ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΑΠΡΙΛΙΟΥ
Ε´Κυριακὴ Νηστειῶν (Ὁσ. Μαρίας Αἰγυπτίας) (Μάρκ. 10,32-45)
(21η Ἀπριλίου 2013)
Τὸ βάπτισμα καὶ τὸ ποτήριο
Στὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς τελευταίας Κυριακῆς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ Χριστὸς προανήγγειλε στοὺς μαθητές του τὰ γεγονότα τοῦ Πάθους Του. Στοὺς Ἰουδαίους ὅμως, μεταξὺ αὐτῶν καὶ στοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, ὑπῆρχε μία ἐντελῶς διαφορετικὴ εἰκόνα γιὰ τόν μεσσία. Περίμεναν ὅτι αὐτὸς θὰ ἦταν ἕνας κοσμικὸς βασιλιᾶς, θὰ ἔφερνε τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ τοὺς κατακτητὲς Ρωμαίους καὶ θὰ ἐκπλήρωνε τὰ ὄνειρα καὶ τὶς προσδοκίες τοῦ λαοῦ τους γιὰ παγκόσμια κυριαρχία.
Ἐνῷ ὁ Χριστὸς μιλοῦσε γιὰ τὴν σταυρική του θυσία, δύο μαθητές, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης, πλησιάζουν τὸν Διδάσκαλο καὶ ζητοῦν νὰ τοὺς δώσει δύο τιμητικὲς θέσεις στὴν κυβέρνηση, τὴν ὀποία σὲ λίγο θὰ ἐγκαθιστοῦσε. Αὐτὴ βεβαίως ἡ ἀπαίτηση ὑπῆρχε καὶ στοὺς ὑπόλοιπους μαθητές.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ ἦταν ὅτι ἕνα τέτοιο αἴτημα εἶναι ἄστοχο. Ὁ Χριστὸς ἔλεγε ὅτι Τὸν περιμένει ὁ πόνος τῆς σταυρικῆς θυσίας· τὴν ἴδια στιγμὴ οἱ μαθητὲς ζητοῦσαν θρόνο κοσμικῆς δόξας. Πρὶν τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Πεντηκοστὴ οἱ μαθητὲς δὲν εἶχαν τὸν φωτισμὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ δὲν κατανοοῦσαν τὸ ἀληθινὸ νόημα τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ. Τὰ ὑλικὰ συμφέροντα καθόριζαν τὶς σκέψεις καὶ τὶς ἐνέργειές τους.
Ἔπρεπε νὰ σταυρωθεῖ ὁ Χριστός, ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε ἄλλος τρόπος γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὴ ὅμως ἡ ἀναγκαιότητα (τὸ ὅτι ἔπρεπε νὰ πεθάνει) δείχνει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, τὴν ἐπιθυμία τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Κύριος ἔρχεται ἑκουσίως, δηλαδὴ μὲ τὴν θέλησή Του, πρὸς τὸ Πάθος. Δὲν ἀναγκάσθηκε νὰ σταυρωθεῖ, ἐπειδὴ Τὸν κατεδίκασαν οἱ ἐχθροί του σὲ θάνατο. Τὸ ἑκούσιο Πάθος ὁδήγησε στὴν σωτηρία τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὅταν ὁ Πέτρος ἄκουσε ἀπὸ τὸν ἵδιο τὸν Χριστὸ ὅτι ὁ Διδάσκαλός του θὰ σταυρωνόταν, ἐξέφρασε τὴν ἔντονη ἀντίθεσή του σὲ ἕνα τέτοιο γεγονός. Τότε ὁ Χριστὸς τὸν ἐπέπληξε μὲ ἰδιαίτερη αὐστηρότητα. Ἡ ματαίωση (ἡ μὴ πραγματοποίηση) τοῦ σχεδίου τῆς σωτηρίας μας μόνο στὸν ἐχθρὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου θὰ ἔδινε ἱκανοποίηση.
Στοὺς δύο μαθητὲς ὁ Χριστὸς ἔθεσε μία ἐρώτηση: «Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήριο τοῦ θανάτου ποὺ πρόκειται ἐγὼ νὰ πιῶ μετὰ ἀπὸ λίγο, καὶ νὰ βαπτισθεῖτε τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου πού μετὰ ἀπὸ λίγο θὰ ὑποστῶ;». Τοὺς διαβεβαίωσε ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα θὰ ὑποστοῦν τὸ ποτήριο τῶν διωγμῶν καὶ τῶν θλίψεων καὶ θὰ δοκιμάσουν τὸ βάπτισμα τοῦ αἵματος, δηλαδὴ τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου. Καὶ συμπλήρωσε ὁ Χριστὸς ὅτι τὸ νὰ καθήσουν σὲ ἰδιαίτερη τιμητικὴ θέση οἱ μαθητές Του στὴν Βασιλεία Του δὲν ἐξαρτᾶται μόνο ἀπὸ Αὐτὸν νὰ τὸ δώσει σὲ ὅποιον τὸ ζητήσει, ἀλλ’ αὐτὸ θὰ δοθεῖ σὲ ἐκείνους, γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμασθεῖ. Δὲν ἔχουν τὸ εἰσιτήριο γιὰ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοὶ ποὺ δὲν ἀγωνίζονται.
Γιὰ ὅλους ἔχυσε τὸ αἷμα Του πάνω στὸν Σταυρὸ ὁ Κύριος. Δυστυχῶς ὅμως δὲν σώζονται ὅλοι. Τὸ αἷμα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου ἔχει τὴ δύναμη νὰ καθαρίζει τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Λύτρον ἀντὶ πάντων» θὰ ἔπρεπε νὰ ὀνομάζεται. Δὲν ἀνταποκρίνονται ὅμως ὅλοι στὸ προσκλητήριο τῆς σωτηρίας. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ «λύτρον ἀντὶ πάντων» γίνεται «λύτρον ἀντὶ πολλῶν». Αὐτοὶ ποὺ σώζονται εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν στὸν Χριστό, αὐτοὶ ποὺ ἀποδέχονται τὸ δῶρο τῆς σωτηρίας. Δὲν θεοποιοῦν τὴν λογική τους καὶ δὲν ἐμπιστεύονται τὴν σοφία τους. Ἀναγνωρίζουν ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν ἀδυναμία τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ κρύβεται ἡ παντοδυναμία τῆς Θεότητάς Του. Μετανοοῦν γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους καὶ βαδίζουν στὰ ἴχνη τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ πάνω στὴ γῆ ἦταν ἡ μετακίνηση ἀπὸ τὸν στάβλο τῆς γεννήσεως στὸν σταυρὸ τῆς θυσίας. Καὶ ἡ ζωὴ τῶν ἀληθινῶν Χριστιανῶν εἶναι σταυρική. Οἱ γνήσιοι μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀναγνωρίζουν ὅτι ἔχουν πραγματικὴ ἀξία αὐτὰ ποὺ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦν νὰ ἀποκτήσουν: τὰ χρήματα, τὴν κοσμικὴ δόξα καὶ τὴν ἐξουσία. Ὁ Χριστὸς ἔφερε ἕνα νέο, ἐντελῶς διαφορετικὸ τρόπο ζωῆς. Ὄχι μόνο μὲ τὴν διδασκαλία Του, ἀλλὰ κυρίως μὲ τὸ παράδειγμά Του. Ἀντικατέστησε τὸ συμφέρον μὲ τὴν θυσία, τὴν ἐξουσία μὲ τὴν διακονία, τὴν ἀπόλαυση μὲ τὴν προσφορά, τὴν ἰδιοτέλεια μὲ τὴν ἀνιδιοτέλεια. Εἶναι ἀναμενόμενο ὅτι ὁ κόσμος θὰ εἰρωνεύεται καὶ θὰ χλευάζει αὐτοὺς ποὺ ἀκολουθοῦν αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς. Ὁ πρῶτος ποὺ κατεδίωξαν καὶ μίσησαν ἦταν ὁ Χριστός. Αὐτὸς ὄμως εἶναι καὶ ὁ τελικὸς νικητής.
Ἡ Χριστιανικὴ ζωὴ ἀρχίζει μὲ τὸ Βάπτισμα. Στὸ Βάπτισμα συμμετέχουμε στὸ θάνατο καὶ στὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Πεθαίνουμε ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία καὶ ζοῦμε γιὰ τὸν Θεό. Δίνουμε ὑποσχέσεις ὅτι θὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ τηρήσουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Δηλώνουμε ὅτι εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ θυσιάσουμε καὶ τὴν ἴδια τὴν ζωή μας παρὰ νὰ παραδώσουμε τὶς ὑποσχέσεις μας. Γιὰ τοὺς περισσότερους σήμερα ἡ τελετὴ τοῦ Βαπτίσματος ἴσως εἶναι μία παραδοσιακὴ συνήθεια. Ἀλλὰ στοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες αὐτὸς ποὺ βαπτιζόταν ἦταν ὑποψήφιος μάρτυρας, στὴν πραγματικότητα ἕνας μελλοθάνατος. Ἦταν σχεδὸν βέβαιο ὅτι πολὺ σύντομα θὰ καλοῦνταν νὰ πεθάνει γιὰ τὴν πίστη στὸν Χριστό.
Σήμερα ὅμως ποὺ δὲν γίνονται διωγμοὶ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἐμεῖς συμβιβαζόμαστε μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου. Ἂν καὶ λεγόμαστε Χριστιανοί, ἡ ζωή μας εἶναι ἀντίθετη πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο. Μόνο γιὰ τὰ γήινα ἐνδιαφερόμαστε καὶ μόνο γιὰ τὰ ὑλικά μας συμφέροντα ἀγωνιζόμαστε. Ὄχι μόνο δέν μεταδίδουμε στὸν κόσμο τὴν μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ δεχόμαστε τὴν κακὴ ἐπίδραση τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Ὁ κόσμος ὅμως δέν μεταμορφώνεται, ἂν δὲν ἀντικρύζει πάνω μας τὰ γνωρίσματα τῆς ἀληθινῆς Χριστιανικῆς ζωῆς.
π.Ν.Η.