en ru

ΜΗΝΥΜΑ 

welcome img

Στὶς συναντήσεις Του μὲ τὸν κάθε ἄνθρωπο ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται ὅλο καὶ μὲ καινοφανεῖς μορφές. Κάθε πρόσωπο καὶ κάθε ἐμφάνιση σημαδεύει κάτι καινούργιο, κάτι πρωτόγνωρο. ῞Οπως κατὰ τὴν γονιμοποίηση ἑνὸς ὠαρίου ἀπὸ ἕνα σπερματοζωάριο μπορεῖ νὰ προκύψουν ἄπειρα σχεδὸν διαφορετικὰ ζυγωτά, τὸ καθένα μὲ τὴν δική του πρωτόγνωρη γενετικὴ φυσιογνωμία, ὅπως οἱ ἄνθρωποι ὅσο κι ἂν μοιάζουμε δὲν ἔχουμε ἐπαναλαμβανόμενες μορφές, κατὰ ἀνάλογο τρόπο ὁ καθένας μας εἶναι προικισμένος μὲ τὴν δυνατότητα καὶ ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ δώσει μιὰ νέα ἔκφραση τοῦ θεϊκοῦ προσώπου σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο.

  Ο Θεὸς λοιπὸν φαίνεται ἀπόμακρος, ἐπειδὴ ἡ ἔκφρασή Του στὴν δική μας ζωὴ καὶ ψυχὴ εἶναι ἀκόμη ἄγνωστη, ἀδημιούργητη. Μόλις ὅμως γίνει ἡ συνάντηση μαζί Του, μιὰ καινούργια, πρωτότυπη, ἀνεπανάληπτη ἔκφρασή Του θὰ κάνει τὴν ἐμφάνισή της. Τὸ πρόσωπό Του θὰ ἔχει δημιουργήσει μιὰ ἄγνωστη ὡς τώρα εἰκόνα Του, ἕνα μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο ὁμοίωμά Του. Αὐτὸ σημαίνει συνάντηση μὲ τὸν Θεό. ῾Ο Θεὸς ἀπὸ ἐρώτημα, φιλοσοφικὸ ζητούμενο καὶ ἀμφισβήτηση γίνεται πλέον ἐμπειρία. ᾿Απὸ ἀπόμακρος καὶ δύσκολος γίνεται οἰκεῖος καὶ εὔκολος. Γίνεται «ὁ ἐν ἡμῖν».

  Συνάντηση μὲ τὸν Θεὸ σημαίνει νὰ γεύεσαι τὸν τότε ἀπηγορευμένο ἀλλὰ τώρα εὐλογημένο καρπό. Δὲν ἦταν κακὸ νὰ γνωρίζουν οἱ πρωτόπλαστοι τὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν ἦταν τῆς ὥρας. Τώρα εἶναι ἡ ὥρα τοῦ ἄλλοτε ἀπηγορευμένου καρποῦ. Τώρα εἶναι κακὸ νὰ μὴν γευθεῖς τὸν καρπό. Τώρα εἶναι ἡ ὥρα τῆς θεογνωσίας. Τότε ὁ Θεὸς ζήτησε ὑπακοή· τώρα δίνει εὐκαιρία· προσφέρει εὐκαιρίες.

  Αὐτὴ ἡ ἔντονη ἐπιθυμία τοῦ καινούργιου ποὺ ἀγνοεῖται, τοῦ ἄγνωστου ποὺ ὅμως ἐλπίζεται, τοῦ μεγάλου ποὺ κρύβεται, τοῦ ρίσκου ποὺ ἀποφασίζεται δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ φυσικὴ δύναμη ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει βάλει μέσα μας γιὰ νὰ Τὸν συναντοῦμε, νὰ γευόμαστε τὸ θεϊκὸ Του ποὺ μετέχεται.

  Εἶναι καμπύλος ὁ χῶρος Του, ὅπως τὸ σύμπαν. ῎Οχι εὐθὺς καὶ ἐπίπεδος. ῎Οχι σκληρὸς καὶ ἄκαμπτος. Δὲν εἶναι γραμμικὴ ἐξίσωση μὲ μία λύση, ἀλλὰ ἀπειροδιάστατος χῶρος ποὺ γεννᾶ καὶ ἀξιοποιεῖ τὴν ἐλευθερία σου. Χῶρος ὅπου τὸ καλὸ παύει νὰ εἶναι καλὸ ὅταν ὑπάρχει τὸ καλύτερο. ᾿Ατμόσφαιρα μέσα στὴν ὁποία ἡ ἐλάσσων ἐλευθερία τῶν ἐπιλογῶν καταρρέει. ᾿Εδῶ ἐλευθερία δὲν εἶναι τὸ νὰ ἐπιλέγεις αὐτὸ ποὺ σοῦ προσφέρεται, ἀλλά, μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα πολὺ καλοῦ, διαρκῶς νὰ δημιουργεῖς τὸ καλύτερο.

  ῾Ο Θεὸς εἶναι σὰν μαύρη τρύπα, ἀπ᾿ αὐτὲς ποὺ ὑπάρχουν στὸ σύμπαν. Δὲν βλέπεται· διαπιστώνεται. ῎Εχει τόσο ἰσχυρὸ βαρυτικὸ πεδίο ποὺ τοὺς πάντας προσελκύει χωρὶς ὅμως νὰ φαίνεται. Αὐτὸ ποὺ ἀναδίδει δὲν εἶναι ἡ ταυτότητά Του, ἀλλὰ ἡ δυνατότητά μας νὰ Τὸν διαπιστώνουμε γιὰ νὰ Τὸν πιστεύουμε.

  Εἶναι εὐγενὴς ὁ Θεός. Κρύβεται· γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν ψάξουμε. ῾Η ἀγάπη Του ὑποτάσσεται στὸ αὐτεξούσιό μας· γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν διεκδικήσουμε. Εἶναι πολὺ πολὺς καὶ πολὺ ἄλλος· γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν τολμήσουμε.

    
Ἰούλιος 2024


ΜΗΝΥΜΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ


welcome img

«Ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,
ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω. ιστ΄ 13)

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔχει σὰν προορισμό Του νὰ φανερώνει τὸν Θεὸ στὴν ἱστορία καὶ στὴν Ἐκκλησία, νὰ Τὸν φανερώνει στὴν αἰώνια βασιλεία Του, παράλληλα δὲ νὰ φανερώνει τὸ μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου, τὸν εἰκονισμένο Θεὸ στὸν ἄνθρωπο.

Ὁ λόγος, λοιπόν, ποὺ ὁ Κύριος μᾶς στέλνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι γιὰ νὰ μπορέσουμε κι ἐμεῖς νὰ ζήσουμε τὴ δική μας μεταμόρφωση καὶ τὴ φανέρωση τοῦ δικοῦ μας προσώπου, καὶ ἔτσι νὰ ἀλλάξουμε τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον βλέπουμε τὸν Θεὸ καὶ τὸν κόσμο.

Στὴν Ἁγία Γραφὴ ὑπάρχουν τρεῖς μεταμορφώσεις προσώπων πολὺ ἐντυπωσιακές. Ἡ μία εἶναι ἡ μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου πάνω στὸ Ὄρος Θαβώρ, ὅπου, ὅπως περιγράφεται ἀπὸ τοὺς τρεῖς εὐαγγελιστές, «ἐγένετο τὸ εἶδος τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἕτερον» (Λουκ. θ΄, 29). Ἡ εἰκόνα τὴν ὁποία εἶχαν οἱ μαθητὲς γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἰκόνα ἐντελῶς ἀνθρώπινη, εἰκόνα ἐντελῶς αἰσθητή, ἄλλαξε καὶ μετεμορφώθη καὶ φανερώθηκε γιὰ λίγο ἡ λάμψη τῆς θεότητός Του.

Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη μεταμόρφωση προσώπου. Ἀναφέρεται στὸ τέλος τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου. Ὁ Μωϋσῆς, ἀφοῦ παρέλαβε τὶς Δέκα Ἐντολές, ἀφοῦ διεμήνυσε ἀπὸ μακρυὰ πρὸς τὸν λαὸ τὰ ὅσα ὁ Κύριος τοῦ ἐπηγγέλθη, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ Ὄρος δοξάσθηκαν, λαμπρύνθηκαν τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ προσώπου του, ἐπειδὴ τοῦ εἶχε μιλήσει ὁ Θεός. «Δεδόξασται ἡ ὄψις τοῦ χρώματος τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἐν τῷ λαλεῖν αὐτὸν αὐτῷ» (Ἐξ. λδ΄ 29). Τέτοια ἀλλοίωση ὑπέστη τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὴν λάμψη καὶ τὴν δόξα, ὥστε οἱ Ἰουδαῖοι ἀπὸ μακρυὰ τὸν ἔβλεπαν καὶ δὲν ἄντεχαν νὰ τὸν ἀντικρύζουν, πολλῷ μᾶλλον νὰ τὸν πλησιάσουν.

Καὶ ἡ τρίτη μεταμόρφωσις προσώπου εἶναι ἡ ἀλλοίωσις τὴν ὁποία ἔβλεπαν ἀκόμη καὶ ἀκάθαρτα μάτια στὸ πρόσωπο τοῦ διακόνου Στεφάνου ὅταν ἀπελογεῖτο ἐνώπιον τοῦ συνεδρίου. «Ἅπαντες οἱ καθεζόμενοι ἐν τῷ συνεδρίῳ εἶδον τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡσεὶ πρόσωπον ἀγγέλου». (Πράξ. Στ΄ 15). Ἔλαμψε τὸ πρόσωπο του καὶ δὲν ἦταν αὐτὸ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, αὐτὸ ποὺ εἶχαν συνηθίσει νὰ βλέπουν, ἀλλὰ ἦταν ἕνα ἀγγελικὸ πρόσωπο.

Καὶ τὸ δικό μας πρόσωπο μπορεῖ νὰ ἀλλάξει. Κι ὄχι ἁπλῶς μπορεῖ, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἀλλάξει. Πρέπει νὰ ὑποστεῖ αὐτὴν τὴν μεταμόρφωση, ὥστε νὰ βλέπουμε τὸν Θεὸ διαφορετικό, ἀναστημένο, ὄχι μὲ ἀνθρώπινα μάτια. Ἀντιστοίχως, πρέπει νὰ βλέπουμε τὰ γεγονότα ἔξω ἀπὸ τὸν χρόνο, ἔξω ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις, ἔξω ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό μας, ἔξω ἀπὸ τὴν στενότητά μας. Πρέπει νὰ βλέπουμε τὴ ζωὴ ἔξω ἀπὸ τὴ παροδικότητά της καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερότητά της, πέρα ἀπὸ τὴν μικρότητά της. Καὶ τέλος πρέπει νὰ βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας, ὄχι ὅπως εἴμαστε, ἀλλὰ ὅπως θὰ εἴμαστε στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι μεγάλες ἀλήθειες αὐτές. Πολλὲς φορὲς πηγαίνουμε στοὺς πνευματικούς μας καὶ τοὺς μιλᾶμε τόσο ἀνθρώπινα καὶ θέλουμε κι αὐτοὶ νὰ μᾶς μιλήσουν ἀνθρώπινα. Κάνουμε τὴν προσευχή μας καὶ αὐτὴ εἶναι πεζή, κουραστική, προκλητικὰ φτωχὴ καὶ ἀνθρώπινη. Κι ὁ Θεὸς μᾶς ἀπαντᾶ πνευματικὰ καὶ δὲν Τὸν ἀναγνωρίζουμε. Ἐμεῖς Τὸν θέλουμε γιὰ ὑπηρέτη αὐτῆς τῆς ζωῆς. Θέλουμε τὴν Ἐκκλησία γιὰ βόλεμα τοῦ συναισθήματός μας, τῆς μικρᾶς καὶ στενῆς ἀντιλήψεώς μας καὶ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε αὐτὸ τὸ ἄνοιγμα.  Νὰ ἀνοίξουμε τὰ μάτια μας ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο στὸν ἄλλον, ἀπὸ τὸν χρόνο λίγο στὴν αἰωνιότητα.  Νὰ ἀνοίξει ἡ καρδιά μας καὶ νὰ γευθεῖ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, νὰ δεχθεῖ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.  

Οἱ μέρες αὐτὲς εἶναι μέρες ποὺ μᾶς καλοῦν σὲ μεταμόρφωση σὰν τὴν μεταμόρφωση τῶν ἀποστόλων. Κι αὐτοὶ δειλοὶ ἄνθρωποι ἦταν• ὄχι μόνον δειλοὶ πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Καὶ ὅμως μετεμορφώθησαν καὶ ὁδηγήθησαν στὸ μαρτύριο ὅλοι τους, μὲ ἐξαίρεση τὸν ἀπόστολο Ἰωάννη. Αὐτοὶ ποὺ ἡ γλῶσσά τους ἦταν δεμένη, ἐκήρυξαν σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Ψαράδες ἦταν καὶ σὰν σοφοὶ μιλοῦσαν. Αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν μποροῦσαν κἂν νὰ ὁμολογήσουν τὸν Χριστὸ στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμὴ τῆς ζωῆς, στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμὴ τῆς χάριτος, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἀκριβῶς ἄνοιξαν τὰ στόματά τους καὶ Τὸν ὁμολόγησαν σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Αὐτοὶ ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ κατανοήσουν τὸν λόγο Του, ἀπεκάλυψαν στὸν κόσμο καὶ στὴν ἱστορία τὸ μυστήριό Του.

Αὐτὸ εἶναι τὸ θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Πεντηκοστή. Ἂς μὴν τὴν γιορτάσουμε σὰν ἕνα γεγονὸς ποὺ κάποτε συνέβη, ἀλλὰ ἂς τὸ μεταμορφώσουμε σὲ μιὰ προσωπικὴ ἐμπειρία ὁ καθένας μας. Χωρὶς αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ μεταμόρφωση δὲν μποροῦμε νὰ ζήσουμε πνευματικά, δηλαδὴ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Μπορεῖ ἡ ζωή μας νὰ ἔχει μιὰ ἠθικὴ ὑπογραφή, μπορεῖ νὰ ἔχει τὴν ποιότητα τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου, μπορεῖ νὰ ἔχει τὸν ἀγώνα τῆς εὐτυχίας ἢ καὶ τῆς ἐπιτυχίας σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο. Τὴν θέα ὅμως τοῦ οὐρανοῦ, τῆς ἄλλης ζωῆς, τῆς αἰωνιότητας, καὶ πολὺ περισσότερο τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴ γεύση τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν θὰ τὴν ἀποκτήσουμε. Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπαναλαμβάνει τὸ προσκλητήριό της. Τὸ ἐπαναλαμβάνει καὶ σὲ μᾶς.

Νὰ δώσει ὁ Θεὸς αὐτὸ νὰ γίνει, ὄχι σὰν ἀποτέλεσμα κάποιας δικῆς μας προσπάθειας, κυρίως ὅμως σὰν καρπὸς τῆς ταπεινώσεως τῆς δικῆς μας διαθέσεως καὶ τῆς φανερώσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν ταπεινὴ καρδιά μας. Ἀμὴν.

 
Πεντηκοστὴ 2024

 

Mήνυμα Αναλήψεως 2024
«Σὺ εἶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ λυτρωτὴς τοῦ κόσμου»

(ἀπὸ τὸ Ἀπολυτίκιον τῆς ἑορτῆς)
welcome img

Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως, ἐνῶ ἀποτελοῦσε τὸ τέλος τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου, στὴν οὐσία ἀποτελεῖ τὴν ἀρχὴ τοῦ γεγονότος τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ἂς μετα­φέρουμε λίγο τὸν νοῦ μας πέραν ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ γεγονός, ἐκεῖ ποὺ πραγματικὰ ξεδιψάει, ποὺ ἀληθινὰ διαρκεῖ, ποὺ ποτὲ δὲν λήγει καὶ πάντα ἀφήνει βαθειὰ τὰ ἀποτυπώματά του μέσα στὴν ψυχή μας καὶ ἀποτελεῖ τὸν ἀληθινὸ ἑορτασμὸ καὶ τὴν πραγματικὴ πανήγυρη.

Ὁ Κύριος παίρνει τοὺς μαθητὲς μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ ἀρχίζει νὰ τοὺς μυσταγωγεῖ στὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως, νὰ τοὺς φανερώνεται καὶ νὰ τοὺς προκαλεῖ λίγο τὸν διάλογο μὲ τὸν ἑαυτό Του ἀναστάντα. Καὶ ἐνῶ στὶς αἰσθήσεις τους πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν ὑπῆρχε ὁ σταυρὸς καὶ ὁ πιστοποιημένος θάνατος, ἀρχίζει νὰ τοὺς ἀνοίγει τὸ μυαλὸ καὶ νὰ τοὺς ἐμφανίζεται, ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστής, «ν τέρ μορφ» (Μᾶρκ. ιστ΄ 12). Ἀφοῦ ἀκριβῶς τοὺς βεβαιώνει μὲ ἀποδείξεις γιὰ τὸν ἑαυτό Του τὴν ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσεως, τοὺς βγάζει σιγὰ-σιγὰ ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου εἶναι τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Ἐκεῖ ἀρχίζει νὰ ἀναλαμβάνεται πρὸς τὸν οὐρανό, νὰ τοὺς δίνει τὴν εὐλογία Του, νὰ ἀποχωρίζεται, καὶ ἔκθαμβοι αὐτοὶ νὰ ἀντικρύζουν τὸν ὁριστικὸ πλέον αἰσθητὸ χωρισμὸ ἀπὸ τὸν Κύριο. Δύο ἄγγελοι τοὺς λένε: «Μὴν παραξενεύεσθε· αὐτὸς ὁ ὁποῖος τώρα σᾶς εὐλογεῖ καὶ ἀνέρχεται πρὸς τὸν οὐρανὸ, δὲν εἶναι μόνον ὁ ἀναστημένος διδάσκαλος, ἀλλὰ εἶναι ὁ ἀληθινὸς Χριστός, ὁ Θεός».

Αὐτὸ έν συντομίᾳ εἶναι τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως, τὸ ὁποῖο ἔχει δύο ὄψεις. Ἡ μία εἶναι ἡ ὁρατή, αὐτὴ ποὺ βλέπουμε ἐδῶ στὴ γῆ καὶ ποὺ μᾶς τὴν παρουσιάζουν οἱ εὐαγγελιστὲς καὶ ἡ ἄλλη εἶναι ἡ μυστική, ἡ θεολογικὴ ποὺ συμβαίνει στὸν οὐρανὸ καὶ ποὺ ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὴ θέωση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Ἂς δοῦμε τὴν πρώτη ὄψη.

Λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος ὅτι ὁ Κύριος «μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ» (Μᾶρκ. ιστ΄ 19). Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἐπαναλαμβάνει τὸν λόγο τοῦ Κυρίου πρὸς τοὺς μαθητές: «Ὑμεῖς δὲ καθίσατε δὲ ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους» (Λουκ. κδ΄ 49)∙ ἐγὼ θὰ κάθομαι στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, ἐσεῖς ἐδῶ καθῖστε στὴν Ἱερουσαλήμ, ἕως ὅτου θὰ σᾶς δοθεῖ ἡ ἐπαγγελία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θὰ ἐκπληρωθεῖ ἡ ὑπόσχεση μου νὰ σᾶς στείλω τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Μᾶς ἐμφανίζεται λοιπὸν ὁ Κύριος καθήμενος, ἀλλὰ καὶ οἱ μαθητὲς καθήμενοι περιμένοντας κάτι μεγάλο. Ὁ μὲν Κύριος καθήμενος ἐν δόξῃ νικηφόρος, ὁλοκληρώσας, πληρώσας τὴν ἀποστολή Του, τὴ θεία οἰκονομία· οἱ δὲ μαθητὲς μὲ προσδοκία ἀναμένουν νὰ δεχθοῦν αὐτὴν τὴ φοβερὴ θεϊκὴ δύναμη.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, γι᾿ αὐτὴν τὴ δύναμη, τὴν ὑπόσχεση τοῦ Ἁγίου Πνεύ­ματος ὑπάρχει μιὰ μεγάλη προϋπόθεση. Εἶναι ἡ βεβαιότητα τῆς πίστεως, ἡ σιγουριά, ὅτι πράγματι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ὁ Κύριος τοὺς μυστα­γωγοῦσε. Πῶς ἔρχεται αὐτὴ ἡ βεβαιότητα τῆς πίστεως;

 «Παρέστησεν αυτὸν ζντα μετὰ τ παθεν ατν ν πολλος τεκμηρίοις δι᾿ μερν τεσσαράκοντα πτανόμενος ατος» (Πράξ. α΄ 3). Φανέρωνε συνέχεια τὸν ἑαυτό Του στοὺς μαθητές ζῶντα μετὰ τὸ πάθος μὲ πολλὲς ἀποδείξεις καὶ ἐμφανίζοντάς Τον ἀναστάντα γιὰ σαράντα μέρες προτοῦ νὰ ἀναληφθεῖ. Τὸ πρῶτο ποὺ τοὺς χάρισε ἦταν ἡ βεβαίωση τῆς Ἀναστάσεως, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀναβλύζει ἡ σιγουριὰ τῆς πίστεως.

Τὸ δεύτερο στοιχεῖο φαίνεται ἀπὸ τὰ σημεῖα τὰ ὁποῖα οἱ ἴδιοι ἐπιτελοῦσαν. Λέγει στὸ κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγέλιο «σημεα δ τος πιστεύ­σασι τατα παρακολου­θήσει» (Μᾶρκ. ιστ΄ 17). Ἀποδείξεις, σημεῖα, ἐνδεί­­ξεις, φανερώσεις σὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι πιστεύουν εἶναι τὰ ἑξῆς: Πρῶτον, θὰ βγάζουν δαιμόνια στὸ ὄνομά μου. Δεύτερον, θὰ μιλοῦν γλῶσ­σες ἄγνωστες ὣς τώρα. Τρίτον, θὰ πιάνουν φίδια μὲ τὰ χέρια. Τέταρτον, καὶ ἂν πιοῦν ἕνα δηλητήριο δὲν θὰ τοὺς πειράξει. Καὶ πέμπτον, θὰ βάζουν τὰ χέρια τους πάνω σὲ ἀρρώστους καὶ θὰ θεραπευθοῦν. Αὐτὰ ἔκαναν οἱ ἀπόστολοι. Σὰν νὰ λέγει ὁ Κύριος, «Μαθητές μου ἀληθινοί, ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν ζωντανὴ τὴν πίστη, εἶναι αὐτοὶ ποὺ κάνουν σημεῖα, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουν οἱ ἴδιοι». Κι ἐμεῖς πρέπει νὰ βλέπουμε σημεῖα καὶ πρέπει νὰ μετέχουμε σὲ σημεῖα. Αὐτὸ ἀποδεικνύει τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως μας καὶ αὐτὸ βεβαιώνει τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ μέσα μας. Γιὰ φαντασθεῖτε νὰ ἔχει κανεὶς προσευχὴ ποὺ νὰ λύνει προβλήματα. Γιὰ φαντασθεῖτε νὰ μπορεῖ νὰ στρέφεται στὸν Θεὸ καὶ νὰ παίρνει ἀπα­ντήσεις. Γιατί ὄχι; Ἢ ὁ Θεὸς εἶναι ἀληθινὸς καὶ ἀποδεικνύεται ἢ ὄχι καὶ τότε εἶναι κενὴ ἡ πίστη μας. Καὶ εἶναι ἀληθινός! Ἁπλῶς ἐμεῖς εἴμαστε ψεύτικοι, εἴμαστε ἄνθρωποι ἀμέτοχοι αὐτῆς τῆς πιστοποιημένης δυνάμεως ποὺ δίνει στὸν καθένα.

Τὸ δεύτερο στοιχεῖο, λοιπὸν, μετὰ τὴ βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἡ ἀπόδειξη τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴ δύναμη τὴν ὁποία δίνει στὸν κάθε πιστό.

Τὸ τρίτο εἶναι ἡ βεβαίωση τῆς πίστεως διὰ τῆς εὐλογίας τῆς Ἀναλήψεως. Λέγει τὸ ἀπολυτίκιο «νελήφθης ν δόξ Χριστ Θεός ἡμῶν, χαροποιήσας τος μαθητάς, βεβαι­ωθέντων ατν δι τς ελογίας τι σ ε Υὸς το Θεοῦ, ὁ λυτρω­τὴς τοῦ κόσμου». Ὣς τότε μπορεῖ νὰ ἤσουν ὁ δάσκαλος, ὁ θαυματουργός, ὁ χαρισματικός, ὁ δυνατός, ὁ ἅγιος. Θεὸς ἀποδεί­χθηκες ὅτι εἶσαι τὴ στιγμὴ ποὺ ὑπερφυσικὰ ἀναλαμ­βανόσουν μπροστά στὰ μάτια τῶν ἀποστόλων, μέσα ἀπὸ τὴν εὐλογία, τὴν ὁποία ὡς αἰώνια παρακαταθήκη χάριζες στοὺς μαθητές Σου καὶ δι᾿ αὐτῶν ἐκχωροῦσες στὴν Ἐκκλησία Σου.

Τέταρτη καὶ πέμπτη εἶναι ἡ μαρτυρία καὶ τὸ μαρτύριο ἀντιστοί­χως. «Κα σεσθέ μοι μάρτυρες ν τε ερουσαλὴμ κα ν ουδαί κα πάσ Σαμαρεί κα ως σχάτου τς γς» (Πράξ. α΄ 8). Ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά, ἐσεῖς ποὺ εἴχατε φόβο μέσα σας, θὰ γίνετε τόσο δυνατοὶ ποὺ θὰ μπορέσετε νὰ δώσετε τὴ μαρτυρία τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς θεότητός μου καὶ στὴν Ἰουδαία καὶ στὴ Σαμάρεια καὶ φυσικὰ στὴν Ἱερουσαλήμ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. Τὸ μήνυμα τῆς θεϊκῆς ἀλήθειας, ἡ ζῶσα δύναμη, αὐτὴ ποὺ θὰ σᾶς δώσω ἐγὼ διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶπε ὁ Κύριος στοὺς μαθητές, αὐτὴ θὰ σᾶς μεταμορφώσει ἀπὸ δειλοὺς καὶ περιορισμένων χαρισμάτων ἀνθρώπους σὲ δυνατοὺς μάρτυρες τῆς πίστεως, ποὺ θὰ δίνετε τὴ μαρ­τυρία τοῦ λόγου.

Καὶ τέλος, θὰ γίνετε μάρτυρες τῆς πίστεως καὶ θὰ χύσετε μαρτυρικὰ τὸ αἷμα σας. Τὶ φοβερό! Τὸ εἶπε στοὺς ἕνδεκα ἀποστόλους· ἀπὸ τοὺς ἕνδεκα, μὲ ἐξαίρεση τὸν Ἰωάννη, οἱ δέκα ἔδωσαν καὶ τὸ αἷμα τους. Αὐτὸ ἦταν ἡ ἀπόδειξη τῆς πίστεώς τους. Δὲν νοεῖται χριστιανὸς νὰ μὴν ζεῖ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἐπάνω του καὶ νὰ μὴν τὴν ἐκφράζει σὰν βίωμα δυνάμεως, ἀλλὰ νὰ εἶναι ἕνα ἀδύνατο κεράκι ποὺ σβήνει μὲ τὸ πρῶτο φύσημα. Αὐτὴ ἡ πίστη «ἄχρι θανάτου» ἀποτελεῖ μιὰ ἀκόμη βασικὴ προϋπόθεση τῆς ἀποδοχῆς τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ Ἐκκλησία μας μὲ πανηγύρεις σὰν τὴν παροῦσα θέλει νὰ γεμίσει τὶς ἄδειες ἀπὸ δύναμη καρδιὲς τῶν πιστῶν, ὅπως εἴμαστε ἐμεῖς. Ἔχουμε μιὰ πίστη, ὅπως προανέφερα, ἀδύνατη σὰν κέρακι ποὺ μόλις φυσήξει ὁ ἀσθενέστερος ἄνεμος σβήνει καὶ ἐξαφανίζεται. Ὁ Θεὸς μᾶς καλεῖ νὰ γίνουμε ἄσβεστες λαμπάδες. Εἴπαμε στὴν Ἀνάσταση «δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός», πάρτε φωτισμὸ καὶ δύναμη ποὺ δὲν θὰ σβήνει ποτέ, θὰ εἶναι ἀνέσπερη, ἄληκτη, πραγματική, ἀληθινή. Ἀλλὰ τὶ φοβερὸ νὰ περιρρέουν στὶς πανηγύρεις καὶ στὶς ἐκκλησίες δίπλα μας αὐτὲς οἱ ἀλήθειες καὶ νὰ μὴν καταλαβαίνει τίποτα ἡ ψυχή μας. Τόσο ἀδύνατη εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀλλὰ καὶ τόσο μεγάλη εἶναι ἡ χάρις.

Σᾶς δίνω τὴν εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ νὰ ἀπο­τελέσει ἀκράδαντη φετεινὴ προσωπικὴ ἐμπειρία καὶ καθὼς θὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸν ναὸ νὰ εἴμαστε σὰν τοὺς ἀποστόλους: νὰ εἴμαστε οἱ λίγοι ποὺ μεταμορφώνονται σὲ πολλούς, οἱ ἀδύνατοι ποὺ γίνονται λιοντάρια δυνά­μεως, οἱ ψεύτικοι ποὺ παλεύουν μὲ τὴν πτώση τους καὶ τελικὰ γίνονται ἀληθινοὶ καὶ δέχονται τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ. Τὶ καλύτερη εὐχὴ ἀλλὰ καὶ τὶ μεγαλύτερο πρᾶγμα ἡ εὐχὴ αὐτὴ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ πράξη καὶ ἐμπειρία.

Νὰ μᾶς ἀξιώσει τοῦ χρόνου ὁ Θεὸς ὅλοι μαζὶ νὰ γιορτάσουμε μὲ πνεῦμα ἀληθινὸ καὶ μὲ προσωπικὴ ἐμπειρία τὴν ἐπέλευση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως καὶ φυσικὰ στὴν ἐπικείμενη μεγάλη γιορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Ὁ Θεὸς μαζί μας!

Ὁ Θεὸς μαζί μας!

 

 

Ἀνάληψη 2024


Πηγή:Από το βιβλίο «Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ» τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου

Mήνυμα M. Ἑβδομάδας 2024

welcome img

Ἡ πορεία μας μέσα στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ καὶ ἰδίως μέσα στὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα ἴσως φαντάζει κάπως δύσκολη καὶ λίγο δυσβάστακτη. Ζοῦμε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς, ἴσως καὶ ὅλοι, νηστεύουμε ἀλάδωτα. Ἂν ὅμως νηστεία θεωρήσουμε μία στέρηση τὴν ὁποία δέχεται ἡ ψυχή μας καὶ ὄχι τὸ σῶμα μας, τότε δὲν νηστεύουμε αὐτὲς τὶς ἑπτὰ τελευταῖες μέρες. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία, ὄχι ἁπλῶς δὲν στερεῖ ἀπὸ τὴν ψυχή μας αὐτὰ ποὺ ποθεῖ καὶ λαχταρᾶ, ἀλλὰ μᾶς προσφέρει τὸ καλύτερο τραπέζι μὲ τὰ πλουσιότερα ἐδέσματα. Αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα ὁ κάθε χριστιανὸς «καταλύει εἰς πάντα». Μᾶς τὰ δίνει ὁ Θεὸς ὅλα πλούσια μέσα στοὺς ναοὺς καὶ μέσα στὶς ὄμορφες καὶ λαμπρὲς αὐτὲς ἀκολουθίες, ποὺ ἔχουν ἐξωτερικὴ πένθιμη μορφή, στὴν οὐσία ὅμως ἔχουν χαρακτῆρα θεολογικῆς πανηγύρεως.

Συχνὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μᾶς φαίνεται κάπως δύσκολος. Νοιώθουμε τὴν ἀλήθεια Του λίγο πικρή, γιατὶ ἑστιάζουμε τὴν προσοχή μας στὶς ἐξωτερικὲς φαινομενικὲς δυσκολίες. Σήμερα ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία καὶ μᾶς λέει «ὄχι!». Ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι πικρὴ οὔτε εἶναι ὅπως τὴν ἔχουμε μέσα στὸ μυαλό μας, κάπως στενή, σφικτή, κουραστική, κακόμοιρη. Ἐὰν στὸ νοῦ τοῦ καθενός μας ἡ ἀλήθεια συνδέεται μὲ ἀρνητικὰ αἰσθήματα, τότε δὲν τὴν κατέχουμε πραγματικά, διότι ἔχει μιὰ μοναδικὴ ὡραιότητα.

Εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρχει ἀλήθεια χωρὶς αἰσθητική καὶ χωρὶς ὀμορφιά. Εἶναι ἀδύνατον ὁ Θεὸς ποὺ λέγει τὴν ἀλήθεια, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ἡ ἀλήθεια νὰ μὴν ἔχει μιὰ ὡραιότητα, τέτοια ποὺ νὰ ζεσταίνει κάθε πλησίασμά μας κοντά Του, τέτοια ποὺ νὰ δροσίζει κάθε ἐμπειρία τῆς θεϊκῆς παρουσίας Του στὴ ζωή μας.

Λέγει ἕνα ἀπὸ τὰ τροπάρια τῆς Μ. Ἑβδομάδος: «Ὁ Νυμφίος ὁ κάλλει ὡραῖος παρά πάντας ἀνθρώπους, ὁ συγκαλέσας ἡμᾶς πρός ἑστιάσιν πνευματικήν». Ὁ Nυμφίος, ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔχει τὴ μεγαλύτερη ὀμορφιὰ ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο, μᾶς προσκαλεῖ ὅλους στὸ τραπέζι αὐτὸ τὸ πνευματικό, σ’ αὐτὴν τὴ συνεστίαση, καὶ ὁ ἴδιος μᾶς ἐνδύει μὲ τὴ στολὴ τῆς δικῆς Του ὡραιότητος. Δὲν εἶναι ὁ ἴδιος μόνο ὡραῖος, ἀλλὰ μᾶς παίρνει ἕναν - ἕναν καὶ μᾶς μεταγγίζει ἀπὸ τὴ δικὴ Του ὀμορφιὰ καὶ ὡραιότητα. Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ ὀμορφιά; Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ ὡραιότητα; Ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ κάλλος ποὺ ἔχει ὁ Νυμφίος, ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας;

Τὸ πρῶτο κάλλος ποὺ ἔχει εἶναι τὸ ἠθικό. Διαβάζοντας τὴ ζωή Του μέσα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή διακρίνουμε τὴ μοναδικῆς ὡραιότητος παρουσία Του. Ἡ ὀμορφιά Του ἔχει λεπτότητα καὶ μοναδικότητα, χαρακτηριστικὰ ποὺ ὑπάρχουν στὸ πρόσωπο Του μὲ μιὰ μορφὴ τέλειας ἰσορροπίας καὶ ἁρμονίας. Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φανταστεῖ ἀνθρώπινο μυαλὸ πιὸ καθαρή, πιὸ κρυστάλλινη ἠθικὰ ζωὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτὴν προβάλλει καὶ ὡς πρότυπο γιὰ ἐμᾶς ἡ Ἐκκλησία μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο.

Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον αὐτό. Ὑπάρχει καὶ ἡ κοινωνικὴ ὀμορφιά, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸν Χριστό, καθὼς ξεχύνεται στοὺς ἀνθρώπους ὡς ἔλεος, ὡς ἀγάπη, ὡς μοναδικὴ διδασκαλία, ὡς θαύματα, ὡς φροντίδα καὶ μέριμνα γιὰ τὴ ζωὴ ὅλων συλλογικὰ καὶ τοῦ καθενὸς ξεχωριστά. Εἶναι αὐτὸ τὸ ξεχείλισμα τοῦ δικοῦ Του κοινωνικοῦ χαρακτῆρος στὸν καθένα μας.

Ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο κάλλος, ἀκόμη μεγαλύτερο. Εἶναι τὸ θεϊκό, τὸ θεολογικὸ κάλλος, αὐτὸ τῆς Μεταμορφώσεως, αὐτὸ τῆς Ἀναστάσεως, τῆς ἀστραπῆς τῆς δόξης Του σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Ὁ Χριστὸς εἶναι πρότυπο ἠθικοῦ κάλλους, εἶναι πρότυπο κοινωνικοῦ κάλλους, φροντίδας, ἀγάπης καὶ μέριμνας σὲ μᾶς, εἶναι πρότυπο θεϊκοῦ κάλλους, ἀλλὰ εἶναι καὶ πρότυπο μυστικοῦ κάλλους, τὸ ὁποῖο προβάλλεται κατ΄ ἐξοχὴν τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα.

Τί παράδοξο! Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ θὰ ἀκούσουμε νὰ ἐπανα­λαμβάνεται ἡ προφητεία τοῦ Ἡσαΐα γιὰ τὸν Χριστό: «οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος· ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων» (Ἡσ. νγ΄ 2). Ἔχασε τὸ εἶδος, τὴν ὀμορφιά Του, τὸ κάλλος Του ἀπὸ τὰ Πάθη, ἀπὸ τὸν Σταυρό, ἀπὸ τὴ δοκιμασία Του. Ἡ ἀτιμία αὐτὴ τὴν ὁποία ὑπέστη ἀποτελεῖ καταστροφὴ τῆς ὡραιότητός Του, μεγαλύτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ὑποστεῖ ὁ καθένας μας. Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀπώλεια τοῦ ἐξωτερικοῦ Του κάλλους, προβάλλεται σὲ ἀντιδιαστολὴ τὸ μυστικὸ κάλλος Του.

Οἱ ἀκολουθίες αὐτὲς ὀνομάζονται «ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου» καὶ Νυμφίος σημαίνει γαμπρός. Ὁ γαμπρὸς πρέπει νὰ εἶναι ἑλκυστικός, γιὰ νὰ προσελκύει τὴν νύμφη· καὶ νύμφη εἶναι ἡ κάθε ψυχή. Ἡ Ἐκκλησία ὡς Νυμφίο Τὸν παρουσιάζει μὲ τὸ ἀκάνθινο στεφάνι στὴ στιγμὴ τοῦ πάθους Του, γιατὶ τότε μᾶς προσκαλεῖ ὁ Κύριος, ἀποκαλύπτοντας αὐτὴ τὴ μυστικὴ ὡραιότητα τῆς ἄκρας ταπεινώσεώς Του σὲ ὅλους μας.

Ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα· αὐτὸ τὸ κάλλος ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς σὲ κάθε ψυχὴ ποὺ Τὸν ἀκολουθεῖ, τὸ πνευματικὸ κάλλος. Κάθε χριστιανὸς ἀποτελεῖ εἰκόνα ποὺ ἀντικατοπτρίζει τὴ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή του, ποὺ ἔχει δηλαδὴ τὴ δυνατότητα νὰ γίνει θεόμορφος, νὰ δείξει καὶ αὐτὸς ἐξ ἀνακλάσεως τὸ ἠθικό, τὸ κοινωνικό, τὸ θεολογικό, τὸ μυστικὸ κάλλος τοῦ Κυρίου. Λέγει ὁ 44ος ψαλμός: «Ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου, καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σοῦ, καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου, καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου» (Ψαλμ. μδ΄ 11-12). «Ἄκουσε κάθε ψυχή, στῆσε αὐτὶ καὶ ξέχασε καθετὶ τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ μέριμνά σου, συνήθειά σου, προσκόλλησή σου, ξέχασε ἀκόμη καὶ τὸν οἶκο τοῦ πατέρα σου, τὸ παρελθόν σου δηλαδή, καὶ ἄκουσε μέσα σου τὸν ἐνδιάθετο λόγο σου, δηλαδὴ τὴ συνείδησή σου, καὶ τότε θὰ ἐνδυθεῖς ἐσὺ ὁ ἴδιος αὐτὸ τὸ θεϊκὸ κάλλος. Καὶ τότε ὁ βασιλέας Χριστὸς θὰ λαχταρήσει τὴ δική σου ὀμορφιὰ καὶ τὴ δική σου ὡραιότητα».

Αὐτὸς εἶναι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς ἑβδομάδας ποὺ διανύουμε: νὰ στολίσουμε καὶ ἐμεῖς τὴν ψυχή μας κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ὡραιότητος ποὺ ἔχει ὁ Χριστός.

Συνήθως οἱ χριστιανοὶ εἴμαστε λίγο στυφοί, στενοί, μᾶς λείπει ἡ ὀμορφιὰ τοῦ βιώματος, ἡ ὡραιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὸ θεϊκὸ κάλλος τῆς δικῆς μας ἐμπειρίας. Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα μᾶς προσκαλεῖ ὅλους σὲ μιὰ ἄλλη κατεύθυνση· νὰ ἐνδυθοῦμε τὸ κάλλος τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ τὸ συνδυάσουμε μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη μας στὴν ἀλήθεια. Ὅταν ἀποκτήσει ἡ ψυχή μας αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς ὡραιότητος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ζήσει τὴν ἀναμόρφωση τοῦ ἀρχαίου κάλλους καὶ τῆς ὀμορφιᾶς γιὰ τὴν ὁποία πλάστηκε, τότε ὁ Θεὸς ἀναπαύεται στὴ ζωή μας. Τότε ὁ Θεὸς μᾶς ἐπιθυμεῖ ὅλους ὅσο κι ἐμεῖς Τὸν ἐπιθυμοῦμε. Ἐμεῖς Τὸν προσεγγίζουμε καὶ μᾶς γίνεται ἐπιθυμητὸς μέσα ἀπὸ τὸ Πάθος Του. Τοῦ γινόμαστε ὅμως οἱ ἴδιοι ἐπιθυμητοὶ μέσα ἀπὸ τὸ κάλλος καὶ τὴν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς μας.

Εἶναι εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ δώσει Θεὸς σὲ ὅλους μας ἡ ζωὴ μας νὰ μὴν εἶναι μόνο μιὰ ἀνηφόρα πνευματικοῦ ἀγῶνα, ἀλλὰ νὰ μπορέσει νὰ γίνει μιὰ ἀπόλαυση πνευματικῆς ζωῆς. Τότε μέσα ἀπὸ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ μέσα ἀπὸ τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου θὰ μποροῦμε νὰ ζοῦμε αἰώνια τὴν εὐλογία καὶ τὴν ἀνταπόκριση τῆς Ἀναστάσεως Του.

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!


Μ. Ἑβδομάδα 2024

ΜΗΝΥΜΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ 2024

«Τὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται»
(Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου
«Ἀπὸ τὸ καθ΄ ἡμέραν στὸ καθ΄ὁμοίωσιν»)


welcome img

Ἀσφαλῶς δὲν θὰ ἀδικούσαμε τὴν ἀλήθεια, ἂν λέγαμε ὅτι αὐτὸ ποὺ ὡς κοινὴ ἐσωτερικὴ κατάσταση ὑπάρχει στὶς ψυχές μας εἶναι ἡ μεγάλη προσδοκία –συμπυκνωμένη αὐτὴ τὴ στιγμή– τῆς Μεγάλης Τεσσαρα-κοστῆς. Ὑπάρχει μπροστά μας μιὰ ὁλόκληρη περίοδος γεμάτη ἀπὸ πνευματικὲς εὐκαιρίες καὶ ἀντιμέτωπή της εἶναι ἡ ἀνάγκη τῆς ψυχῆς μας. Ὅλοι κατανοοῦμε πόση ἀνάγκη ἔχουμε νὰ ἀνεβοῦμε λίγο πρὸς τὰ πάνω, κάπως νὰ ἀλλάξει ἡ ζωή μας, νὰ μεταμορφωθεῖ καὶ νὰ μπολιαστεῖ ἀπὸ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ μὲ ἕναν τρόπο αἰσθητὸ καὶ οὐσιαστικὰ ἀποτελεσματικό. Ὑπάρχει μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ καθενός μας ὁ πόθος καὶ ἡ θεία καὶ ἱερὴ προσδοκία γιὰ κάτι ἀνώτερο, γιὰ κάτι ἀλλιώτικο, γιὰ κάτι πνευματικό­τερο καὶ οὐσιαστικότερο στὴ ζωή μας.

Βρισκόμαστε λοιπόν στὰ πρόθυρα ἀκριβῶς αὐτῆς τῆς εὐλογημένης περιόδου ποὺ εἶναι ἡ πιὸ ὄμορφη περίοδος τοῦ ἔτους, ἡ πιὸ κατανυκτική, ἡ πιὸ πλούσια σὲ πνευματικὲς ἀφορμὲς καὶ εὐκαιρίες. Στοὺς ναοὺς ὑπάρχει κατανυκτικότερη ἀτμόσφαιρα ἐξωτερικά: πέφτει ὁ φωτισμός, σκουραίνουν τὰ χρώματα, μαζεύεται ὁ καθένας μας περισσότερο μέσα του. Ἀλλάζει καὶ ὁ χαρακτήρας τῶν ἀκολουθιῶν: ἔχουμε ὄχι τὶς γνωστὲς λειτουργίες, ἀλλὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων κάθε Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ καὶ σὲ κάποιες ἔκτακτες περιστάσεις. Ἀκόμα, ὑπάρχουν οἱ Κατανυκτικοὶ Ἑσπερινοί, οἱ Χαιρετισμοί, τὰ Μεγάλα Ἀπόδειπνα, ὁ Μέγας Κανών, ὁ χαρακτήρας τῆς καθεμιᾶς ἀπὸ τὶς ἑορτὲς ποὺ ἔχουμε μπροστά μας κ.ο.κ. Καὶ ἡ σφραγίδα ποὺ διέπει τὴν ταυτότητα αὐτῆς τῆς περιόδου εἶναι ἡ αὐστηρὴ νηστεία.

Πῶς λοιπὸν θὰ μπορούσαμε αὐτὴν τὴ στιγμὴ νὰ βοηθήσουμε λίγο τὴν ψυχή μας, ποὺ εἶναι δύσκαμπτη καὶ κλειστή, κάπως νὰ ἀνοίξει, νὰ γίνει πιὸ εὐέλικτη, πιὸ εὐκίνητη περὶ τὰ πνευματικά, καὶ νὰ μπορέσει νὰ θέσει σὲ ἐφαρμογὴ αὐτὸ ποὺ ἔχει σὰν ὄνειρο, σὰν πόθο καὶ σὰν προσδοκία, ὥστε νὰ διευκολυνθεῖ ἡ εἴσοδος τῆς χάριτος καὶ τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ φανερωθεῖ κάποιο ἀποτέλεσμα στὴ ζωή μας; Πολλὰ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πεῖ. Ἀς σταθοῦμε σὲ τέσσερα βασικὰ χαρακτη­ριστικά, ποὺ νομίζω ὅτι προκύπτουν μέσα ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου, ἀπὸ τὸ περιεχόμενο τῶν τροπαρίων ποὺ ψάλλονται στὸν Ὄρθρο τὸ πρωὶ καὶ τὸ βράδυ στὸν Κατανυκτικὸ Ἑσπερινό.

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο εἶναι ἀγώνας. Θέλει ἡ ψυχή μας μιὰ ἀπόφαση γιὰ ἀγῶνα. Ὄχι γιὰ χαλάρωση, ἀλλὰ γιὰ ἔνταση. Νὰ κάνει κανεὶς ὅ,τι μπορεῖ. Νὰ καταβάλει τὴ μεγαλύτερη προσπάθεια. Νὰ μπορέσει νὰ στοχεύσει στὸ τί ἀκριβῶς χρειάζεται ἡ ψυχή του. Λέγει ἕνα τροπάριο στοὺς αἴνους «τ στάδιο τν ρετν νέῳκται». Μιλάει γιὰ ἕνα στάδιο ἀρετῶν καὶ ἀγώνων ποὺ ἔχει ἀνοίξει «κα ο βουλόμενοι θλσαι εσέλθετε». «Ἀντιμαχησόμεθα», συνεχίζει παρακάτω – πρέπει δηλαδὴ νὰ ἀνταποδώσουμε μὲ τρόπο μαχητικὸ τὶς ἐπιθέσεις ποὺ δεχόμαστε, γιὰ νὰ μπορέσουμενὰ ἐνδυθοῦμε τὰ ὅπλα ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ προχωρήσουμε σὲ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα. Μιλάει γιὰ τὴν προσευχή ὡς θώρακα, γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη ὡς περικεφαλαία, γιὰ τὴ νηστεία ὡς μάχαιρα. Χρησιμοποιεῖ ὁ ὑμνωδὸς μιὰ πολεμικὴ διάλεκτο καὶ αὐτὸ δὲν ὀφείλεται σὲ μιὰ φιλολογικὴ συγκυρία, ἀλλὰ στὸ ὅτι στοχεύει νὰ περιγράψει τὸ φρόνημα μὲ τὸ ὁποῖο ὁ καθένας μας πρέπει νὰ ριχθεῖ στὸ στάδιο καὶ στὸ «πέλαγος» αὐτῆς τῆς περιόδου.

Εἶναι πολὺ σημαντικὸ κάθε μέρα, κάθε λεπτὸ νὰ μπορεῖ ὁ καθένας μας νὰ τοποθετεῖται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐξομολογεῖται, διακρί­νοντας στὸ βάθος τῆς ψυχῆς του τὰ ἐλαττώματα, τὶς ἀδυναμίες, τὰ πάθη ἐναντίον τῶν ὁποίων καὶ πρέπει νὰ ἀγωνιστεῖ. Λέγει πάλι ἕνα τροπάριο ὅτι καλὴ εἶναι ἡ νηστεία, ἀλλὰ ὅπως θὰ κάνουμε τὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας τῶν «βρωμάτων» (τῶν φαγητῶν δηλαδή), κατὰ ἕναν ἀνάλογο τρόπο θὰ πρέπει νὰ κάνουμε καὶ τὸν οὐσιαστικότερο ἀγῶνα ἐναντίον τῶν παθῶν μας. Καὶ ἔχουμε ὅλοι μας πάθη! Πάθη κρυμμένα, πάθη τὰ ὁποῖα δὲν θέλουμε νὰ ὁμολογοῦμε οὔτε στὸν ἑαυτό μας, πάθη καὶ ἀδυναμίες ποὺ βασανίζουν τὴν ψυχή μας καὶ ποὺ τὴν κρατοῦν δέσμια ἀπαγορεύοντάς της νὰ ἀπελευθερωθεῖ καὶ νὰ πετάξει λίγο πιὸ ψηλὰ ἀπὸ τὸν κόσμο στὸν ὁποῖο βρίσκεται.

Τὸ πρῶτο λοιπόν στοιχεῖο στὸ ὁποῖο μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία, εἶναι νὰ ἐντοπίσουμε τὴν ἀδυναμία μας καὶ μὲ τὴ συνεργία καὶ βοήθεια τῶν πνευματικῶν μας, μέσα στὶς στιγμὲς τῆς ἡσυχίας μας, νὰ διακρίνει ὁ καθένας μας τὸ δικό του πάθος – ὄχι τοῦ διπλανοῦ του ἀπὸ τὸ ὁποῖο θέλει ὁ ἴδιος νὰ ἀπαλλαγεῖ, ἀλλὰ τὴ δική του ἀδυναμία, τὴ δική του δουλεία, τὴ δική του ἁμαρτία, αὐτὴν ποὺ καὶ στὸν ἑαυτό του ἀκόμη ἀρνεῖται νὰ ὁμολογήσει.

Ἡ εὐκαιρία τῆς νηστείας εἶναι μεγάλη. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς εἰσάγει σὲ ἕναν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς φύσεώς μας. Ἔχουμε ὅλοι τὴν τάση τῆς λαιμαργίας, ἔχουμε ὅλοι ὁρμὲς ἐσωτερικὲς στὸ σῶμα μας. Νὰ μιὰ καλὴ λοιπὸν εὐκαιρία νὰ ἀρχίσουμε: ἀπὸ τὴ νηστεία, ἀπὸ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο ποὺ εἶναι ἴσως ἐξωτερικό, εἶναι ὅμως καὶ τόσο σημαντικὸ – γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία μας τὸ ἔχει καλὰ ριζωμένο στὴ ζωή, τὴν παράδοση καὶ τὴν ἐμπειρία της.

Τὸ δεύτερο στοιχεῖο στὸ ὁποῖο θὰ ἤθελα νὰ σταθῶ τὸ παίρνουμε ἀπὸ τὴν λέξη ποὺ προσδιορίζει τὸν ἑσπερινὸ τῆς συγχωρήσεως. Αὐτὸ πού ζητάει ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ μᾶς εἶναι ἡ διπλῆ συγχώρηση: μὲ τοὺς ἀδελφούς μας καὶ μὲ τὸν Θεό.

Τί θὰ πεῖ συγχώρηση; Συγχώρηση θὰ πεῖ νὰ ἀνοίξουμε τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς μας γιὰ νὰ φιλοξενηθεῖ στὸν χῶρο της ὁ συν­άνθρωπός μας, ὁ γείτονάς μας, ὁ συγγενής μας, ἡ γυναίκα ἢ ὁ ἄντρας μας, τὰ παιδιά μας, τὰ ἀδέλφια μας, οἱ συνάνθρωποί μας – ὅποιος μᾶς περιβάλλει καὶ ὅποιος ἐνδεχομένως μᾶς δημιουργεῖ κάποια δυσκολία στὴ σχέση μας μαζί του. Εἶναι τόσο δύσκολο πολλὲς φορὲς νὰ ἔχουμε τὴν ἀρχοντιὰ νὰ ζητήσουμε οἱ ἴδιοι συγγνώμη! Ἢ νὰ ἔχουμε τὸ θάρρος νὰ δεχθοῦμε τὴν αἴτηση τῆς συγγνώμης ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ νὰ διαγράψουμε αὐτὸ ποὺ μᾶς χωρίζει, αὐτὸ ποὺ μᾶς πικραίνει, αὐτὸ πού μᾶς κάνει ὄχι μόνο νὰ μὴ νοιώθουμε τὸν διπλανό μας σὰν ἀδελφὸ, ἀλλὰ νὰ μὴν τὸν νοιώθουμε κἂν σὰν πλησίον.

 «Σύν-χώρεση»· αὐτὸ τὸ «σὺν» σημαίνει «μαζί». Τὸν ἀγῶνα αὐτὸν πρέπει νὰ τὸν κάνουμε, ὅπως μᾶς λέγει ἡ Ἐκκλησία μας, μέσα ἀπὸ μιὰ ζωὴ συμφιλίωσης – κι ἐδῶ ὑπάρχει τὸ «σύν». Ἡ συγχώρηση ὁδηγεῖ στὴ συμφιλίωση, ἡ συμφιλίωση στὴ συναδέλφωση, ἡ συναδέλφωση στὴ συμπόρευση, στὴ συνάθληση, καὶ τέλος σ’ αὐτὸ ποὺ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει, στὴν εὐλογημένη κατάσταση τοῦ νὰ γίνουμε σύμψυχοι, «τ ν φρονοντες» (Φιλ. β΄ 2), «μι ψυχ συναθλοῦντες» (Φιλ. α΄ 27)· νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι σὰν μία ψυχή, μὲ ἕνα κοινὸ φρόνημα, ἑνωμένοι στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ἀγάπης ποὺ Αὐτὸς δίδαξε καὶ ἐνέπνευσε σ’ ἐμᾶς.

Τί ὡραῖες λέξεις! «Συγχώρηση», «συμφιλίωση», «συναδέλφωση», «συμπόρευση», «συνάθληση», καὶ ἡ κατάσταση τοῦ νὰ εἴμαστε «σύμψυχοι» – μὲ μία ψυχὴ ἑνωμένοι.

Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία ἄλλη σκάλα, ποὺ προκύπτει ἀπὸ μία ἄλλη συγχώρηση, τὴν συγχώρησή μας ἀπὸ τὸν Θεό. Πόσα δὲν ἔχουμε κάνει πού μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ Αὐτόν! Πόσα δὲν ἔχουμε κάνει πού μᾶς κάνουν δύσκολη τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας Του στὴ ζωή μας! Ἐμεῖς φταῖμε ποὺ δημιουργοῦμε τὴν ὁμίχλη τῶν παθῶν μας, ἐμεῖς φταῖμε ποὺ ἔχουμε αὐτὴν τὴ θολούρα τῶν ἀδυναμιῶν μας. Μᾶς λείπει ἡ ἀρχοντιὰ καὶ ἡ ἐλευθερία τῆς ὁμολογίας τῆς ἁμαρτίας μας.

Οἱ εὐαγγελικὲς περικοπὲς τῶν τριῶν τελευταίων Κυριακῶν (ἡ πρώτη τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, ἡ δεύτερη τοῦ Ἀσώτου καὶ ἡ τρίτη τῆς Κρίσεως), ἔχουν μεταξύ τους ἕνα κοινὸ σημεῖο: παρουσιάζουν τὴν ἁμαρτία ὡς ἁμαρτία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Βλέπουμε τὸν Τελώνη νὰ πηγαίνει στὸν ναό, γιὰ νὰ ζητήσει συγγνώμη καὶ νὰ ἀπευθύνεται στὸν Θεὸ λέγοντας: « Θες λάσθητί μοι τ μαρτωλ» (Λκ. ιη΄ 13). Ἐνῶ ὡς Τελώνης ἁμάρτησε ἔναντι τῶν συνανθρώπων του, συγχώρηση ζητάει πρωτίστως ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν χῶρο τοῦ ναοῦ.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἄσωτος: «μαρτον ες τν ορανν κα νώπιόν σου κα οκέτι εμ ξιος κληθναι υός σου» (Λκ. ιε΄ 21), λέγει πρὸς τὸν πατέρα του: «Ὁ πρῶτος ἔναντι τοῦ ὁποίου ἁμάρτησα δὲν εἶσαι ἐσύ, ὁ πατέρας μου, ποὺ κατασπατάλησα τὴν περιουσία σου, ἀλλὰ εἶναι ὁ Θεὸς τοῦ ὁποίου κατέχρανα τὴν εἰκόνα, λέρωσα καὶ σπίλωσα τὴν τίμια εἰκόνα μὲ τὴν ὁποία περιποιήθηκε τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ὑπόστασή μου».

Καὶ στὴν τρίτη παραβολή, τὴν παραβολὴ τῆς Κρίσεως, βλέπουμε τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ νὰ λέει: «πείνασα κα οκ δώκατέ μοι φαγεῖν, δίψησα κα οκ ποτίσατέ με» (Μτθ. κε΄ 42)– «αὐτὸ ποὺ δὲν κάνατε στὸν συνάνθρωπό σας δὲν τὸ κάνατε σὲ μένα· στὸ πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ εἶμαι ἐγώ, ἄρα ἡ ἁμαρτία σας εἶναι ἁμαρτία ποὺ ἀνάγεται σὲ ἐμένα».

Καὶ οἱ δικές μας ἁμαρτίες, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ ἔχουν σὰν βάση τους τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία, τὴ φιληδονία, τὴ φιλοϋλία, τὴ φιλαργυρία, τὸν ὑλισμό, τὴν πνευματική μας μυωπία, εἶναι ἁμαρτίες ἐσωτερικές, ἁμαρτίες ποὺ τὶς ζοῦμε μέσα μας καὶ μᾶς τρῶνε τὰ σωθικά. Εἶναι ἁμαρτίες ποὺ καταστρέφουν καὶ καταβροχθίζουν τὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς συνανθρώπους καὶ τοὺς ἀδελφούς μας. Ἀποτελοῦν ὅλες μαζὶ τὴ μία ἁμαρτία ποὺ διαπράττουμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔβαλε τὴ σφραγίδα τῆς εἰκόνας Του, καὶ μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ φτάσουμε μὲ τὴ χάρι Του στὴν ὁμοίωσή Του. Κι ἐμεῖς ἀμαυρώσαμε καὶ τὸ κατ’ εἰκόνα καὶ τὸ καθ’ ὁμοίωση. Κι ἔτσι, ζοῦμε σ’ αὐτὴν τὴ ζωώδη κατάσταση τῆς καθημερινότητάς μας. Δὲν μεταμορ­φώνεται ὁ ἑαυτός μας, δὲν ἀναγεννᾶται, δὲν ζεῖ κάπως πιὸ πνευματικά.

Στεκόμαστε λοιπὸν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ζητοῦμε αὐτὴν τὴ δεύτερη συγχώρηση. Ἀφοῦ συμφιλιωθοῦμε μὲ τοὺς ἀδελφούς μας, μὲ τοὺς διπλανούς μας, καὶ αἰσθανθοῦμε λιγάκι ὅτι γκρεμίζονται τὰ τείχη ποὺ μᾶς χωρίζουν, προχωροῦμε στὴν ἄλλη συμφιλίωση, τὴ συμφιλίωση μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα μας. Αὐτὴ ἡ συμφιλίωση, αὐτὴ ἡ συγχώρηση βάζει τὸν Θεὸ στὸν χῶρο τῆς ψυχῆς μας. Κι ἔτσι ἀρχίζουν οἱ ἐσωτερικοί, οἱ πνευματικοὶ ἀναστεναγμοὶ τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀλήθειάς Του μέσα στὴν καρδιά μας. Ἔτσι μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ Τὸν ἔχουμε τὸν Θεό.

Ὑπάρχουν ἄλλα δύο «συν-» τῆς «συν-χώρησης». Λέγεται στὸ βιβλίο τοῦ Δευτερονομίου (καὶ περιγράφεται ἀναλυτικὰ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νικόδημο) πὼς σὲ αὐτὸ τὸν ἀγῶνα ποὺ κάνουμε, ζητοῦμε καὶ ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν συμπαράσταση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Ἡ δική μας αἴτηση συγγνώμης ἀπὸ Αὐτὸν, Τὸν καθιστᾶ «συνεκπολεμοῦντα» (πρβλ. Δευτ. α΄ 30) μαζί μας – αὐτὸς νὰ πολεμᾶ γιὰ ἐμᾶς καὶ νὰ φέρνει σὲ πέρας τὸν δικό μας ἀγῶνα.

Κι ἀκόμη παραπάνω, ἔχουμε ἀνάγκη νὰ γινόμαστε «συμπορευόμενοι» μὲ Αὐτόν. Ὄχι νὰ συμπορεύεται ὁ Θεὸς στὸν δικό μας ἀγῶνα –αὐτὸ εἶναι τὸ προηγούμενο– ἀλλὰ νὰ συμπορευόμαστε ἐμεῖς στὴ δική Του πορεία καὶ ὁδό. Τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων θὰ ψάλλουμε: «συμπο­ρευθμεν Ατ κα συσταυρωθμεν κα νεκρωθμεν δι’ ατὸν τας το βίου δοναῖς». Αὐτὴ ἡ συγχώρηση ποὺ θὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ μᾶς δώσει μὲν τὴν αἴσθηση ὅτι στὸν ἀγῶνα μας καὶ στὴν πορεία μας εἶναι καὶ Αὐτὸς συνοδοιπόρος, ἀλλὰ ταυτόχρονα θὰ μᾶς ὁδηγήσει καὶ στὸ νὰ μπορέσουμε κι ἐμεῖς νὰ πορευθοῦμε τὴ δική Του ὁδό· νὰ συσταυρωθοῦμε, νὰ ζήσουμε τὸ πάθος Του, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ συζήσουμε μαζί Του καὶ νὰ συναναστηθοῦμε.

Τί εὐλογημένη ποὺ εἶναι ἡ συγχώρηση! Πόσο, ὅμως, δύσκολα βγαίνει ἀπὸ τὴν ψυχή μας μερικὲς φορές. Τί ὡραῖο πράγμα νὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχουν τείχη ἀνάμεσά μας. Οἱ ἄλλοι δὲν εἶναι κακοὶ, εἶναι ἀδελφοί μας. Δὲν εἶναι ἐχθροὶ καὶ ἐμπόδια στὴν πορεία μας, ἀλλὰ εὐλογημένες εὐκαιρίες στὸν ἀγῶνα μας.

Ὑπάρχει καὶ ἕνα τρίτο στοιχεῖο. Εἶναι τὸ στοιχεῖο τς χαρς. Ξεκινοῦμε μὲ ἕναν ἀγῶνα. Ξεκινοῦμε μὲ τὴν ἐπιθυμία τῆς συμφιλίωσης μὲ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τῆς συγχώρησης μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ αὐτὸ πρέπει νὰ γίνεται ὄχι μὲ μίζερη καρδιὰ ἀλλὰ μὲ μεγάλη καὶ ἐσωτερικὴ χαρά. «Τὸν τῆς Νηστείας καιρόν, φαιδρῶς ἀπαρξώμεθα», λέγει τὸ τροπάριο – αὐτὸ τὸν ἀγῶνα μὲ χαρὰ νὰ τὸν κάνουμε. Σὲ ἄλλο σημεῖο λέγει: «Ἔλαμψεν ἡ χάρις σου Κύριε, ἔλαμψεν ὁ φωτισμὸς τῶν ψυχῶν ἡμῶν» – ἔφθασε ἡ λάμψη καὶ ὁ φωτισμός Του στὴν ψυχή μας. Ἔλεγε νὰ εἴμαστε «πνευματικς ναγαλλιώμενοι» – νὰ εἴμαστε γεμάτοι ἐσωτερικὴ καὶ πνευματικὴ χαρὰ καὶ ἔτσι νὰ ξεκινήσουμε. Καὶ τὰ τροπάρια αὐτῆς τῆς ἑβδομάδος ὑπογραμμίζουν τὴν ἀνάγκη νὰ διεξαγάγουμε αὐτὸ τὸν ἀγῶνα καὶ νὰ διεξέλθουμε τὴν πορεία αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς χαρούμενα.

Θὰ κλείσουμε μὲ ἕνα τέταρτο γνώρισμα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς: ὁ στόχος τῆς Ἀναστάσεως, «ξιωθείημεν κατιδεν τ γιον Πάσχα». Νὰ φτάσουμε δηλαδὴ εὐλογημένα στὸ τέλος καὶ στὸν στόχο μας, ποὺ εἶναι ὁ ἑορτασμὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ· ὄχι ἀσφαλῶς μὲ ἐξωτερικοὺς μόνο τρόπους ἀλλὰ κυρίως μὲ πνευματικούς – νὰ ἐπιτρέψουμε στὸν ἑαυτό μας νὰ ζήσει αὐτὴν τὴ χαρὰ καὶ τὴ δόξα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ.

Ἔχουμε μπροστά μας μιὰ ἐκπληκτικὴ εὐκαιρία, μὲ μοναδικὲς ἀφορμὲς καὶ μὲ ὄμορφες δυνατότητες, γιὰ νὰ μπορέσει ὁ καθένας μας νὰ ξεκινήσει φιλότιμα καὶ ὅσο πιὸ ἔντονα μπορεῖ, αὐτὸ τὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας τῶν «βρωμάτων», ἀλλὰ καὶ τῆς νηστείας τῶν παθῶν· νὰ συγχω­ρεθοῦμε μεταξύ μας καὶ νὰ συμφιλιωθοῦμε, νὰ μὴ νομίζουμε ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι αὐτὸς ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ διάβολος ἐναντίον μας, ἀλλὰ ὅτι εἶναι, ἀκόμη καὶ μὲ τὰ ἐλαττώματά του, αὐτὸς ποὺ φέρνει ὁ Θεὸς στὸν δρόμο καὶ τὴν πορεία μας. Καὶ ἔτσι ἀγκαλιασμένοι, ἑνωμένοι καὶ σύμψυχοι, ἀφοῦ ζητήσουμε καὶ τὴ συγγνώμη τοῦ Θεοῦ, νὰ φτάσουμε γεμάτοι χαρὰ στὸν στόχο μας ποὺ εἶναι ἡ βίωση τῆς εὐλογίας τῆς Ἀναστάσεως.

Σᾶς εὔχομαι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Θεὸς πράγματι νὰ εἶναι παρὼν αὐτὲς τὶς μέρες στὴ ζωή μας –στὴ ζωὴ ὅλων!– νὰ συνεκπολεμεῖ μαζί μας καὶ νὰ φέρνει εἰς πέρας τὸν ἀγῶνα μας. Καὶ καθὼς θὰ περνᾶνε οἱ ἑβδομάδες καὶ θὰ πλησιάζουμε «γγύτερον τε ἐπιστεύσαμεν» (πρβλ. Ρωμ. ιγ΄ 11), ἢ ὅτε ξεκινήσαμε τὸν ἀγῶνα μας πρὸς τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νὰ νοιώθουμε ἤδη τὴν αὔρα τῆς παρουσίας τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ στὴ ζωή μας.

Καλὴ καὶ εὐλογημένη Μ. Τεσσαρακοστή!                                    


Μ. Τεσσαρακοστή 2024

pdf

ΜΗΝΥΜΑ 

 

welcome img

Τό Σαρανταήμερο, ὅπως ὀνομάζεται ἡ περίοδος ποὺ διανύουμε, δηλαδὴ οἱ σαράντα μέρες νηστείας πού προηγοῦνται τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, διακρίνεται ἀπό τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς τοῦ Πάσχα, καὶ ἴσως δὲν εἶναι καὶ τόσο σωστὸ νὰ ἀποκαλοῦμε καὶ αὐτὴν τὴν περίοδο Σαρακοστή.

Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἔχει ὡς βάση της κυρίως τὴ μετάνοια καὶ τὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Ἀντίθετα, τὸ Σαρανταήμερο τῶν Χριστουγέννων, ἔχει ὡς βάση του τὴν προσδοκία τοῦ Θεοῦ, τό νὰ θελήσει κανεὶς τὸν Θεό, νὰ τὸν ποθήσει, νὰ τὸν προσμένει καὶ νὰ ἑτοιμασθεῖ γιὰ τὴν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ στὴν καρδιά καὶ στὴ ζωή του.

Τὰ Χριστούγεννα δὲν ἁπλὰ μιὰ ὑπόμνηση τοῦ ἱστορικοῦ γεγονότος τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἐνὸς ἱστορικοῦ προσώπου, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Ἐνανθρω­πήσεως τοῦ Θεοῦ. Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος, φοράει τὸ ἔνδυμα τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἀποκτᾶ τὴ μορφὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ὅπως λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος «ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα θεόν τὸν Ἀδὰμ ἀπεργάσηται», δηλαδὴ ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος σὰν ἐμᾶς, ὥστε κατὰ χάριν νὰ μᾶς καταστήσει θεούς σὰν Ἐκεῖνον. Αὐτὴ εἶναι ἡ προοπτικὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὅλων μας ἀνεξαιρέτως. Ἀντικρύζουμε ἀσφαλῶς τὸ δρᾶμα τοῦ κόσμου, τὴν ἁμαρτία, τὴν ἐκτροπή, τὴ διαστροφή, τὴν ἀθεῒα, τὴν ἄρνηση, τὴν ἀπομά­κρυνση καί διερωτώμαστε πῶς εἶναι δυνατόν νὰ συμβαίνουν ὅλα αὐτά, τὴ στιγμὴ μάλιστα πού δὲν συμβαίνουν μόνον γύρω μας, ἀλλὰ δυστυχῶς κυριαρ­χοῦν καί μέσα μας.

Εἴμαστε μὲν πλασμένοι «κατ΄ εἰκόνα καί καθ΄ὁμοίωσιν Θεοῦ», μάλιστα προορισμένοι νὰ κοινωνοῦμε μαζί Του, παρὰ ταῦτα εἴμαστε ὑποδουλωμένοι στὴν ἁμαρτία, ὑποκείμενοι σὲ ἀδυναμίες, σὲ πάθη. Εἶναι τόσο ριζωμένη ἡ ἁμαρτία στὸν κόσμο καὶ μέσα μας, ποὺ διερωτᾶται κανεὶς ἂν καὶ πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτήσουμε θεϊκὰ χαρακτηριστικά, νὰ γίνουμε θεόμορφοι, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ «ἀρχαῖον κάλλος» τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, στὴν παλιὰ της δόξα; Εἶναι δύσκολο νὰ τὸ πιστέψει κανεὶς ὀρθολογιζόμενος, εἶναι ὅμως ἀναγκαῖο νὰ τὸ δεχθεῖ κανεὶς ταπεινούμενος. Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι τό γεγονὸς πού ἑτοιμα­ζόμαστε νὰ γιορτάσουμε· τὸ ἄνοιγμα τῆς καρδιᾶς μας ὥστε νὰ ὑποδεχθεῖ τὸν Χριστό, ὥστε νὰ βρεθοῦμε σὲ σχέση κοινωνίας μαζί Του.   

Τὰ Χριστούγεννα ἀσφαλῶς δὲν εἶναι τὰ ὡραῖα ἔθιμα, δὲν εἶναι τὰ δεντράκια, δὲν εἶναι οἱ φωτισμοί, δὲν εἶναι οἱ κουραμπιέδες καὶ τὰ γλυκίσματα, δὲν εἶναι ἀκόμη καί ἡ οἰκογενειακὴ σύναξη. Δὲν εἶναι πάλι μόνον τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης πού κάνουμε, ἢ ἀπὸ μόνες τους οἱ ἀκολουθίες, πού βέβαια εἶναι πάρα πολύ ὡραῖες, ὅπως καὶ οἱ συνήθειες, τὰ ἔθιμα καὶ οἱ ἐκδηλώσεις. Αὐτὰ εἶναι πολὺ ὄμορφα, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀρκετά.

          Αὐτὸ τὸ ὁποῖο καλεῖται ὁ κάθε πιστὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία νὰ ζήσει εἶναι νὰ καλλιεργήσει αὐτὴν τὴν πίστη καὶ τὸν πόθο, τὴν προσδοκία καὶ τὴν προσμονὴ τοῦ νὰ ἔλθει ὁ Χριστὸς μέσα του, νὰ τὸν μεταμορφώσει καὶ νὰ τὸν κάνει θεόμορφο, χριστόμορφο ἄνθρωπο, νὰ ἀποκτήσει δηλαδὴ τὰ χαρα­κτηριστικὰ τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, κυρίως ὅμως ἀπὸ τὴν ἔλευση τῆς χάριτος.  

Γι΄ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο ἡ περίοδος αὐτὴ στηρίζεται στὴν προσδο­κία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ περίοδος τῆς Μεγάλη Τεσσαρακοστῆς στὴ μετάνοια. Ὄχι ὅτι καὶ τώρα δὲν ὑπάρχει ἡ μετάνοια· ἡ μετάνοια πάντοτε πρέπει νὰ ὑπάρχει, καθὼς καὶ ἡ προσδοκία. Ἁπλῶς ὑπογραμμίζονται αὐτὲς οἱ ἔννοιες στὶς ἀντίστοιχες περόδους τῆς νηστείας. Ἔτσι, ἡ νηστεία τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς εἶναι αὐστηρὴ νηστεία. Κατὰ τὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἔχει καθόλου κατάλυση, οὔτε ἐλαίου, ὅλες τὶς ἡμέρες, πλήν τοῦ Σαββάτου καὶ τῆς Κυριακῆς. Δὲν παρεμβάλλονται ἐπίσης πολλὲς γιορτές γιὰ νὰ ἔχουμε διαλείμματα πανηγύρεων. Ἀλλὰ σὲ ὅλην ἐκείνην τὴν περίοδο ὁ βασικὸς στόχος πού ἔχουμε εἶναι νὰ στραφοῦμε μέσα μας, νὰ ταπεινωθοῦμε, νὰ καθαρθοῦμε, γιὰ νὰ ζήσουμε τὸ μυστήριο τοῦ Πάθους καί νὰ μποροῦμε νὰ δεχθοῦμε τὴ χάρι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Τὰ τροπάρια εἶναι κατανυκτικά, εἶναι τροπάρια μετανοίας, ὁ διάκοσμος τῶν ναῶν εἶναι σκοτεινός, τὰ χρώματα ὑποτονισμένα, τὰ πάντα προσδίδουν ἕναν χαρακτήρα πένθους, ἂν καὶ χαροποιοῦ. Αὐτὸς ὁ πένθιμος χαρακτήρας ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴ συνειδητοποίηση τῆς ἀπομάκρυνσής μας ἀπὸ τὸν Θεό καὶ μὲ τὴν ἁμαρτία, ὥστε νὰ φιλοτιμηθοῦμε στὴν μετάνοια καὶ νὰ ἐπιστρέψουμε στὴ θεϊκὴ ἀγκαλιά.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἡ περίοδος τοῦ Σαρανταημέρου ποὺ διανύουμε εἶναι χαρμόσυνη. Ἔχουμε μεγάλες γιορτές, ὅπως τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Μετὰ ἀκολουθεῖ μιὰ ἁλυσίδα ἀπὸ μνῆμες μεγάλων ἁγίων, τῆς ἀγίας Αἰκατερίνης, τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέου, τῆς ἁγίας Βαρβάρας, τοῦ ἀγίου Σάββα, τοῦ ἁγίου Νικολάου, τῆς ἁγίας Ἄννης, τοῦ Ἁγίου Σπυρἰδωνος κ.ο.κ. Ἐπίσης ἔχουμε τὶς ἑορτὲς τῶν μικρῶν προφητῶν, ὅπως τοῦ προφήτου Ὀβδιού, τοῦ προφήτου Σοφονίου, Ἀββακούμ, Ζαχαρία. Εἶναι οἱ προφῆτες οἱ ὁποῖοι μίλησαν καί ὑπεγράμμισαν αὐτὴν τὴν προσδοκία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐσωτερικὴ λαχτάρα νὰ ἔλθει ὁ Κύριος ἀνάμεσά μας γιὰ νὰ μπορέσει νὰ φωτίσει τὴ ζωή μας, νὰ τὴ μεταμορφώσει καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσει τελικὰ στὴ σωτηρία, στὴν αἰώνια Ἀνά­σταση.

Ἐπίσης, ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων δὲν εἶναι αὐστηρή, μάλιστα καταλύουμε καὶ τὸ ψάρι. Ἐπιπλέον, δὲν προηγεῖται κάποια προετοιμασία, ὅπως πρὶν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ὅπου σταδιακὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὴ νηστεία, πρῶτα ἀποκρέβουμε, ἀκολουθεῖ ἡ Τυρινὴ ἑβδομάδα καὶ μετὰ ἀρχίζει ὁ ἐντονότερος ἀγώνας. Τέλος, αὐτὴν τὴν περίοδο ἔχουμε καθημερινὲς λειτουργίες, τό λεγόμενο σαρανταλείτουργο, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴ Μεγάλη Σαρακοστή, κατὰ τὴν ὁποία δὲν τελοῦνται καθημερινὰ λειτουργίες, πού οὕτως ἢ ἄλλως ἔχουν ἀναστάσιμο χαρακτήρα, ἀλλὰ ἔχουμε τὶς προ­ηγι­ασμένες, τὰ μεγάλα ἀπόδειπνα, ἕναν ἄλλο λειτουργικό τυπικὸ καί μιὰ διαφορετικὴ λειτουργικὴ ἀτμόσφαιρα.

Διανύουμε λοιπὸν τὴν περίοδο αὐτὴ τῶν Χριστουγέννων μὲ τὴ χαρὰ τῆς προετοιμασίας νὰ ζήσουμε τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου τώρα στὴν παροῦσα ζωή, σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ἂς ἀξιοποιήσουμε ὅλοι μας τὶς εὐκαιρίες γιὰ νὰ γίνουμε λίγο πνευματικότεροι. Εἴμαστε ἀρκετὰ ὑλικοί, σαρκικοί, πολὺ κοσμικοί, ἐπίπεδοι, χωρὶς δυνάμεις πίστεως, χωρὶς χυμούς χάριτος. Εἴμαστε κουρα­σμένοι, γηρασμένοι, ἀδυνατισμένοι, ἀσθε­νικοὶ ὡς χριστιανοί. Ὁ ἑορτασμὸς λοιπὸν τῶν Χριστουγέννων, ἡ ἑορτὴ τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως μᾶς δινει τὴν εὐκαιρία νὰ ξυπνήσουν μέσα μας ἱεροὶ πόθοι, νὰ ζωντανέψει ὁ νεκρωμένος μας κόσμος, νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἐν Χριστῷ ζωή, νὰ ζήσουμε τὴ ζωὴ τῆς χάριτος.

Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς σὲ ὅλους μας ἀνεξαιρέτως, μέσα ἀπὸ τὸν προσωπικό μας ἀγῶνα ὑγεία, δύναμη, ἐλπίδα, φῶς, ζωή, πίστη, χάρι ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἀντικρύσουμε στὸ τέλος τοῦ εὐλογημένου αὐτοῦ Σαραντα­ημέρου τὸν Κύριο νὰ γεννᾶται καὶ στὴ φάτνη τῆς Βηθλεὲμ ἀλλὰ καὶ νὰ ἀνα­κλίνεται στὴ φάτνη τῆς ψυχῆς μας. Ἀμήν!

 
Σαρανταὴμερο Χριστουγέννων 2023


ΜΗΝΥΜΑ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2023

 

welcome img

῾Η λογικὴ τοῦ Eὐαγγελίου διαποτίζεται ἀπὸ τὴν λογικὴ τοῦ σταυροῦ. «῾Ο λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ ᾿Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλόν ἐστι, ῞Ελλησι δὲ μωρία, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾿Ιουδαίοις τε καὶ ῞Ελλησι, Θεοῦ δύναμις καὶ Θεοῦ σοφία». Στὴν ᾿Ορθόδοξη Χριστιανικὴ παράδοση ὁ ἐσταυρωμένος εἶναι «ὁ βασιλεύς τῆς δόξης». ῾Η λογικὴ τοῦ ἑκατοντάρχου καὶ τοῦ ληστοῦ ἀποτελοῦν τὸ θεμέλιο τῆς λογικῆς τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ δὲν πίστεψαν σὲ διδάσκαλο οὔτε σὲ θαυματουργὸ οὔτε καὶ σὲ ἀναστημένο ἄνθρωπο· αὐτοὶ πίστεψαν σὲ σταυρωμένο Θεό. Αὐτοὶ δὲν ἦταν οἱ «μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες» ποὺ ἐμακάρισε τὸ στόμα τοῦ ᾿Αναστάντος Χριστοῦ. Αὐτοὶ ἦταν οἱ ἰδόντες τὰ ἀντίθετα καὶ μὴ πιστεύσαντες σὲ αὐτά. Εἶναι οἱ πιστεύσαντες στὰ «ἄλλα» ποὺ εἶδαν καὶ αἰωνίως μακαρίζονται.

Αλλὰ καὶ ποιά ἡ συμβατότητα τοῦ «ὃς ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, οὗτος σώσει αὐτήν» ἢ τοῦ «εἴ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος» μὲ τὴν κοινὴ ἀνθρώπινη λογική; Ποιός ποὺ θέλει νἆναι πρῶτος συμβιβάζεται μὲ τὴν τελευταία θέση; Ποιός ποὺ θέλει νὰ κερδίσει τὴν ζωή του, ἐκ τῶν προτέρων καὶ συνειδητὰ συναινεῖ μὲ τὴν ἀπώλειά της;

Ποιός ἱδρυτὴς μιᾶς νέας θρησκείας, ὅσο ἀληθινὴ καὶ ὄμορφη κι ἂν αὐτὴ ἦταν, θὰ ξεκινοῦσε τὸ προσκλητήριό του προτρέποντας τοὺς ἐκπροσώπους του νὰ στηρίζονται περισσότερο στὸν φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ λιγότερο στὶς ἱκανότητες ἢ τὴν προετοιμασία τους; «ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τὰς συναγωγὰς καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πῶς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε· τὸ γὰρ ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἃ δεῖ εἰπεῖν».

᾿Αλλὰ καὶ ὁ μακαρισμὸς τῶν πτωχῶν καὶ τῶν κλαιόντων «Μακάριοι οἱ πτωχοί... μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν...» ἢ τὸ «ὅστις σὲ ραπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην», ἂν δὲν ἀποτελοῦν ἀνοησία, τί ἄλλο μπορεῖ νὰ εἶναι παρὰ βασικοὶ ἄξονες μιᾶς λογικῆς ποὺ μεταφέρει ἀπὸ τὴν φιλία μὲ τὰ πάθη καὶ τὴν ὑποταγὴ στὸν θάνατο καὶ στὴν συνάντηση τοῦ Θεοῦ;

Πῶς ἡ ᾿Εκκλησία ποὺ συνεχῶς διδάσκει τὴν κοινωνία τῶν πιστῶν ταυτόχρονα προβάλλει τὴν ἐρημία τῶν μοναχῶν; Πῶς ὅταν ἡ διδασκαλία της εἶναι ὅτι τὸ σῶμα ἀποτελεῖ «ναὸ τοῦ ἐν ἡμῖν ἁγίου Πνεύματος» κατανοεῖ τὴν λογικὴ τῶν βιαστῶν τῆς φύσεως καὶ τῆς σάρκας, δέχεται τὴν ζωὴ τῶν ἀσκητῶν; Πῶς τὸ κήρυγμα τοῦ μέτρου καὶ τῆς μεσότητός της συνδυάζεται μὲ τὸν θαυμασμὸ τῶν ἀκροτήτων της;

῾Η ὑπέρλογος λογικὴ δὲν ἔχει σχέση μὲ διεκδικήσεις, μὲ συγκρίσεις, μὲ ὑπεροχικὲς ἀντιλήψεις. ᾿Εξισώνει τοὺς ἐχθροὺς μὲ τοὺς φίλους, τὸν θάνατο μὲ τὴν ζωή, τὸν χρόνο μὲ τὴν αἰωνιότητα. Μεταμορφώνει τὸ ἐδῶ καὶ τώρα σὲ ἀπὸ ἐδῶ καὶ παντοῦ καὶ γιὰ πάντα, τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία σὲ δύναμη, τὸν φυσικὸ φόβο σὲ πνευματικὴ παρρησία, τὸ ἄγχος σὲ πίστη καὶ ἐλπίδα, τὶς «βαρεῖες» ἐντολὲς τοῦ εὐαγγελίου σὲ «χρηστὸ ζυγό»,τὴν σκλαβιὰ τῆς σάρκας σὲ κατὰ Θεὸν ἐλευθερία. Δίνει στὰ ἀνθρώπινα θεϊκὸ ἄρωμα. Κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό· «ὑμεῖς θεοὶ ἐστὲ καὶ υἱοὶ ῾Υψίστου πάντες».

«Εἶπεν ὁ ᾿Αββᾶς ᾿Αντώνιος ὅτι ἔρχεται καιρὸς ἵνα οἱ ἄνθρωποι μανῶσι καὶ ἐπ᾿ ἂν ἴδωσί τινα μὴ μαινόμενον, ἐπαναστήσονται αὐτῷ λέγοντες ὅτι σὺ μαίνῃ· διὰ τὸ μὴ εἶναι ὅμοιον αὐτοῖς». ῎Ερχεται καιρὸς ποὺ οἱ ἀνθρωποι θὰ χάσουν τὰ λογικά τους κι ἂν ἀντικρύσουν κάποιον λογικό, θὰ ἐπαναστα-τήσουν ἐναντίον του λέγοντάς του ὅτι ἐσὺ τρελλάθηκες, γιατὶ δὲν τοὺς ὁμοιάζει.

Ποιός, ἀλήθεια, μπορεῖ νὰ καταλάβει τὴ λογικὴ τοῦ Εὐαγγελίου, τὴ σοφία τοῦ σταυροῦ;

 
Σεπτέμβριος 2023

 


ΜΗΝΥΜΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2023

 

welcome img

Τί μεγάλο ποὺ εἶναι τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας μας! Mᾶς δείχνει τὸν δρόμο μᾶς δίνει καὶ τὸν τρόπο τῆς θεώσεως, τὸ πῶς δηλαδὴ μπορεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος νὰ φθάσει στὴν κατάσταση τῆς ὁμοιώσεως μὲ τὸν Θεό καὶ τῆς κοινωνίας μαζί Του. Ἡ Παναγία ἀποτελεῖ καὶ πρότυπο ζωῆς καὶ πηγὴ δυνάμεως μὲ τὴ σκέπη τῶν πρεσβειῶν της σὲ αὐτὴν τὴν πορεία. Πῶς ὅμως συμβαίνει κάτι τέτοιο;

Ὑπάρχουν ἕξι χαρακτηριστικὰ τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου.

Τὸ πρῶτο εἶναι ἡ ταπείνωσή της. Φαίνεται ξεκάθαρα κατὰ τὸν Εὐαγγελισμό, ἡ ἀπάντησή της στὸν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. α΄ 38), δηλαδὴ ἡ ἄμεση παράδοσή της καὶ ὑποταγὴ στὸ άσύλληπτο καὶ ἀκατανόητο σὲ αὐτὴν θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐν πλήρει ταπεινώσει καὶ χωρὶς ἴχνος ἰδίου θελήματος.

Το δεύτερο ἰδίωμα τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ παρθενικὴ καθαρότητά της, ὄχι μόνο κατὰ τὸ σῶμα, ἀλλὰ γενικότερα στὴ ζωή της. Τὴν ἀποκαλοῦμε Παρθένο, παστάδα, ἄσπιλον, ἀμόλυντον, ἄφθορον, ἄχραντον, ἁγνήν, ἀμώμητον κ.ο.κ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, στὴν ὁμιλία του στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, περιγράφει αὐτὴν τὴν καθαρότητα τοῦ θεομητορικοῦ προσώπου καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων λέγει ὅτι δὲν μολύνθηκε οὔτε κἂν ἀπὸ τὴν κοσμικὴ γνώση. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν πῆγε σὲ σχολεῖο, ἀλλὰ ἐκπαιδεύθηκε περὶ τὰ πνευματικὰ μέσα στὸν ναό. Σπούδασε τὴν οὐράνια ἐπιστήμη καὶ σοφία στὸ πανεπιστήμιο τοῦ ἱεροῦ. Δὲν μολύνθηκε ἀπὸ τὶς συνομιλίες, ἀπὸ τὴν ἀναστροφή, ἀπὸ τὴν παχύτητα τῆς κοσμικῆς ἐπικοινωνίας, ἀλλὰ ἔζησε μέσα σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν ἀπόλυτη ἡσυχία, τὴν ἀπόλυτη ἀφάνεια.

Καὶ αὐτὸ μᾶς φέρνει στὸ τρίτο στοιχεῖο τῆς Θεοτόκου· τὴν ἀφάνεια καὶ τὴν σιωπή της. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι μέσα στὰ Εὐαγγέλια δὲν ἐμφανίζεται σχεδὸν καθόλου τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Μάλιστα στὸ κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγέλιο δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ὑπαινιγμὸς περὶ τῆς ὑπάρξεως καὶ τῆς ζωῆς της, ἐνῶ στὸ κατὰ Ματθαῖον καὶ στὸ κατὰ Λουκᾶν, τὸ ὁποῖον ἔχει τὰ περισσότερα στοιχεῖα, γίνονται ἐντελῶς φειδωλὲς ἀναφορές, κυρίως γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Στὸ κατὰ Ἰωάννην ἀναφέρεται μόνο ἡ συνομιλία της μὲ τὸν Κύριο κατὰ τὴ στιγμὴ τοῦ θαύματος τῆς Κανᾶ, καθὼς καὶ ὁ διάλογος τοῦ Κυρίου μὲ τὸν Ἰωάννη καὶ τὴν Παναγία ἐπὶ τοῦ σταυροῦ: «γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου, εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ἰω. ιθ΄ 26, 27). Τέλος ὑπάρχει καὶ μία ἀναφορὰ στὴν «Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ» πάλι ἀπὸ τὸν Λουκᾶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (Πρ. α΄ 14), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος δὲν ἀναφέρει οὔτε μία λέξη.

Τόσο ἀφανῶς πέρασε τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου, ὄντας ὅμως πανίσχυρος καταλύτης τῆς θείας οἰκονομίας στὴ ζωὴ τῆς ἀνθρωπότητος. Οὔτε λόγια πολλὰ εἶπε, οὔτε ἐντάσεις δημιούργησε, οὔτε ἀποδείξεις θέλησε νὰ δώσει περὶ τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου μετὰ τὴν σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Ἔζησε ἐντελῶς ἁπαλά, ὅπως μᾶς λένε στὸ συναξάρι της οἱ βιογράφοι της, γιὰ λίγα ἀκόμη χρόνια. Τὴν ἐντελῶς ἀθόρυβη ζωή της ἀκολουθεῖ ὁ σεισμὸς τῆς κοιμήσεώς της, τῆς θαυμαστῆς ἀναχωρήσεώς της ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο, μὲ τὴ συγ­κέντρωση τῶν ἀποστόλων «θεαρχείῳ νεύματι».

Τὸ τρίτο λοιπὸν ἰδίωμα τῆς θεομητορικῆς ζωῆς καὶ τὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ θέλει νὰ βαδίσει τὴν ὁδὸ πρὸς τὴν ἕνωση μετὰ τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἀφάνεια καὶ ἡ μυστικὴ σιγὴ καὶ σιωπή.

KoimisiTisTheotokou13Ὑπάρχουν καὶ ἄλλα τρία ποὺ ἁπλὰ θὰ τὰ ἀναφέρω δανειζόμενός τα ἀπὸ χαρακτηριστικὰ ὀνόματα ποὺ ἡ Ἐκκλησία τῆς ἔχει δώσει. Τὸ ἕνα εἶναι Θεοτόκος, τὸ δεύτερο εἶναι ἀπειρόγαμος καὶ τὸ τρίτο εἶναι ἀειπάρθενος.

Ἕνα λοιπὸν εἶναι τὸ ἰδίωμα τῆς Θεοτόκου, τὸ τὸν Θεὸν τίκτειν, τὸ νὰ γεννήσει τὸν Χριστό. Αὐτὸ καλεῖται ὁ κάθε πιστὸς  νὰ κάνει στη ζωή του, μυστικῶς νὰ γεννᾶ τὸν Χριστό, νὰ ἀποτελεῖ «ἐπιστολὴν Χριστοῦ γινωσκομένην καὶ ἀναγινωσκομένην ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων» (Β΄ Κορ. γ΄ 2).

Τὸ δεύτερο ἰδίωμα εἶναι τὸ ἀπειρόγαμον, τὸ ὁποῖο σημαίνει ὅτι δὲν εἶχε πεῖρα τοῦ γάμου, δὲν εἶχε συνάφεια συζυγικὴ γιὰ νὰ φέρει στὴ ζωὴ τὸν Χριστό. Κατ᾿ ἀνάλογο τρόπο καὶ κάθε πιστός, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ ζήσει τὴ ζωὴ τοῦ ἐξαγιασμοῦ του καὶ νὰ περάσει στὴν κατάσταση τῆς θεώσεως, πρέπει νὰ γίνεται κατὰ τὸ ἀνθρώπινον μέτρο, ὅπως λένε οἱ πατέρες, «ἄπειρος» τῆς φύσεως, δηλαδὴ αὐτεξου­σίως νὰ μετέχει κατὰ τὸ δυνατὸν λιγότερο τῶν φυσικῶν ὁρμῶν, τῶν φυσικῶν καταστάσεων ἀκόμη καὶ τῶν αἰσθήσεων. Ἡ ἀπειρία τῆς φύσεως, ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὴ φυσικὴ παχύτητα, ὁδηγεῖ στὴν ἐμπειρία τῆς χάριτος.

Καὶ τὸ τελευταῖο στοιχεῖο, τὸ ἀειπάρθενον, ἡ μονιμότης τῆς χάριτος. Ἡ Παναγία δὲν ἦταν παρθένος μόνο μέχρι τὴ γέννηση, ἀλλὰ παρέμεινε καὶ «μετὰ τόκον παρθένος», ὅπως λένε τὰ τροπάρια. Παρέμεινε συνεχῶς παρθένος, αὐτὸ θὰ πεῖ ἀεί-πάρθενος. Αὐτὴ ἡ μονιμότητα τῆς κατάστασης τῆς χάριτος εἶναι τὸ τελευταῖο στοιχεῖο, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει προτύπωση καὶ τῆς δικῆς μας ὁδοῦ πρὸς τὴ θέωση.

Ἂν ἔτσι ζήσουμε κι ἐμεῖς μὲ τὸ ὑπόδειγμα τῆς Θεοτόκου, ὅσον ἀφορᾶ τὴν ταπείνωσή της, τὴν παρθενικὴ καθαρότητά της, τὴν ἀφάνεια, τὴ μυστικὴ σιωπὴ καὶ σιγή της, ἀλλὰ καὶ ἂν μπορέσουμε νὰ μετάσχουμε τοῦ μυστηρίου καὶ τῆς κατά­στάσεως τοῦ νὰ γεννοῦμε τὸν Θεὸ μέσα μας, τοῦ νὰ εἴμαστε κατὰ τὸ δυνατὸν ἄπειροι τῆς φύσεως, δηλαδὴ ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ τὴν ὑποδούλωση σὲ αὐτήν, καὶ τοῦ ἀεί, δηλαδὴ πάντοτε, μετέχειν τῆς χάριτος, θὰ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο νὰ βιώσουμε μυστικῶς τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεό, νὰ μετέλθουμε τῆς καταστάσεως τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ κοινωνίας δηλαδὴ τῆς θεώσεως.

Καὶ ὅταν κάποτε θὰ ἔλθει καὶ ὁ δικός μας θάνατος, τότε δὲν θὰ εἶναι τέλος, ἀλλὰ κοίμησις, ὕπνος καὶ μετάστασις ἀπὸ τὰ παχέα πρὸς τὰ λεπτότερα, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα πρὸς τὰ αἰώνια, ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα στὰ θεϊκά, ἀπὸ τὰ φθαρτὰ στὰ ἄφθαρτα.

Νὰ δώσει ὁ Θεὸς σὲ ὅλους, μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ ὑπάρχει οὐσιαστικὴ καρποφορία στὶς Παρακλήσεις μας καὶ ἡ Παναγία μητέρα μας καὶ νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὶς ἀνάγκες, τὶς θλίψεις, τοὺς πόνους, τὶς καθημερινὲς δυσκολίες, κυρίως ὅμως νὰ ἀποτελέσει γιὰ τὸν καθένα τὸ μυστικὸ πρότυπο τῆς ἐν χάριτι καὶ ἐν πνεύματι ἄλλης ζωῆς. Άμήν!

 
Αὕγουστος 2023


ΜΗΝΥΜΑ 
Τὸ μεγαλεῖο τοῦ «καινοῦ» ἀνθρώπου

welcome img

Τὸ αὐθεντικὸ βίωμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ τὸ χρειαζόμαστε, ὅπως καὶ ὁ κάθε χριστιανὸς στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Ἁπλὰ στὶς μέρες μας ἡ δυσκολία νὰ τὸ ἀποκτήσουμε φαντάζει μεγαλύτερη.

Αὐτὸ τὸ βίωμα ἀπεργάζεται τὸ μεγαλεῖο τοῦ «καινοῦ» ἀνθρώπου, αὐτοῦ δηλαδὴ ποὺ ἔχει μετέλθει σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ παραμένοντας ἄνθρωπος δὲν εἶναι... ἄνθρωπος.  Εἶναι θεοειδής, θεόμορφος, θεανθρώπινος ἄνθρωπος.  ῾Ο θεάνθρωπος Κύριος ἦταν τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος.  ῾Ο θεανθρώπινος ἄνθρωπος χωρὶς νὰ εἶναι θεὸς παύει νὰ εἶναι μόνον ἄνθρωπος. ᾿Απὸ τὸ «ἀνθρώπινον» διατηρεῖ τὴν φύση καὶ ἀρνεῖται τὴν κυριαρχία τοῦ πτωτικοῦ ἰδιώματος· ἀπὸ τὸ «θεῖον» στερεῖται τὴ φύση καὶ προσοικειοῦται ταπεινῶς τὴ χάρι.

Αὐτὰ ὅλα σημαίνουν ὅτι ὁ αὐθεντικὸς χριστιανὸς εἶναι πολὺ ἀνθρώπινος.  Ἀναδεικνύει καὶ τιμᾶ τὴν ἀνθρώπινη φύση του• δὲν τὴν περιφρονεῖ· δὲν ντρέπεται γι’ αὐτήν· δὲν τὴν ἀδικεῖ.  Γι’ αὐτὸ  καὶ κατανοεῖ τὶς ἀδυναμίες τῶν ἄλλων καὶ τὶς δυνατότητες τὶς δικές του.  Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μικρός καὶ μεγάλος ταυτόχρονα.  Ἐνῶ εἶναι «βραχύ τι παρ’ ἀγγέλους ἠλαττωμένος»(1)  εἶναι καὶ «ὡσεὶ χόρτος ἔχων τὰς ἡμέρας αὐτοῦ»(2),  διότι «ἐν τιμῇ ὤν, οὐ συνῆκε παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς»(3)

Εἶναι ἄνθρωπος βαθὺς καὶ εὐρὺς ταυτόχρονα.  Εἶναι μυστήριο ἀνεξιχνίαστο ὁ ἴδιος ἀλλὰ καὶ χωρητικὸς ὅλων.  Ἡ ζωή του ἔχει ἀλήθεια καὶ ἀγάπη, τὴν ἐλευθερία τοῦ νὰ δέχεται καὶ τὴν ἐλευθερία τοῦ νὰ προσφέρεται.  Γι’ αὐτὸ εἶναι καὶ πολὺ φιλάνθρωπος καὶ κοινωνικός.  Δὲν σώζεται μόνος, κοινωνεῖ τὴν σωτηρία.  Μπορεῖ νὰ κενώνεται ἀπὸ τὸν ἐγωισμό του, γι’ αὐτὸ καὶ νὰ ἑνώνεται μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς του.

Ἐπὶ πλέον ἡ αὐθεντικότητα βοηθεῖ τὸν χριστιανὸ νὰ λειτουργεῖ διαρκῶς στὸ μεθόριο Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, τῆς λογικῆς καὶ τοῦ μυστηρίου, τῆς θεϊκῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἀνθρώπινου πόνου, τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ὑπακοῆς.  Αὐτὴ τὸν ἐμπνέει νὰ κινεῖται καὶ στὸ ἐπέκεινα τοῦ προσωπικοῦ χώρου, τοῦ ἀνθρώπινου μέτρου, τοῦ κοσμικοῦ χρόνου, τοῦ ἐγώ.  Σ’ αὐτὰ τὰ μεθόρια εἶναι ποὺ κρύβεται ὁ Θεός· σ’ αὐτὰ τὰ ἐπέκεινα εἶναι ποὺ συναντᾶ κανεὶς τὸν ἀδελφό, τὴν αἰωνιότητα, τὴ χάρι, τὴν ἀλήθεια, τὸν Ἴδιο τὸν Θεό.

Ὅταν προκαλεῖται ἡ λογική μας, γεννᾶται ἡ πίστη.  Ὅταν διακινδυνεύουμε τὸ συναίσθημά μας, προκύπτει ἡ χάρις.  Ὅταν ἀρνούμαστε τὸ θέλημά μας, ζοῦμε τὴν δική Του ἀγάπη σὲ μᾶς.  Ὅταν συστέλλεται ὁ ἑαυτός μας, ἀνασταίνεται ἐν δυνάμει ὁ Θεὸς μέσα μας.

Αὐθεντικὸ βίωμα εἶναι τὸ ὁσιακό, τὸ μαρτυρικό, τὸ ἀποστολικό, τὸ προφητικό.  Αὐτὸ ποὺ ἔχει ἄσκηση, ἱδρώτα, αἷμα, πόνο, μαρτυρία, ταπεινὴ ὁμολογία.  Ὁ αὐθεντικὸς χριστιανὸς ζεῖ τὴ χαρὰ μέσα ἀπὸ τὴν ἄσκηση, τὴ στέρηση, τὴ θυσία.  Ζεῖ τὴν ἐλπίδα μέσα ἀπὸ τὸν πόνο, τὴν ἀσθένεια, τὴ διακριτικὴ ἐπιβεβαίωση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, τὴ συνεχῆ προσδοκία τοῦ σημείου, ποὺ δὲν τὸ ζητεῖ ἀλλὰ τὸ περιμένει καὶ ὅταν ἔρχεται δὲν τὸν ξαφνιάζει.  Ζεῖ τὴν ταπείνωση μέσα ἀπὸ τὶς εὐλογίες Του καὶ τὶς χαρές.  Αὐτὰ ὅλα στηρίζονται στὴν πίστη.

Στὸ πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ συναντᾶ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό.  Δίπλα του ταπεινώνεται, ὑπομένει, κενώνεται.  Μαζί του μοιράζεται τὴν πτώση, τὴν πίστη, τὴ ζωή, τὴ χάρι, τὴ σωτηρία.  Μαζί του ἑνώνεται.  Οἱ διαφορὲς ὑπογραμμίζουν τὴν ἐλευθερία, ἡ διαφορετικότητα τὴ μοναδικότητα τοῦ κάθε προσώπου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ, οἱ ἀντιθέσεις ταπεινώνουν, τὰ κοινὰ σημεῖα διευκολύνουν τὴ συμπόρευση.  Οἱ ἁμαρτίες, οἱ δοκιμασίες, οἱ ἀρετές, οἱ θεϊκές ἐπεμβάσεις στὴ ζωὴ τοῦ ἑνὸς περιχωροῦνται καὶ στὴ ζωὴ τοῦ ἄλλου.  Ὅλα κοινωνοῦνται.  «Οὐκ ἔστιν ἄλλως σωθῆναι εἰ μὴ διὰ τοῦ πλησίον»(4).   Θεμέλιο αὐτῆς τῆς καταστάσεως εἶναι ἡ ἀγάπη.

Ὁ αὐθεντικὸς ὅμως χριστιανὸς μὲ σαφήνεια διακρίνει καὶ τὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου, τὴ ρευστότητα καὶ παροδικότητα τοῦ χρόνου, τὴ φθαρτότητα τῶν ὑλικῶν, τὴν ἀπάτη τοῦ «ἐδῶ» καὶ τοῦ «τώρα», τὴ βαρβαρότητα τῶν ἀνθρώπινων τρόπων, τὴν παχύτητα τῆς ὀρθῆς λογικῆς.  Γι’ αὐτὸ καὶ διαρκῶς λειτουργεῖ στὸ «ἐπέκεινα».  «Ἐν γῇ ζῇ καὶ ἐν οὐρανοῖς πολιτεύεται».  Ἀντὶ γιὰ τὸ τώρα ζεῖ τὰ ἔσχατα καὶ ἀντὶ γιὰ τὸ ἐδῶ τρέφεται ἀπὸ τὰ οὐράνια.  Αὐτὸ τὸ φρόνημά του τροφοδοτεῖται ἀπὸ τὴ θεϊκὴ ἐλπίδα.

«Πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη· τὰ τρία ταῦτα»(5).   Αὐτὰ τὰ τρία ἀποτελοῦν καὶ τὸ θεμέλιο τοῦ αὐθεντικοῦ βιώματος τοῦ κάθε χριστιανοῦ. Αὐτὰ τὰ τρία εἶναι ποὺ συνθέτουν τὴν «ἄλλη» λογική.

Αὐτὴ ἡ λογικὴ τὸν κάνει λεπτὸ καὶ εὐγενῆ στὴ φύση, λιτὸ στοὺς τρόπους καὶ λανθάνοντα στὶς ἐπιλογές.  Γίνεται διεισδυτικός, διορατικὸς καὶ διαφανής.  «Πάντα ἀνακρίνει καὶ ὑπ’ οὐδενός ἀνακρίνεται»(6).  Ἀλλὰ στὸ πρόσωπό του κατοπτρίζεται ὁ Θεός,(7)  ἀπὸ μέσα του διαθλᾶται ἡ χάρις Του.  Τὸν βλέπεις καὶ ὁμολογεῖς πὼς «ζεῖ Κύριος».  Ζεῖ ὁ ἀληθινὸς Θεός.  Αὐτὸς ποὺ δὲν ὁρᾶται σωματικά, οὔτε κατανοεῖται στοχαστικά.

Ταυτόχρονα εἶναι πολὺς γιατὶ εἶναι πάντοτε ὅλος, ἀκέραιος καὶ μὲ ὅλους.  Δίπλα του ζεῖς τὴν ἀπόστασή του, ἀλλὰ νοιώθεις μαζί του.  Γιατί τὸ «ἵνα ὦσιν ἓν»(8)  ἀποτελεῖ βίωμα του.  Δὲν εἶναι ποτὲ μόνος.  Οὔτε μόνο μὲ κάποιους.  Οὔτε μὲ λίγους.  Ἔχει χῶρο γιὰ ὅλους.  Μέσα του ἀκτινοβολεῖ ὁ Θεός.

Αὐτὴ ἡ αὐθεντικότητα εἶναι ποὺ κάνει τὸν χριστιανὸ νὰ μὴν εἶναι κοσμικὰ «σύγχρονος»· ἐπιδερμικὸς μιμητὴς καὶ παθητικὸς ἐκφραστὴς τῶν συνηθειῶν τῆς ἐποχῆς ποὺ ζεῖ.  Ἀλλὰ νὰ εἶναι «σύγχρονος» μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἐνσαρκωτοῦ τοῦ αἰωνίου μηνύματος τοῦ Θεοῦ στὸ παρόν. Αὐτὸς ἐνσαρκώνει τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ τὴν εἰκόνα τῶν ἐσχάτων της.  Εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἄνθρωπος ποὺ συνδέει τὸ «ἀρχαῖον κάλλος» μὲ «τὴν μέλλουσαν δόξαν ἡμῖν ἀποκαλυφθῆναι»9.   Ἕνα κάλλος καὶ μία δόξα ποὺ δὲν καταδεικνύουν μόνο τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ κυρίως παραπέμπουν στὸ «παρὰ πάντας ἀνθρώπους» θεϊκὸ κάλλος καὶ στὴν «ἐνδόξως δεδοξασμένην» Τριαδικὴ θεότητα.

Ἡ αὐθεντικότητα, ἡ ἀληθινότητα, ἀκόμη κι ἄν προδίδει ἀδυναμίες, ἀνεπάρκεια, μὴ πληρότητα τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖ τὴν ὁδὸ πρὸς τὴν τελείωση καὶ ἁγιότητα. Ἀπεναντίας τὸ νοθευμένο φρόνημα, ὁ συμβιβασμός, ἡ ψεύτικη ὡραιοποιημένη εἰκόνα πνίγουν τὴν ἐνέργεια τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ καθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο ἀμέτοχο τοῦ μυστηρίου καὶ τῆς θεότητός Του.

Μὲ τὴν ἔννοια αὐτήν, ὁ αὐθεντικὸς ἄνθρωπος δὲν καθίσταται μόνον ἕνα πρότυπο ἠθικῆς τελειώσεως, ἀλλὰ κυρίως μεταμορφώνεται σὲ σκεῦος φανερώσεως τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν. Ζεῖ τὴν ψυχοσωματικοτητά του, τὴν ἁρμονία τῆς ἀνθρώπινης φύσης καὶ τοῦ θεϊκοῦ προορισμοῦ του χριστολογικά. Βιώνει τὴ συγκρότηση τοῦ τριμεροῦς τῆς ψυχῆς του καὶ τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης μὲ τοὺς ἀδελφοὺς τριαδικά. Ζεῖ καὶ φανερώνει τὴ θεία οἰκονομία στὸ σύνολό της: τὴ συγκατάβαση τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, τὴν Τριαδικὴ φανέρωση τῆς Βαπτίσεως, τὴν ἔλλαμψη καὶ «ὀθνείαν ἀλλοίωσιν» τῆς θείας Μεταμορφώσεως, τὸ ἀποκαλυπτικὸ βάθος καὶ τὴ θεϊκὴ δόξα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, τὴν κένωση τοῦ πάθους, τὸν ἀνακαινισμό καὶ τὴν ἑτεροποίηση τῶν πάντων διὰ τῆς Ἀναστάσεως, τὴν θέωση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως διὰ τῆς Ἀναλήψεως, τὴν ἔκχυση τῶν ἁγιοπνευματικῶν δωρεῶν τῆς Πεντηκοστῆς, τὴ γέννηση καὶ πορεία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὀλκάδος στὸν ὠκεανὸ τῆς ἱστορίας καὶ τέλος τὴν προσδοκία τῶν ἐσχάτων.

 
Ίούλιος 2023


(1) Ψαλμ. η΄ 5. (2) Ψαλμ. ρβ΄ 15. (3) Ψαλμ. μη΄ 12, 20. (4) Ὅσιος Μακάριος Αἰγύπτιος. (5) Α΄ Κορ. ιγ΄13. (6) Α΄ Κορ. β΄ 15. (7) Β΄ Κορ. γ΄ 18. (8) Ἰω. ιζ΄ 22. (9) Ρωμ. η΄ 18.

ΜΗΝΥΜΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ 2023

 

welcome img

Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς γιορτάζει τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἔλευσή Του στὶς ψυχὲς τοῦ καθενός μας. Ὁ κάθε ἕνας μας ἔχει αὐτὴν τὴν προσδοκία νὰ ἔλθει τὸ  Ἂγιο Πνεῦμα μέσα του, νὰ τὸν ἀλλάξει, νὰ τὸν μεταμορφώσει, νὰ τοῦ δώσει αὐτὸ ποὺ τοῦ χρειάζεται καὶ ἴσως δὲν τὸ ξέρει, νὰ ἀποκτήσει τὴν αἴσθηση τῆς θεϊκῆς παρουσίας ὄχι μόνον γύρω του ἀλλὰ μέσα του.

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ ἔχει ἡ ἔλευση καὶ ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κρύβεται πίσω ἀπὸ τὶς λέξεις «ὁμοθυμαδόν» καὶ «ἐπὶ τῷ αὐτῷ». Εἶπε ὁ Κύριος στοὺς ἀποστόλους: μὴν ἀπομακρυνθεῖτε ἀλλὰ νὰ παραμείνετε ὅλοι μαζὶ στὴν Ἱερουσαλὴμ «ἕως οὗ ἐνδύσασθε δύναμιν ἐξ ὕψους». Τοὺς εἶπε λοιπὸν νὰ μείνουν προσδοκῶντας τὴ δύναμη τὴν ἐξ ὕψους, ἡ ὁποία εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ βλέπουμε ὅτι οἱ ἀπόστολοι παραμένουν, ὅπως ἀναφέρεται στὶς Πράξεις, «ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τῷ αὐτῷ», στὸν ἴδιο χῶρο, μαζεμένοι, μὲ κοινὴ προσδοκία καὶ ἕνα πνεῦμα.

Αὐτὸ τὸ φρόνημα τῆς κοινωνίας, ἡ αἴσθηση ὅτι δέν μᾶς χωρίζουν οἱ διαφορές μας εἶναι ποὺ πιστοποιεῖ τὴν συγγένειά μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ἐγγύτητά μας μαζί Του, τὸ ἂν ὑπάρχει κὰπως στὴ ζωή μας. Δέν μᾶς χωρίζουν οἱ ἀντιθέσεις μας. Δέν μᾶς χωρίζουν τὰ λάθη τῶν ἄλλων, ἀλλὰ εἴμαστε ὅλοι μαζί. Μᾶς ἑνώνει ὁ ἕνας καὶ κοινὸς στόχος. Μᾶς ἑνώνει ἡ κοινὴ προσδοκία. Μᾶς ἑνώνει αὐτό τὸ ἲδιο πνεῦμα τὸ ὁποῖο περιμένουμε νὰ λάβουμε. Ὅταν νοιώθουμε δυσκολίες, ὅταν νοιώθουμε ξένοι, τότε ἀπουσιάζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτὴ ἡ χαρὰ ποὺ νοιώθουμε ὅταν εἴμαστε μαζὶ στὴν ἐκκλησία, «ὁμοθυμαδόν», «ἐπὶ τῷ αὐτῷ» προσδοκῶντας τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ποὺ δικαιολογεῖ τὴν παρουσία μας στὴ Θεία Λειτουργία.

Ὑπάρχει ἕνα δεύτερο στοιχεῖο τὸ ὁποῖο κρύβεται πίσω ἀπὸ τὴν ἔκφραση ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἦρθε «ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας», σὰν ἕνα ρεῦμα ἀπότομο. Αὐτὸ ἐκφράζει τὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν εἶναι μόνο ὅτι γίνεται δυνατὸς ὁ χριστιανὸς ἀλλὰ εἶναι ὅτι αἰσθάνεται τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μπορεῖ τὰ πάντα νὰ ἀλλάξει γύρω του, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ ἀλλάξει καὶ τὰ πάντα μέσα του. Μετά, λοιπόν, τὴ δική μας κοινωνία καὶ ἑνότητα ἔρχεται ἡ αἴσθηση τῆς ξαφνικῆς ἐπεμβάσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ ποὺ παρεμβαίνει στὴ ζωή μας.

Ὑπάρχει καὶ κάτι ἀκόμη. Ἔρχεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ὑπογραμμίζει τὴ διαφορετικότητα τῶν ἀνθρώπων• «ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις». Ἔχουμε διαφορετικὲς γλῶσσες, διαφορετικὰ δῶρα. Μιὰ διαφορετικότητα ποὺ δὲν χωρίζει ἀλλὰ συμπληρώνει καὶ ἑνώνει. Χαιρόμαστε ποὺ ὁ Θεὸς δίνει στὸν κάθε ἕνα μας ἕνα διαφορετικὸ δῶρο. Πανηγυρίζει ἡ ψυχή μας μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἁρμονία της Πεντηκοστῆς. Δέν μᾶς ἐνοχλεῖ ὅτι ὁ ἄλλος μπορεῖ νὰ ἔχει διαφορετικὴ ἔκφραση καὶ διαφορετικὴ ἴσως αἴσθηση τοῦ Θεοῦ. Καὶ οἱ ἀπόστολοι ἦταν τόσο διαφορετικοί• ὁ Πέτρος ἀπὸ τὸν Παῦλο, ὁ Ἰωάννης ἀπὸ τὸν Πέτρο. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας• ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο. Ἐντελῶς διαφορετικοὶ ἄνθρωποι μὲ ἄλλα δῶρα, ἐκφράζοντας ὅμως τὴν ἴδια ἀλήθεια.

Καὶ ἕνα τέταρτο στοιχεῖο• «ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ἁγίου». Γέμισαν ἀπὸ τὴν αἴσθηση καὶ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γέμισε ὁ οἶκος ποὺ ἦσαν καθήμενοι, καὶ μετὰ γέμισαν καὶ οἱ καρδιές τους μὲ αὐτὴν τὴν αἴσθηση τῆς πληρότητος, τοῦ ὅλου, ὅτι τὰ ἔχουμε ὅλα καὶ δὲν μᾶς λείπει καὶ τίποτα. Τὰ πάντα μᾶς δίνει ὁ Θεός. Οἱ μικρὲς ἀναταραχὲς καὶ διαταραχὲς αὐτῆς τῆς ζωῆς δὲν εἶναι τίποτα. Εἶναι ἁπλῶς γιὰ νὰ μᾶς θυμίζουν ὅτι δὲν γίναμε ἀκόμη οὐράνιοι καὶ ὅτι ἀκόμη πατᾶμε στὴ γῆ. Λίγο νὰ μᾶς ταπεινώνουν καὶ κάπως νὰ μᾶς προσγειώνουν.

Τὸ πρῶτο λοιπὸν στοιχεῖο εἶναι ἡ ἑνότητα, αὐτὴ ἡ αἴσθηση τῆς κοινωνίας ποὺ τόσο τὴν χρειαζόμαστε. Τὸ δεύτερο στοιχεῖο εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς δυνάμεως τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ὅτι Αὐτὸς ἐνεργεῖ μέσα μας. Τὸ τρίτο εἶναι ἡ εὐλογημένη διαφορετικότητα ποὺ ἀναδύει τοῦ καθενός μας τὸ πρόσωπο καί μᾶς ἐνώνει μεταξύ μας καὶ μὲ τὸν Θεό. Τὸ τέταρτο εἶναι ἡ πληρότητα, ἡ αἴσθηση ὅτι εἴμαστε γεμᾶτοι, ὅτι δέν μᾶς λείπει τίποτα.

Νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ ἀποκτήσει ὁ καθένας μας τὴν δική του αἴσθηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν πιστοποίηση ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μέσα του. Ἡ χάρις Του νὰ κυριαρχεῖ καὶ στὴ ζωή μας καὶ στὴν ψυχή μας καὶ νὰ μᾶς μεταμορφώνει γιὰ νὰ μποροῦμε ἔτσι νὰ πορευόμαστε καὶ ἐμεῖς ὡς ἁγιοπνευματικοί ἄνθρωποι σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε ἐν τελειότητι νὰ ἀντικρύσουμε τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ στὴ Βασιλεία Του. Ἀμήν.

 
Πεντηκοστή 2023