ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
15 Ὀκτωβρίου 2006
Κυριακή Δ΄ Λουκᾶ
(Λουκ. 8, 5-15)
(Λουκ. 8, 5-15)
Ὅλα σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο περνοῦν καὶ φεύγουν. Ὅλα ἔρχονται καὶ παρέρχονται· ὕστερα χάνονται καὶ σβήνουν καὶ κανένας δὲν τὰ θυμᾶται. Καὶ οἱ ὀμορφιὲς τοῦ κόσμου καὶ οἱ ἀσχήμιες του· ἡ σοφία καὶ ἡ ἐξυπνάδα· ἡ ἐξουσία καὶ ἡ δύναμη· ὁ πλοῦτος καὶ ἡ αἴγλη... Καὶ μαζὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος περνάει καὶ φεύγει σὰν τὸν διαβάτη ποὺ χάνεται στὸ βάθος τοῦ δρόμου...
Ἕνα μονάχα ἀντιστέκεται στὴ φθορά· ἕνα μόνο μένει ἀμετακίνητο στὴ φυγὴ καὶ στὸ πέρασμα· κι αὐτὸ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ! Αὐτὸς ὁ λόγος μένει πέρα ἀπὸ τὸν χρόνο μὲ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει τὴ βούληση νὰ τὸν ἀκούει καὶ νὰ τὸν φυλάει μέσα του ὡς τὸν πιὸ πολύτιμο καὶ ἀνεκτίμητο θησαυρό.
Ἔτσι, μιλώντας τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, Τὸν ὡμοιάζει ὡς τὸν γεωργὸ ποὺ σπέρνει. Καὶ ἡ σπορά Του εἶναι ὁ λόγος. Ἐμεῖς δὲ ὅλοι εἴμαστε τὸ χωράφι Του· τὸ γόνιμο καὶ τὸ ἄγονο· τὸ καλλιεργημένο καὶ τὸ ἀκαλλιέργητο. Αὐτὸ τὸ χωράφι, ποὺ δὲχεται μὲ θαλπωρὴ τὸν σπόρο, τὸν λόγο Του ἢ ποὺ ἀπορρίπτει τὴ σπορὰ καὶ μένει δίχως καρπό.
Ὁ Χριστὸς ἄλλωστε τὸ εἶπε μὲ σαφήνεια· «ὁ Πατέρας μου εἶναι ὁ γεωργὸς». Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος πὼς ἐμεῖς «εἴμαστε χωράφι τοῦ Θεοῦ». Σ᾿ αὐτὸ τὸ χωράφι, τὸν λαό Του, ὁ Θεὸς μέσα στοὺς αἰῶνες τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας ἔστειλε τοὺς Προφῆτες γιὰ μὲν τὸ Ἰουδαϊκὸ ἔθνος καὶ τοὺς φιλοσόφους γιὰ τὰ ἄλλα ἔθνη. Κι αὐτοὶ μὲ τὸν προφητικὸ λόγο ὴ τὶς φιλοσοφίες, ἄμεσα ἢ ἔμμεσα ἀποκάλυψαν ἀλήθειες θεϊκές. Δίδαξαν τοὺς λαοὺς γιὰ τὸ θέλημα καὶ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἑρμήνευσαν μὲ διάφορους τρόπους τὸ θεϊκὸ λόγο. Ἔγιναν μὲ ἄλλα λόγια καὶ οἱ ἴδιοι γεωργοὶ καὶ σποριάδες ποὺ ἔσπειραν τὸ θεϊκὸ λόγο.
Ὕστερα ἔρχεται ὁ Χριστός, γιὰ νὰ ἀποκαλύψει τὶς οὐράνιες ἀλήθειες, νὰ φανερώσει τὸν Πατέρα Του. Νὰ καλέσει κατόπιν τοὺς ἀνθρώπους νὰ Τὸν ἀκούσουν καὶ νὰ κρύψουν κατάβαθα στὶς ψυχές τους ἐτοῦτον τὸν οὐράνιο θησαυρό.
Ὁ Χριστὸς λοιπὸν ἦλθε «γιὰ νὰ κηρύξει τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» καὶ στὴ συνέχεια «γιὰ νὰ γιατρεύσει κάθε ἀρρώστια καὶ κάθε ἀδιαθεσία ἀνάμεσα στὸ λαό». Καὶ ἀποτελεῖ τὸν μεγάλο καὶ μοναδικὸ σπορέα τοῦ θεϊκοῦ λόγου. Σπέρνει ἀδιάκοπα καὶ ἀφειδώλευτα πρὸς κάθε κατεύθυνση. Πλούσια παρέχει τὸν λόγο καὶ μὲ ἀφθονία δωρίζει τὰ οὐράνια δῶρα Του.
Ὁ λόγος Του φέρει τὸ θεϊκὸ κῦρος· ἡ δυναμικὴ καὶ βαρύτητά Του καταγράφεται ὡς μοναδικὴ ἀπὸ τὸν λαό. Γιατὶ αὐτὸς ὁ λαὸς τονίζει πὼς «οὐδέποτε μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο λάλησεν ἄνθρωπος, ὅπως ἀκριβῶς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος», δηλαδὴ ὁ Χριστός.
Στὴ συνέχεια, τέλος, ἦλθαν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας μέχρι τὰ σημερινὰ χρόνια. Διάκονοι τοῦ θεϊκοῦ λόγου, γεωργοὶ στὸ χωράφι τοῦ Θεοῦ. Σπέρνουν δίχως διακοπὴ καὶ δίχως τσιγκουνιά. Γι᾿ αὐτὸ «ἡ φωνὴ τῶν κηρύκων τοῦ Εὐαγγελίου... ἐβγῆκεν εἰς ὅλην τὴν γῆν καὶ οἱ λόγοι τους ἀκούσθηκαν εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Μὲ ἁπλοχεριὰ λοιπόν, πλούσια καὶ ἄφθονα παρέχουν τὸν καρποφόρο σπόρο στὸ χωράφι καὶ ὁ Θεὸς τελικὰ θὰ εὐλογήσει γιὰ τὴν καρποφορία του.
Άκριβῶς ὅπως ὁ γεωργὸς σὰν σπέρνει, δὲν μετράει τοὺς σπόρους, μήτε ὁρίζει τὸν τόπο ποὺ θὰ πέσει, ἔτσι καὶ οἱ διάκονοι τοῦ θεϊκοῦ λόγου, δὲν μετροῦν τὸ πόσο, μὰ τὸ πῶς θὰ σπείρουν. Γιατὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν πλούσια σπορά, ἄλλοι σπόροι θὰ πᾶνε χαμένοι καὶ ἄλλοι θὰ πιάσουν τόπο· θὰ ριζοβολήσουν καὶ θὰ καρποφορήσουν.
Τελικὰ δὲ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πῶς ριζώνει, πῶς αὐξάνει, πῶς καρποφορεῖ, εἶναι ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ μὲ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. Πῶς κάνει δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ἀκούσει, νὰ τὸν φέρει σὲ κατάνυξη! Πῶς πιάνει στὴ σαγήνη του τὸν κάθε ἕνα μας καὶ παρέχει νάματα σωτήρια! Πῶς ριζοβολάει ἐντός μας καὶ ρίχνει ρίζες στέρεες καὶ βαθειές, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ξεριζώσουν τὰ διάφορα χτυπήματα. Πῶς ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ μετάνοια καὶ τὴν συγγνώμη. Πῶς; Μὲ ποιὸ τρόπο; Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸ πεῖ; Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὸ ἑρμηνεύσει; Μονάχα ὁ Θεὸς γνωρίζει κι Αὐτὸς τὸν καθοδηγεῖ!
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ Εὐαγγέλιο, ἔχει μιὰ μυστηριακὴ ἐσωτερικὴ δυναμική. Γι᾿ αὐτό, ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀνθρώπινος λόγος στέκεται ἀνήμπορος καὶ ἀδυνατεῖ νὰ πράξει κάθε τὶ ἢ νὰ φέρει κάποια ἀλλαγή, ὁ θεϊκὸς λόγος λειτουργεῖ μὲ ἄνεση καὶ εὐκολία περισσή.
Ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι γνωστὸ πὼς μπορεῖ νὰ μᾶς ὁμιλήσει γιὰ τὴ σοφία καὶ τὴν ἐπιστημοσύνη· γιὰ τὴ τέχνη καὶ τὶς μηχανὲς ποὺ μποροῦν ἀκόμη νὰ μᾶς πᾶνε στ᾿ ἄστρα καὶ τόσα ἄλλα. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ μᾶς πεῖ τίποτε γιὰ τὸ πῶς μποροῦμε ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς πτώσεις μας. Πῶς μποροῦμε νὰ κατακτήσουμε τὴν σωτηρία τῆς ὑπάρξεώς μας. Γιατὶ αὐτὸ μονάχα ὁ θεϊκὸς λόγος μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ πεῖ. Ἑπομένως ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀκοῦμε. Μιλάει ὁ Ἴδιος ὁ Θεός!
Καὶ ὀφείλουμε νὰ τὸν διαφυλάττουμε ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. Ὕστερα δὲ νὰ πράττουμε κατὰ πὼς αὐτὸς ὁ θεϊκὸς λόγος μᾶς καθοδηγεῖ. Ἔτσι μόνο εἴμαστε τὰ δικά Του παιδιά, ποὺ Τὸν ἀκοῦμε καὶ Τὸν ἀκολουθοῦμε, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι τὸ πνευματικὸ καὶ ὑπαρξιακό μας συμφέρον. Κι αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ ξεχνοῦμε ποτέ.
Ἀρχιμ. Ν.Π.