Απόσπασμα από την Εισαγωγή εις του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού,
Η Θεοτόκος - τέσσερις θεομητορικές ομιλίες
Αποστολική Διακονία, Αθήνα, 1995
...
8. Εκ του μυστηρίου της θείας Σαρκώσεως γνωρίζομεν επίσης δια του αγίου Δαμασκηνού ότι η Παναγία Θεοτόκος, όπως προ του τόκου, έτσι και εν τω τόκω και μετά τον τόκον ήτο και παρέμεινε διαπαντός παρθένος «νω και ψυχή και σώματι αειπαρθενεύουσα» (Α΄ 5). Η αειπαρθενία της Παναγίας σημαίνει ότι αυτή, όπως εις την εκ Πνεύματος Αγίου άσπορον σύλληψιν του Υιού του Θεού ήτο «απείρανδρος» (Α΄, 6) και «απειρόγαμος» (Β΄, 14), έτσι και εις την γέννησιν ο «τεχθείς την αυτής παρθενίαν εφύλαξε άτρωτον, μόνος διελθών δι΄ αυτής και κεκλεισμένην τηρήσας αυτήν (Έκδ. IV, 14)... και διανοίγει μήτραν τα κλείθρα της παρθενίας μη λυμηνάμενος» (Β΄, 9). Κάθε άλλη παρθένος φυσικά «τω τόκω την παρθενίαν λυμαίνεται», η Παρθενομήτωρ όμως και Θεοτόκος Μαρία «και προ τόκου και τίκτουσα μένει παρθένος, και μετά γέννησιν» (Γ΄,2). Διότι η εξ αυτής γέννησις του Θεανθρώπου Χριστού ήτο ταυτοχρόνως «δι΄ ημάς, καθ΄ ημάς και υπέρ ημάς», δηλ. και σωτήριος, και φυσική και υπέρ φύσιν: «Δι΄ ημάς, ότι δια την ημετέραν σωτηρίαν· καθ΄ ημάς, ότι γέγονεν άνθρωπος εκ γυναικός και χρόνω κυήσεως· υπέρ ημάς, ότι ουκ εκ σποράς, αλλ΄ εξ Αγίου Πνεύματος και της Αγίας Παρθένου (=απειρογάμως), υπέρ νόμων κυήσεως» (Έκδ. ΙΙΙ, 7) και «ωδίνων άνευ (=ανωδύνως)» (Γ΄,13)[79]. Την δυνατότητα της τοιαύτης γεννήσεως έδωσε εις την Παναγίαν Παρθένον το Άγιον Πνεύμα, το «καθαίρον αυτήν και δύναμην δεκτικήν της του Λόγου Θεότητος παρέχον, άμα δε και γεννητικήν» (Έκδ. ΙΙΙ, 2), αλλά και ο ίδιος ο Μονογενής Υιός της, ο «τας της φύσεως ημών γονάς ελευθερώσας και Παρθενικήν αγιάσας μήτραν τω τόκω» Του [80].
Η Παναγία Θεοτόκος, συνεχίζει ο άγιος Δαμασκηνός, «μένει και μετά τόκον παρθένος», είναι Αειπάρθενος, «ουδαμώς ανδρί μέχρι θανάτου προσομιλήσασα» (Έκδ. IV, 14). Τα έτη της επιγείου ζωής του Υιού της έζησε μαζί Του, και κατά την ώραν του σταυρικού θανάτου Του «τας ωδίνας, ας διέφυγε τίκτουσα, ταύτας εν τω του πάθους καιρώ υπέμεινε, υπό της μητρικής συμπαθείας των σπλάγχνων τον σπαραγμόν ανατλάσα» (Έκδ. IV, 14· Γ΄, 14) [81], και μετά την Ανάστασιν «Θεόν τον σαρκί θανόντα κηρύττουσα» (αυτ.). Μετά δε την Ανάληψιν του Υιού της η Παναγία Θεομήτωρ έζησε μέχρι της Κοιμήσεώς της και Μεταστάσεως «εν τη θεία και περιωνύμω πόλει Δαβίδ, Σιών»: «αύτη η μήτηρ των ανά πάσαν την οικουμένην Εκκλησιών, της του Θεού Μητρός ενδιαίτημα πέφηνε» (Γ΄, 4).
79. Πρβλ. και το δογματικόν Θεοτοκίον, ποίημα Δαμασκηνού, ήχος βαρύς: «Μήτηρ μεν εγνώσθης, υπέρ φύσιν Θεοτόκε· έμεινας δε παρθένος, υπέρ λόγον και έννοιαν· και το θαύμα του τόκου σου, ερμηνεύσαι γλώσσα ου δύναται· παραδόξου γαρ ούσης της συλλήψεως, Αγνή, ακατάληπτός εστιν ο τρόπος της κυήσεως όπου γαρ βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις...».
80. Ευχή αγιασμού του ύδατος εις το Άγιον Βάπτισμα. Ο άγ. Αθανάσιος εις τον λόγον του Περί ενανθρωπήσεως του Λόγου, 17, γράφει: «΄Οθεν ουδέ της Παρθένου τικτούσης έπασχεν Αυτός (ο Λόγος) ουδέ εν σώματι ων εμολύνετο, αλλά μάλλον και το σώμα ηγίαζεν» (PG 25, 125), δηλ. ηγίαζεν και το προσληφθέν σώμα Του και το σώμα της Μητρός, εκ της οποίας το προσέλαβε. Τούτο δηλοί ότι η γέννησις του Κυρίου από την Παναγίαν είχε σωτηριολογικόν χαρακτήρα και σημασίαν και δια την ιδίαν την Μητέρα Του. Πρβλ. και Κατά Αρειανών, 2, 61 (PG 26, 277).
81. O Φιλάρετος Μόσχας γράφει ότι κάτω από τον Σταυρόν «η άβυσσος των πόνων της Παναγίας δεν κατέβαλε ούτε κατεπόντησε αυτήν, διότι εβυθίζετο συνεχώς εις μίαν ισομεγέθη άβυσσον της υπομονής της Παναγίας και της ταπεινώσεώς της και της πίστεως και ελπίδος, και της απολύτου αφοσιώσεώς της εις τα κρίματα του Θεού». Slova i rjeci (1844), τ. Ι, 442.