en ru
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ IOYNIOY 2017


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. ζ΄ 37-52, η΄18)
4 Ἰουνίου 2017

Σήμερα, ἑορτάζουμε τὴν κάθοδο καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους καὶ δι' αὐτῶν σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Σήμερα, ἐγκαινιάζεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα, οἱ ἄνθρωποι δύνανται νὰ μετέχουν στὰ μείζονα, δηλαδὴ στὴν ἀθανασία καὶ στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ.

Πρὶν τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Ἐνανθρώπησή του, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν βρισκόταν ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Χορηγοῦσε μὲν τὰ χαρίσματά του, τὴν ἔλλαμψη καὶ τὸν ἁγιασμὸ σὲ κάποιους ἀνθρώπους, ὅπως ἦταν οἱ Προφῆτες, ὥστε αὐτοὶ νὰ ἱκανωθοῦν νὰ γνωρίσουν τὸν Θεό, νὰ κηρύξουν καὶ νὰ ὁμιλήσουν γιὰ τὰ μέλλοντα, ὅμως αὐτὸ (τὸ Ἅγιο Πνεῦμα) ἀπουσίαζε, ὡς μόνιμη καὶ διαρκὴς παρουσία, ἀπὸ τὸν κόσμο.

Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἐξ ἀρχῆς ἀπὸ τὸν Θεό, ὥστε νὰ μετέχει τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς ἀφθαρσίας Του. Τὴ δυνατότητα αὐτὴ θὰ τὴν προσέφερε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὴν προϋπόθεση βέβαια ὅτι ὁ πρωτόπλαστος θὰ τηροῦσε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιλογὴ ὅμως τοῦ ἀνθρώπου νὰ παρακούσει τὸν Θεό, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀπωλέσει κάθε ἀγαθὸ καὶ συνεπῶς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πλέον ὁ ἄνθρωπος ἔγινε φθαρτός, θνητὸς καὶ εὔκολος πρὸς τὴν ἁμαρτία.

Ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε γιὰ νὰ ἐπανέλθει ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀρχαία του δόξα. Αἴτιο αὐτῆς τῆς ἀναγέννησης καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἐπαγγέλεται ὅτι θὰ τὸ δώσει στοὺς ἀνθρώπους. Πρῶτος δὲ ὁ Χριστὸς λαμβάνει, κατὰ τὴ Βάπτιση, στὴν ἀνθρώπινή του φύση, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἔτσι γίνεται ἡ ἀπαρχὴ τῆς καινούργιας ζωῆς καὶ τῆς νέας φύσης τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ὁ Χριστὸς βρισκόταν σωματικὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα  ἐνεργοῦσε δι' Αὐτοῦ. Μετὰ τὴν Ἀνάληψη ὅμως ἀποστέλλεται ἀπὸ τὸν Χριστό, ὡς Παράκλητος, στοὺς ἀνθρώπους καὶ παραμένει  γιὰ νὰ τοὺς ἁγιάζει καὶ νὰ τοὺς χαριτώνει.

Ἔτσι κατὰ τὴν Πεντηκοστή, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔρχεται καὶ κατοικεῖ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ τρόπος τῆς ἔλευσής του, ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν, οἱ ὁποῖες στάθηκαν ἐπὶ τῶν μαθητῶν στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ, βεβαιώνει τὸ μεγαλεῖο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκαλύπτει ἕναν βαθύτερο συμβολισμό: Πρῶτον, οἱ γλῶσσες παρουσιάζονται ὡς πύρινες. Τοῦτο σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πῦρ, τὸ ὁποῖο κατακαίει τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ μοχθηρία τῶν ἀνθρώπων, δεῦτερον, οἱ πύρινες γλῶσσες μερίστηκαν στοὺς παρευρισκομένους, δείχνοντας τὸ διάφορο τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τρίτον, τὸ ὅτι τὸ πῦρ στάθηκε στὶς κεφαλὲς τῶν μαθητῶν δείχνει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀναπαύεται στὴν ἁγιότητα τῶν ἐκλεκτῶν καὶ τῶν ἀγωνιστῶν στὴν τήρηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τέταρτον, ὅταν οἱ πύρινες γλῶσσες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατῆλθαν, οἱ μαθητὲς βρίσκονταν στὸ ὑπερῶο, δηλαδὴ σὲ ἕνα ὑψηλὸ μέρος. Τοῦτο ὑποδηλώνει τὸν ἀγῶνα τοῦ ἀνθρώπου νὰ τηρήσει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ἀνυψωθεῖ πρὸς τὸν Θεό. Ἄλλωστε καὶ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας δόθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ στὸ ὑπερῶο, δείχνοντας ὅτι ἡ μετοχὴ σὲ αὐτὸ ἀπαιτεῖ τὴν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας ἀδελφοί μου, δηλαδὴ ἡ Πεντηκοστὴ, θὰ ἑορτάζεται οὐσιαστικὰ ὅταν ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἑτοιμαζόμαστε ἔμπρακτα γιὰ τὸν ἐρχομό του κατὰ τὸν τρόπο ποὺ θέλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Νὰ ἐνεργοῦμε δηλαδὴ καὶ νὰ ζοῦμε ἐν μετανοίᾳ, νὰ ἀγωνιζόμαστε κατὰ Θεὸν καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, ὥστε Αὐτὸ νὰ ἀποθησαυρίσει στὴν ψυχή μας τὰ ἀμετάβλητα ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματά Του. Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (Ματθ. ι΄ 32-33, 37-38, ιθ΄27-30)
11 Ἰουνίου 2017

Στὴ ζωντανὴ ὁμολογία πίστεως ὅλων τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, «πάντων τῶν Ἁγίων» κάθε χρόνου καὶ τόπου, ἀναφέρεται ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Ἐπειδὴ ἡ μαρτυρία τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ προϋπόθεση τῆς γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ὁμολογία καὶ μαρτυρία πίστεως συνίσταται σὲ λόγια, ἔργα καὶ συμπεριφορές. Ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα τῆς καθημερινότητάς μας μέχρι τὰ μεγάλα καὶ βαρυσήμαντα, τὰ δύσκολα διλήμματα, τὶς μεγάλες ἀποφάσεις καὶ τὶς καθοριστικὲς ἐπιλογές μας.

Ἡ αὐθεντικὴ ὁμολογία πίστεως δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐπίδειξη καὶ τὴν μισαλλοδοξία. Δὲν εἶναι ὑπεράσπιση μίας ἰδεολογίας μὲ ἐμπάθεια καὶ φανατισμὸ πρὸς καθετὶ ἀντίθετο μὲ τὴν ἀλήθεια ποὺ πιστεύουμε. Δὲν καταδικάζει καὶ δὲν ἀπορρίπτει τὸν ἄλλον, ἔστω καὶ ἂν βρίσκεται στὴν πλάνη καὶ στὴν ἄρνηση. Ὅποιος ὁμολογεῖ τὸν Χριστὸ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα ἀγαπᾷ πραγματικὰ τὸν Θεὸ, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰκόνα Του, τὸν ἄνθρωπο, γιατὶ γνωρίζει καλὰ ὅτι γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο «Χριστὸς ἀπέθανε». Ἀγαπᾷ τὸν ἄνθρωπο μὲ μία ἀγάπη ποὺ δὲν εὐχαριστεῖ, ἀλλὰ ὠφελεῖ τὸν ἄλλο, γι’ αὐτὸ καὶ συχνὰ τὸν δυσαρεστεῖ ἐν ἀληθείᾳ. Ὑπομένει καὶ περιμένει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἄλλου. Ὅποιος ὁμολογεῖ τὸν Χριστό δὲν συμβιβάζεται κάθε φορὰ ποὺ ἡ ἀλήθεια παραμερίζεται καὶ ποικίλες ἀρνητικὲς ἰδεολογίες κλονίζουν τὴν πίστη. Ὅταν οἱ σταθερὲς ἀξίες τῆς ζωῆς ὑπονομεύονται, ἐνῶ ἡ διαφθορὰ καὶ ἡ διαπλοκὴ ἀποθρασύνονται ὅπως συχνὰ συμβαίνει στὶς μέρες μας. Ἴσως, βέβαια, στὶς σημερινὲς συνθῆκες ζωῆς ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως νὰ μὴν ἀπαιτεῖ μαρτύρια καὶ θάνατο. Ὅμως καὶ σήμερα κοστίζει πολλὰ σὲ ὅποιον δὲν ἐφησυχάζει νωχελικὰ στὴν βολεμένη ζωή του. Ὁ πιστὸς καλεῖται πάντα νὰ ἀντιστέκεται καὶ νὰ διαφοροποιεῖται ἀπέναντι σὲ πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις καὶ σχέσεις ποὺ εἶναι διαβρωμένες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀντιστρατεύονται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὸ θάρρος τῆς ὁμολογίας πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὸν φωτισμὸ τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τονίζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντιστῆναι ἢ ἀντειπεῖν ἅπαντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν» (Λουκ. 21.15), γιατί ἐγῶ θὰ σᾶς δώσω λόγια καὶ σοφία καὶ σ’ αὐτὰ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ ἀντισταθοῦν καὶ νὰ τὰ ἀντικρούσουν οἱ ἀντίπαλοί σας. Αὐτὸ σημαίνει διάκριση καὶ σύνεση, γιὰ νὰ ξέρουμε πότε καὶ τί πρέπει νὰ λέμε, ἀλλὰ καὶ πότε καὶ ποῦ πρέπει νὰ σιωποῦμε, ἂν αὐτὸ ὠφελεῖ περισσότερο, μὲ μία σιωπὴ δυνατή, ποὺ λέει πιὸ πολλὰ.

Ἂν ὁμολογία πίστεως εἶναι νὰ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ καὶ στὴν Γεθσημανὴ καὶ στὸν Γολγοθᾶ, τότε μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴν βεβαιότητα τῆς συνάντησης μαζί Του στὴν Ἀνάσταση. Ὅμως πρὶν ἀπὸ τὸ ἔπαθλο ὑπάρχει ὁ ἀγῶνας καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνάσταση ὁ σταυρός. Ἐδῶ ἡ δύναμη τοῦ πιστοῦ «τελειοῦται ἐν ἀσθενείᾳ». Αἰσθάνεται ἀδύναμος στὶς σκληρὲς ἀπαιτήσεις τοῦ Εὐαγγελίου,  γι’ αὐτὸ καὶ ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του στὴν ἀγαπῶσα ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Σηκώνει μὲ αὐταπάρνηση τὸν προσωπικό του καθημερινὸ σταυρὸ καὶ συσταυρώνεται ἐσωτερικὰ μὲ τὸν Χριστό. Ὁμολογεῖ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα του, γιατί ζεῖ τὴν μετάνοια, τὴν ἀφάνεια καὶ τὴν ταπείνωση. Αὐτὸ καταδεικνύουν τὰ συναξάρια καὶ τὰ μαρτυρολόγια ὅλων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν ἔκαναν ὅλοι θαύματα, ἀγάπησαν, ὅμως, ὅλοι τὸν Χριστὸ καὶ ἀγωνίσθηκαν σιωπηλὰ καὶ ὑπομονετικὰ στὸ ὄνομά Του. Τὸν ὁμολόγησαν γενναία μὲ τὸν λόγο τους καί, κυρίως, μὲ τὸ παράδειγμά τους. Δὲν τελείωσαν ὅλοι τὴν ζωὴ τους μαρτυρικὰ για τὸν Χριστό, ἔζησαν, ὅμως, ὅλοι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸν Χριστό. «Ἰδοὺ ἀφήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι» (Ματθ.19,27), ἀφήσαμε τὰ πάντα καὶ σὲ ἀκολουθήσαμε, ἀκοῦμε νὰ λέει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καὶ μέσω αὐτοῦ ὅλοι οἱ ἅγιοι  ποὺ προσπαθοῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν κλήση τους. Ἄς προσέχουμε, γιατί ἀξιώματα, χρήματα, περιουσίες, συγγενικοὶ δεσμοὶ καὶ ἀνθρώπινες σχέσεις γίνονται κάποτε ἐμπόδια  σ’ αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς ζητᾷ ἀπὸ ἐμᾶς.  Ὅλοι οἱ Ἄγιοι δὲν ἔγιναν γνωστοί,  πλούτισαν, ὅμως, ὅλοι τὴν χριστιανικὴ ἐμπειρία καὶ φώτισαν τὸν δρόμο τοῦ ἀγῶνα μας. Ἔπεσαν στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ παραδόθηκαν μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημά Του, γι’ αὐτὸ καί μπόρεσαν νὰ πετύχουν τὰ ἀκατόρθωτα.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ μαρτυρία πίστεως φανερώνει τὴν οὐσιαστική μας σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸ βάθος τῆς χριστιανικῆς μας συνείδησης. Ἂς προσπαθοῦμε νὰ τὴν ἐπιβεβαιώνουμε καθημερινά μὲ τὴν ζωή μας καὶ μὲ  τὸν ἀγῶνα μας. Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. δ΄ 18-23)
18 Ἰουνίου 2017

«Δεῦτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»
Οἱ ἄνθρωποι ἀνάλογα μὲ τὸν προσανατολισμὸ τῆς ψυχῆς τους ἀποδέχονται τὸν Χριστὸ ἢ τὸν ἀπορρίπτουν. Ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὴ διαφορὰ εἶναι ἡ διατήρηση τῆς ἄδολης καρδιᾶς, ἐπειδὴ αὐτὴ ἀναγνωρίζει τὸν Θεὸ «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῆ καρδία ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται».

Ἡ καρδιὰ κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ κέντρο τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι βεβαίως ἡ σωματικὴ καρδιὰ ἀλλὰ ἡ πνευματική. «Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει ἀγαθά, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά... ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τὸ στόμα λαλεῖ » (Ματθ. ιβ, 35) μᾶς πληροφορεῖ ἡ Γραφή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ κάθαρση τῆς καρδίας εἶναι τὸ πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ κάνει τὴν πνευματικὴ ἐκείνη πορεία ὥστε στὴν θέση τοῦ θυμοῦ νὰ ἐγκατασταθεῖ ἡ ἀγάπη, στὴ θέση τῆς ἐπιθυμίας ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἀνιδιοτέλεια καὶ στὴ θέση τοῦ ἄκαρπου λογισμοῦ ὁ Θεός. Ἡ ἀγάπη, ἡ ἀνιδιοτέλεια καὶ ἡ μονολόγιστη εὐχὴ τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξαν τὰ βιώματα τῶν Ἁγίων κάθε ἐποχῆς.

Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ ξεκαθαρίσει στὸ νοῦ του ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἡ πρώτη ἀγάπη. Ὅλα τὰ ἄλλα ἕπονται. Ἡ καθημερινότητα καὶ ἡ βιοπάλη νὰ μὴν ἀποτελοῦν τὸ κέντρο τῆς ζωῆς καὶ τῶν διαλογισμῶν ἀλλὰ μὲ βάση τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ νὰ ἐξηγοῦνται οἱ χαρές, οἱ λύπες, ἡ καθημερινότητα, νὰ ἀντιμετωπίζονται τὰ προβλήματα. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς του ἔχει ἰσορροπία καὶ δὲν διακατέχεται ἀπὸ ἄγχος ἢ πανικό. Ἡ ζωή του ἔχει  σκοπὸ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Θεό. Σὲ κάθε ἄλλη περίπτωση ἡ ζωὴ εἶναι ἄσκοπη καὶ αἰτία δυστυχίας καὶ ἀποπροσανατολισμοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βγάλει ἀπὸ τὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς του τὸν Θεὸ τότε στρέφεται στὰ κτίσματα ἀντὶ στὸν Κτίστη καὶ δὲν βρίσκει λύτρωση στὴν ἀναζήτησή του γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει πλασθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ τὸν Θεὸ προκειμένου νὰ ζήσει μὲ τὸν Θεό. Κανένα ὑποκατάστατο δὲν γεμίζει τὸν ἄδειο χῶρο τῆς καρδιᾶς του καὶ εἶναι δυστυχισμένος. Σήμερα, δισεκατομμύρια ἄνθρωποι βρίσκουν τὴν ἰσορροπία τους μὲ ψυχοφάρμακα, χωρὶς ὅμως στὴν οὐσία νὰ ἐπιλύουν τὸ πρόβλημα τῆς ψυχῆς τους, ἐπειδὴ αὐτὸ  δὲν εἶναι  ἀποτέλεσμα χημικῆς ἐπεμβάσεως, ἀλλὰ πνευματικῆς καταστάσεως.

Στὴν Εὐαγγελικὴ διήγηση οἱ ἁπλοῖ ψαράδες τῆς λίμνης Γεννησαρὲτ ἀναγνώρισαν τὸν Κύριο καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Τὸ κριτήριο ἦταν ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τους. Τὸ κήρυγμά τους ἦταν ἔκφραση τῆς ἐμπειρίας τους ἀλλὰ καὶ τῆς ἰδιοσύστασης τοῦ χαρακτήρα τους. Δὲν ἐκήρυξαν μὲ βάσει τὴν διαλεκτικὴ ἢ ἀλλη μέθοδο ἀπόδειξης ἀλλὰ μὲ βάσει τὴν ἁπλότητα τοῦ νοῦ τους.

Κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο: «οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεὸν ἀλλὰ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας...ὅτι τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Κύριος ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνει» (Α΄Κορ. α, 21 κ.ἑ.). Ἂν ὁ Θεὸς προσεγγίζετο γνωστικῶς μόνον, τότε μόνον οἱ ἔξυπνοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου θὰ τὸν γνώριζαν. Ὅμως ἀποζητᾶ «καρδίαν καθαρὰν καὶ πνεῦμα εὐθές» ἐπειδὴ  στὶς καθαρὲς καρδιὲς ζεῖ ὁ Θεός.

Σήμερα ὁ κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἁγίους ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τους, τὸ ἀποστολικὸ κήρυγμά τους καὶ ἀσφαλῶς ἡ εὐδοκία τοῦ Κυρίου θὰ ἁλιεύσει καὶ πάλι τὴν ψυχὴ τοῦ κόσμου καὶ θὰ τὴν ὁδηγήσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴν εὐθεία ὁδὸ τοῦ φωτός, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ζωῆς.

Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. στ΄ 22-33)
25 Ἰουνίου 2017

Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἔχει πολλαπλὰ μηνύματα. Μᾶς καλεῖ νὰ κατανοήσουμε καὶ νὰ ἑρμηνεύσουμε μέσα στὸ φῶς τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δικαιοσύνης Του πολλὰ μεγέθη τῆς καθημερινότητάς μας. Τὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ τὸ ἀσφυκτικὸ ἄγχος ποὺ μᾶς διαπερνᾷ: «μὴ μεριμνᾶτε». Τὴν λαχτάρα τῆς ὅποιας ἐπιθυμίας καὶ τὴν πλεονεξία μέσα στὴν ὁποία βυθιζόμαστε: «ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμὸς πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμα σκοτεινὸν ἔσται», ἐὰν τὸ μάτι σου εἶναι πονηρό, ὅλος σου ὁ λογισμὸς θὰ εἶναι σκοτεινός. Τὴν ἐξάρτηση ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὶς συνέπειές του, ποὺ γίνεται μία ἄλλου εἴδους εἰδωλολατρία μέσα στὴν ὁποία παγιδευόμαστε: «οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ», δὲν μπορεῖτε νὰ δουλεύετε καὶ στὸν Θεὸ καὶ στὸν μαμωνᾶ.

Μαζὶ μὲ ὅλα αὐτά, ὅμως, θὰ ἦταν σκόπιμο νὰ κάνουμε καὶ μιὰ οἰκολογικὴ ἀνάγνωση τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος. Καὶ αὐτό, γιατὶ στὶς μέρες μας ζοῦμε, μαζὶ μὲ ὅλο τὸν κόσμο, μέσα στὸν φόβο καὶ στὴν «σκιὰ» ἐνὸς οἰκολογικοῦ θανάτου, ποὺ προκαλεῖ ἡ αὐξημένη μόλυνση καὶ καταστροφὴ τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Ἡ φράση τοῦ Χριστοῦ: «ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ἡμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά» εἶναι ἀσφαλῶς μιὰ ἠχηρὴ διακήρυξη τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ. Εὔκολα καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ φύση ὄχι μόνο προέρχεται, ἀλλὰ καὶ κυβερνᾶται ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ φροντίδα καὶ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν φύση εἶναι διαρκής. Ἡ λειτουργία τῶν φυσικῶν νόμων κινεῖται ἀποκλειστικὰ μέσα στὰ πλαίσια τῆς θέλησης, τῆς δύναμης, καὶ τῆς κυριαρχίας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα λειτουργοῦν τέλεια, γιατί δημιουργήθηκαν νὰ εἶναι τέλεια. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι κατάμεστη ἀπὸ ἐκφράσεις ποὺ ἀναφέρονται στὴν ὡραιότητα, τὴν ἁρμονία καὶ τὴν σκοπιμότητα τῆς φυσικῆς δημιουργίας. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς δίνει τὸ παράδειγμα τῆς ἀγάπης στὴν δημιουργία, ἀλλὰ καὶ τοῦ σεβασμοῦ στὴν οἰκολογικὴ ἰσορροπία. Οἱ ὑπέροχες παραβολές Του, ἀλλὰ καί, γενικότερα, ὁ διδακτικός Του λόγος, τὶς περισσότερες φορὲς ἔχουν ἀφετηρία μιὰ εἰκόνα ἀπὸ τὸ φυσικὸ περιβάλλον. Ἡ τρικυμία τῆς θάλασσας, οἱ ἄνεμοι, τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ, τὸ καρπερὸ ἀμπέλι, ἡ ἄκαρπη συκιὰ εἶναι εἰκόνες ἀπὸ τὴν δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα ξεκινᾷ ὁ Χριστὸς τὴν διδασκαλία Του, γιὰ νὰ προχωρήσει στὰ βαθύτερα πνευματικὰ μηνύματα, μαρτυροῦν τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν ἀνύσταχτη φροντίδα Του γιὰ τὰ ἔμψυχα καὶ ἄψυχα δημιουργήματά Του.

Ὁ Χριστός, βέβαια, δὲν μᾶς καλεῖ ἀπλὰ νὰ ἀγαπᾶμε καὶ νὰ θαυμάζουμε τὴν φύση. Ἄλλωστε, «οὐκ ἐλάτρευσαν τὴν κτίσιν οἱ θεόφρονες παρὰ τὸν Κτίσαντα». Ἐκεῖνο τὸ «καταμάθατε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει» μᾶς λέει κάτι ἄλλο πολὺ πιὸ σημαντικό, ποὺ πρέπει νὰ προσέξουμε. Νὰ μάθουμε νὰ μελετᾶμε τὸ ἀνοικτὸ βιβλίο τῆς φύσης καὶ νὰ ἀποκρυπτογραφοῦμε τὰ σήματα ποὺ μᾶς ἐκπέμπει κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα. Κάθε φορὰ ποὺ μολύνουμε τὴν φύση καὶ καταστρέφουμε τὸ περιβάλλον, γκρεμίζουμε τὸ σπίτι ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωσε, γιὰ νὰ ζήσουμε. Ἁμαρτάνουμε, γιατὶ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ὑποχρέωση τοῦ ἀνθρώπου στὸν παράδεισο ἦταν τὸ «ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν». Δύο χαρακτηριστικὲς λέξεις ποὺ τονίζουν τὰ δικαιώματα καὶ τὶς ὑποχρεώσεις μας ἀπέναντι στὸ περιβάλλον ποὺ ζοῦμε. Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρει διάφορα περιστατικὰ καταστροφῆς τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, συμπτώματα καὶ αὐτὰ τοῦ πεσμένου κόσμου μας. Βέβαια, τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ εἰκόνες τῆς Ἀποκάλυψης ἀναφέρονται  στὴν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τῆς γῆς καὶ στὴ συντέλεια τῶν αἰώνων. Ἀλλά ἐδῶ δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἀπόγνωση τῆς οἰκολογικῆς καταστροφῆς, ἀλλὰ γιὰ τὴν ἐλπίδα τῆς μεταμόρφωσης καὶ ἀνακαίνισης τοῦ κόσμου.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, καὶ ἐμεῖς, ὡς «σάρκα φοροῦντες καὶ τὸν κόσμον οἰκοῦντες», ἐμπλεκόμαστε στὸ οἰκολογικὸ πρόβλημα τῆς ἐποχῆς μας. Ἀλλὰ  δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ κλήση μας καὶ ὁ ἀγώνας μας ἀποβλέπουν στὴν ἀντιμετώπιση κάθε μορφῆς κακοῦ, ἀκόμη καὶ τοῦ οἰκολογικοῦ, ἀφοῦ καὶ αὐτὸ εἶναι μιὰ μορφὴ ἁμαρτίας (λανθασμένη σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν δημιουργία). Γι’ αὐτό, ὅσο διαρκεῖ ἡ ἱστορία, ἂς προσπαθοῦμε νὰ μεταβάλλουμε καὶ νὰ μεταμορφώνουμε συνεχῶς τὸ ἀνθρώπινο ἁμαρτωλὸ περιβάλλον μας, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπειλούμενο μὲ καταστροφὴ φυσικὸ περιβάλλον, μέχρι νὰ ἔρθει ὁ Κύριος  καὶ νὰ ἀκουσθεῖ ἡ φωνή Του: «Ἰδοὺ καινὰ ποιῶ τὰ πάντα».

Ἀμήν.

 


Κηρύγματα Ἰουνίου 2017 pdf