en ru

ΜΗΝΥΜΑ KΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΘΩΜΑ


welcome img

Στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ διαβάζουμε στὴν Ἐκκλησία τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ, λέγει ὁ Κύριος ἀπευθυνόμενος στὸν Θωμᾶ: «ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες» (Ἰω. κ΄ 29). Ἐπειδὴ μὲ εἶδες, πίστεψες. Μακάριοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἐνῶ δὲν εἶδαν πίστεψαν.

  Ὑπάρχουν τρεῖς κατηγορίες ἀνθρώπων. Ἡ μία κατηγορία εἶναι αὐτοὶ ποὺ βλέπουν καὶ δὲν πιστεύουν. Τέτοιοι εἶναι οἱ σταυρωτὲς τοῦ Κυρίου. Τέτοιοι ἦταν οἱ φύλακες τοῦ τάφου. Τέτοιοι ἦταν οἱ ἡγέτες τῶν Ἑβραίων, οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ποὺ ἔδωσαν χρήματα στοὺς φύλακες, γιὰ νὰ μὴν ὁμολογήσουν καὶ νὰ διαψεύσουν τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτοὶ εἶχαν τὴν εὐλογία νὰ δοῦν, ἀλλὰ δὲν εἶχαν ταυτόχρονα τὴ διάθεση νὰ πιστέψουν.

  Ὑπάρχει μία δεύτερη κατηγορία: εἶναι αὐτοὶ ποὺ γιὰ νὰ πιστέψουν θέλουν νὰ δοῦν. Εἶναι ἡ κατηγορία τῶν ἀποστόλων, ποὺ ἤθελαν ἀποδείξεις, ἁπτὰ στοιχεῖα γιὰ τὶς αἰσθήσεις τους. Ἤθελαν καὶ νὰ δοῦν καὶ νὰ ἀκούσουν καὶ νὰ ψηλαφήσουν ἀκόμη, εἰ δυνατὸν καὶ νὰ γευθοῦν, γιὰ νὰ πιστέψουν. Καὶ ὁ Κύριος ταπείνωσε τόσο τὸν ἑαυτό Του καὶ τοὺς ἔδωσε τὴν εὐλογία νὰ ἱκανοποιήσουν καὶ τὶς πλέον ἀπαιτητικὲς αἰσθήσεις τους, προκειμένου νὰ πιστέψουν στὸ θαῦμα. Ἔτσι λοιπὸν καὶ τὸν ἑαυτό Του φανέρωσε καὶ οἱ ἀπόστολοι Τὸν εἶδαν ἀναστημένο μὲ τὰ μάτια τους. Τοὺς ἔκανε παράλληλα τὴν εἰλικρινῆ παρατήρηση γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι «τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν» (Μᾶρκ. ις΄ 14), ὅτι αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι Τὸν εἶδαν ὅτι ἀναστήθηκε καὶ Τὸν ὁμολόγησαν ἀναστημένο δὲν τοὺς πίστεψαν. Δηλαδὴ πρὶν ἀπὸ τὸ ὀπτικό, τοὺς ἔδωσε καὶ τὸ ἀκουστικὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεώς Του καὶ αὐτοὶ δὲν τὸ δέχθηκαν. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὴ δυσπιστία δὲν τὴν εἶχε μόνον ὁ Θωμᾶς ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπόλοιποι ἀπόστολοι. Ὁ Κύριος βέβαια ἱκανοποίησε καὶ τὴν τρίτη αἴσθηση, τὴ γεύση: «ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε;» (Λουκ. κδ΄ 41) τοὺς λέγει, γιὰ νὰ τὸ φάει καὶ νὰ δοῦν ὅτι εἶναι πραγματικὰ ἀναστημένος καὶ ὄχι ὀπτασία. Φανερώνεται στοὺς μαθητές, φανερώνεται καὶ στὸν Θωμᾶ –ἱκανοποιεῖ πάλι τὴν ἀπαίτηση τῆς ὁράσεώς τους. Δέχεται ὅμως καὶ κάτι πολὺ φοβερότερο: νὰ Τὸν ψηλαφήσει, νὰ Τὸν ἀκουμπήσει ὁ Θωμᾶς. Ὑπάρχει βέβαια μία διαφωνία μεταξὺ τῶν ὑμνογράφων καὶ τῶν θεολόγων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὑμνογράφοι ὅλοι θέλουν νὰ ἔχει ψηλαφήσει τελικὰ ὁ Θωμᾶς τὸν Κύριο. Ἐνῶ οἱ θεολόγοι Πατέρες λένε ὅτι ὁ Θωμᾶς δὲν τόλμησε νὰ ἀγγίξει τὸ ἁγιασμένο σῶμα τοῦ Κυρίου. Πῶς ἦταν δυνατὸν τὸ ἀνθρώπινο, περίεργο, ἀπαιτητικό του χέρι νὰ ἀκούμπησε τὸ πανάχραντο σῶμα τοῦ Κυρίου; Ἦταν τὸ σῶμα ποὺ ὁ Κύριος δὲν ἐπέτρεψε στὴν ἁγία Μαρία τὴ Μαγδαληνὴ νὰ ἀκουμπήσει, λέγοντάς της «μή μου ἅπτου» ( Ἰω. κ΄ 17) καὶ δίδοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν αἴσθηση τῆς διαφορᾶς ποὺ προέκυψε ἀπὸ τὴν Ἀνάστασή Του. Ἡ Ἁγία Γραφὴ τὸ κρατάει μυστικό· δὲν μᾶς λέγει τὶ τελικὰ ἔγινε. Ἁπλά, ἀφήνει νὰ διαφανεῖ ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν ἡ διάθεση τοῦ Κυρίου νὰ φανερώνεται στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ ἱκανοποιεῖ ἀκόμη καὶ αὐτὸ τὸ ἀπαιτητικὸ στοιχεῖο τῶν αἰσθήσεων, ἀφ᾿ἑτέρου δὲ ἡ συστολὴ τῶν χοϊκῶν ἀνθρώπων νὰ ψηλαφοῦν τὴν «ἑτέραν μορφὴν» (Μᾶρκ. ις΄ 12) τοῦ Κυρίου. Ἂν λοιπὸν οἱ πρῶτοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ βλέπουν καὶ δὲν πιστεύουν, ἡ δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει αὐτούς ποὺ βλέπουν καὶ πιστεύουν, μὲ ἄλλα λόγια αὐτοὺς ποὺ θέλουν νὰ δοῦν γιὰ νὰ πιστεύσουν. Ἀλήθεια! πῶς ξεπήδησε αὐτὴ ἡ ὁμολογία πίστεως ἀπὸ τὰ χείλη καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ Θωμᾶ! «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (Ἰω. κ΄ 28). Πῶς νὰ τολμήσει νὰ ἀκουμπήσει τότε; Τί τοῦ χρειαζόταν κάτι τέτοιο;

  Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἡ εὐλογημένη τρίτη κατηγορία. Εἶναι ἡ κατηγορία ὄχι αὐτῶν ποὺ βλέπουν καὶ πιστεύουν, ἀλλὰ αὐτῶν οἱ ὁποῖοι πιστεύουν καὶ τότε βλέπουν. Καὶ σὲ αὐτὴν τὴν κατηγορία μᾶς καλεῖ νὰ ἐνταχθοῦμε ἡ Ἐκκλησία ὅλους τοὺς μετὰ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους πιστούς. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι διαρκῶς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως.

  Φανερώνεται στὴν καρδιά μας μὲ ἀγάπη ὁ Θεὸς καὶ τότε ἀνακαλύπτουμε νέες αἰσθήσεις, ζωτικὲς αἰσθήσεις. Εἶναι αὐτὲς οἱ αἰσθήσεις ποὺ ἐγγυῶνται τὴν καινὴ ζωή. Ὅλα αὐτὰ τὰ καινούργια πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα μᾶς μιλοῦν οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι αὐτὲς οἱ αἰσθήσεις ποὺ συγκροτοῦν τὴν «ἀπαρχὴ τῆς ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου βιοτῆς», τῆς ἀληθινῆς πνευματικῆς ζωῆς. Εἶναι οἱ αἰσθήσεις ποὺ γεννῶνται στὴν ψυχὴ ὡς πνευματικὲς αἰσθήσεις, ὅταν καθαρθοῦν προηγουμένως οἱ φυσικές. Πῶς λέγει τὸ τροπάριο τοῦ κανόνος τοῦ Πάσχα; «Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς Ἀναστάσεως». Τί θὰ πεῖ αὐτό; Ἂς καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις, τὰ μάτια μας, τὴν ἀκοή μας, τὸ στόμα μας, τὰ χέρια μας, ὅλο τὸν φυσικὸ ἑαυτό μας, καὶ τότε θὰ δοῦμε μὲ τὰ ἄλλα μάτια, τὰ πνευματικὰ μάτια, τότε θὰ ἀκούσουμε μὲ τὰ ἄλλα αὐτιά, τὰ πνευματικὰ αὐτιά, τότε θὰ ὀσφρανθοῦμε μὲ τὴν πνευματικὴ ὄσφρηση, τότε θὰ ἀπολαύσουμε μὲ ὅλες τὶς πνευματικές μας αἰσθήσεις τὴν ἐμπειρία τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ κατηγορία στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ ὁ Κύριος νὰ ἐνταχθοῦμε: ἡ κατηγορία τῶν ἀνθρώπων ποὺ πρῶτα πιστεύουν καὶ στὴ συνέχεια βλέπουν. Βλέπουν, ἐπειδὴ πιστεύουν. Εἶναι αὐτοὶ γιὰ τοὺς ὁποίους γράφτηκαν καὶ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Ἰωάννου, ὅπου διαρκῶς γίνεται ἀναφορὰ στὶς πνευματικὲς αἰσθήσεις: «ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς... ὃ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν» (Α΄ Ἰω. α΄ 1, 3). Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀκοὴ καὶ ἡ ὅραση καὶ οἱ πνευματικὲς αἰσθήσεις στὶς ὁποῖες μᾶς καλεῖ ὅλους ὁ Χριστός. Τὶς ἡμέρες αὐτὲς τοῦ Πάσχα σίγουρα ἀπολαμβάνουμε πολὺ μὲ τὶς αἰσθήσεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου καὶ τῆς φυσικῆς ζωῆς. Τρῶμε νόστιμα φαγητά, ἀκοῦμε ὡραίους ὕμνους στὴν ἐκκλησία καὶ βλέπουμε ὄμορφους ἐπιταφίους. Ἄραγε ὅμως, ὅλα αὐτὰ μένουν στοιχεῖα τοῦ φυσικοῦ ἑαυτοῦ ἢ μήπως γίνεται μέσα μας αὐτὴ ἡ μεταμόρφωση στὴν ἄλλη καὶ αἰώνια ζωή, στὸ ἄλλο καὶ καινούργιο φρόνημα, γιὰ τὸ ὁποῖο μᾶς προσκαλεῖ  διαρκῶς ὁ Χριστός;

  Νὰ δώσει ὁ Θεὸς ξεκινῶντας, ἂν δὲν ξεκινήσαμε ἀκόμη, τὸν ἀγῶνα αὐτὸν τὸν εὐλογημένο, νὰ καθαρίζουμε διαρκῶς τὶς φυσικὲς αἰσθήσεις μας, γιὰ νὰ ζωντανέψουν μέσα μας τὰ πνευματικὰ αἰσθητήρια, αὐτὰ τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θείας γνώσεως. Καὶ τότε, ὅταν θὰ λέμε μὲ τὰ χείλη μας «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι...», αὐτὸ δὲν θὰ εἶναι μόνον μιὰ φραστικὴ διατύπωση, ἀλλὰ θὰ ἀποτελεῖ μία πνευματικὴ ἐμπειρία καὶ βαθύτερη αἴσθηση τῆς ψυχῆς μας!

    
Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ 2022