en ru

ΜΗΝΥΜΑ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017

«Προεορτάσωμεν Χριστοῦ τὰ γενέθλια»
welcome img

Ἀρχίζει ἡ περίοδος τῆς Σαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων, ἡ περίοδος τῆς νηστείας καὶ τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴ μεγάλη Ἑορτή. Συνήθως, τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ κατεξοχὴν μέρα καὶ περίοδος τοῦ ἔτους ποὺ ξεχνοῦμε τὸν Θεό. Ζοῦμε μᾶλλον τὰ ἐμπορικὰ Χριστούγεννα: στολισμοὶ στοὺς δρόμους, φωτάκια ποὺ ξεγελοῦν, δεντράκια ψεύτικα, κεράσματα, κουραμπιέδες καὶ μελομακάρονα, ἀνταλλαγὴ δώρων, προσδοκία ἀργιῶν, διπλὸς μισθὸς καί... τὰ Χριστούγεννα τελειώνουν. Στομάχι γεμάτο, καρδιὰ ἄδεια. Χριστὸς πουθενά. Ὅλο αὐτὸ εἶναι λίγο ἀληθινὸ καὶ πολὺ ἀπογοητευτικό. Ἔχει καταντήσει προκλητικὰ ἐμπορικὴ αὐτὴ ἡ γιορτή. Μπορεῖ δικαιολογημένα κάποιοι νὰ τὴν ἐκμεταλλεύονται, προσδοκώντας νὰ βγάλουν τὸ ψωμί τους, ἀλλὰ αὐτή τους ἡ ἀνάγκη καταστρέφει μία ὑπέροχη καὶ πολὺ βαθειὰ γιορτή.

  Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἀπάτη. Ἡ ἀπάτη τῶν ἐμπορικῶν Χριστουγέννων. Ὑπάρχει καὶ ἄλλη μία πιὸ ὕπουλη ἀπάτη: Ἡ ἀπάτη τῶν κοινωνικῶν Χριστουγέννων. Αὐτὴ ἡ ἀπάτη μᾶς κάνει νὰ βλέπουμε τὰ Χριστούγεννα ὡς «τὴ γιορτὴ τῆς ἀγάπης, τὴ γιορτὴ τῆς οἰκογένειας» – εἶναι ἡ γιορτὴ ποὺ βρισκόμαστε ὅλοι μαζί: δίνουμε κάποια χρήματα στὸν ἔρανο τῆς ἀγάπης ἢ μαζεύουμε καὶ δίνουμε μία σακούλα μὲ λίγο ρύζι ἢ μακαρόνια, μερικὲς πατάτες, ἕνα μπουκάλι λάδι καὶ μία γαλοπούλα σὲ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν. Καλὰ πράγματα εἶναι ὅλα αὐτά, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς προτρέπει νὰ τὰ κάνουμε καὶ πρέπει νὰ τὰ κάνουμε, ἀλλὰ τὰ Χριστούγεννα δὲν εἶναι αὐτὰ τὰ πράγματα. Μπορεῖ νὰ κάνουμε τὴ μικρὴ ἐλεημοσύνη, νὰ πάρουμε μερικὰ κουπόνια ἀπὸ τὸν ἔρανο τῆς ἀγάπης, νὰ δώσουμε λίγα χρήματα ἢ ἐνδεχομένως νὰ πᾶμε καὶ οἱ ἴδιοι νὰ βοηθήσουμε στὴ διανομὴ τῶν δώρων τῆς Μητροπόλεως στὶς φτωχὲς οἰκογένειες, ἀλλὰ παρ’ ὅλα αὐτὰ νὰ μὴν ἔχει ζήσει κανένας μας τὰ Χριστούγεννα.

    Τί εἶναι τὰ Χριστούγεννα; Πῶς πρέπει νὰ τὰ ζήσουμε; Μήπως κάτι πρέπει νὰ κάνουμε λίγο διαφορετικό, πιὸ οὐσιαστικὸ τὴν χρονιὰ ποὺ βρίσκεται μπροστά μας καὶ ποὺ γιὰ κάποιους ἀπὸ ἐμᾶς –ἐνδεχομένως καὶ γιὰ μένα– μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ τελευταία μας εὐκαιρία; Ποιὸ εἶναι τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων;

     Ὅταν λέμε «Χριστούγεννα» καὶ «ἑορτασμὸ Χριστουγέννων» συνήθως στὸ μυαλὸ μας συνδυάζεται αὐτὸ μὲ ἀφθονία ἀγαθῶν, μὲ ἀνταλλαγὴ δώρων, μὲ στολισμοὺς καὶ ἐσχάτως μὲ ταξίδια... Ὅλα αὐτὰ ὑπογραμμίζουν τὸ ψέμα. Δίνουν ὅμως καὶ σὲ ἐμᾶς τὴν ἀφορμὴ λίγο νὰ ἀλλάξουμε. Ἀντὶ γιὰ τὴν ἀφθονία, ἂς δοκιμάσουμε –ἔστω γιὰ φέτος μόνο– μία ἀλλαγή: νὰ περάσουμε τὰ Χριστούγεννα μὲ λιτότητα. Ὄχι μὲ φτώχεια ἀλλὰ μὲ μὴ σπατάλη, μὲ χαρά. Τὸ τραπέζι μας νὰ εἶναι γεμάτο, νὰ ἱκανοποιήσουμε κάποιες ἀνάγκες, ἀλλὰ ὄχι τὰ περιττά. Ἀντὶ νὰ δίνουν οἱ χορτασμένοι δῶρα στοὺς χορτασμένους, νὰ καλλιεργήσουμε τὴν ἐλεημοσύνη, νὰ στερηθοῦμε λίγο γιὰ τὸν ἀδελφό. Καὶ ἂν δὲν ἔχουμε χρήματα, νὰ δώσουμε λίγο χρόνο σὲ ἕναν πονεμένο, λίγη ὑπομονὴ σὲ κάποιον ποὺ εἶναι ἰδιόρρυθμος καὶ τὸν ἀποφεύγουν ὅλοι ἀπομονώνοντάς τον, νὰ κάνουμε λίγο κόπο γιὰ κάποιους ἀνθρώπους, νὰ πᾶμε σὲ ἕνα νοσοκομεῖο. Αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ καλύτερο δῶρο πρὸς τὸν Χριστό. Ἀντὶ νὰ κάνουμε  ἄλλους στολισμούς, νὰ ἐπιμεληθοῦμε λίγο τὶς ψυχές μας – νὰ κάνουμε τὸν στολισμὸ τῆς ψυχῆς. Εἶναι τραγικὸ τὸ σπίτι μας νὰ εἶναι γεμάτο ἀπὸ καμπανίτσες, δεντράκια καὶ λουλούδια, καὶ ἡ καρδιά μας νὰ εἶναι ἀραχνιασμένη. Τί ὡραῖο πράγμα ὅμως νὰ εἶναι ἡ καρδιά μας περιστόλιστη καὶ τὸ σπίτι μας νὰ ἔχει καὶ αὐτὸ τὸν ἁπλὸ καὶ κανονικό του διάκοσμο!

    Καὶ ἀντὶ γιὰ ταξίδια μακρινὰ νὰ κάνουμε τὸ ἕνα ταξίδι. Αὐτὸ τὸ ταξίδι ποὺ ἔκαναν οἱ ποιμένες – «διέλθωμεν δὴ ἕως Βηθλεὲμ καὶ ἴδωμεν τὸ ῥῆμα τοῦτο τὸ γεγονὸς» (Λουκ. β΄ 15) . Χρειάζεται λίγη ἡσυχία γιὰ νὰ καταλάβω τί εἶναι ἡ Βηθλεέμ: Εἶναι ἕνα γεγονὸς ποὺ ἔγινε κάποτε σὲ ἕνα χωριουδάκι; Ἢ μήπως εἶναι μία κατάσταση στὴν ὁποία μπορῶ καὶ ἐγὼ ὡς ἄλλος ταπεινὸς ποιμένας νὰ προσεγγίσω; Νὰ καταλάβουμε λοιπὸν λίγο τί εἶναι τὰ Χριστούγεννα. Τί μᾶς λένε τὰ Χριστούγεννα; Πῶς γεννᾶται ἡ σωτηρία μας μέσα ἀπὸ τὴν εὐτέλεια τοῦ σπηλαίου καὶ τὴν ταπείνωση τῶν σπαργάνων; Πῶς ὁ Θεὸς βγάζει ὅλη τὴν ἀγάπη Του μὲ τὴν ἔνδυση τῆς ἀνθρώπινης φύσης; Πῶς ὁ Θεὸς κατεβαίνει καὶ μᾶς δίνει αὐτὸ τὸ μεγάλο δῶρο τῆς ὁμοίωσής μας μαζί Του;

    Αὐτὴ λοιπὸν ἡ εὐλογημένη περίοδος ποὺ ξανοίγεται μπροστά μας, ξανοίγεται σὰν μία μοναδικὴ εὐκαιρία γιὰ τὸν κάθε ἕνα μας. Αὐτὸ θὰ μᾶς θυμίζουν συνεχῶς οἱ σαράντα μέρες ποὺ ἀκολουθοῦν• καὶ ὅλη μας ἡ ζωὴ αὐτὴ τὴν ἀνάγκη θὰ ἐπιβεβαιώνει. Σὲ ἐμᾶς μένει λίγο νὰ ἀνοίξουμε τὰ μάτια μας, κάπως νὰ διευρύνουμε τὴν ἀκοή μας νὰ ἀκοῦμε τὰ πνευματικὰ μηνύματα, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ βρεθοῦμε κάποτε κι ἐμεῖς σὲ αὐτὴ τὴν Βηθλεέμ, νὰ χαροῦμε μὲ ὅλη μας τὴν ὕπαρξη τὰ Χριστούγεννα. Καὶ τότε, αὐτὰ τὰ Χριστούγεννα θὰ βεβαιώνουν ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μεθ’ ἡμῶν, ὅτι ὁ Θεὸς βρίσκεται ἀνάμεσά μας, καὶ ὄχι μόνο ἀνάμεσά μας, ἀλλὰ τελικῶς καὶ ἐντὸς ἡμῶν – «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν» (Λουκ. ιζ΄ 21). Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς σὲ ὅλους μας ἀνεξαιρέτως νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ ἀντικρύσουμε ὕστερα ἀπὸ σαράντα ἡμέρες τὸν Κύριο ὄχι μόνο γεννώμενο στὴν φάτνη τῆς Βηθλεέμ, ἀλλὰ –κυρίως– ἀνακλινόμενο στὴ φάτνη τῆς ψυχῆς μας.

    
Σαρακοστὴ Χριστουγέννων 2017

pdf

ΜΗΝΥΜΑ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ- ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2017


welcome img

Ὁ αὐθεντικὸς χριστιανὸς ζεῖ τὴ χαρὰ μέσα ἀπὸ τὴν ἄσκηση, τὴ στέρηση, τὴ θυσία. Ζεῖ τὴν ἐλπίδα μέσα ἀπὸ τὸν πόνο, τὴν ἀσθένεια, τὴ διακριτικὴ ἐπιβεβαίωση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, τὴ συνεχῆ προσδοκία τοῦ σημείου, ποὺ δὲν τὸ ζητεῖ ἀλλὰ τὸ περιμένει καὶ ὅταν ἔρχεται δὲν τὸν ξαφνιάζει. Ζεῖ τὴν ταπείνωση μέσα ἀπὸ τὶς εὐλογίες Του καὶ τὶς χαρές. Αὐτὰ ὅλα στηρίζονται στὴν πίστη.

   Στὸ πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ συναντᾶ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Δίπλα του ταπεινώνεται, ὑπομένει, κενώνεται. Μαζί του μοιράζεται τὴν πτώση, τὴν πίστη, τὴ ζωή, τὴ χάρι, τὴ σωτηρία. Μαζί του ἑνώνεται. Οἱ διαφορὲς ὑπογραμμίζουν τὴν ἐλευθερία, ἡ διαφορετικότητα τὴ μοναδικότητα τοῦ κάθε προσώπου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ, οἱ ἀντιθέσεις ταπεινώνουν, τὰ κοινὰ σημεῖα διευκολύνουν τὴ συμπόρευση. Οἱ ἁμαρτίες, οἱ δοκιμασίες, οἱ ἀρετές, οἱ θεϊκές ἐπεμβάσεις στὴ ζωὴ τοῦ ἑνὸς περιχωροῦνται καὶ στὴ ζωὴ τοῦ ἄλλου. Ὅλα κοινωνοῦνται. «Οὐκ ἔστιν ἄλλως σωθῆναι εἰ μὴ διὰ τοῦ πλησίον» (Ὅσιος Μακάριος Αἰγύπτιος). Θεμέλιο αὐτῆς τῆς καταστάσεως εἶναι ἡ ἀγάπη.

    Ὁ αὐθεντικὸς ὅμως χριστιανὸς μὲ σαφήνεια διακρίνει καὶ τὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου, τὴ ρευστότητα καὶ παροδικότητα τοῦ χρόνου, τὴ φθαρτότητα τῶν ὑλικῶν, τὴν ἀπάτη τοῦ «ἐδῶ» καὶ τοῦ «τώρα», τὴ βαρβαρότητα τῶν ἀνθρώπινων τρόπων, τὴν παχύτητα τῆς ὀρθῆς λογικῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ διαρκῶς λειτουργεῖ στὸ «ἐπέκεινα». «Ἐν γῇ ζῇ καὶ ἐν οὐρανοῖς πολιτεύεται». Ἀντὶ γιὰ τὸ τώρα ζεῖ τὰ ἔσχατα καὶ ἀντὶ γιὰ τὸ ἐδῶ τρέφεται ἀπὸ τὰ οὐράνια. Αὐτὸ τὸ φρόνημά του τροφοδοτεῖται ἀπὸ τὴ θεϊκὴ ἐλπίδα.

    «Πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη• τὰ τρία ταῦτα» (Α΄ Κορ. ιγ΄ 13). Αὐτὰ τὰ τρία ἀποτελοῦν καὶ τὸ θεμέλιο τοῦ αὐθεντικοῦ βιώματος τοῦ κάθε χριστιανοῦ. Αὐτὰ τὰ τρία εἶναι ποὺ συνθέτουν τὴν «ἄλλη» λογική.

    Αὐτὴ ἡ αὐθεντικότητα εἶναι ποὺ κάνει τὸν χριστιανὸ νὰ μὴν εἶναι κοσμικὰ «σύγχρονος»• ἐπιδερμικὸς μιμητὴς καὶ παθητικὸς ἐκφραστὴς τῶν συνηθειῶν τῆς ἐποχῆς ποὺ ζεῖ. Ἀλλὰ νὰ εἶναι «σύγχρονος» μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἐνσαρκωτοῦ τοῦ αἰωνίου μηνύματος τοῦ Θεοῦ στὸ παρόν. Αὐτὸς ἐνσαρκώνει τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ τὴν εἰκόνα τῶν ἐσχάτων της.

    
Σεπτέμβριος - Νοέμβριος 2017

ΜΗΝΥΜΑ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2017


welcome img«Σταυρὸς ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης, 
Σταυρὸς ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, 
Σταυρὸς ἀγγέλων ἡ δόξα
καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα».



      Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἔκανε μιὰ τομὴ καὶ ἔβαλε μιὰ βαθειὰ σφραγίδα στὴν ἱστορία. Κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ μὲ τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ νὰ φαντασθεῖ μιὰ τέτοια ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, ἐπέμβαση ἀγάπης στὸν κόσμο ποὺ δημιούργησε. Ἔβαλε λοιπὸν πρῶτα-πρῶτα μιὰ μεγάλη σφραγίδα στὸν χρόνο. Δεύτερον, ἔβαλε μιὰ μεγάλη σφραγίδα στὴν κτίση, τὴν ἄϋλο κτίση, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς δαίμονες• καὶ γι᾿ αὐτοὺς συνέβη κάποια ἀλλοίωση. Τρίτον, ἔβαλε μιὰ μεγάλη σφραγίδα στὴν φύση, τὴν ὑλικὴ φύση, τὴν οἰκουμένη. Κάθε φορὰ ποὺ περνᾶμε ἀπὸ κάπου καὶ κάνουμε τὸ σταυρό μας θαρρεῖς καὶ ἁγιάζεται ὁ ἀέρας, θαρρεῖς καὶ ἀλλάζει αὐτὸ ποὺ βλέπουμε, ὁ ὑλικὸς κόσμος.

Δὲν μένει παρὰ μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν παγκοσμιότητα καὶ τὴν οἰκουμενικότητα νὰ προστεθεῖ τὸ κρίσιμο πετραδάκι, ποὺ ἀφορᾶ στὴν δική μας ἀλλοίωση ἀπὸ τὸν σταυρό• ἀλλοίωση πίστεως, σταυρωμένης πίστεως• ἀλλοίωση φρονήματος, σταυρικοῦ φρονήματος• ἀλλοίωση ζωῆς, πραγματικὰ ζωῆς θυσίας καὶ σταυροῦ. 

Αὐτὸ μᾶς προσκαλεῖ κάθε τέτοια μέρα ἡ Ἐκκλησία, μαζὶ μὲ ὁλόκληρη τὴν κτίση, μαζὶ μὲ τὴν φύση, μαζὶ μὲ ὅλον τὸν κόσμο, νὰ γίνει καὶ ἡ δική μας ἀλλαγὴ ἀπὸ τὴν εὐκολία τὴν κοσμικὴ καὶ τὴν λογική, στὸν σταυρὸ τὸν ἁγιαστικό. Ὅλη μας ἡ ζωή, ἡ ἀγωγὴ καὶ ὁ ἐμπαθὴς ἑαυτός μας συνηγοροῦν στὸ νὰ διεκδικοῦμε καὶ νὰ ἐπιβάλλουμε τὴν ἀλήθεια μὲ τρία μέσα, μὲ τὴν λογική, τὸ δίκαιο καὶ τὴν δύναμη. Ἔρχεται ὅμως ὁ Χριστὸς καὶ μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ πάθος Του βάζει στὴ θέση τῆς λογικῆς τὴ χάρι, στὴ θέση τοῦ δίκαιου τὴν ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος καὶ στὴ θέση τῆς ἀνθρώπινης δυνάμεως, τὴν θεϊκὴ δύναμη, τὴν ταπείνωση.

Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι δίκαιος! Εὐτυχῶς ποὺ δὲν εἶναι δίκαιος! Ἂν εἶναι δίκαιος, τότε «τίς ὑποστήσεται ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ;». Ποιός θὰ μποροῦσε νὰ σταθεῖ μπροστά του; Ἐξασκεῖ μιὰ ἁγία ἀδικία ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, τὴν «ἀδικία» τοῦ ἐλέους. Αὐτὸ τὸ ἔλεος ἀναβλύζει μέσα ἀπὸ τὴν εὐλογημένη πηγὴ ποὺ καὶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει• τὴν πηγὴ αὐτὴν ποὺ λέγεται Τίμιος Σταυρός.

Τί μᾶς λέει ὁ Σταυρός; Ἀντὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ βροῦμε τὸ δίκιο μας, ἂς ὑπομένουμε τὴν ἀδικία. Ἀντὶ νὰ παλεύουμε νὰ ἐπιβάλουμε τὴ δύναμή μας, νὰ προχωροῦμε μὲ ταπείνωση. Ἀντὶ νὰ θέλουμε μὲ τὰ δεσμὰ τῆς λογικῆς νὰ συλλάβουμε τὸν ἀχώρητο Θεὸ στὸ στενό μας μυαλουδάκι, νὰ ἀφήσουμε ἐκτεθειμένη τὴν ψυχή μας στὴ χάρι Του, ὅπως αὐτὴ ἐμφανίζεται μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ.

Γι᾿αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία μας τέτοιες μέρες καθὼς μᾶς ὑπενθυμίζει δύο ἱστορικὰ γεγονότα, τὸ ἕνα τὴν Εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα ἀπὸ τὴν ἁγία Ἑλένη, τὴν μητέρα τοῦ Κωνσταντίνου, καὶ τὸ δεύτερο τὴν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸν Ἠράκλειο ὅταν τὸν πῆρε ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Περσῶν, δίνει καὶ σὲ μᾶς κάθε χρόνο τὴν ἀφορμὴ νὰ ὑψώνεται ὁ Τίμιος Σταυρὸς μπροστὰ στὰ μάτια μας, κυρίως ὅμως νὰ ὑψώνεται μέσα στὴν καρδιὰ καὶ στὸ φρόνημά μας, γιὰ νὰ μπορεῖ ἔτσι σταυρικὰ νὰ μεταμορφώνει τὴ ζωή μας.

Ἡ εὐχή μας λοιπὸν εἶναι ἔτσι νὰ ζοῦμε πάντοτε τὴν μεγάλη αὐτὴν ἑορτή, ὅσα χρόνια μᾶς χαρίσει ὁ Θεός. Τότε θὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ δὲν ἀποτελεῖ ἕνα ἱστορικὸ γεγονὸς ποὺ ἔγινε τὸν καιρὸ τῆς ἁγίας Ἑλένης καὶ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἢ τὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου, ἀλλὰ εἶναι μία μεγάλη μυστικὴ ἑορτὴ καὶ πανήγυρις ποὺ ἐπιτελεῖται διαρκῶς μέσα στὴν καρδιά μας. Αὐτὴ τὴν αἴσθηση τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μέσα στὴν καρδιά μας εὐχόμαστε νὰ τὴν χαρίζει πλούσια ὁ σταυρωθεὶς Κύριος σ᾿ ὅλους μας. Ἀμήν!

 


Σεπτέμβριος 2017  
 
Μήνυμα pdf


ΜΗΝΥΜΑ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2017
(τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου)


Τὸ πέρασμα τῆς Παναγίας ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο εἶναι ἕνα πέρασμα σιωπῆς, σεμνότητας, ταπεινοφροσύνης καὶ ἡσυχίας.

Μέσα στίς περιγραφές τῶν ἁγίων καί τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων δὲν ὑπάρχουν λόγοι καὶ φραστικές διατυπώσεις τῆς Παναγίας, ἀλλὰ οὔτε καὶ στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων συναντοῦμε ἀναφορὲς στὴ ζωή της. Αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει εἶναι μόνον μερικές ἀναφορές σέ ἀπόκρυφα εὐαγγέλια. Δέν ὑπάρχουν λόγια τῆς Παναγίας, δέν ὑπάρχουν πράξεις, στοιχεῖα τῆς ζωῆς της, συγκεκριμένα γεγονότα, παρά μόνον πολύ ἁπλές διακριτικές ἀναφορές στό θεῖο καί ἅγιο πρόσωπό της. Ἀλλὰ ὅσο σιωπηλὴ ἦταν στὴν ἐπίγεια ζωή της, τόσο πλούσια στὸν λόγο ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Παναγία μας.

Καί ἐνῶ ἡ ἴδια δέν ἐκφράζεται μὲ τὸν λόγο, ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἡ ὁποία διαβάζεται στὶς ἑορτές της, λέγει «μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν».

Ἡ Παναγία, καί γι΄ αὐτό ἐπιλέγεται αὐτὴ ἡ περικοπή, εἶναι τό κατ΄ ἐξοχήν πρόσωπο τῆς θείας ἀκοῆς καί τῆς μυστικῆς σιωπῆς. Μυστικῆς σιωπῆς μέ τήν ἔννοια τοῦ ὅτι δέν βγάζει προφορικό λόγο, ἀλλὰ ὅμως φαίνεται πὼς ζεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Καὶ θείας ἀκοῆς, γιατί ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς «πάντα συνετήρει τὰ ρήματα ταῦτα συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκ. β, 19). Τά ὅσα ἔλεγε ὁ Κύριος, τά ὅσα ἔπραττε, ἔμπαιναν στήν ψυχή της καί κατεγράφοντο μέσα της. Μέ αὐτόν τόν τρόπο συντηροῦσε τήν χάρι τήν ὁποία τῆς εἶχε δώσει ὁ Θεός.

Ἀλλά ἔχει καί ἄλλη μιά ἀκοή, τήν ἀκοή πρός ὅλον τόν κόσμο• τήν ἱστορική ἀκοή. Δέν ὑπάρχει ἄλλο πρόσωπο στό ὁποῖο νά ἀπευθύνονται τόσες προσευχές, στό ὁποῖο νά ἐκφράζονται τόσα αἰτήματα, στό ὁποῖο νά ἀποδίδεται τόση δοξολογία: οἱ ὡραιότεροι ἐκκλησιαστικοί ὕμνοι, οἱ Παρακλήσεις, οἱ Χαιρετισμοί, τά Θεοτοκία τῶν ἑορτῶν, τὸ Θεοτοκάριον, οἱ καλύτεροι θεολογικοί λόγοι τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως  τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί οἱ διδασκαλίες τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, εἶναι γεμᾶτα ἀπό τήν δύναμη καί τήν στήριξη, τήν ὁποία δίνει ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος σέ ὅλη τήν οἰκουμένη. Ἀκούει τὶς προσευχὲς καὶ ἀπαντᾶ. Εἶναι Γοργοϋπήκοος.

Αὐτό κάνουμε κι ἐμεῖς οἱ πιστοί. Μαζεύουμε τά προβλήματα καί τίς ἀνάγκες μας καί τά μεταμορφώνουμε σέ προσευχή καί σέ αἴτημα τό ὁποῖο διά τοῦ προσώπου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου κατευθύνεται πρός τόν Θεό.

Ἡ Παναγία, λοιπόν, εἶναι μακαρία διότι εἶναι ἡ ἀκούουσα τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἡ φυλάξασα καί συντηρήσασα αὐτόν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς, ἀλλά καί ἡ διαρκῶς καί ἀενάως ἀκούουσα τούς λόγους καί τά αἰτήματα, τίς δοξολογίες καί τίς προσευχές ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ὅλων τῶν αἰώνων, ὅλου τοῦ κόσμου.

Ἀκόμη καὶ ὁ τρόπος τῆς ἀναχώρησής της ἀπό αὐτόν τόν κόσμο δέν εἶναι θάνατος, ἀλλὰ κοίμησις, καί ὡς κοιμωμένη εἶναι ζῶσα. Ἀλλὰ καὶ ὡς πρός τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον παρεμβαίνει στήν ἱστορία δέν εἶναι κοιμωμένη, ἀλλά  δραστηριοποιημένη, διαρκῶς ἐνεργοῦσα, παρεμβαίνουσα στήν ἱστορία καί παρεμβαλλόμενη καί στήν δική μας τήν ζωή καί στήν δική μας τήν πορεία. Εἶναι ἀκοίμητος καί ἀμετάθετος ἐλπίδα.

Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού προσευχόμαστε σέ αὐτήν. Δέν προσευχόμαστε σέ κάποιον πού κοιμᾶται καί δέν ἀκούει, ἀλλά σέ κάποιον πού ἡσυχάζει καί βυθίζεται στήν μυστική σιωπή καὶ ταυτόχρονα μέ ἕναν θεῖο τρόπο ἐνεργοποιεῖται μέσα στήν ἱστορία καί παρεμβαίνει σέ αὐτήν.

Ἡ εὐχή τῆς Ἐκκλησίας μας γιά ὅλους εἶναι νά δώσει ὁ Θεός πολύ περισσότερα ἀπό ὅσα τολμοῦμε νά ζητοῦμε στίς προσευχές μας, πολύ οὐσιαστικότερα ἀπό ὅσα μποροῦμε νά ἐκφράσουμε στά αἰτήματά μας, νά μᾶς χαρίσει πλούσια τήν χάρι Του καί νά μᾶς ἀξιώσει νά ζήσουμε τόν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας μέ τήν προστασία, μέ τήν πρεσβεία καί μέ τήν βοήθεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἀμήν.


Aὔγουστος 2017  
 
Μήνυμα pdf


ΜΗΝΥΜΑ ΙΟΥΝΙΟΥ - ΙΟΥΛΙΟΥ 2017


welcome img

«Ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,
ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰω. ιστ΄ 13)

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔχει σὰν προορισμό Του νὰ φανερώνει τὸν Θεὸ στὴν ἱστορία καὶ στὴν Ἐκκλησία, νὰ Τὸν φανερώνει στὴν αἰώνια βασιλεία Του, παράλληλα δὲ νὰ φανερώνει τὸ μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου, τὸν εἰκονισμένο Θεὸ στὸν ἄνθρωπο.

Ὁ λόγος, λοιπόν, ποὺ ὁ Κύριος μᾶς στέλνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι γιὰ νὰ μπορέσουμε κι ἐμεῖς νὰ ζήσουμε τὴ δική μας μεταμόρφωση καὶ τὴ φανέρωση τοῦ δικοῦ μας προσώπου, καὶ ἔτσι νὰ ἀλλάξουμε τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον βλέπουμε τὸν Θεὸ καὶ τὸν κόσμο.

Στὴν Ἁγία Γραφὴ ὑπάρχουν τρεῖς μεταμορφώσεις προσώπων πολὺ ἐντυπωσιακές. Ἡ μία εἶναι ἡ μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου πάνω στὸ Ὄρος Θαβώρ, ὅπου, ὅπως περιγράφεται ἀπὸ τοὺς τρεῖς εὐαγγελιστές, «ἐγένετο τὸ εἶδος τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἕτερον» (Λουκ. θ΄, 29). Ἡ εἰκόνα τὴν ὁποία εἶχαν οἱ μαθητὲς γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἰκόνα ἐντελῶς ἀνθρώπινη, εἰκόνα ἐντελῶς αἰσθητή, ἄλλαξε καὶ μετεμορφώθη καὶ φανερώθηκε γιὰ λίγο ἡ λάμψη τῆς θεότητός Του.

Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη μεταμόρφωση προσώπου. Ἀναφέρεται στὸ τέλος τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου. Ὁ Μωϋσῆς, ἀφοῦ παρέλαβε τὶς Δέκα Ἐντολές, ἀφοῦ διεμήνυσε ἀπὸ μακρυὰ πρὸς τὸν λαὸ τὰ ὅσα ὁ Κύριος τοῦ ἐπηγγέλθη, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ Ὄρος δοξάσθηκαν, λαμπρύνθηκαν τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ προσώπου του, ἐπειδὴ τοῦ εἶχε μιλήσει ὁ Θεός. «Δεδόξασται ἡ ὄψις τοῦ χρώματος τοῦ προσώπου αὐτοῦ ἐν τῷ λαλεῖν αὐτὸν αὐτῷ» (Ἐξ. λδ΄ 29). Τέτοια ἀλλοίωση ὑπέστη τὸ πρόσωπό του ἀπὸ τὴν λάμψη καὶ τὴν δόξα, ὥστε οἱ Ἰουδαῖοι ἀπὸ μακρυὰ τὸν ἔβλεπαν καὶ δὲν ἄντεχαν νὰ τὸν ἀντικρύζουν, πολλῷ μᾶλλον νὰ τὸν πλησιάσουν.

Καὶ ἡ τρίτη μεταμόρφωσις προσώπου εἶναι ἡ ἀλλοίωσις τὴν ὁποία ἔβλεπαν ἀκόμη καὶ ἀκάθαρτα μάτια στὸ πρόσωπο τοῦ διακόνου Στεφάνου ὅταν ἀπελογεῖτο ἐνώπιον τοῦ συνεδρίου. «Ἅπαντες οἱ καθεζόμενοι ἐν τῷ συνεδρίῳ εἶδον τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡσεὶ πρόσωπον ἀγγέλου». (Πράξ. Στ΄ 15). Ἔλαμψε τὸ πρόσωπο του καὶ δὲν ἦταν αὐτὸ τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, αὐτὸ ποὺ εἶχαν συνηθίσει νὰ βλέπουν, ἀλλὰ ἦταν ἕνα ἀγγελικὸ πρόσωπο.

Καὶ τὸ δικό μας πρόσωπο μπορεῖ νὰ ἀλλάξει. Κι ὄχι ἁπλῶς μπορεῖ, ἀλλὰ πρέπει νὰ ἀλλάξει. Πρέπει νὰ ὑποστεῖ αὐτὴν τὴν μεταμόρφωση, ὥστε νὰ βλέπουμε τὸν Θεὸ διαφορετικό, ἀναστημένο, ὄχι μὲ ἀνθρώπινα μάτια. Ἀντιστοίχως, πρέπει νὰ βλέπουμε τὰ γεγονότα ἔξω ἀπὸ τὸν χρόνο, ἔξω ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις, ἔξω ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό μας, ἔξω ἀπὸ τὴν στενότητά μας. Πρέπει νὰ βλέπουμε τὴ ζωὴ ἔξω ἀπὸ τὴ παροδικότητά της καὶ ἀπὸ τὴν ἐφημερότητά της, πέρα ἀπὸ τὴν μικρότητά της. Καὶ τέλος πρέπει νὰ βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας, ὄχι ὅπως εἴμαστε, ἀλλὰ ὅπως θὰ εἴμαστε στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.

Εἶναι μεγάλες ἀλήθειες αὐτές. Πολλὲς φορὲς πηγαίνουμε στοὺς πνευματικούς μας καὶ τοὺς μιλᾶμε τόσο ἀνθρώπινα καὶ θέλουμε κι αὐτοὶ νὰ μᾶς μιλήσουν ἀνθρώπινα. Κάνουμε τὴν προσευχή μας καὶ αὐτὴ εἶναι πεζή, κουραστική, προκλητικὰ φτωχὴ καὶ ἀνθρώπινη. Κι ὁ Θεὸς μᾶς ἀπαντᾶ πνευματικὰ καὶ δὲν Τὸν ἀναγνωρίζουμε. Ἐμεῖς Τὸν θέλουμε γιὰ ὑπηρέτη αὐτῆς τῆς ζωῆς. Θέλουμε τὴν Ἐκκλησία γιὰ βόλεμα τοῦ συναισθήματός μας, τῆς μικρᾶς καὶ στενῆς ἀντιλήψεώς μας καὶ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε αὐτὸ τὸ ἄνοιγμα.  Νὰ ἀνοίξουμε τὰ μάτια μας ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο στὸν ἄλλον, ἀπὸ τὸν χρόνο λίγο στὴν αἰωνιότητα.  Νὰ ἀνοίξει ἡ καρδιά μας καὶ νὰ γευθεῖ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, νὰ δεχθεῖ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.  

Οἱ μέρες αὐτὲς εἶναι μέρες ποὺ μᾶς καλοῦν σὲ μεταμόρφωση σὰν τὴν μεταμόρφωση τῶν ἀποστόλων. Κι αὐτοὶ δειλοὶ ἄνθρωποι ἦταν• ὄχι μόνον δειλοὶ πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Καὶ ὅμως μετεμορφώθησαν καὶ ὁδηγήθησαν στὸ μαρτύριο ὅλοι τους, μὲ ἐξαίρεση τὸν ἀπόστολο Ἰωάννη. Αὐτοὶ ποὺ ἡ γλῶσσά τους ἦταν δεμένη, ἐκήρυξαν σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Ψαράδες ἦταν καὶ σὰν σοφοὶ μιλοῦσαν. Αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν μποροῦσαν κἂν νὰ ὁμολογήσουν τὸν Χριστὸ στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμὴ τῆς ζωῆς, στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμὴ τῆς χάριτος, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἀκριβῶς ἄνοιξαν τὰ στόματά τους καὶ Τὸν ὁμολόγησαν σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Αὐτοὶ ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ κατανοήσουν τὸν λόγο Του, ἀπεκάλυψαν στὸν κόσμο καὶ στὴν ἱστορία τὸ μυστήριό Του.

Αὐτὸ εἶναι τὸ θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας, τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Πεντηκοστή. Ἂς μὴν τὴν γιορτάσουμε σὰν ἕνα γεγονὸς ποὺ κάποτε συνέβη, ἀλλὰ ἂς τὸ μεταμορφώσουμε σὲ μιὰ προσωπικὴ ἐμπειρία ὁ καθένας μας. Χωρὶς αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ μεταμόρφωση δὲν μποροῦμε νὰ ζήσουμε πνευματικά, δηλαδὴ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Μπορεῖ ἡ ζωή μας νὰ ἔχει μιὰ ἠθικὴ ὑπογραφή, μπορεῖ νὰ ἔχει τὴν ποιότητα τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου, μπορεῖ νὰ ἔχει τὸν ἀγώνα τῆς εὐτυχίας ἢ καὶ τῆς ἐπιτυχίας σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο. Τὴν θέα ὅμως τοῦ οὐρανοῦ, τῆς ἄλλης ζωῆς, τῆς αἰωνιότητας, καὶ πολὺ περισσότερο τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴ γεύση τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν θὰ τὴν ἀποκτήσουμε. Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπαναλαμβάνει τὸ προσκλητήριό της. Τὸ ἐπαναλαμβάνει καὶ σὲ μᾶς.

Νὰ δώσει ὁ Θεὸς αὐτὸ νὰ γίνει, ὄχι σὰν ἀποτέλεσμα κάποιας δικῆς μας προσπάθειας, κυρίως ὅμως σὰν καρπὸς τῆς ταπεινώσεως τῆς δικῆς μας διαθέσεως καὶ τῆς φανερώσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν ταπεινὴ καρδιά μας. Ἀμὴν.

 
Ἰούνιος -Ἰούλιος 2017


Μήνυμα pdf


ΜΗΝΥΜΑ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ 2017


welcome img

Τὸ μήνυμα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως βασίζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος δὲν ἔφυγε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο γυμνὸς καὶ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς φέροντας σὰν πολύτιμο λάφυρο καὶ σὰν βαρύτιμο ἔνδυμα αὐτὴν τὴν φύση τὴν ὁποία φέρουμε κι ἐμεῖς, καὶ τὴν ὁποία προσέφερε στὸν Θεὸ καὶ Πατέρα• τὴν ἐθέωσε. Ἑπομένως, ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ἔχει φύση ἡ ὁποία εἶναι κατὰ χάριν θεωμένη.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι σκοπός μας δὲν εἶναι νὰ γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι, νὰ ἔχουμε στὸ τέλος τῆς πορείας μας μιὰ λαμπρὴ ἐξόδιο ἀκολουθία, ἡ ὁποία δὲν θὰ θυμίζει τίποτα ἀπὸ αἰωνιότητα καὶ δὲν θὰ ἔχει κανένα θεϊκὸ χαρακτηριστικὸ μέσα της. Ἀλλὰ σκοπός μας εἶναι νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα, νὰ μπολιάσουμε τὴν μὲν ψυχή μας μὲ θεϊκότητα, τὴ δὲ ζωή μας μὲ αἰωνιότητα, νὰ μπορέσει νὰ γίνει κάτι πέραν ἀπὸ αὐτὰ ποὺ βλέπουμε, κάτι πιὸ ὑψηλὸ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ αἰσθανόμαστε, κάτι πιὸ μεγάλο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ καταλαβαίνουμε. Ὅλο αὐτὸ ἐγκρύπτεται μέσα στὴν ἴδια τὴ φύση μας, σὰν σπόρος ἀληθινὸς ποὺ προσδοκᾶ τὴ γονιμοποίησή του, τὴν αὔξηση καὶ τελικὰ τὴν καρποφορία του. Ὅλοι μας καλούμεθα νὰ ἀναστήσουμε μέσα μας αὐτὸν τὸν σπόρο καὶ νὰ τὸν μετατρέψουμε σὲ ζωή καὶ ἐμπειρία.

Τὸ ἐρώτημα βέβαια εἶναι πῶς νὰ γίνει αὐτό; Γιατί νὰ μᾶς φαντάζει τόσο δύσκολο, τόσο ἀπόμακρο, ἐνδεχομένως τόσο ἀφηρημένο, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ ζεῖ ἡ Ἐκκλησία μας ἐδῶ καὶ αἰῶνες; Ἡ ἀπάντηση βρίσκεται στὴν πολὺ σύντομη εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀναφέρεται στὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως.

Λέγει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «ἐξήγαγεν δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως Βηθανίαν» (Λουκ. κδ΄ 50). Τοὺς πῆρε τοὺς μαθητὲς ὁ Κύριος καὶ τοὺς ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, σχεδὸν κοντὰ στὴ Βηθανία, καὶ ὅπως λέει καὶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, (Πράξ. α΄ 12), «ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου τοῦ Ἐλαιῶνος», τὸ ὄρος αὐτὸ τὸ ὁποῖο βρίσκεται κατέναντι τῆς Ἱερουσαλήμ.  Τρία χαρακτηριστικὰ εἶχε ἡ τοποθεσία αὐτὴ στὴν ὁποία συνέβη τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως:  Πρῶτον, ὅτι ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ• δεύτερον, ἦταν πάνω στὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους τοῦ ἐλαιῶνος• καὶ τρίτον, κατέναντι, ἀκριβῶς ἀντίκρυ τῆς Ἱερουσαλήμ.

Ἆραγε ὅλα αὐτὰ εἶναι ἁπλῶς συμπτωματικές, χωροταξικὲς περιγραφές ἢ μήπως ἔχουν καὶ κάποια ἄλλη σημασία; Ὅποιος θέλει νὰ ζήσει τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως μυστικὰ ὡς γεγονὸς καθαρὰ πνευματικό, προσωπικὰ ἐμπειρικό, θεολογικό, πνευματικό, καλεῖται καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους νὰ βγεῖ ἔξω ἀπὸ κάποιον χῶρο του, νὰ ἀνέβει πάνω σὲ κάποιον τόπο, σ᾿ ἕνα δικό του Ὄρος Ἐλαιῶν καὶ νὰ βλέπει ἀπέναντι κάποια Ἱερουσαλήμ.

Καλούμεθα νὰ βγοῦμε κι ἐμεῖς ἔξω στὴν ἡσυχία, μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐφημερότητα, μακρυὰ ἀπὸ τὴν καθημερινότητα, τὴν ἐπιγειότητα, τὴν ὑλικότητα, τὴν φθαρτότητα, ὅλα αὐτὰ ποὺ διαρκῶς φθείρονται, καταστρέφονται, ἐξαφανίζονται καὶ πεθαίνουν καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἀρνηθοῦμε. Νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν τύρβη τῶν μεριμνῶν, τῶν πολλῶν φροντίδων, τοῦ κολλημένου στὰ γήινα φρονήματος, καὶ νὰ πᾶμε σὲ μιὰ ἀκρούλα.  Σὲ τέτοιες ἥσυχες γωνιές ἐπιτελοῦνται τὰ μεγάλα γεγονότα.

Τὸ δεύτερο στοιχεῖο εἶναι ὅτι τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως συνέβη ἐπὶ «τοῦ ὅρους τοῦ καλουμένου ‘Eλαιῶνος». Τὰ τροπάρια τῆς ἑορτῆς μᾶς προτρέπουν νὰ ἀνέβουμε κι ἐμεῖς καὶ μὲ τὴν καρδιὰ καὶ μὲ τὸ νοῦ μας κάπου ψηλά, καὶ μὲ καθαρότητα ζωῆς, καθαρότητα διαθέσεως, καθαρότητα εἰλικρίνειας καὶ ἁγνότητα προθέσεων νὰ ἀνεβάσουμε λίγο τὴν ψυχή μας πιὸ ψηλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τῆς δημιουργοῦν τὴν αἴσθηση τῆς παχύτητος καὶ βαρύτητος καὶ τὴν κατεβάζουν πρὸς τὰ χαμηλὰ καὶ τὰ μικρά. Καὶ διὰ τῆς πίστεως, διὰ τῶν ἀνωτέρων φρονημάτων, διὰ τῆς ἀνωτέρας σκέψεως, νὰ ἀνεβάσουμε τὸν νοῦ μας λίγο πρὸς τὰ πάνω γιὰ νὰ ξεκολλήσει ἀπὸ τὰ βαρίδια ποὺ τὸν κρατοῦν προσκολλημένο στὰ ἐπίγεια.

Τρίτο χαρακτηριστκὸ εἶναι τὸ γεγονός ὅτι οἱ μαθητές κάθησαν ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, τὴν πόλη ἡ ὁποία φιλοξένησε τὸν Κύριο, δέχθηκε τὴ διδασκαλία Του, εἶχε ἐμπειρία τῶν θαυμάτων Του• τὴν πόλη ἡ ὁποία ὑποδέχθηκε τὶς ἐπαγγελίες Του, τὶς ὑποσχέσεις Του• τὴν πόλη ποὺ τόλμησε νὰ ἀντικρύσει τὸ πάθος καὶ τὴ σταύρωσή Του καὶ τέλος νὰ ζήσει τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως Του.

Καθὼς οἱ ἀπόστολοι ἀντίκρυζαν τὴν Ἱερουσαλήμ, ζοῦσαν ἀκριβῶς αὐτὴν τὴν ἐμπειρία τοῦ Κυρίου, τὴν ἐμπειρία τῆς ἐλπίδος, τὴν ἐμπειρία τοῦ ἁγίου παραδείγματος Του, τὴν ἐμπειρία τῆς προσδοκίας τῆς εὐλογίας Του, αὐτὴν ποὺ τελικὰ τοὺς χάρισε μὲ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως.  Καὶ ὅλοι ἐμεῖς καλούμεθα λίγο νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὴν ἐπιγειότητά μας, νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὴν μικρότητά μας, νὰ ἀνέβουμε μὲ τὴν πίστη μας καὶ τὴν καθαρότητά μας σ᾿ αὐτὸ τὸ ὄρος τὸ πνευματικό καὶ νὰ μελετήσουμε λίγο νοσταλγικὰ τὴν ἐμπειρία τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου.

Οἰ ἀπόστολοι, ἂν καὶ ὑπῆρχε φαινομενικὸς χωρισμός ἀπὸ τὸν Κύριο, αὐτοὶ εἶχαν ἐμπειρία συναντήσεως μαζί Του. Ἐνῶ ὑπῆρχε στέρηση, αὐτοὶ μπόρεσαν νὰ νοιώσουν τὸ πλήρωμα τῆς χαρᾶς, ὅπως περιγράφει τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐνῶ ὑπῆρχε ἀπουσία τοῦ Κυρίου καὶ ἀναχώρησή Του, αὐτοὶ ζοῦσαν τὴν παρουσία καὶ τὴν ἔλευσή Του στὴ δική τους καρδιά.

Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ ζἠσουμε ὅλοι μας, ὅπως οἱ ἀπόστολοι, τὴν ἐμπειρία τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναλήψεως, μιὰ ἐμπειρία αἰσθήσεως τῶν θεϊκῶν ἰδιωμάτων ποὺ ὁ καθένας μας ἔχει μέσα στὴ δική του φύση κατὰ χάριν καὶ νὰ μπορέσουμε ἔτσι νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ συναντήσουμε τὸν Κύριο ἐν δόξῃ στοὺς οὐρανοὺς μὲ τὸ λάφυρο τῆς δικῆς μας ἀνθρώπινης φύσεως δοξασμένης καὶ θεωμένης, καὶ νὰ ζήσουμε αἰωνίως στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἀπὸ τώρα καὶ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.


Ἀνάληψη 2017  
 
Μήνυμα pdf


                         ΜΗΝΥΜΑ ΠΑΣΧΑ 2017


welcome img

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

«Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός». «Δεῦτε», λοιπόν, «λάβετε φῶς»

Ἂς σπεύσουμε ὅλοι ἀνταποκρινόμενοι στὴ θερμὴ καὶ ἐνθουσιώδη προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ πάρουμε ἀπὸ τὸ ἀνέσπερο φῶς τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ γεμίσουμε μὲ αὐτὸ τὶς σκοτεινιασμένες καρδιές μας.

Ὁ Χριστὸς ἀληθῶς ἀνέστη. «Θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει». Ἀνέστη καὶ συνετρίβη ἡ δύναμη τοῦ θανάτου. Ὁ ᾅδης στενάζει καὶ βοᾶ. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξει στὰ σπλάγχνα του τὸν Κύριο καὶ Θεό. Μαζὶ μὲ τὸν θάνατο δέχεται καίριο πλῆγμα καὶ «ὁ τὸ κράτος ἔχων τοῦ θανάτου», δηλαδὴ ὁ διάβολος. Ἡ κοσμοκρατορία του καταργεῖται ἀπὸ τὴν παντοκρατορία τοῦ Θεανθρώπου. Μὲ τὴν Ἀνάσταση ὁ διάβολος καὶ ἡ κυριαρχία του ἀποδυναμώνονται καὶ ὑποχωροῦν παντελῶς.

Ἡ Ἀνάσταση ὅμως δὲν συντρίβει μόνο τὴν δύναμη τοῦ θανάτου καὶ τὸ κράτος τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ ἀποδεικνύει περίτρανα καὶ τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ πίστη στὴν Ἀνάσταση εἶναι πίστη στὸν Κύριο ὡς Θεό, εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁμολογεῖ ὁ Θωμᾶς, ὅταν ἀντικρύζει τὸν ἀναστημένο Κύριο: «Ὁ Κύριος μου καὶ ὁ Θεός μου». Εἶναι αὐτὸ ποὺ ὁμολογοῦμε οἱ πιστοί: «Σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν», ἐκτὸς ἀπὸ σένα ἄλλον δὲν γνωρίζουμε.

Ὅλα ὅμως αὐτὰ δὲν ἔγιναν, γιὰ νὰ δείξει ὁ Θεὸς τὴ δύναμή Του, οὔτε γιὰ νὰ ἀποδείξει τὴ θεότητά Του μέσα στὴν κτίση. Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως ἔχει ἄμεσες συνέπειες σὲ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ νίκη τοῦ Κυρίου κατὰ τοῦ θανάτου ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴ δική μας ἀθανασία. «Ὁ πιστεύων» στὸν Ἀναστάντα «κἂν ἀποθάνῃ ζήσεται». Ὁ θάνατος γιὰ κάθε πιστὸ δὲν εἶναι σκλαβιὰ στὸ σκοτάδι τοῦ ᾅδη, ἀλλὰ μετοχὴ στὴ δόξα τῆς αἰώνιας βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ἡ νίκη τοῦ Κυρίου κατὰ τοῦ διαβόλου εἶναι καὶ δική μας νίκη. Ὁ διάβολος δὲν ἔχει πλέον ἀπόλυτη ἐξουσία ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ χάρις τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ «ποὺ τὰ ἀσθενῆ θεραπεύει καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῖ», αὐτὴ ἡ χάρις καθιστᾶ τὸν πιστὸ πιὸ δυνατὸ ἀπὸ τὸν διάβολο. Μπροστὰ στὸν Κύριο ὁ διάβολος «φρίττει καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν». Γιατί αὐτό; «ὅτι νεκρούς ἀνιστᾷ καὶ θάνατος κατήργηται».

Ὁ Κύριος διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του φανερώνει τὴ θεότητά Του, ὄχι γιὰ νὰ τρομάξει τὸν διάβολο οὔτε γιὰ νὰ ἐντυπωσιάσει τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν θεώσει, νὰ τὸν συναναστήσει μαζί Του, νὰ τὸν καταστήσει μέτοχο τῆς δόξης Του, νὰ μοιραστεῖ μαζί του τὴ θεότητά Του.

Λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ τέλος τῆς Α΄ ἐπιστολῆς του πρὸς Κορινθίους: «Εἰ Χρστὸς οὐκ ἐγήγερται», ἂν ὁ Χριστὸς δὲν ἀναστήθηκε, τότε ἡ πίστη μας εἶναι μάταιη καὶ τὸ κήρυγμά μας ἄδειο, χωρὶς περιεχόμενο. Ὅλοι δὲ ἐμεῖς ποὺ στηρίξαμε τὴν ἐλπίδα μας στὸν Κύριο καὶ μόνο, εἴμαστε οἱ ἐλεεινότεροι, οἱ πλέον ταλαίπωροι καὶ ξεγελασμένοι τῶν ἀνθρώπων. Ἀντίθετα, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸν φωτισμένο λόγο τοῦ Παύλου καὶ ἀποδεικνύεται στὴ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὅποιος εἶναι κοινωνὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀντὶ γιὰ ματαιότητα ζεῖ τὴν βεβαιότητα τῆς πίστεως, ἀντὶ γιὰ κενότητα ζεῖ τὴν πληρότητα τοῦ θείου λόγου, καὶ ἀντὶ γιὰ ἐλεεινότητα ζεῖ τὴν δόξα καὶ τὴν τιμὴ τῆς φύσεώς του.

«Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων». Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου σημαίνει καὶ τὴ δική μας ἀνάσταση.

Τὶς γραμμὲς αὐτὲς τὶς χαράσσω στὶς 22 Μαρτίου ἐνώπιον τοῦ Ζωοδόχου Τάφου, καθὼς παραδίδεται τὸ ἱστορικὸ ἔργο τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ ἱεροῦ κουβουκλίου τοῦ Παναγίου Τάφου καὶ καθήμενος μπροστὰ στὴν «θύρα τοῦ μνημείου» ἀντικρύζω μαζὶ μὲ τοὺς Πατριάρχες μας καὶ ὅλη τὴν Ἐκκλησία τὸ κενὸ μνῆμα καὶ ἀκούω τὸ δυνατὸ μήνυμά του, τὴν αἰώνια φωνή του, νὰ ξεχύνεται θριαμβευτικὰ μέσα στὴν κτίση καὶ νὰ ἀντηχεῖ δοξολογικὰ μέσα στὴν ἱστορία ὅτι ἀνέστη ὁ Κύριος ὄντως. Ἀκούγεται νὰ προτρέπει ὅλους μας «ἐν καινότητι ζωῆς νὰ περιπατήσωμεν», νὰ στοιχήσουμε τὰ βήματα τῆς ζωῆς καὶ τοὺς κτύπους τῆς καρδιᾶς μας στὰ βήματα τοῦ Ἀναστάντος.

«Ἐκνήψωμεν οὖν δικαίως, ἀδελφοί, καὶ μὴ ἁμαρτάνωμεν», «ἀλλήλους περιπτυξώμεθα καὶ τοῖς μισοῦσιν ἡμᾶς συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει καὶ οὕτω βοήσωμεν• Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος».



ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ!

Μετὰ πασχαλίων εὐχῶν
καὶ πολλῆς τῆς ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι ἀγάπης,

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ



† Ὁ Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς ΝΙΚΟΛΑΟΣ


Πασχάλιος Ἐγκύκλιος 126η pdf


ΜΗΝΥΜΑ M.ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ 2017


welcome img

«Ὠσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου»

  Στὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος παρατηρούμε νὰ ἐπαναλαμβάνει ἡ Ἐκκλησία μας στὶς ἀκολουθίες της τὴν λέξη «ἐρχόμενος», ὅταν ἀναφέρεται στὸν Κύριο. Τί μήνυμα ἆρα γε κρύβεται πίσω ἀπὸ αὐτὴ τὴν λέξη, ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ δηλαδὴ τοῦ Θεοῦ;

  Ἂν ἀνατρέξουμε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, στὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως ποὺ διαβάζουμε στὸ ξεκίνημα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, θὰ δοῦμε ὅτι στὴν ἀρχὴ δὲν ὑπῆρχε λόγος ὁ Θεὸς νὰ ἔλθει, οὔτε ὁ ἄνθρωπος κάπου νὰ πάει, ἀλλὰ ἦταν μαζί. Ζοῦσαν ὁ Ἀδάμ καὶ ἡ Εὔα μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἀπελάμβαναν αὐτὴ τὴν κατάσταση. Μετὰ τὴν πτώση ἔδιωξε ὁ Θεός τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὸν παράδεισο, «ἐξαπέστειλεν αὐτὸν ὁ Θεὸς» (Γεν. γ΄ 23).

  Ἡ πρώτη βασικὴ σημασία ποὺ ἔχει αὐτὴ ἡ ἔννοια τοῦ ἐρχομοῦ εἶναι ἡ ἐπανασυνάντηση τοῦ Ἀδὰμ μὲ τὸν Θεό• ἡ προσπάθεια νὰ συναντήσει πλέον ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο, τὴν στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ ὁ κάθε ἕνας ἀπὸ μᾶς, ἡ μόνη ἱκανότητα ποὺ ὡς ἄνθρωπος ἔχει εἶναι νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό. Αὐτὸ εἶναι ἡ συνέπεια τῆς πτώσεως• τὸ «ἀπέρχεσθαι». Τὸ ξέρουμε ἀπὸ τὴν προσωπική μας ἐμπειρία, ὄχι ἐπειδὴ μᾶς τὸ λένε κάποιοι ἄλλοι. Τὸ πρῶτο λοιπόν στοιχεῖο ἦταν ἡ ἀνάγκη νὰ πλησιάσει ὁ Θεός, νὰ ἔλθει ὁ Θεός πρὸς ἐμᾶς. Ἔτσι ἔχουμε τὴν πρώτη ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ, τὸν ἐρχομό Του στὴ γῆ, στὸν ἄνθρωπο. «Ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὀ Σωτὴρ ἡμῶν», ψάλλουμε τὰ Χριστούγεννα.

  Ὑπάρχει καὶ ἕνας δεύτερος ἐρχομός γιὰ τὸν ὁποῖο μιλοῦν τὰ τροπάρια καὶ οἱ εὐχές στὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Εἶναι ὁ ἐρχομὸς τοῦ Κυρίου στὸ ἑκούσιο πάθος.

Ὁ τρίτος εἶναι ὁ ἐρχομὸς ποὺ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὶς τελευταῖες λέξεις τῆς Καινῆς Διαθήκης: «Ἀμήν, ναί, ἔρχου Κύριε Ἰησοῦ» (Ἀποκ. κβ΄ 20). Εἶναι ὁ ἐρχομὸς τῆς δευτέρας παρουσίας, τότε ποὺ θὰ ξαναέλθει ὁ Θεὸς πλέον ὁριστικά.

  Καὶ τέλος, ὑπάρχει ὁ ἐρχομὸς τοῦ Κυρίου στὴν καρδιά μας. «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Εἶναι αὐτὸς ὁ ἐρχομὸς ποὺ τὸν ἐπαναλαμβάνει ὁ κάθε ἕνας μας ὡς προσευχή, ἴσως καὶ χωρὶς λέξεις, ἀλλὰ στὸ φρόνημα καὶ στὴ διάθεσή του. Πόσο πόθο δὲν ἔχουμε νὰ ἔλθει ὁ Χριστὸς μέσα μας! Τί σημασία διαφορετικὰ θὰ εἶχε τὸ ὅτι ἦλθε στὴ γῆ, ἢ τὸ ὅτι ἔρχεται στὸ ἑκούσιο πάθος, ἢ τὸ ὅτι θὰ ξαναέλθει νὰ κρίνει ζῶντας καὶ νεκρούς, ἂν δὲν ἔχει ἔλθει μέσα στὴν καρδιά μας;

  Αὐτὸ σημαδεύει τὸ μήνυμα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος. Καθὼς ὁ Κύριος θὰ ἔρχεται πρὸς τὸ πάθος, εἶναι ἀνάγκη νὰ ἔρχεται καὶ μέσα στὴν δική μας καρδιά. Σ᾿ αὐτὸ μᾶς καλεῖ ὅλους ἀνεξαιρέτως ἡ Ἐκκλησία μας.

  Γιὰ νὰ ἔλθει ὅμως ὁ Χριστὸς στὴν καρδιά μας πρέπει κι ἐμεῖς νὰ ἔλθουμε στὸν Χριστό. Ὑπάρχει μιὰ ἄλλη λέξη ποὺ ἔχει τὴ σημασία τοῦ ἔρχομαι καὶ συχνὰ ἀναφέρεται στὶς ἀκολουθίες. Εἶναι ἡ λέξη «δεῦρο» καὶ «δεῦτε», ποὺ θὰ πεῖ ἔλα καὶ ἐλᾶτε. Εἶναι παράκληση καὶ προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ κι ἐμεῖς νὰ κάνουμε μία κίνηση πρὸς Αὐτόν.

  Πῶς λοιπὸν ἐμεῖς μποροῦμε νὰ πᾶμε στὸν Χριστό; Ἡ μία κίνηση εἶναι ἡ φυσικὴ κίνηση, αὐτὴ ποὺ ὅλοι κάνουμε ὅταν πᾶμε στὴν ἐκκλησία. Ξεχνᾶμε κάποιες ἐπισκέψεις, ἀφήνουμε τὴν ἡσυχία μας στὸ σπίτι, τὴν ἄνεση καὶ τὴν εὐκολία μας καὶ λέμε: «θὰ πάω στὴν ἐκκλησία». Ἂς τὸ κάνουμε αὐτὸ ὁλόκληρη τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα. Καὶ μόνο ἡ φυσική μας παρουσία, ποὺ ἀπὸ μόνη της δὲν ἔχει ἀξία, δὲν πάει χαμένη, διότι ὡς διάθεση ἀποκτᾶ ἀξία.

  Τὸ δεύτερο εἶναι τὸ νὰ πᾶμε στὸν Χριστὸ κάνοντας κι ἐμεῖς μία ἐργασία. «Δεῦτε πιστοὶ ἐπεργασώμεθα προθύμως τῷ Δεσπότῃ». Νὰ μὴ μείνουμε στὶς ἐπιθυμίες καὶ στὰ ὄνειρα μόνο, ἀλλὰ νὰ κάνουμε τὴν πνευματικὴ ζωὴ πράξη, ὅσο μποροῦμε, ὅπου τὰ καταφέρνουμε.

  Ὑπάρχει καὶ ἕνα τρίτο «Δεῦτε οὖν καὶ ἡμεῖς κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθῶμεν αὐτῷ...» Ἂς τακτοποιήσουμε λίγο τὸν «ἔνδοθεν λογισμόν», λένε οἱ εὐχὲς τῶν προηγιασμένων ἀκολουθιῶν, καὶ νὰ προσανατολισθοῦμε λίγο πρὸς τὰ πνευματικά. Μὲ πόσο ἐνδιαφέρον δὲν ἀσχολούμαστε μὲ τὰ κτήματά μας, οἱ μαθητές μὲ τὶς σπουδές μας, οἱ ἄρρωστοι μὲ τὴν ὑγεία μας, οἱ φτωχοὶ μὲ τὴν ἐξοικονόμηση τῶν ἀγαθῶν μας. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἔχουμε σκέψη νὰ δώσουμε. Ἂς δώσουμε λίγη σκέψη καὶ γιὰ τὰ πνευματικά. Νὰ ἔχει ζεσταθεῖ λίγο ἡ καρδιά μας ὅταν ἐρχόμαστε στὴν ἐκκλησία. Ἀλλιῶς ὥσπου νὰ ζεσταθοῦμε θὰ πεῖ ὁ ἱερέας τὸ «δι᾿ εὐχῶν» καὶ θὰ βρεθοῦμε ξανὰ στὴν κρυάδα τῆς κοσμικῆς κοινωνίας, τῆς ψεύτικης, τῆς ὑλιστικῆς, τῆς ἐφήμερης ζωῆς. Ἂς ἡσυχάσουμε λίγο μέσα μας γιὰ νά φτιάξουν οἱ λογισμοί μας καὶ νὰ μπορεῖ ἕτοιμη ἡ καρδιά μας νὰ δεχτεῖ κάτι πνευματικό.

  Τὸ πρῶτο εἶναι ὁ φυσικὸς ἐρχομός, τὸ δεύτερο εἶναι ὁ πρακτικὸς βίος, νὰ κάνουμε τὴν πίστη μας πράξη καὶ ζωή, τὸ τρίτο εἶναι οἱ σκέψεις μας. Καὶ τὸ τέταρτο τὸ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο: «Δεῦτε πρὸς με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Ἐλᾶτε κοντά μου ὅλοι ὅσοι κουρασμένοι ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καὶ φορτωμένοι ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πάθη καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς ξεκουράσω. Θὰ σᾶς πάρω καὶ τὸν κόπο, θὰ ἀναλάβω ὅμως στοὺς ὥμους μου καὶ τὸ φορτίο. Αὐτὸ εἶναι ὁ σταυρός.

  Ἂς κάνουμε, λοιπόν, καὶ τὸ τέταρτο ποὺ εἶναι νὰ δώσουμε τὴ διάθεσή μας. Νὰ προκύψει μέσα στὴ καρδιά μας ὡς πνευματικὸς ἀναστεναγμός, αὐτὸ τὸ φρόνημα τῆς ταπεινωμένης ἀποτυχίας, αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ μετάνοια ὡς ἀναγνώριση τῶν ἀδυναμιῶν μας καὶ τῶν παθῶν μας.

  Ἔτσι καὶ μὲ τὴ φυσικὴ κίνηση καὶ μὲ τὶς πράξεις καὶ μὲ τὶς σκέψεις καὶ μὲ τὴ διάθεση θὰ μπορέσουμε κι ἐμεῖς νὰ ἔλθουμε στὸ Χριστό. Κι ὅταν πᾶμε στὸ Χριστὸ θὰ ἔλθει κι ἐκεῖνος κοντά μας. Καὶ τότε θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε ἕνα ἄλλο «δεῦτε», ἕνα ἄλλο «ἔρχεσθε», αὐτὸ τὸ ὁποῖο θὰ ἀκούσουμε τὸ βράδυ τῆς Ἀναστάσεως: «Δεῦτε πόμα πίωμεν καινόν» καὶ «δεῦτε τοῦ καινοῦ τῆς ἀμπέλου γεννήματος κοινωνήσωμεν». Νὰ ζήσουμε ἀπὸ κοντὰ πλέον σὰν πραγματικὸ, σημερινό, προσωπικό, καρδιακὸ γεγονὸς τὴν Ἀνάσταση.

  Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα ἀπὸ μόνη της εἶναι ἕνας πεθαμένος σταυρός. Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα μαζὶ μὲ τὴν Ἀνάσταση εἶναι ζωή, εὐλογία καὶ δύναμη γιὰ ὁλόκληρη τὴν ὑπόλοιπη ζωή μας. Εἴμαστε στὴν ἀρχή. Ἔχουμε τὴν εὐκαιρία, ἔχουμε τὴν δυνατότητα. Ἂς διατηρήσουμε αὐτὸ τὸ ἦθος, αὐτὸ τὸ φρόνημα, αὐτὸ τὸ πνεῦμα ποὺ πραγματικὰ θὰ σφραγίσει κάθε κίνηση τῆς ζωῆς μας καὶ θὰ διαμορφώσει κάθε λεπτὴ πτυχὴ τῆς ψυχῆς μας.

  Καλὴ Ἀνάσταση!

    
Μεγάλη Ἑβδομάδα 2017  
 
Μήνυμαpdf


ΜΗΝΥΜΑ M.ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ 2017


welcome img

Ἔφθασε ἡ περίοδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ τόσο ὅλοι περιμένουμε καὶ ποὺ τόσο βαθειὰ ὑπάρχει μέσα στὴν συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ περίοδος αὐτὴ ἀνοίγει μὲ ἕνα ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ λέει «νῦν ἐγγύτερον ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν», καὶ ὁλοκληρώνεται τὴν Κυριακή τῶν Βαΐων μὲ ἕνα ἄλλο ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ὅπου ὁ Κύριος λέει «ὁ καιρός μου ἐγγὺς ἐστίν».

Μέσα λοιπὸν σ’ αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἐγγύτητος τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς εὐκαιρίας μας -αὐτὸ θὰ πεῖ «καιρός», νὰ συναντήσουμε τὸν Θεό, μέσα σ’ αὐτὸ τὸ κλῖμα ποὺ διαρκῶς ἡ Ἐκκλησία τὸ ἐπαναφέρει γιὰ νὰ ἀξιοποιεῖται τὸ φιλότιμο καὶ ἡ ἐσωτερική μας ἐπιθυμία γιὰ ἀγῶνα πνευματικό, μᾶς δίνεται ἡ δυνατότητα νὰ κάνουμε μιὰ βουτιὰ μέσα στὴν ἀλήθεια τοῦ ἑαυτοῦ μας, νὰ ξεπεράσουμε αὐτὰ ποὺ μὲ πρώτη ματιὰ βλέπουμε, καὶ νὰ διακρίνουμε τὸ βαθύτερο ὁ καθένας μας περιεχόμενό του.

Καὶ ἐκεῖ θὰ συναντήσουμε δύο πράγματα. Τὸ ἕνα εἶναι ἡ ἁμαρτωλότητά μας καὶ τὸ δεύτερο εἶναι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ• δυὸ ποταμοὶ νὰ συναντοῦνται, οἱ ὁποῖοι εἶναι πολὺ μεγάλοι. Δυστυχῶς ἡ ἁμαρτωλότητα εἶναι ἕνα βασικό ἰδίωμά μας -ὄχι ὅτι κάνουμε κακιὲς πράξεις ἢ ὅτι ἔχουμε συγκεκριμένες μόνον ἁμαρτίες, ἀλλὰ ὅτι «ἐν ἁμαρτίαις ὅλοι ὑπάρχομεν»-, τὸ ὁποῖο τὸ ἀπωθοῦμε καὶ δὲν θέλουμε νὰ τὸ κατανοήσουμε καὶ νὰ τὸ δεχθοῦμε. Ἢ καὶ ἂν τὸ δεχθοῦμε, τὸ ὁμολογοῦμε μὲ τὰ χείλη μας, μ’ ἕναν ἐντελῶς ἐπιφανειακὸ καὶ συνήθως παραπλανητικὸ γιὰ τὴν ἀλήθεια μας τρόπο.

Ἡ Ἐκκλησία μας, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, μᾶς ὑπενθυμίζει αὐτὴ τὴν κατάσταση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας μέσα ἀπὸ τὰ τροπάρια τῶν ἀκολουθιῶν, τὰ ὁποῖα τονίζουν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλος πιὸ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ μένα, δὲν ὑπάρχουν πράξεις ἁμαρτωλὲς ποὺ νὰ μὴν ἔχω κάνει. Μπορεῖ νὰ μὴν συμβαίνει στὴν πραγματικότητα αὐτό, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ ψάξουμε καὶ νὰ βροῦμε εἶναι τήν συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητός μας, διότι αὐτὴ θὰ μᾶς δώσει τὴν αἴσθηση τῆς ἀνάγκης γιὰ μετάνοια. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀνάγκη γιὰ μετάνοια, θὰ μᾶς δώσει ἕνα ἄλλο πολὺ βασικὸ πρᾶγμα, τὸ ὁποῖο εἶναι τὸ φρόνημα τῆς ταπείνωσης. Συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητος, συναίσθηση τῆς ἀνάγκης γιὰ μετάνοια καὶ φρόνημα ταπείνωσης. Μέσα στὴν καρδιά του μπορεῖ νὰ ζήσει κανεὶς τὴν ταπεινότητά του, ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός του.

Αὐτὸ μᾶς δίνει τὴν δυνατότητα νὰ προκύψουν δύο ἄλλα πολύ σημαντικὰ στοιχεῖα στὸν ἄνθρωπο. Τὸ ἕνα εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ ὅρασις• τὸ νὰ μπορεῖ κανεὶς μέσα του νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια του καὶ νὰ δεῖ καὶ συγκεκριμένες ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες πραγματικὰ ἐκφράζουν τὴν ἁμαρτωλότητά του καὶ γιὰ τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ καταθέσει τὴν μετάνοιά του. Καὶ τὸ δεύτερο εἶναι ἡ συγκεκριμένη ἀπόφαση, ἡ ἀφυπνιστικὴ κίνηση ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπόφαση νὰ ἀγωνιστεῖ κανεὶς καὶ νὰ πορευθεῖ τελικῶς στὸν ἀγῶνα πρὸς τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Τὸ πρῶτο, λοιπὸν, ἡ συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητος• τὸ δεύτερο, ἡ συναίσθηση τῆς ἀνάγκης γιὰ μετάνοια. Καὶ τὸ τρίτο ἡ ταπείνωση, τὸ χαμήλωμα τῆς εἰκόνας μας, τὸ ἐσωτερικὸ σκύψιμο ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν μετάνοια. Τότε ὁ ἄνθρωπος βλέπει καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ τὰ γεγονότα καὶ τοὺς συνανθρώπους του καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του. Καὶ ἀμέσως βγαίνει αὐτὴ ἡ ἔντονη ἐπιθυμία καὶ ἡ ἀπόφαση νὰ προχωρήσουμε, νὰ ἀγωνισθοῦμε καὶ νὰ σηκώσουμε τὰ παραλελυμένα γόνατα καὶ τὰ πεσμένα χέρια μας, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὥστε νὰ κάνουμε τὰ ὀρθὰ βήματα πρὸς τὴν σωτηρία μας καὶ ὄχι αὐτὰ ποὺ μᾶς ξεγελοῦν καὶ μᾶς ἐκτροχιάζουν.

Ἐφόδιο γι΄ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα μας εἶναι ἡ αἴτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τὴν προσευχή. Ἡ προσευχὴ στὸν ἐλεήμονα Θεὸ ἐκφράζει τὴν συνείδηση, ὄχι τῆς ἀδυναμίας μας, ἀλλὰ τῆς ἁμαρτωλότητός μας. Δὲν λέμε στὸν Θεὸ ὅτι εἴμαστε ἀδύναμοι, δὲν ἔχουμε δυνάμεις, ἔλα βοήθησέ μας, ἀλλὰ λέμε εἴμαστε ἁμαρτωλοὶ καὶ γι’ αὐτὸ συγχώρεσέ μας καὶ ἐλέησέ μας. Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα παράλληλα μὲ τὸν ἰσχυρὸ καὶ κραταιὸ Θεὸ νὰ ἔχει κανεὶς μέσα στὴν καρδιά του καὶ τὴν αἴσθηση τοῦ ἐλεήμονος Θεοῦ.

Δεύτερον, ἡ αἴσθηση ὅτι δὲν εἴμαστε ριγμένοι σ’ αὐτὸν τὸν ἀχανῆ κόσμο, μόνοι μας, ἀβοήθητοι, ἐγκαταλελειμμένοι, ἀλλὰ εἶναι παρὼν ὁ Θεός. Καὶ ὄχι μόνο εἶναι παρών, ἀλλὰ καὶ μαζί μας ὁ Θεός. «Μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός». Γι’ αὐτὸ καὶ προσευχόμαστε ὥστε, ἂν καὶ μὲ τὶς πράξεις μας ἴσως Τὸν ἀπομακρύνουμε, νὰ ἔλθει κοντά μας: «Κύριε τῶν δυνάμεων μεθ’ ἡμῶν γενού».

Καὶ ἕνα τρίτο εἶναι ἡ ἐνίσχυση τῆς πορείας μας ἀπὸ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς πρεσβεῖες τῶν ἁγίων μας. Εἴμαστε συντροφευμένοι μέσα σ’ αὐτὴν τὴν ἀγκαλιὰ ποὺ λέγεται Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν χάρι, τὴν παρρησία καὶ τὴν παρουσία καὶ τὴν εὐλογία τῶν ἁγίων μας: τῆς Παναγίας πρωτίστως, τοῦ Τιμίου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἁγίων τοὺς ὁποίους ἔχουμε γύρω μας καὶ τοὺς ὁποίους ἐπικαλούμαστε.

Ἂς ξεκινήσουμε λοιπόν τὴν πορεία τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς μὲ ἐσωτερικὴ ἡσυχία γιὰ νὰ δοῦμε βαθιὰ στὸ μέλλον τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ποθήσουμε νὰ ἔλθει ἡ βασιλεία Του. Αὐτὸ εἶναι ὁ «καιρός», ἡ κατάλληλη εὐκαιρία γιὰ τὴν παρουσία Του στὴ ζωή μας. Καὶ τότε ἂν ἀκολουθήσουμε αὐτὰ τὰ μέσα ποὺ προαναφέραμε τῆς ἐσωτερικῆς μετανοίας, τῆς προσπάθειας νὰ ἔχουμε κοντά μας τὸν Κύριο, νὰ μὴν Τὸν ἀπομακρύνουμε καὶ νὰ ἀντλήσουμε ἀπὸ τὴν δύναμή Του καὶ τὸ ἔλεός Του μὲ τὶς πρεσβεῖες καὶ τὴ συντροφιὰ τῶν ἁγίων μας, θὰ δοῦμε πόσο πιὸ ἀπολεσματικὸς θὰ εἶναι ὁ ἀγώνας μας.

Ἔτσι φιλοτιμούμενοι καὶ ἀγωνιζόμενοι, μ’ αὐτὴν τὴν δύναμη, μ’ αὐτὰ τὰ ἐφόδια, νὰ πορευθοῦμε τὸν δρόμο, νὰ διανύσουμε τὸ πέλαγος τῆς νηστείας τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ νὰ φθάσουμε στὸν προορισμό μας ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ στὴ ζωή μας.


Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ 2017  
 
Μήνυμα pdf


Mήνυμα Tριωδίου 2017

welcome img

Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου ποὺ τὴν διαβάζουμε τὴν δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου κρύβει πλούσια μηνύματα καὶ νοήματα. Ἀρχίζει μὲ μιὰ ἀπαιτητικὴ κίνηση τοῦ μικροῦ υἱοῦ πρὸς τὸν πατέρα, ὁ ὁποῖος ζητάει τὸ «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας», κομμάτι δηλαδὴ τῆς περιουσίας τὸ ὁποῖο δικαιοῦται, καὶ ὁ πατέρας ἀμέσως τοῦ τὸ ἐκχωρεῖ. Ἀκολουθεῖ μιὰ ἱστορία ὑποδοχῆς ἀπὸ τὸν πατέρα, πανηγυριοῦ καὶ χαρᾶς, ἡ ὁποία ὅμως στιγματίζεται ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ ἀντίδραση τοῦ μεγάλου υἱοῦ, τοῦ «καλοῦ παιδιοῦ». Θὰ μποροῦσε κανεὶς ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν παραβολὴ νὰ δανειστεῖ κάτι γιὰ νὰ κατανοήσει τὴν ἀγάπη τοῦ πατέρα, κάτι ἴσως γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς μετανοίας τοῦ υἱοῦ, κάτι γιὰ νὰ διακρίνει αὐτὴ τὴ σχέση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, κάτι γιὰ νὰ καταλάβει πῶς μπορεῖ μὲν νὰ εἶναι κανεὶς καλὸς καὶ σωστὸς ἀλλα παράλληλα ὅμως νὰ βρίσκεται στὸ κατάντημα τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ.

Ἂς μείνουμε στὸ πρῶτο, στὴ σχέση αὐτοῦ τοῦ πατέρα μὲ τὸ παιδί του, καὶ ἂς δοῦμε κάποια βασικὰ χαρακτηριστικὰ τόσο ἀναγκαῖα νὰ τὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς, ἰδίως οἱ γονεῖς.

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ τόσο ἐντυπωσιακὰ φαίνεται εἶναι αὐτὴ ἡ ἐλευθερία τοῦ πατέρα. Τοῦ ζητάει τὸ παιδί του τὸ «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας». Ἐπιβάλλον σημαίνει ὅτι ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ τοῦ τὸ δώσει. Δὲν ἦταν ἐπιβάλλον. Ἂν ἤθελε τοῦ τὸ ἔδινε. Καὶ ὁ πατέρας χωρὶς νὰ πεῖ τίποτε -κανένας ἀπὸ μᾶς δὲν θὰ τὸ ἔκανε ἴσως- «διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον». Ἀμέσως διήρεσε τὴν περιουσία καὶ τοῦ τὴν ἐξεχώρησε γνωρίζοντας τὶς ἐπιπτώσεις. Μιὰ κίνηση παράξενη. Δὲν τὸν βομβάρδισε μὲ συμβουλές, οὔτε πάλι τὸν πολιόρκησε μὲ περιορισμούς, ἀλλὰ τοῦ δημιούργησε ἕνα κλῖμα τέτοιο ποὺ δὲν ἀπηγόρευε τὴν πτώση στὴν ἐκτροπὴ καὶ τὴν ἁμαρτία. Ἀντιθέτως δημιουργοῦσε θαυμάσια καὶ ὅλες τὶς προϋποθέσεις τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς ὑποδοχῆς. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο σημεῖο.

Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ὑπακοή• ἡ ὑποταγὴ τοῦ πατέρα πρὸς τὸ παιδί. Δὲν ἀπαίτησε ἀπὸ τὸ παιδί του νὰ ὑποταχθεῖ σ´ αὐτὸν, παρὰ μὲ τὴν κίνηση καὶ τὴν ἐνέργειά του αὐτὴν ὑπετάγη ἐκεῖνος στὸ παιδί.

Κι ἂς προχωρήσουμε στὸ τρίτο χαρακτηριστικό. Ὁ πατέρας ἀπὸ μακρυὰ κοίταζε, παρατηροῦσε μήπως ἐπιστρέψει ὁ υἱός του• πότε θὰ γυρίσει. Ἄρα εἶχε προσδοκία, εἶχε ἐλπίδα. Πόσες φορὲς ἐμεῖς ἔχουμε χάσει αὐτὴν τὴν ἐλπίδα, αὐτὴ τὴν προσδοκία. Καὶ εἶδε ἀπὸ μακρυὰ τὸ παιδί του τὴν ὥρα ποὺ ἐπέστρεφε καὶ «δραμών», ἔτρεξε ὁ ἴδιος νὰ τὸ συναντήσει. Δὲν σκέφτηκε: «Τὸ παλιόπαιδο, ἂς ἔλθει ἐδῶ πέρα νὰ ζητήσει συγγνώμη καὶ θὰ τὰ ποῦμε». Αὐτὴ εἶναι μιὰ συνήθης ρήση. Ἀντ᾿ αὐτοῦ ὁ πατέρας κάνει μιὰ νέα κίνηση. Ζώντας τόσο καιρὸ μυστικὰ τὸ δράμα καὶ τὸν πόνο του, ὑπερβαίνει τὸν ἑαυτό του καὶ τρέχει αὐτὸς στὸ παιδί του μ᾿ ἕναν ἐκστατικὸ τρόπο. Αὐτὸ σημαίνει ἐκστατικός, τὸ νὰ ξεπεράσει τὸν ἑαυτό του. Τὸ τρὶτο λοιπὸν στοιχεῖο εἶναι αὐτὴ ἡ ἐκστατικότητα.

Καὶ «ἐπιπεσὼν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ κατεφίλησεν αὐτόν». Ἔπεσε στὸ λαιμό του, τὸν ἀγκάλιασε καὶ τὸν ἔπνιξε στὰ φιλιά, ὅπως θὰ λέγαμε στὴ σημερινὴ διάλεκτο, ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ πατέρας αὐτὸς διατήρησε μέσα στὴν καρδιά του, πέρα ἀπὸ τὴ δοκιμασία τὴν ὁποία πέρασε, αἰσθήματα στοργικότητας καὶ τρυφερότητας, δηλαδὴ συγχωρητικότητα. Αὐτὸ εἶναι τὸ τέταρτο στοιχεῖο.

Ἂν προσέξει κανεὶς βλέπει ὅτι ἐνῶ γίνεται αὐτὴ ἡ ἐπιστροφή, ὁ πατέρας δὲν τοῦ λέει τίποτα, κάποιες συμβουλὲς νὰ τοῦ δώσει, κάποιες παρατηρήσεις καὶ ὑποδείξεις νὰ τοῦ κάνει. Ὅλοι εἴμαστε σίγουροι ἀπὸ τὸ σκηνικὸ αὐτῆς τῆς ἱστορίας ὅτι μὲ πολλὴ εὐκολία θὰ τὶς δεχόταν αὐτὸ τὸ παιδί. Καὶ δὲν τοῦ τὶς κάνει. Ἀλλὰ σὰν νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ τίποτα, τὸν δέχτηκε στην ἀγκαλιά του. Τότε ὁ πατέρας ζήτησε νὰ τοῦ ἀλλάξουν τὰ ροῦχα καὶ ἀπὸ τὰ κουρέλια ποὺ φοροῦσε νὰ τοῦ δώσουν καινούργιο ἔνδυμα, νὰ τοῦ βάλουν δαχτυλίδι, νὰ τοῦ δώσουν παπούτσια ποὺ ἦταν ξυπόλυτος καὶ νὰ σφάξουν τὸ καλύτερο θρεφτάρι ποὺ εἶχαν γιὰ νὰ τοῦ προσφέρει δεῖπνο πανηγύρεως. Σὰν νὰ εἶχε φύγει αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ σὰν νὰ εἶχε πολλαπλασιάσει τὴν περιουσία καὶ νὰ τοῦ ὄφειλε ὁ πατέρας ἕνα βραβεῖο καὶ ἕναν ἔπαινο. Ἠταν ὑπερβατικὸς ὁ πατέρας, πληθωρικός στὰ αἰσθήματα. Πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα ὄφειλε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πρόσφερε στὸ παιδί του.

Ἐπιπλέον εἶχε ἀντοχὴ καὶ δύναμη νὰ ὑπομένει τὰ ἀναπάντεχα χτυπήματα. Τὸ πρῶτο χτύπημα ἦταν ἡ ἀπαίτηση τοῦ παιδιοῦ του νὰ πάρει τὴν περιουσία ποὺ βέβαια δὲν τοῦ ἀνῆκε καὶ σίγουρα νὰ τὴν κατασπαταλήσει. Τὸ δεύτερο, ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ ἀγαπημένο του παιδί, γιὰ τὸ ὁποῖο γνώριζε πολὺ καλὰ τὸ πῶς τελικὰ ζοῦσε. Μόλις τόλμησε νὰ νοιώσει λίγα σπέρματα χαρᾶς καὶ παρηγοριᾶς ἀπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ παιδιοῦ του, ὁ μεγάλος γυιός του, τὸ «καλό» του παιδί, τοῦ φέρθηκε τόσο σκληρὰ καὶ τόσο ἀπάνθρωπα. Ἀντοχὴ καὶ δύναμη λοιπόν τὸ πέμπτο χαρακτηριστικό.

Ὁ πατέρας αὐτὸς γνώριζε πολὺ καλὰ πότε νὰ μιλάει καὶ πότε νὰ σιωπᾶ. Στὸ μικρό του τὸ παιδί, τὸ ἄσωτο, ποὺ ἀποστάτησε, οὔτε μιὰ κουβέντα δὲν λέει. Στὸ «καλό» του τὸ παιδί, ποὺ τελικὰ ἀποδείχτηκε σκληρόψυχο καὶ σκληρόκαρδο, φέρεται μὲ ἕναν τρόπο παρακλητικό. Ἦταν παρακλητικὸς ὁ πατέρας. Πήγαινε καὶ παρακαλοῦσε τὸν μεγάλο του γυιὸ νὰ ἔλθει κι αὐτὸς νὰ συμμετάσχει στὴν εὐφροσύνη καὶ στὴν πανήγυρη.

Τί φοβερὸς ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς αὐτῆς! Εἶχε μοναδικὰ χαρίσματα: ἐλευθερία, ὑπακοή, ἀντοχή καὶ δύναμη, συγχωρητικότητα, ἐκστατικότητα καὶ ὑπερβατικότητα, παρακλητικότητα, καὶ πληθωρισμὸ αἰσθημάτων. Ἕνας πατέρας τόσο ἀνώτερος δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἔβγαζε δύο καρπούς, οἱ ὁποῖοι πραγματικὰ νὰ τοῦ πρόσφεραν ἱκανοποίηση καὶ ἀνάπαυση; Ἔχει δυὸ γυιοὺς ποὺ ὁ ἕνας μέσα ἀπὸ τὴν καλωσύνη του τὸν τυραννάει. Κι ὁ ἄλλος μέσα ἀπὸ τὴν πιστότητα καὶ τὴ συνέπειά του, μένοντας στὸ σπίτι, ἀποδεικνύεται σκληρὸς καὶ βασανιστικός, σφιχτὸς καὶ δύσκολος.

Τὸ ἕνα τὸ παιδί του, τὸ «κακό» κάνει τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ζεῖ μὲ τὴν συναίσθηση ὅτι εἶναι παιδί του. Τὴ λέξη «πατέρας» τὴν ἀναφέρει 3-4 φορὲς σ᾿ αὐτὴν τὴν παραβολή. Ὁ γυιὸς ποὺ μένει στὸ σπίτι, τὸ «καλὸ» παιδί, δὲν τὸν ἀποκαλεῖ πατέρα, ἀλλά, ὅπως πολὺ ὡραία ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, αἰσθάνεται μέσα στὴν ἀγκαλιά τῆς οἰκογένειας του σὰν ἕνας δοῦλος. Ὁ πρῶτος γυιὸς μόλις δεῖ τὴν πτώση του, καὶ τὸ κατάντημά του συναισθάνεται καὶ τὴν ἐνοχή του καὶ πολὺ ἁπλᾶ τὴν ὁμολογεῖ. Ὁ δεύτερος ἀρκεῖται μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀρετὴ καὶ κακῶς ἐννοούμενη συμμόρφωσή του καὶ τὸ μόνο ποὺ ξέρει νὰ κάνει εἶναι νὰ διαμαρτύρεται καὶ νὰ ἐπιρρίπτει τὶς εὐθύνες στὸν πατέρα. Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο τὸν ἀδελφό του δὲν τὸν ὀνομάζει ἀδελφό, ἀλλὰ τὸν ὀνομάζει «παιδί σου» ὅταν ἀπευθύνεται στὸν πατέρα. Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγε μ´ ἕναν τρόπο ἐλεγκτικὸ: «Αὐτὸς εἶναι ὁ καρπὸς ὁ δικός σου». Ἕνας ἄνθρωπος διαρκοῦς ἀρνητικότητας: «Ποτὲ δὲν μοῦ ἔδωσες ἕνα κατσίκι νὰ σφάξω γιὰ νὰ γλεντήσω κι ἐγώ μὲ τοὺς φίλους μου, ὁ ὁποῖος δούλεψα πραγματικὰ στὸ σπίτι σου σὰν ἕνας πιστὸς δοῦλος». «Ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ».

Ὑπάρχουν πολλὲς γλῶσσες, διάλεκτοι καὶ τρόποι ἐπικοινωνίας. Ὅταν ἡ καρδιὰ πλατύνεται, τότε αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἄνεση ἐκφράζεται στὴν περίπτωση τοῦ πατέρα ὡς ἐλευθερία καὶ στὴν περίπτωση τοῦ ἀσώτου υἱοῦ ὡς αἴσθηση καὶ βίωμα υἱοθεσίας. Ἀντιθέτως, στὸν πρεσβύτερο καὶ «καλὸ» υἱὸ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ στενότητα τῆς καρδιᾶς καί, ἐνῶ ζεῖ μέσα στὸ πατρικὸ σπίτι, νοιώθει ὡς δοῦλος.

Ἡ ἐπικοινωνία τοῦ πατέρα μὲ τὸν ἄσωτο υἱὸ δὲν ἔχει λόγια, δὲν χρειάζεται λόγια. Ὑπάρχει ἡ ἀγκαλιά, τὸ φίλημα• αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος καὶ ἡ διάλεκτος ἐπικοινωνίας. Καὶ ὁ καρπὸς εἶναι ἡ εὐφροσύνη, ἡ χαρὰ καὶ ἡ πανήγυρις. Ἐνῶ στὴν περίπτωση τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ ὑπάρχει ὁ διάλογος, χρειάζεται τὸ δίκαιο, εἶναι ἀνάγκη νὰ παρουσιαστοῦν τὰ ἐπιχειρήματα. Καὶ ἀντὶ εὐφροσύνης καὶ πανηγύρεως, ἔρχεται ἡ ἀπομάκρυνση, ἡ ἀπομόνωση καὶ ἡ ὀργή γιὰ τὴν ὁποία μᾶς μιλάει τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.

Προχωροῦμε στὸ Τριώδιο. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἴσως ἡ Ἐκκλησία μας βάζει αὐτὴν τὴν παραβολὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ στὸ πρόγραμμα μας. Τὸ κάνει γιὰ νὰ μᾶς ἀφυπνίσει καὶ ἔτσι μὲ τὴν αἴσθηση ὅτι σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν δικοί Του ἄνθρωποι θὰ ἀγωνιστοῦμε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου, ἐν ἐλευθερίᾳ νὰ πορευθοῦμε πρὸς τὸ Πάσχα, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς χαρᾶς καὶ τῆς πανηγύρεως τῆς αἰωνίου Ἀναστάσεως καὶ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός της. Ἀμήν.


Τριώδιο 2017


pdf