὴ μετάνοια. Χωρίς ταπεινοφροσύνη δὲν μετανοοῦμε καὶ χωρὶς μετάνοια δὲν σωζόμαστε.
Ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ εἶναι ἡ συμπύκνωση τῆς διδασκαλίας τῶν τεσσάρων Εὐαγγελίων, διότι βεβαιώνει ὅτι ὁ Θεὸς μακροθυμεῖ καὶ περιμένει, δέχεται καὶ συγχωρεῖ, ἀναμένει καὶ ἀγκαλιάζει τὸν καθένα ποὺ μετανοεῖ καὶ ἐπιστρέφει. Αὐτὴ ἡ παρήγορη γιὰ ὅλους ἀλήθεια μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς εἶναι πάντα ἀνοικτός.
Ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς τοῦ ἀσώτου υἱοῦ εἶναι ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀνέχεται τὰ παιδιά του νὰ ἀποστατοῦν• νὰ φεύγουν, νὰ ζοῦν ἀσώτως• νὰ σπαταλοῦν τὴν πατρικὴ περιουσία, νὰ ἐξαθλιώνονται, νὰ πεινοῦν καὶ νὰ κοιμοῦνται μὲ τοὺς χοίρους. Εἶναι ὁ Πατέρας ποὺ δὲν κουράζεται νὰ κρατᾶ ἀνοικτὴ τὴν ἀγκαλιά Του, ξέροντας πὼς ὁ καθένας, ὅσο κι ἄν ξεπέσει, μέσα του διατηρεῖ τὴ συνείδηση πὼς ἔχει τὴν ἴδια οὐσία μὲ τὸν Πατέρα καὶ διατηρεῖ τὴ μνήμη τῆς ἀσφάλειας καὶ τῆς θαλπωρῆς τοῦ πατρικοῦ σπιτικοῦ. Αὐτὴ ἡ βεβαιότητα ἐνισχύει τὴ δύναμη τῆς ἀφύπνισης καὶ τῆς ὑπαρξιακῆς κραυγῆς «ἀναστάς, πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου».
Ὅταν ὁ ἄσωτος ξαναβρίσκει τὸν ἑαυτό του καὶ ἐπιστρέφει στὸ πατρικὸ σπίτι, τότε πραγματικὰ ἀνασταίνεται. Ἀνάσταση εἶναι ὁ γυρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὴ τὴν ἀνάσταση, ὁ Θεὸς ὄχι μόνο περιμένει, ἀλλὰ καὶ γίνεται ἄνθρωπος, καὶ παίρνει ἐπάνω του τὸν ἄνθρωπο καὶ πεθαίνει ὡς ἄνθρωπος καὶ ἀνασταίνεται ὡς Θεός, γιὰ νὰ ἀναστήσει μαζί του τὸν ἄνθρωπο.
Τὸ πατρικὸ σπίτι γίνεται τότε ὁ τύπος καὶ ἡ εἰκόνα τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καὶ κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ στὴ Βασιλεία Του. Ἡ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μᾶς βεβαιώνει γι’ αὐτὴν τὴν πραγματικότητα.
Ἡ ἐπανασύνδεση μὲ τὸν Θεὸ κάνει τὴν μετάνοια νὰ γίνεται βαθὺ βίωμα καὶ πνευματικὴ ἐμπειρία τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ποὺ θεραπεύει ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας. Τότε ὁ ἀγώνας ἀποκτᾶ ἄλλο νόημα καὶ ἄλλη δυναμική. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, ἔστω καὶ ἄν οἱ πτώσεις καὶ οἱ ἀδυναμίες μας εἶναι πολλές, δὲν μᾶς βυθίζουν πλέον στὴν ἀπόγνωση. Τὰ πάθη καὶ τὰ λάθη μας ἄν εἶναι μεγάλα, μᾶς ταλαιπωροῦν ἀλλὰ δὲν μᾶς τρομάζουν πιά. Οἱ ἐνοχές μας, ὅσο βαριὲς καὶ ἄν εἶναι, δὲν μᾶς συνθλίβουν ψυχικά, διότι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς μεταμορφώνει ὑπερβαίνοντας τὴν ἁμαρτωλότητά μας.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ζεῖ σὲ ἐξορία καὶ ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό, καθὼς σπαταλᾶ τὰ ποικίλα χαρίσματά του ἀσώτως χωρὶς ὄρους καὶ ὅρια. Ζεῖ σὰν νὰ μὴν ὑπάρχει Θεός, καὶ τότε ἡ τραγωδία τῆς ἐξορίας του γίνεται πιὸ πικρή. Στὴν προσπάθειά του νὰ γευθεῖ καὶ νὰ ἀπολαύσει τὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀποκτήσει πολλά, συνήθως τὸ πληρώνει ἀκριβά.
Ἡ εὐαγγελικὴ παραβολὴ ποὺ ἀκούσαμε καὶ ἡ ὑμνολογία τῆς κατανυκτικῆς περιόδου ποὺ διανύουμε μᾶς βοηθοῦν νὰ ξαναδοῦμε τὴν πνευματική μας κατάσταση μέσα ἀπ’ αὐτὴν τὴν προοπτική. Ἀρκεῖ νὰ νοσταλγήσουμε τὴ χαμένη χαρὰ τῆς ὄντως ζωῆς, ποὺ θὰ γευθοῦμε ἐπιστρέφοντας στὸν οἶκο τοῦ Πατρός, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία καὶ μᾶς χωράει ὅλους. Ἀμήν.
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Ματθ. δ΄12-17)
13 Ἰανουαρίου 2019
Τὸ κεντρικὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀφορᾶ στὸν πυρῆνα τοῦ περιεχομένου τῆς πρώτης προσκλήσεως τοῦ Κυρίου πρὸς κάθε ἄνθρωπο μέσα στὴν ἱστορία καὶ ἔκτοτε στὴν ἐπαναλαμβανόμενη προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας γιὰ μετάνοια. Νὰ ξέρουμε ὅτι κάνοντας λόγο γιὰ τὴν μετάνοια, στὴν οὐσία ἀποκαλύπτουμε τὸ βαθύτερο μήνυμα ὅλου τοῦ κηρύγματος τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ μὲ σύσταση μετανοίας ἄρχισε τὸ κήρυγμά Του καὶ μ᾽᾿αὐτὴν τὸ τελείωσε.
Ἔτσι καὶ σήμερα θὰ κάνουμε λόγο γιαυτὴν τὴν σωτήρια ἀρετὴ καὶ μακάρι νὰ τὸ κάναμε συχνότερα. Μ'αὐτὸν ἄλλωστε τὸν τρόπο συνειδητοποιοῦμε ὅτι καθημερινῶς σφάλλουμε, ἀδικοῦμε καὶ ἁμαρτάνουμε.
Ἔχει λοιπὸν βαρύτητα τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ ξεκίνησε καὶ τελείωσε μὲ προτροπὴ γιὰ μετάνοια. Βεβαιώνεται ἔτσι πώς, γιὰ νὰ ζήσουμε ὡς πνευματικοὶ ἄνθρωποι, πρέπει μὲ τὰ ἔργα μας νὰ ἐμφανίζουμε καρποὺς μετανοίας, ἐπειδὴ ἡ μετάνοια εἶναι ἡ κατὰ Θεὸν ζωὴ ποὺ ἐξασφαλίζει τὴ σωτηρία μας.
Ὁ Χριστὸς ἀρχίζοντας τὴν διδασκαλία Του παρέλαβε τὸν λόγο τοῦ προφήτου Ἰωάννου στὴν ἔρημο, ὅπως μᾶς τὸ διασώζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, μὲ τὴν προτροπὴ «Μετανοεῖτε· γιατὶ πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν...». Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τελείωσε τὸ ἔργο Του ἐπὶ τῆς γῆς, ἀφοῦ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, παραγγέλλει στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουν μετάνοια σ᾿᾽ ὅλα τὰ ἔθνη στὸ ὄνομά Του.
Ἔτσι, ἀποκαλύπτεται πὼς ὁ Χριστὸς μὲ τὸν λόγο Του εἶναι ἡ συνέχεια τῶν Προφητῶν καὶ δὲν ἦλθε νὰ καταργήσει τοὺς νόμους ἢ τοὺς Προφῆτες, ἀλλὰ νὰ τοὺς συμπληρώσει⋅· τὸν μὲν προφητικὸ λόγο νὰ συμπληρώσει μὲ τὸν Εὐαγγελικὸ καὶ ὅλα νὰ τὰ συμπυκνώσει στό «μετανοεῖτε».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕνα μοναδικὸ τρόπο νὰ διορθώσει ὅ,τι κακὸ ἔχει κάνει καὶ ἕνα σωτήριο μέσο νὰ διασφαλίσει τὴ σωτηρία του. Τὴν μετάνοια, τὴν ὁποία κάποτε ἀπαξιώνει καὶ ἄλλοτε ἀγνοεῖ. Καὶ ὅσο συμβαίνει αὐτό, τόσο ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος τοῦ γίνεται ἀνεφάρμοστος, ἐπειδὴ ἀδυνατεῖ νὰ τὸν κατανοήσει.
Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση βαθαίνει στὴν ἀμετανοησία καὶ προσεγγίζει στὸν ψυχικὸ θάνατο, ἀφοῦ μὴ συναισθανόμενος τὸ σφάλμα του ἀδιαφορεῖ στὴν πρόσκληση στὴ νέα ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἀποζητᾶ τὸ ἔλεός Του γιὰ σωτηρία, ἐπειδὴ δὲν γνωρίζει τὴν ἄπειρη φιλανθρωπία καὶ ἀγάπη Του. Συνεχίζει τὴν ἀμετανόητη ζωή, ποὺ γίνεται ἡ χειρότερη ἀνθρώπινη στάση, διότι εἶναι θόλωση τοῦ νοῦ· τύφλωση ποὺ συσκοτίζει τὸν κόσμο μας καὶ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ ἔχουμε καθαρὴ εἰκόνα, ποῦ βαδίζουμε. Νομίζουμε πὼς ὅλα εἶναι καλὰ καὶ συνεχίζουμε νὰ ζοῦμε ἀνυποψίαστοι.
Ὁ φιλάνθρωπος ὅμως Θεὸς δίνει συνέχεια ἀφορμὲς νὰ ἔλθουμε σὲ ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειάς Του, γιὰ νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι Ἐκεῖνος μόνον μπορεῖ καὶ συγχωρεῖ κάθε ἁμαρτία, ὅσο τραγικὴ κι ἄν εἶναι, καὶ ἐλεεῖ ἐκείνους ποὺ νοιώθουν τὸ σφάλμα τους, παύουν τὶς ἁμαρτίες τους καὶ ζητοῦν τὸ ἔλεός Του.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ μετάνοια εἶναι νόμος τοῦ Θεοῦ καὶ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μᾶς καλεῖ καὶ μέσα στὸν νέο χρόνο ποὺ ξεκίνησε, ὡς ἐπαναλαμβανόμενη πνευματικὴ εὐκαιρία, νὰ μᾶς κάνει καινούργιους μὲ ἕναν μόνον ὅρο καὶ ἕνα νόμο, τὴν μετάνοια. Ἡ δύναμη καὶ ἡ ἀξία τῆς ὁποίας παρέχει ζωὴν αἰώνιον.
Στοχεύοντας νὰ γίνουμε μέτοχοι αὐτῆς τῆς αἰώνιας ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, καλούμεθα ἁπλῶς νὰ ἀνοίξουμε τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μας στὴν ἀκατάπαυστη προτροπὴ τοῦ ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντος Χριστοῦ καὶ τοῦ Προφήτου Ἰωάννου «μετανοεῖτε· γιατὶ πλησιάζει ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Γένοιτο.
20 Ἰανουαρίου 2019
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε τὴ διήγηση γιὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῶν δέκα λεπρῶν καὶ θαυμάσαμε τὴ θερμὴ εὐγνωμοσύνη τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς δέκα θεραπευμένους. Αὐτός, «ἰδὼν ὅτι ἰάθη», σημειώνει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ἐπέστρεψε στὸν Κύριο καὶ μὲ δυνατὴ φωνή, πεσμένος στὸ ἔδαφος, δόξαζε τὸν Θεὸ καὶ εὐχαριστοῦσε τὸν Εὐεργέτη του.
Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε ποιὲς εἶναι οἱ δωρεὲς τοῦ Θεοῦ καὶ πῶς ἐμεῖς μποροῦμε νὰ ἐκφράσουμε πρὸς Ἐκεῖνον τὴν εὐγνωμοσύνη μας.
Οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀλήθεια ἀμέτρητες. Μᾶς δημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενὸς καὶ μᾶς δίνει ὅλα τὰ μέσα γιὰ τὴ συντήρησή μας. Ἡ πρόνοιά Του ἁπλώνεται σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς μας. Τὶς περισσότερες φορὲς ἔχουμε ὅ,τι χρειαζόμαστε πρὶν προλάβουμε νὰ Τοῦ τὸ ζητήσουμε.
Ἀσυγκρίτως μεγαλύτερες εἶναι οἱ πνευματικὲς δωρεές Του, μὲ κορυφαία εὐεργεσία τὸ ὅτι ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του ἔγινε ἄνθρωπος καὶ σταυρώθηκε γιὰ νὰ μποροῦμε ἐμεῖς νὰ ἔχουμε τὴν δυνατότητα νὰ ἀναστηθοῦμε. Μᾶς γλύτωσε ἀπὸ τὴν φοβερὴ κόλαση καὶ μᾶς χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Μᾶς ἔβαλε μέσα στὴν Ἐκκλησία Του, μᾶς ἀξίωσε νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀλήθεια, νὰ εἴμαστε Χριστιανοί. Βαπτισθήκαμε, χρισθήκαμε, ζοῦμε μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου πνέει ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γνωρίζουμε τὸ νόημα τῆς ζωῆς. Μποροῦμε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὸν θάνατο μὲ ἐλπίδα. Μᾶς χάρισε τὸν λόγο Του, τὴν Ἁγία Γραφή, τὸ μεγάλο ὅπλο τῆς προσευχῆς. Λαμβάνουμε ἄφεση ἁμαρτιῶν στὸ Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως. Παίρνουμε τὸν Θεὸ μέσα μας στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἔχουμε ἄγγελο φύλακα, βοηθοὺς καὶ συμπαραστάτες μας τοὺς Ἁγίους. Ἔχουμε ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς τοὺς ἄλλους πιστούς.
Εὐεργεσίες ὅμως εἶναι καὶ οἱ θλίψεις ποὺ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας. Ναί, εἶναι εὐεργεσίες, διότι ὅταν τὶς ἀντιμετωπίζουμε μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ἐξαγιαζόμαστε. Ἔλεγε ὁ νέος ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ἡ ὑγεία εἶναι μεγάλο δῶρο. Τὴν ὠφέλεια ὅμως ποὺ δίνει ὁ πόνος, δὲν μπορεῖ νὰ τὴ δώσει ἡ ὑγεία».
Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους ὑπάρχει τρόπος καὶ ἐμεῖς νὰ ἐκδηλώνουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας.
Πρῶτα πρῶτα ἀναγνωρίζοντας τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Νὰ κάνουμε ἀποτίμηση καὶ ἀπολογισμὸ τῶν πράξεων καὶ τῶν «σημείων» τῆς κάθε ἡμέρας τῆς ζωῆς μας. Ἔτσι θὰ συνειδητοποιοῦμε τὶς φανερὲς καὶ ἴσως, τὶς πιὸ πολλὲς ἀφανεῖς Του εὐεργεσίες καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε προσευχητικά. Ἡ προσευχή μας εἶναι καλὸ νὰ μὴν περιέχει μόνον αἰτήματα, ἀλλὰ κυρίως εὐχαριστίες.
Νὰ μετέχουμε πρόθυμα καὶ καρδιακὰ στὴ θεία Λειτουργία, ἡ ὁποία ἔχει κατεξοχὴν εὐχαριστιακὸ χαρακτῆρα.
Τὸ σημαντικότερο ὅμως εἶναι νὰ ἐκδηλώνουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας ἔμπρακτα μὲ τὴ ζωή μας. Νὰ κάνουμε ὑπακοὴ στὸ θέλημά Του καὶ ἀναλογιζόμενοι πὼς ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, νὰ σταυρώσουμε κι ἐμεῖς τὰ πάθη μας.
Ἀδελφοί μου,
στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ἀκοῦμε τὸν Κύριο νὰ διατυπώνει παράπονο. «Δὲν θεραπεύθηκαν οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννέα ποῦ εἶναι;». Ὁ Θεὸς φαίνεται νὰ παραπονεῖται γιὰ τὴν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων, ἂν καὶ δὲν κερδίζει τίποτε ἀπὸ τὶς εὐχαριστίες τους. Οἱ ἄνθρωποι κερδίζουν, διότι ὁ Θεὸς σ᾽᾿ἐκείνους ποὺ Τὸν εὐγνωμονοῦν μὲ λόγια καὶ ἔργα προσθέτει καὶ ἄλλες εὐεργεσίες. Ἂς μάθουμε νὰ λέμε «εὐχαριστῶ» στοὺς εὐεργέτες μας, γιὰ νὰ γινόμαστε ἔμπρακτα, ὅπως ὁ ἕνας λεπρὸς, εὐγνώμονες πρὸς τὸν Σωτῆρα τῆς ζωῆς μας.
Ἀμήν.
27 Ἰανουαρίου 2019
Ὁ Ζακχαῖος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὴ στάση του ἀποκάλυψε μιὰ βασικὴ ἀλήθεια, πὼς εἶναι ἀσέβεια στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ νὰ ἁμαρτάνουμε προσβάλλοντας τὸ ὄνομά Του, καὶ εὐτυχία νὰ κοινωνοῦμε μὲ τὸν Χριστό.
Ὁ ἴδιος ὁ Ζακχαῖος δὲν φοβήθηκε τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν γελάσουν μαζί του· δὲν λογάριασε τὴν ἡλικία του καὶ τὴν κοινωνικὴ θέση του, ἀλλὰ ἔτρεξε κι ἀνέβηκε στὸ δέντρο. Γιατὶ εἶχε μιὰ καὶ μοναδικὴ ἐπιθυμία· νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ κοινωνήσει μαζί Του.
Μὲ αὐτὴ τὴ διάθεση ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ δὲν πέρασε ἀπαρα-τήρητη ἀπ᾿ αὐτόν. Ἀπεναντίας ἔγινε αἰτία γιὰ ἔμπρακτη μετάνοια. Σὲ ἀντίθεση μὲ ἐμᾶς τοὺς ἐπίσης ἁμαρτωλούς, ποὺ ὁ Χριστὸς περνάει δίπλα μας καὶ ἐμεῖς Τὸν προσπερνοῦμε. Δὲν Τὸν προσέχουμε, οὔτε τοῦ ζητοῦμε νὰ μείνει μαζί μας. Τὸν ἀφήνουμε, ἐπειδὴ ντρεπόμαστε νὰ Τοῦ ποῦμε πὼς εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ νὰ Τοῦ ζητήσουμε συγχώρηση.
Πολλοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ντρέπονται νὰ μετανοήσουν, ἀλλὰ δὲν ντρέπονται νὰ ἁμαρτάνουν. Ντρέπονται καὶ φοβοῦνται τοὺς ἀνθρώπους μήπως κατηγορηθοῦν πὼς εἶναι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ δὲν ντρέπονται καὶ δὲν φοβοῦνται ποὺ εἶναι μὲ τὸ διάβολο.
Ντρέπονται νὰ πᾶνε στὴν Ἐκκλησία, νὰ ἐξομολογηθοῦν, νὰ κοινω-νήσουν καὶ τὸ πιὸ ἁπλό, νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους. Τί θὰ πεῖ ὁ κόσμος σκέπτονται. Πῶς θὰ μᾶς κρίνουν οἱ ἄλλοι.
Ἔτσι, ρυθμίζουμε τὸ βίο μας, τὴν πορεία μας, σύμφωνα μὲ τὴν κρίση τοῦ κόσμου. Καὶ τὸ πιὸ σπουδαῖο καὶ ἀνησυχητικό, χάνουμε ἢ δὲν ἐπιδιώκουμε τὴ σωτηρία μας γιὰ χάρη τοῦ κόσμου. Εἴμαστε ἕρμαιοι στὴν κριτικὴ τῶν ἄλλων καὶ ἀφήνουμε τὴ ζωὴ καὶ τὴ σωτηρία μας σὲ χέρια ἀκατάλληλα, ἀνάξια καὶ ἐπικίνδυνα. Δὲν ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ πιὸ σίγουρη ἀποτυχία στὴ ζωή, εἶναι ἡ προσπάθειά μας νὰ τὴν φτιάξουμε ὅπως τὴν θέλουν οἱ ἄλλοι.
Ὁ Ζακχαῖος σήμερα μᾶς δίνει ἕνα γερὸ μάθημα. Μᾶς ὑποδεικνύει νὰ ἀγνοοῦμε αὐτοὺς ποὺ μᾶς βάζουν ἐμπόδια καὶ μᾶς δημιουργοῦν δυσκολίες, ἀφοῦ τὸ θέμα τῆς δικῆς μας σωτηρίας εἶναι προσωπικὸ καὶ μοναδικό.
Καὶ ὅπως αὐτὸς βρῆκε τρόπο νὰ ξεπεράσει τὶς δυσκολίες καὶ νὰ ὑπερνικήσει τὰ ἐμπόδια, μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἐμεῖς μποροῦμε νὰ πορευτοῦμε. Ἂς μὴν ἰσχυριστοῦμε πὼς ἔχουμε ἐμπόδια ἀπὸ τὸ ἐπάγγελμά μας, τὴν κοινωνικὴ θέση, τὴν ἡλικία μας, τὶς διάφορες καταστάσεις, τὴν κοινὴ γνώμη. Ὅλα αὐτὰ τὰ βάζουμε στὴν ἄκρη, διότι ἡ σωτηρία μας εἶναι τεράστιο θέμα καὶ καθοριστικό.
Κάνοντας λοιπὸν αὐτὸ τὸ πρῶτο καὶ οὐσιαστικὸ βῆμα, προχωροῦμε στὸ δεύτερο, ποὺ εἶναι νὰ τὰ βροῦμε καὶ νὰ μονοιάσουμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας. Ἡ κοινωνία μὲ τὸν Χριστὸ σημαίνει καὶ κοινωνία μὲ τὸν πλησίον, ἀφοῦ τὸ ἕνα ἐμπεριέχεται στὸ ἄλλο.
Μὴ νομίσουμε ποτὲ ὅτι τὰ ἔχουμε καλὰ μὲ τὸ Θεό, ὅταν δὲν τὰ ἔχουμε καλὰ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Λέμε ψέματα, διευκρινίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Εἶναι δυνατὸ νὰ λέμε πὼς ἀγαπᾶμε τὸ Θεό, ποὺ δὲν βλέπουμε, ὅταν δὲν ἀγαπᾶμε τοὺς συνανθρώπους μας, ποὺ καθημερινὰ βλέπουμε μπροστά μας;
Μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, δὲν μποροῦμε νὰ λειτουργήσουμε διαφορετικά. Σὲ κάθε ἄλλη περίπτωση διασπᾶμε τὴν ἑνότητα καὶ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
ἂν εἶναι νὰ ντρεπόμαστε γιὰ κάτι, αὐτὸ εἶναι ἡ δική μας ζωὴ ποὺ εἶναι ἀντίθετη πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἂν εἶναι νὰ φοβόμαστε, αὐτὸ εἶναι ἡ ἄδικη καὶ ἁμαρτωλὴ τακτική μας.
Τὸ ἐρώτημα ποὺ γεννιέται, εἶναι ἂν ἐμεῖς ἐπιθυμοῦμε τὴν ἀλλαγή. Ἀν ἀναζητοῦμε τρόπο γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ὁ Χριστὸς ἦλθε γιὰ νὰ βρεῖ καὶ νὰ σώσει τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὅλους καὶ ἐμᾶς. Βρίσκει ἐκείνους ποὺ προσπαθοῦν νὰ Τὸν συναντήσουν· ποὺ Τὸν ἀναζητοῦν. Φανερώνεται σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπιθυμοῦν ν᾽᾿ ἀλλάξουν καὶ ν᾽᾿ ἀναγεννηθοῦν. Λυτρώνει τοὺς ἀποφασιστικοὺς ποὺ ἀφήνουν πίσω τους τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο τῆς φθορᾶς καὶ τῆς πτώσεως καὶ ποθοῦν τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἀφθαρσίας, ὅπως ὁ Ζακχαῖος.