en ru

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

13η Νοεμβρίου 2011
Κυριακὴ Η΄Λουκᾶ
(Λουκ. ι´ 25-37)



«καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;»

Τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ εἰπωθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο ἡ παραβολὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα στὴ Θεία Λειτουργία, ἡ παραβολὴ ποὺ πολὺ εὔστοχα ὀνομάσθηκε «Παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη» καὶ νὰ ἀπαντηθεῖ αὐθεντικὰ τὸ ἐρώτημα «καὶ τίς ἐστί μου πλησίον» μᾶς τὴν ἔδωσε, ἀγαπητοὶ ἀκροατὲς τοῦ θείου κηρύγματος, ἀκροατὲς εὐλογημένοι τῆς ἑρμηνείας τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἕνας δάσκαλος καὶ ἑρμηνευτὴς τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου ποὺ πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν ρώτησε τί ἔπρεπε να κάνει, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν αἰώνια ζωή.

Βέβαια ὁ Νομικὸς αὐτός, ὅπως καὶ κάθε ἄλλος Ἰουδαῖος, ἤξερε τὴν ἀπάντηση. Ὅμως κάνει τὸ ἐρώτημα αὐτὸ στὸν Χριστό, γιὰ νὰ Τὸν φέρει σὲ σύγκρουση μ’ αὐτὰ ποὺ δίδασκαν οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Ὁ Κύριος, ὡς καρδιογνώστης ποὺ εἶναι, γνωρίζει τὶς βαθύτερες σκέψεις τοῦ Νομικοῦ. Βλέπει ὅτι πίσω ἀπ’ αὐτὸν κρύβονται οἱ Φαρισαῖοι ποὺ διαστρεβλώνουν τὸν Νόμο, καὶ ψάχνουν νὰ βροῦν εὐκαιρία νὰ Τὸν κατηγορήσουν γιὰ παραβάτη του.

Γι’ αὐτό, ἀντὶ ν’ ἀπαντήσει, γίνεται Αὐτὸς ἐξεταστὴς καὶ ρωτάει τὸν δάσκαλο καὶ ἑρμηνευτὴ τοῦ Νόμου: «Τί γράφει ὁ Νόμος σχετικὰ μ’ αὐτό; Ἐσὺ ποὺ ἐρευνᾶς, τί ἔχεις διαβάσει ἐκεῖ καὶ ποιὰ ἐξήγηση δίνεις;» Ὁ Νομικὸς ταπεινωμένος ἀπαντᾶ: «Ν’ ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ μ’ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχὴ καὶ τὴ δύναμη καὶ τὸν νοῦ, καὶ τὸν πλησίον σου σὰν τὸν ἑαυτό σου». Καὶ ὁ Ἰησοῦς, μὲ τὸ κῦρος τοῦ μοναδικοῦ Δασκάλου, λέει στὸν Νομικό: « Σωστὰ ἀπάντησες. Ἐφάρμοσέ τα αὐτὰ στὴν καθημερινὴ ζωή σου καὶ θὰ ζήσεις αἰώνια».

Τώρα ὁ ἑρμηνευτὴς τοῦ Νόμου αἰσθάνεται σχεδὸν ντροπιασμένος. Γιὰ νὰ δικαιολογηθεῖ κάπως, ρωτάει τὸν Ἰησοῦ: «Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μου;» Ἔτσι βρίσκει ὁ Χριστὸς τὴν εὐκαιρία νὰ ἀποκαλύψει στοὺς ἀνθρώπους τί σημαίνει ν’ ἀγαπάει κανεὶς τὸν πλησίον του σὰν τὸν ἑαυτό του. Λέει, λοιπόν, τὴν ἑξῆς παραβολή:

«Ἕνας ἄνθρωπος κατηφόριζε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴν Ἱεριχώ. Καθὼς περνοῦσε μέσα ἀπὸ βουνὰ καὶ χαράδρες, ἔπεσε στὰ χέρια ληστῶν πού, ἀφοῦ τὸν γύμνωσαν καὶ τὸν πλήγωσαν, τὸν παράτησαν ἐκεῖ μισοπεθαμένο.

Κατὰ τύχη περνοῦσε ἀπὸ αὐτὸ τὸ δρόμο ἕνας ἱερέας. Εἶδε τὸν πληγωμένο καὶ κατάλαβε ἀπὸ τὰ ροῦχα του ὅτι ἦταν συμπατριώτης του. Σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο ἔπρεπε νὰ τὸν βοηθήσει. Ὅμως ὁ τόπος ἦταν ἔρημος. Ἴσως σὲ λίγο νὰ ξανάβγαιναν οἱ ληστές. Κρύος φόβος κυρίεψε τὸν ἱερέα, σκέφτηκε τὸν ἑαυτό του καὶ προσπέρασε, ἀφήνοντας τὸν ἄνθρωπο ἀβοήθητο.

Μετὰ ἀπὸ λίγο πέρασε ἕνας Λευίτης. Αὐτὸς ἔκανε κάτι χειρότερο. Πλησίασε τὸν τραυματισμένο, εἶδε τὴν κατάστασή του, καὶ ὅμως ἔφυγε, χωρὶς νὰ τοῦ προσφέρει τὴν παραμικρὴ βοήθεια.

Ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸν πέρασε καὶ ἕνας Σαμαρείτης. Πλησίασε τὸν πληγωμένο, εἶδε ὅτι ἦταν Ἰουδαῖος, ἀλλὰ δὲν σκέφτηκε τὸ μίσος ποὺ χώριζε Ἰουδαίους καὶ Σαμαρεῖτες, οὔτε τοὺς κινδύνους ἀπὸ τοὺς ληστές. Εἶδε τὸν τραυματισμένο ἄνθρωπο καὶ τὸν σπλαγ-χνίστηκε. Σκύβει καὶ πλένει τὶς πληγές του μὲ λάδι καὶ κρασί, πρόχειρα φάρμακα γιὰ ἕναν ταξιδιώτη, δένει τὰ τραύματά του μὲ πρόχειρους ἐπιδέσμους, τὸν ἀνεβάζει μὲ προσοχὴ πάνω στὸ ζῶο του καὶ τὸν μεταφέρει στὸ πρῶτο πανδοχεῖο ποὺ συναντᾶ σ’ ἐκείνη τὴν περιοχή. Ἐδῶ, ὅπου ἄνθρωποι καὶ ζῶα ξαποσταίνουν, ὁ Σαμαρείτης φροντίζει γιὰ τὸν πληγωμένο καὶ ξενυχτᾶ μαζί του. Τὴν ἄλλη μέρα φεύγει, ἀφήνοντας στὸν ξενοδόχο δύο δηνάρια καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ φροντίσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν περιποιηθεῖ. Ἂν ξόδευε κάτι παραπάνω, στὸ γυρισμό του θα τὸν πλήρωνε».

Ἡ παραβολὴ δὲν ἄφηνε περιθώρια γιὰ συζητήσεις καὶ ἀμφιβολίες. Τὸ παράδειγμα τοῦ Σαμαρείτη ἦταν συγκλονιστικό. Γι’ αὐτὸ κι ὁ Χριστὸς ρωτᾶ τὸ Νομικό: «Ποιὸς λοιπὸν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς νομίζεις ὅτι ἔγινε πλησίον γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔπεσε στοὺς ληστές;» Ὁ Νομικὸς ἀναγκάζεται νὰ καταδικάσει τὴ διαγωγὴ τοῦ ἱερέα καὶ τοῦ Λευίτη καὶ νὰ ὁμολογήσει: «Ἐκεῖνος ποὺ τοῦ ἔδειξε ἔμπρακτα τὴ συμπόνια του». Τότε ὁ Ἰησοῦς λέει στὸ Νομικό: «Πήγαινε κι ἐσὺ καὶ κάνε τὸ ἴδιο».

Στὴν παραβολὴ αὐτὴ δίνεται τὸ τέλειο παράδειγμα ἔμπρακτης ἀγάπης ἀπέναντι στὸ συνάνθρωπό μας ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει περιορισμούς. Ξεχειλίζει αὐθόρμητα καὶ πλούσια, καὶ προσφέρεται καὶ σ’ αὐτὸν ἀκόμη τὸν ἐχθρό, χωρὶς φόβους, διακρίσεις, διαιρέσεις, πάθη καὶ μίση, ὅπως ἀκριβῶς ἔκανε ο Σαμαρείτης τῆς παραβολῆς. Ἀκόμα αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν ἐξαντλεῖται σὲ λόγια ἢ σὲ ψευτοσυναισθήματα, ἀλλὰ ἐκφράζεται μὲ τὰ ἔργα τῆς εὐσπλαγχνίας γιὰ τὸν συγκεκριμένο ἄνθρωπο καὶ τὶς πραγματικές του ἀνάγκες. Αὐτὴ τὴν ἀγάπη δίδαξε μὲ τὸ παράδειγμά Του καὶ μὲ τὴ θυσία Του ὁ Χριστός. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία στὸ πρόσωπο τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη ἀναγνώρισε τὸν Κύριο.

Ἀδελφοί μου. Ὁ Νομικὸς ρώτησε: «Ποιὸς εἶναι γιὰ μένα ὁ πλησίον; Ὁ κοντινός, ὁ δικός μου ἄνθρωπος;» Καὶ ὁ Κύριος ἀφοῦ εἶπε τὴν παραβολή, ἀντέστρεψε τὴν φορὰ τῆς ἐρωτήσεως. Ὄχι ποιὸς εἶναι ὁ δικός σου ἄνθρωπος, ἀλλὰ γιὰ ποιὸν ἐσὺ μπορεῖς νὰ γίνεις ὁ δικός του ἄνθρωπος.

Μιὰ λεπτομέρεια ποὺ φέρνει τὰ πάνω – κάτω στὴν ἀνθρώπινη θεώρηση καὶ προσ-έγγιση τοῦ θέματος. Γιατὶ ἡ ἀγάπη μὲ τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ θεώρηση ἔχει φορὰ ἀπ’ ἔξω πρὸς τὰ μέσα. Εἶναι μιὰ δύναμη κεντρομόλος. Ἐνῷ μὲ τὴν πνευματικὴ θεώρηση εἶναι τὸ ἀντίθετο. Δηλαδὴ φυγόκεντρος δύναμη.

Ἐδῶ ἀκριβῶς κρύβεται τὸ μυστικὸ τῆς ἀληθινῆς εὐτυχίας, ποὺ ὁ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ κόσμος δὲ θὰ μπορέσει νὰ τὸ βρεῖ ποτέ. Γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει, νὰ ἀντιληφθεῖ, τὴν ἀληθινὴ φορὰ τῆς ἀγάπης, ὅπως μᾶς τὴν δίδαξε ὁ Καλὸς Σαμαρείτης, ὁ Χριστός.

Χριστιανέ μου. Σίγουρα σὲ ἀπασχολεῖ μὲ ποιὸ τρόπο θ’ ἀποκτήσεις ζωὴ αἰώνια. Ἡ ἀπάντηση εἶναι: Πορεύου καὶ ἐσὺ καὶ πρᾶττε ὅ,τι καὶ ὁ Σαμαρείτης τῆς παραβολῆς.

π.Ν.Κ.