en ru
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022
Κυριακὴ Στ΄ Λουκά (Λουκ. η΄ 27-39)
 23 Οκτωβρίου 2022



Πολ­λοὶ ἄν­θρω­ποι ἀδυ­να­τοῦν νὰ ἀν­τι­λη­φθοῦν τὴ μα­νία τοῦ δι­α­βό­λου ποὺ στρέ­φε­ται κατὰ τῆς ψυ­χῆς μας καὶ μᾶς δη­μι­ουρ­γεῖ πολ­λὰ προ­βλή­μα­τα, γι’ αὐτὸ πα­ρε­χώ­ρη­σε ὁ Θεὸς νὰ δαι­μο­νι­σθοῦν με­ρι­κοὶ καὶ στὸ σῶμα, ὥστε νὰ ἀν­τι­λη­φθοῦ­με ὅλοι πόσο φο­βε­ρὸ πρᾶ­γμα εἶ­ναι νὰ κά­νει κά­ποι­ος ἔνοι­κο τῆς ψυ­χῆς του τὸν δι­ά­βο­λο, ὅταν πρα­γμα­το­ποι­εῖ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρ­τί­ας, ὅπως πα­ρα­τη­ρεῖ ὁ ἅγι­ος Γρη­γό­ρι­ος Πα­λα­μᾶς.

Τὸ ση­με­ρι­νὸ Εὐ­αγ­γε­λι­κὸ ἀνά­γνω­σμα πε­ρι­γρά­φει ἕνα δαι­μο­νι­σμέ­νο στὰ Γά­δα­ρα. Ἡ πε­ρι­γρα­φὴ εἶ­ναι φο­βε­ρὴ καὶ ἀξί­ζει νὰ δοῦ­με με­ρι­κὰ ση­μεῖα ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἀνα­φέ­ρει ὁ Εὐ­αγ­γε­λι­στής. Κατ’ ἀρ­χὴν πρέ­πει νὰ το­νί­σου­με πὼς ὁ Χρι­στὸς ἦλθε νὰ κα­ταρ­γή­σει τὸ κρά­τος τοῦ δι­α­βό­λου, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ ἀπό­στο­λος Παῦ­λος. Ὁ Χρι­στός, κατὰ τὴν παντοδυναμία Του, ἐκ­δι­ώ­κει τοὺς δαί­μο­νες ἀπὸ τὶς ψυ­χὲς τῶν ἀν­θρώ­πων καὶ μᾶς χα­ρί­ζει τὴν αἰ­ώ­νια ζωή. Ἀπὸ εὐ­σπλαγ­χνία ἦλθε στὸν αἰ­γι­α­λὸ ὅπου δι­έ­τρι­βε κα­θη­με­ρι­νῶς ὁ δυ­στυ­χι­σμέ­νος ἄν­θρω­πος, ποὺ εἶχε κα­τα­λη­φθεῖ ἀπὸ πολ­λὰ δαι­μό­νια. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἐκεῖ­νο τὸ σμῆ­νος τῶν δαι­μό­νων, ὅταν ἡ πα­ρου­σία τοῦ Κυ­ρί­ου τοὺς μά­στι­ζε ἀνη­λε­ῶς, βρέ­θη­κε σὲ ἀμη­χα­νία κι ἄρ­χι­ζε νὰ κραυ­γά­ζει· «τὶ ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰη­σοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψί­στου; δέ­ο­μαὶ σου μὴ μὲ βα­σα­νί­σῃς» (Λουκ. 8,28). Φο­βή­θη­καν πὼς θὰ τοὺς πα­ρα­δώ­σει στὴν αἰ­ώ­νια κό­λα­ση. Ἡ κό­λα­ση γιὰ τὸ δι­ά­βο­λο εἶ­ναι νὰ πα­ρα­δο­θεῖ σὲ ἀκι­νη­σία καὶ νὰ κα­ταρ­γη­θεῖ κάθε πο­νη­ρή του ἐνέρ­γεια. Νὰ μὴν μπο­ρεῖ νὰ κά­νει τὸ κακό.

Ἀναγ­κά­σθη­κε λοι­πὸν ἡ λε­γε­ώ­να τῶν δαι­μό­νων νὰ τα­πει­νω­θεῖ ἐνώ­πι­ον τοῦ Κυ­ρί­ου καὶ νὰ Τὸν πα­ρα­κα­λέ­σει χρη­σι­μο­ποι­ῶν­τας μά­λι­στα λό­για κο­λα­κεί­ας. Τὸ πλῆ­θος τῶν δαι­μό­νων ἐξαι­τί­ας τῆς πο­νη­ρῆς κοι­νω­νί­ας ποὺ εἶ­χαν με­τα­ξύ τους, μι­λοῦν σὰν νὰ εἶ­ναι ἕνας καὶ χρη­σι­μο­ποι­οῦν τὸ στό­μα τοῦ ἀν­θρώ­που ἐκεί­νου. Ὁ Κύ­ρι­ος ρώ­τη­σε τὸ δαι­μο­νι­σμέ­νο ποιὸ εἶ­ναι τὸ ὄνο­μά του· «ὁ δὲ εἶπε· λε­γε­ών· ὅτι εἰ­σῆλ­θεν δαι­μό­νια πολ­λὰ εἰς αὐ­τόν». Ὁ Χρι­στὸς δὲν εἶχε ἀνάγ­κη νὰ ρω­τή­σει γιὰ νὰ μά­θει τὶ γί­νε­ται μέσα στὸ δαι­μο­νι­σμέ­νο, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς πλη­ρο­φο­ρή­σει πό­σοι φο­νευ­τὲς δαί­μο­νες τα­λαι­πω­ροῦ­σαν ἐκεῖ­νον τὸν δυ­στυ­χι­σμέ­νο. Ἐπί­σης ἤθε­λε ὁ Χρι­στὸς νὰ μᾶς δεί­ξει πὼς ὅλος αὐ­τὸς ὁ συρ­φε­τὸς ποὺ ἐξε­στρά­τευε κα­θη­με­ρι­νῶς ἐναν­τί­ον τοῦ ἀν­θρώ­που, «ἀνε­λεῖν οὐκ ἐξί­σχυ­σεν», δὲν μπό­ρε­σε νὰ τὸν σκο­τώ­σει, θὰ ὑπο­γραμ­μί­σει ἰδι­αί­τε­ρα ὁ Βα­σί­λει­ος Σε­λευ­κεί­ας. Ὁ δι­ά­βο­λος ὅλα θὰ τὰ κα­τά­στρε­φε καὶ κα­νέ­να πλά­σμα δὲ θὰ ἔμε­νε ἀπεί­ρα­κτο ἀπ’ τὶς ἐνέρ­γει­ές του, ἐὰν δὲν τὰ προ­στά­τευε ἡ ἀκα­τα­γώ­νι­στη δύ­να­μη τοῦ Χρι­στοῦ. Ἀκό­μη κι ἡ πα­ρά­κλη­ση τῶν δαι­μό­νων νὰ μποῦν μέσα στοὺς χοί­ρους δεί­χνει τὴν ἀδυ­να­μία τους, ὅταν ἐμ­φα­νι­σθεῖ μπρο­στά τους ὁ Θεὸς καὶ τοὺς κα­ταρ­γή­σει τὴν πο­νη­ρὴ δρα­στη­ρι­ό­τη­τα.

Κάθε πο­νη­ρὸ πά­θος ἐξαι­τί­ας τῆς ἀκα­θαρ­σί­ας του δη­μι­ουρ­γεῖ στὸν ἄν­θρω­πο κτηνώ­δη βίο. Οἱ ἄν­θρω­ποι ποὺ μό­λυ­ναν τὸν χι­τῶ­να τῆς χά­ρι­τος τοῦ Θεοῦ, πε­ρι­φέ­ρον­ται σὰν χοῖ­ροι. Ἀπ’ αὐ­τοὺς πιὸ δι­α­κρι­τοὶ εἶ­ναι αὐ­τοὶ ποὺ ἀγά­πη­σαν τὴν ἡδυ­πά­θεια καὶ προ­νο­οῦν ἁμαρ­τω­λὰ γιὰ τὴ σάρ­κα τους. Ὁ Παῦ­λος λέ­γει: «ἐν­δύ­σα­σθε τὸν Κύ­ρι­ον Ἰη­σοῦν Χρι­στὸν καὶ τῆς σαρ­κὸς πρό­νοι­αν μὴ ποι­εῖ­σθε εἰς ἐπι­θυ­μί­ας» (Ρωμ. 13,14). Ὁ ἱε­ρὸς Θε­ο­φύ­λα­κτος προ­σθέ­τει πὼς κάθε ἄν­θρω­πος ποὺ στε­ρεῖ­ται λόγω τῶν ἁμαρ­τι­ῶν του τὴ στο­λὴ τοῦ βα­πτί­σμα­τος, δὲν μέ­νει μέσα στὴν Ἐκ­κλη­σία, ἀλλὰ στὰ μνή­μα­τα, δη­λα­δὴ ζεῖ μέσα στὰ νε­κρὰ ἔργα, ὅπως π.χ. στὴν πορ­νεία καὶ στὶς ἀκά­θαρ­τες πρά­ξεις.

Ἕνας ἄλ­λος ἑρ­μη­νευ­τὴς θὰ συμ­πλη­ρώ­σει. Ὁ ἄν­θρω­πος ποὺ βα­ρύ­νε­ται μὲ φαῦ­λες πρά­ξεις συ­νέ­χε­ται ἀπ’ τὸν πο­νη­ρὸ δαί­μο­να. Βγαί­νει ἔξω ἀπὸ τὸ σπί­τι τῶν ἀρε­τῶν, δη­λα­δὴ τὴν Ἐκ­κλη­σία καὶ σὰν νὰ εἶ­ναι δε­σμὰ οἱ ἐν­το­λὲς τοῦ Θεοῦ τὶς ἀποθέτει βγά­ζον­τας τῆς σω­φρο­σύ­νης τὸν χι­τῶ­να, ἐνῷ πα­ρα­δί­δε­ται στὴν ἀπρα­ξία τῶν ἐνα­ρέ­των ἔρ­γων. Ἡ ἀπρα­ξία αὐτὴ συμ­βο­λί­ζε­ται μὲ τὴν κα­τοί­κη­ση τοῦ δαι­μο­νι­σμέ­νου στὰ μνή­μα­τα. Ἡ τρα­γι­κό­τη­τα τοῦ δι­α­βό­λου εἶ­ναι ὅτι ξέ­ρει τί τὸν πε­ρι­μέ­νει κι ὅμως δέν με­τα­νο­εῖ. Πα­ρα­μέ­νει ἀμε­τα­νόητος, καὶ μά­λι­στα μὲ λυσ­σώ­δη μα­νία ἐπι­τί­θε­ται ἐναν­τί­ον τῶν ἀν­θρώ­πων ποὺ ἀγω­νί­ζον­ται. Ἡ ἀμε­τα­νο­η­σία, ἀρ­χῆς γε­νο­μέ­νης ἀπὸ τὸν δι­ά­βο­λο, εἶ­ναι ἡ αἰ­τία τῶν κα­κῶν σ’ ὅλον τὸν κό­σμο. Πα­ρα­μέ­νον­τας στὰ πάθη μας δὲν ἀφή­νου­με πε­ρι­θώ­ριο στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνερ­γή­σει.

Ἀδελ­φοί,

Ὁ πο­νη­ρὸς ἔχει δε­σμεύ­σει τὴ βού­λη­σή μας καὶ μᾶς ἔκα­νε ἄπρα­κτους γιὰ τὰ καλὰ ἔργα καὶ τοὺς θε­ο­φι­λεῖς ἀγῶ­νες. Ἂς ἀνα­ζη­τή­σου­με τὸν Θεὸ μὲ ὅλη μας τὴν ψυ­χι­κὴ δύ­να­μη κι ἂς καλ­λι­ερ­γή­σου­με τὶς ἐν­το­λές του μὲ τα­πεί­νω­ση, ὥστε νὰ λυ­τρω­θοῦ­με ἀπὸ τίς με­θο­δεῖ­ες τοῦ δι­α­βό­λου καὶ νὰ νοι­ώ­σου­με ἐλεύ­θε­ροι μέσα στὸ χῶρο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ.

Ἀμήν.