en ru
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΦΕΒΡOYAΡΙΟΥ


ΚΥΡΙΑΚΗ IΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ) (Λουκ. ιη΄ 10-14)
5 Φεβρουαρίου 2017

Ἡ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου εἶναι ἰδιαίτερα διδακτικὴ γιὰ ὅλους μας, διότι δείχνει ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος συναισθανθεῖ τὰ σφάλματά του καὶ μετανοήσει, δικαιώνεται ἀπὸ τὸν Θεό, ἐνῷ ὅταν θεωρήσει τὸν ἑαυτό του δίκαιο, ἀναμάρτητο καὶ κριτὴ ὅλων τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, κατακρίνεται.

Οἱ Τελῶνες, ὡς φοροεισπράκτορες  ἦταν πρόσωπα ἰδιαίτερα μισητὰ γιὰ τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Κατὰ τὴν εἴσπραξη τῶν φόρων προέβαιναν σὲ αὐθαιρεσίες, ἐκμεταλλευόμενοι τὸν ἁπλὸ λαό. Γι' αυτὸ καὶ ὁ χαρακτηρισμός τους ὡς μεγάλων ἁμαρτωλῶν. Ὁ Τελώνης, ὅμως, τῆς σημερινῆς παραβολῆς φαίνεται ὅτι εἶχε συναίσθηση τῶν ἀδικιῶν του, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀνέβηκε στὸν Ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθεῖ καὶ μετανοημένος ἐπικαλέστηκε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Στὸν Ναό, ὅμως, ἀνέβηκε καὶ ὁ Φαρισαῖος, ὁ εὐυπόληπτος στὰ μάτια τοῦ λαοῦ, ὁ δίκαιος, ὁ ἄμεμπτος καὶ ἀναντίρρητα πιστὸς τηρητὴς τοῦ Νόμου. Φτάνοντας στὸν Ναὸ δὲν προσευχήθηκε στὸν Θεό, ζητῶντας τὸ ἔλεός του. Ἀντιθέτως, ἀφοῦ στάθηκε ἐπιδεικτικὰ σὲ μία περίοπτη καὶ διακεκριμένη θέση τοῦ Ναοῦ, ἄρχισε μεγαλοφώνως νὰ αὐτοεγκωμιάζεται, νὰ ἐπαινεῖ τὸν ἑαυτό του, νὰ τὸν δικαιώνει, νὰ ἀπαριθμεῖ τὶς καλές του πράξεις: «νηστεύω», ἔλεγε, «δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι», καὶ νὰ κατακρίνει ὅλους τοὺς ἄλλους. Εὐχαριστοῦσε μάλιστα τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἀναμαρτησία του καί ξεχωρίζοντας αὐτάρεσκα τὸν ἑαυτό του ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους καὶ βέβαια καὶ ἀπὸ τὸν Τελώνη, ἔλεγε: «οὔκ εἰμι ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων... ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης».

Εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ Φαρισαῖος ἀνέβηκε στὸν Ναὸ γιὰ νὰ αὐτοδικαιωθεῖ καὶ νὰ προβληθεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ὡς ὁ τέλειος καὶ ἀναμάρτητος, σὲ ἀντίθεση μὲ ὅλους τοὺς ἄλλους, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἁμαρτωλοί, φαῦλοι, διεφθαρμένοι, «ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί». Διαφημίζοντας τὴν ἐκ μέρους του τήρηση τοῦ Νόμου, δηλαδὴ τῆς δικαιοσύνης, τῆς φιλανθρωπίας, τῆς νηστείας καὶ τῆς ἐλεημοσύνης, ἀποδεικνύεται ἕνας ἐπιφανειακὸς ἄνθρωπος, γεμάτος ἐγωισμὸ καὶ φιλαρέσκεια. Στὴν προκειμένη περίπτωση, ἡ τήρηση τοῦ Νόμου, ἂν καὶ ἀναγκαία ὡς ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἐν τούτοις ἀποδεικνύεται ἀνώφελη καὶ καταλήγει νὰ εἶναι μία ἁπλὴ ἐφαρμογὴ κάποιων ἐξωτερικῶν τύπων. Ἡ οὐσία, ἡ ὁποία ἀφορᾶ στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἄλλο καὶ στὴ συναίσθηση τῆς ἀνεπάρκειάς μας, πρᾶγμα βέβαια ποὺ ὁδηγεῖ καὶ στὴν ἐπίκληση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, ἀπουσίαζε ἀπὸ τὸν Φαρισαῖο. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐν τέλει κατακρίθηκε ἀπὸ τὸν Θεό.

Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ὑποκρισία καὶ τὴν αὐτοδικαίωση τοῦ Φαρισαίου, ὁ Τελώνης ἐπιδεικνύει οὐσιαστικὴ μετάνοια. Συναισθανόμενος τὰ μεγάλα σφάλματά του, καθὼς καὶ τὶς πάμπολλες ἀδικίες ποὺ ἔκανε, ἐλεεινολογεῖ τὸν ἑαυτό του. Στέκεται κάπου ἀπόμερα καὶ μὲ τὸ βλέμμα κάτω λυπᾶται, μετανοεῖ πραγματικὰ καὶ ζητεῖ μὲ συντριβὴ καὶ αὐτοεξουδένωση τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ: «ὁ Θεός, ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ», λέει. Καὶ ἐπιτυγχάνει τὸ ζητούμενο. Ἡ προσευχή του εἰσακούεται καὶ λαμβάνει τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του, τὴ δικαίωση καὶ τὴν υἱοθεσία τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὸ ποὺ οὐσιαστικὰ μετράει στὸν Θεὸ δὲν εἶναι ἡ μικρὴ ἢ ἡ μεγάλη ἁμαρτία, ἀλλὰ ἡ μετάνοια. Αὐτὴ εἶναι τὸ Α καὶ τὸ Ω στὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς ξεκινῶντας τὸ κήρυγμά του δὲν ζήτησε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἀναμαρτησία, ἀλλὰ τὴ μετάνοιά τους καὶ τὴ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας.

Βαδίζοντας καὶ ἐμεῖς πρὸς τὴ νοητὴ Ἱερουσαλὴμ τοῦ ἐφετινοῦ Πάσχα, ἂς ἐλέγξουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ εἰλικρίνεια, ὥστε νὰ δοῦμε σὲ ποιὸν μοιάζουμε περισσότερο, στὸν Τελώνη ἢ στὸν Φαρισαῖο καὶ ἂς ἔχουμε μόνιμα στὸ νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ τὸν ὕμνο ποὺ σήμερα ψάλλαμε: «Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν, καὶ Τελώνου μάθωμεν, τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς, πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες· Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε». Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ IΖ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ)  (Λουκ. ιεʹ 11 ‐ 32)
12 Φεβρουαρίου 2017

Ἀκούσαμε, ἀδελφοί μου, τὴν περασμένη Κυριακὴ γιὰ τὴν ταπεινὴ προσευχή, ἡ ὁποία σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτίας, θέτει τὸν ἄνθρωπο στὴ διαδικασία τῆς μετάνοιας καὶ στὸ νὰ ἐμπιστεύεται τὴν ζωή του στὸ Θεό.

Σήμερα ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ μᾶς βοηθᾶ νὰ συνειδητοποιήσουμε συνειδητοποιοῦμε αὐτὴ τὴν μεγάλη ἀλήθεια.

Ἡ κακοπάθεια τοῦ ἀσώτου υἱοῦ καὶ ἡ νοσταλγία τῆς πατρικῆς ἑστίας, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴ βέβαιη πίστη, ὅτι ὁ πατέρας ἐπειδὴ ἀκόμη τὸν ἀγαπᾶ, θὰ τὸν συγχωρήσει καὶ θὰ τὸν δεχθεῖ, ἀνοίγουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του καὶ αἰσθάνεται, πὼς ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς εἶναι πλέον ὁ μόνος δρόμος τῆς ζωῆς του. Ἡ ἀπόφαση λοιπὸν καὶ ἡ πραγμάτωση τῆς ἐπιστροφῆς του ὀνομάζεται μετάνοια.

Ἡ Μετάνοια πάντοτε ὁριοθετεῖ τὴ σχέση τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ ἀναγκαιότητα τῆς μετανοίας ἀποτελεῖ πάντοτε τὸν σκοπὸ τοῦ κηρύγματος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μετάνοια εἶναι ὁ τρόπος γιὰ νὰ ἀνακαινίζει ὁ Χριστιανὸς τὴν ψυχή του καὶ νὰ τὴν καθαρίζει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, ποὺ διαπράχθηκαν μετὰ τὸ βάπτισμα γι’ αὐτὸ ὀνομάζεται καὶ «δεύτερο βάπτισμα». Ἡ μετάνοια διαφυλάσσει καὶ διατηρεῖ τὸν ἄνθρωπο ἐλεύθερο ἀπὸ τὴν δουλεία τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ διαβόλου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀφορᾶ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτως ἀξιωμάτων ἢ θέσεων, ἐκκλησιαστικῶν ἢ κοινωνικῶν.

Ἡ μετάνοια, στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι μιὰ ψυχαναγκαστικὴ λειτουργία. Δὲν εἶναι ἕνα σύνολο κανόνων ἠθικῆς καὶ τιμωρίας. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ δικαίωμα στὴν ἀληθινὴ ζωή, ὅπως τὸ προσφέρει ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο, καθὼς τὸν καλεῖ νὰ ἐπιστρέψει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ Τὸν συναντήσει μέσα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ κυρίως μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας.

Τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας, ὅπως καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια διενεργεῖται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, διὰ τῆς Ἱερωσύνης, ποὺ ἐμπιστεύεται στοὺς Ἐπισκόπους καὶ δι’ ἐκείνων στοὺς Ἱερεῖς. Ἀπο κοινοῦ οἱ ἅγιοι Πατέρες θεωροῦν ὅτι ἡ ἀπελευθέρωση τῶν ψυχῶν ἀπὸ τὸ δεσμωτήριο τοῦ διαβόλου διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς μετανοίας εἶναι ἀπὸ τὰ κυριώτερα ἔργα τοῦ Ἱερέως.

Ἐκεῖ ὁ πιστὸς ἀνοίγει τὴν καρδιά του, ὄχι στὸν ἐξομολόγο, ἀλλὰ στὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀοράτως Παρών. Ὁ Χριστὸς ἀναδέχεται τὴν ἐξομολόγηση τοῦ πιστοῦ, ὅπως ἀκριβῶς συνέβαινε κι ὅταν κάθε ἁμαρτωλὸς Τὸν συναντοῦσε.  Ἡ εὐχή, ποὺ διαβάζεται στὴ συνέχεια ἀπὸ τὸν Ἐξομολόγο, ποὺ ἔχει τὸ χέρι του πάνω στὸ κεφάλι τοῦ ἐξομολογουμένου ἀποτελεῖ τὸ ἁπτὸ σημεῖο τῆς παρουσίας τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοῦτο συνεπάγεται τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τὴν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου, κάτι ποὺ ἐπιβεβαιώνεται πανηγυρικὰ μὲ τὴ θεία Κοινωνία, καθὼς ὅταν μεταλαμβάνουμε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων ἀκοῦμε τὸν Ἱερέα νὰ λέει: «...εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν τὴν αἰώνιον».

Ἡ ἀληθὴς μετάνοια ὅμως γιὰ νὰ καρποφορήσει χρειάζεται τὴν συνέργεια τῆς ἐλεημοσύνης, τῆς νηστείας, τῆς προσευχῆς καὶ γενικῶς τῆς προσπάθειας νὰ ζεῖ ὁ Χριστιανὸς σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ πιστὸς Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ στηρίζεται στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀναβάλλει τὴν μετάνοιά του, οὔτε νὰ περιμένει νὰ ἀρρωστήσει ἢ νὰ γηράσει γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ. Ὅπως δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ἀπελπίζεται ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν του!

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει χαρακτηριστικά, ὅτι ὅσο μεγάλη κι ἂν εἶναι ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου, πάντως εἶναι μικρότερη ἀπὸ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καὶ χάνεται μέσα σ’αὐτήν, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μὲ τὴ σπίθα τῆς φωτιᾶς, ποὺ χάνεται μέσα στὸ πέλαγος τῆς θάλασσας. Καὶ σκεφθεῖτε συνεχίζει, πὼς τὸ πέλαγος ὅσο μεγάλο κι ἂν εἶναι μετριέται, ἐνῶ ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπεριόριστη. Γι’ αὐτό, ὅσο ζοῦμε πάνω στὴ γῆ ἔχουμε τὴν δυνατότητα τῆς μετανοίας.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας πέρα ἀπὸ τοὺς λόγους καὶ τὶς συμβουλὲς χειραγωγεῖ τὶς ψυχὲς στὴν μετάνοια μέσα καὶ ἀπὸ τὴν λατρευτική της ζωή. Ἡ Κυριακὴ προσευχὴ «Πάτερ ἡμῶν...» ζητεῖ τὴν ἄφεση καὶ τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν, ἀνάλογα μὲ τὸ κατὰ πόσο συγχωροῦμε κι ἐμεῖς τοὺς ἄλλους. Ὁ Πεντηκοστὸς ψαλμὸς τοῦ Δαϋὶδ «Ἐλέησόν με ὁ Θεός...» δὲν ἀπουσιάζει σχεδὸν ἀπὸ καμμία μικρότερη ἢ μεγαλύτερη ἀκολουθία. Οἱ πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν Ἁγίων εὑρίσκονται συνεχῶς στὰ χείλη τῶν πιστῶν, μὲ σκοπὸ νὰ γίνουν καὶ τῆς καρδιᾶς τους ἡ φωνή, ἡ ἀπαραίτητη συνοδεία τῆς ἱκετήριας κραυγῆς «Κύριε ἐλέησον», μὲ τὴν ὁποίαν κατὰ συρροὴν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἐκλιπαρεῖ γιὰ τὸ μέγα καὶ θεῖο ἔλεος.

Ὁ Χριστὸς μὲ τὴ σταυρική του θυσία μᾶς ξεχρέωσε μιὰ γιὰ πάντα ἀπὸ τὸ βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ ἄνοιξε τὸν Παράδεισο στὸν ὁποῖον πρῶτος εἰσῆλθε ἕνας Ληστής, ὁ ὁποῖος  ἐξομολογήθηκε πάνω στὸ σταυρό του, ζήτησε καὶ ἔλαβε τὸ θεῖο ἔλεος.

Ἂς προβληματισθοῦμε λοιπόν, ποιὸς εἶναι ἀλήθεια αὐτός, ποὺ ἂν τοῦ χάριζαν τὸ χρέος ἢ τὴν ὀφειλή του, δὲν θὰ ἔτρεχε νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν δωρεὰ καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸν δωρητή.

Ἂς σκεφθοῦμε τέλος ὅτι ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστὴς χρησιμοποίησε τὴν ἔκφραση «ἀναστὰς πορεύσομαι», γιὰ νὰ δείξει πὼς ἡ μετάνοια δὲν εἶναι μιὰ ἁπλὴ πορεία ἐπιστροφῆς, ἀλλὰ ἀνάσταση, νίκη τῆς ἀληθινῆς ζωῆς πάνω στὴν ἁμαρτία καὶ στὸν θάνατο. Εἶναι τὸ δῶρο τοῦ Χριστοῦ πρὸς ὅλους μας τὸ πολύτιμο καὶ ἀνεκτίμητο.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ (Ματθ. κεʹ 31 ‐ 46)
19 Φεβρουαρίου 2017

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα σήμερα κάνει λόγο οὐσιαστικὰ γιὰ τήν φιλανθρωπία. Δηλαδὴ γιὰ τὴν ἀρετὴ τοῦ νὰ ἀγαπᾶ κανείς, νὰ νοιάζεται καὶ νὰ φροντίζει τὸν συνάνθρωπό του. Συνάνθρωπός μας εἶναι βέβαια ὁ κάθε ἄνθρωπος, συγγενής ἢ  ξένος, ὁ πάσχων, ὁ καταφρονημένος τῆς κοινωνίας, ὁ περιθωριακός, καὶ γενικὰ ὁ κάθε ἕνας ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ἡ ἀγάπη ποὺ ἐπιδεικνύουμε ἢ ποὺ ἀρνιόμαστε στοὺς συνανθρώπους μας, ἀποτελεῖ τὸ κριτήριο τῆς  αἰωνιότητας μας στὸν Παράδεισο ἤ στὴν Κόλαση.

Κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία, ὅταν ὁ Κύριος ἔλθει ξανὰ ὄχι ὡς ἄσημος καὶ ταπεινός, ἀλλὰ ἔνδοξος ἐπὶ θρόνου καὶ ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ, γιὰ νὰ κρίνει τὸν κάθε ἕνα ἀνάλογα μὲ τὰ ἔργα του, θὰ χωρίσει τοὺς δίκαιους καὶ φιλάνθρωπους ἀπὸ ὅσους ἀρνήθηκαν νὰ βοηθήσουν τοὺς πάσχοντες. Τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης τῶν δικαίων πρὸς τοὺς ἀδυνάτους καὶ πτωχοὺς θὰ τὰ θεωρήσει ὅτι ἔγιναν στὸν Ἴδιο «πείνασα καὶ μοῦ δώσατε νὰ φάω», μᾶς λέει στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός, «δίψασα καὶ μοῦ φέρατε νερὸ νὰ πιῶ, ἤμουν ξένος καὶ μὲ φιλοξενήσατε στὸ σπίτι σας, ἤμουν γυμνὸς καὶ  μοῦ δώσατε ροῦχα νὰ φορέσω. Ὅταν ἀρρώστησα ἤρθατε καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε. Ἤμουν στὴ φυλακὴ καὶ μὲ ἐπισκεφθήκατε».

Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ φροντίδα πρὸς ὅλους ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, εἶναι ἡ αἰτία μετοχῆς μας στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν μακαριότητα τοῦ Παραδείσου. Ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τὸ συγκερασμὸ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς αὐτὴ καμία πράξη τῶν ἀνθρώπων καὶ κανένα ἀσκητικὸ ἀγώνισμα δὲν ἔχει νόημα ἀπὸ μόνο του. Αὐτὴ νοηματοδοτεῖ τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νὰ μὴν γίνονται φαρισαϊκά. Ὅπου αὐτὴ ὑπάρχει, ὑπάρχουν παράλληλα ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ πραότητα, ἡ μακροθυμία, ἡ σεμνότητα, ὁ ἀλληλοσεβασμὸς καὶ ἡ θυσία ὑπὲρ τοῦ ἄλλου. Αὐτὴ ἀποτελεῖ καὶ τὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῶν  μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ: «Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε», μᾶς λέει ὁ Κύριος, «ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις».

Βέβαια τὰ ἔργα ἀγάπης εἶναι δύσκολα καὶ ἀπαιτοῦν ἰδιαίτερη προσπάθεια. Ὁ μαθητὴς τῆς ἀγάπης, ὁ Ἰωάννης ὁ θεολόγος, γράφει ἀπευθυνόμενος σὲ ὅλους μας: «τεκνία μου, μὴ ἀγαπῶμεν λόγῳ, μηδὲ τῇ γλώσσῃ, ἀλλ᾽ ἐν ἔργῳ καὶ ἀληθείᾳ». Ὁ δὲ Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος παρατηρεῖ: «ἐὰν σὲ ἕνα γυμνὸ καὶ πεινασμένο πεῖ κάποιος: “Ὁ Θεὸς μαζί σου. Εὔχομαι νὰ βρεῖς ροῦχα νὰ φορέσεις καὶ φαγητὸ γιὰ νὰ χορτάσεις”, τότε ποιὸ τὸ ὄφελος ἐφόσον δὲν τοῦ δώσει τὰ ἀπαραίτητα ποὺ χρειάζεται;». Ἄρα ἐὰν μείνουμε Χριστιανοὶ τῶν λόγων, χωρὶς ἔμπρακτη ἀγάπη, δὲν θὰ ἀξιωθοῦμε τοῦ Παραδείσου. Ἐπιπλέον, τὸ νὰ δοῦμε μὲ ἀγάπη, συγκατάβαση καὶ φιλανθρωπία τὸν πλησίον μας, καλύπτοντας τὶς πολὺ ἁπλὲς καθημερινές του ἀνάγκες, εἶναι δύσκολο. Ὅμως δὲν ἀπαιτοῦνται ἰδιαίτερες συνθῆκες ἢ δυνατότητες, οὔτε ὑλικὸς πλοῦτος, γιὰ νὰ βοηθήσει κάποιος τὸν ἀδελφό του. Τὸ σημαντικὸ εἶναι κυρίως τὸ περίσσευμα τῆς καρδιᾶς μας. Αὐτὸ ἀρκεῖ νὰ ἐξαντλήσουμε γιὰ νὰ ἀγαπήσουμε, ὅπως ὁ Θεὸς θέλει.

Τὰ ἔργα πρὸς τοὺς πτωχοὺς καὶ καταφρονεμένους, τὰ ὁποῖα ἀπαριθμεῖ ὁ Χριστός, εἶναι πολὺ ἁπλὰ καὶ δὲν ἀπαιτοῦν παρὰ μόνο τὴν ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας. Ἡ πτωχὴ χήρα ἐπαινέθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ γιὰ τὴ μεγάλη της καρδιά, διότι ἐνῷ εἶχε ἡ ἴδια ἀνάγκη,  προσέφερε τὰ πάντα της, δηλαδὴ τὸ δίλεπτο, γιὰ νὰ ἀνακουφίσει ἄλλους.

Ἀδελφοί μου, ὡς Χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἀναλογιστοῦμε ἔμπρακτα τὶς ἀνάγκες τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν μας καὶ ἀνοίγοντας τὴν καρδιά μας νὰ τοὺς συνδράμουμε καὶ νὰ τοὺς ἀνακουφίσουμε ἀπὸ τὴν πεῖνα, τὴ δίψα, τὴ γυμνότητα καὶ τὴ μοναξιά τους. Ἡ προσφορά μας αὐτὴ νὰ θυμόμαστε πὼς δὲν ἔχει συνάρτηση μὲ τὴν δυνατότητά μας, ἀλλὰ ἐξάρτηση ἀπὸ τὴ διάθεση τῆς καρδιᾶς μας.

Αὐτὴ ἡ καρδιακὴ συμπαράσταση καὶ προσφορά μας, ὅπως  γίνεται σαφὲς σήμερα, θὰ ἀναστήσει τὴ χαρὰ ποὺ θὰ μᾶς ζωοποιήσει καὶ θὰ θερμάνει τὴν ψυχραμένη ἀγάπη τῶν ἀποδεκτῶν της, ὥστε νὰ καταλήξουμε ὅλοι μαζὶ στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ στὴν κοινωνία τοῦ ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ (Μτθ. στ΄14-21)
26 Φεβρουαρίου 2017

Μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ βρισκόμαστε ξανὰ ἐμπρὸς στὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Σὲ μιὰ ἐκκλησιαστικὴ περίοδο, τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἀφιερώσουμε στὸ Θεό μὲ προσοχή, προσευχή καὶ νηστεία γιὰ τὴν ψυχική μας ἀναγέννηση.

Γιὰ τὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι μόνον ἀποχὴ ἀπὸ τὰ φαγητά, ἀλλὰ κυρίως ἄσκηση χαρισμάτων ποὺ τροφοδοτοῦν τὴν ψυχή.

Ἡ νηστεία ἀφορᾶ τὸν ὅλον ἄνθρωπο. Νηστεία θὰ πεῖ ἐγκράτεια τοῦ στομάχου, ἀλλὰ καὶ τῶν κακιῶν, καθαρμὸς τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς.

Ἡ νηστεία εἶναι κυρίως ἡ πνευματική προσπάθεια, ποὺ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν διάθεση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀφορᾶ στὶς ἐπιθυμίες καὶ στὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς. Νηστεύω πνευματικὰ θὰ πεῖ ἀγωνίζομαι νὰ κόψω τὰ πάθη μου, προσπαθῶ νὰ καθαρίσω τὴν ψυχή μου. «Ἀληθὴς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωση, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, καταλαλιᾶς, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας» ψάλλουμε σήμερα στὴν Ἐκκλησία μας. Τί ἀξία μπορεῖ νὰ ἔχει μιὰ νηστεία τροφική, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἐξαντλητική, ἂν δὲν συνοδεύεται ἀπὸ τὸν ἀγώνα ἀπαλλαγῆς μας ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς κακίες;

Γιὰ νὰ εἶναι ὁλοκληρωμένη ἡ νηστεία πρέπει νὰ συνδέεται μὲ ἀρετές, καὶ ἰδίως ἀπὸ τὶς ἀρετὲς τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἐλεημοσύνης. Ὅπως τὸ πτηνό, ἐὰν δὲν ἔχει φτερά, δὲν μπορεῖ νὰ πετάξει, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία, ἂν δὲν ἔχει προσευχὴ καὶ ἐλεημοσύνη, δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἀνυψώσει στὸ Θεό.

Στὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς μᾶς δίνει ὁ Κύριος πολύτιμες ὁδηγίες γιὰ νὰ πετύχουμε ψυχικὴ καλλιέργεια καὶ καρποφορία, μᾶς συνιστᾶ νὰ μὴ θησαυρίζουμε «θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς». Ἀγωνίζεται ὁ ἄνθρωπος νὰ θησαυρίσει. Βασανίζεται ἀπὸ τὸν πυρετὸ τῆς πλεονεξίας. Θέτει ὡς σκοπὸ τῆς ζωῆς του νὰ κερδίσει ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα γιὰ νὰ θησαυρίσει. Ἐργάζεται, κοπιάζει, ἀγωνίζεται γιὰ πολλά, ὅλο καὶ πιὸ πολλά. Βλέπει τὸ χρῆμα καὶ τὸ λατρεύει. Ἀλλὰ τελικὰ ὑποδουλώνει τὴν ψυχὴ του στὸ χρῆμα. Μιὰ τέτοια ὑποδουλωμένη ψυχὴ δὲν ἔχει βαθύτερο περιεχόμενο. Δὲν γνωρίζει Θεό. Καταδικάζει ἡ ἴδια τὸν ἑαυτό της σὲ μαρασμὸ καὶ θάνατο. Γι’ αὐτό, λέγει ὁ Κύριος «θησαυρίζετε μέσα στὴν ψυχή σας τὴν πίστη. Τὴν ταπείνωση, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ὑπομονή, τὴν ἀγάπη. Θησαυρίζετε θησαυροὺς καλῶν ἔργων».

Μᾶς συνιστᾶ ἀκόμη μὲ ποιὸ τρόπο θρησκεύουμε παρουσιάζοντας τὴν ὑποκριτικὴ θρησκευτικότητα τῶν Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι νήστευαν, ὄχι γιὰ νὰ γυμνασθοῦν στὴν ἐγκράτεια, ὄχι γιὰ νὰ ὠφελήσουν στὴν ψυχή τους, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐπιδειχθοῦν στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὅταν νήστευαν, ἔμειναν ἀπεριποίητοι καὶ ἀκάθαρτοι, γιὰ νὰ φαίνονται ἀδύνατοι στὸ πρόσωπο καὶ καταβεβλημένοι ἀπὸ τὴν νηστεία. Ὄχι τέτοια θρησκευτικότητα. Ὁ Θεὸς ζητᾶ εἰλικρίνεια στὶς διαθέσεις μας καὶ πολὺ περισσότερο στὰ θέματα τῆς πίστεώς μας. Σκοπὸς τῆς νηστείας, τὴν ὁποία θέτει, ὑποδεικνύει ἡ Ἐκκλησία μας, εἶναι ἡ ψυχική μας ὠφέλεια. Δὲν εἶναι ἡ ἐπίδειξη γιὰ καύχηση. Κατ’ ἀναλογίαν πρέπει νὰ προσέχουμε κάθε ἐκδήλωσή μας.

Ἡ νηστεία καὶ ἡ ἐγκράτεια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἐξευγενίζουν τὸν ἄνθρωπο, καθαρίζουν τὴν ψυχὴ ἀπὸ κάθε πάθος καὶ ἐλευθερώνουν τὸν ἀνθρώπινο πρόσωπο ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν κακῶν συνηθειῶν μας. Ἀκόμη συντελοῦν στὴν καλὴ ὑγεία τοῦ σώματος. Κανεὶς ποτὲ δὲν ἀρρώστησε ἀπὸ τὴν ἐγκράτεια. Ἀπεναντίας ἡ ἀκράτεια γίνεται πρόξενος πολλῶν ψυχοσωματικῶν ἀσθενειῶν, ποὺ σήμερα ἰδιαίτερα βασανίζουν πολλούς.

Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος δεμένος στὸ ὄχημα τῆς καταναλωτικῆς καὶ ὑλιστικῆς κοινωνίας ἔχει μεταβάλει τὴν καρδιά του σὲ κέντρο χαμηλῶν ἐπιθυμιῶν μέσα στὶς ὁποῖες καθημερινὰ κυλιέται, μὲ τὴν λαιμαργία πάχυνε τὸν λογισμό του καὶ ἄναψε στὴν σάρκα του τὴν πύρωση τῶν ἐπιθυμιῶν.

Ἡ Ἐκκλησία μᾶς προτρέπει σήμερα νὰ ἀναλάβουμε τὸν καλό τῆς νηστείας ἀγώνα. Ἄς ἀποφύγουμε, λοιπόν, τὸν χορτασμὸ γιὰ νὰ μὴν ἀνάψουμε περισσότερο τὴ φωτιὰ τῆς σάρκας. Ἃς ζητήσουμε ἀπὸ τὸν Θεό μας φωτισμὸ καὶ δύναμη γιὰ χριστιανικὴ ζωή. «Ἰδοὺ καιρὸς εὐπρόσδεκτος. Ἰδοὺ καιρὸς μετανοίας. Ἀποθώμεθα τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός», ὅπως ἀξίως «εἰς τὴν τριήμερον ἀνάστασιν καταντήσωμεν τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ σώζοντος τᾶς ψυχὰς ἡμῶν». Ἀμήν.

 


pdf