Νεανική Πύλη
Ενοριακές Πλοηγήσεις
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (Ἰωαν. δ΄ 5-42)
22 Μαΐου 2022
Πολλὲς φορὲς δίδασκε ὁ Χριστὸς σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν εἶχαν κανένα ἐξωτερικὸ χαρακτηριστικὸ ἁγιότητας ἢ θρησκευτικῆς ὑπεροχῆς. Δὲν ἀπέφευγε μάλιστα νὰ συνομιλεῖ καὶ μὲ γυναῖκες, πρᾶγμα ποὺ δὲν τολμοῦσε κανένας διδάσκαλος τῆς ἐποχῆς, δεδομένου ὅτι δὲν θεωροῦνταν ἰσάξια πρόσωπα τιμῆς ὅπως οἱ ἄνδρες.
Ἐν τούτοις ὁ Χριστός, ἀποκαλύπτοντας καὶ ἐνσαρκώνοντας τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, βλέπει ἄνδρες καὶ γυναῖκες ὡς πλάσματα τοῦ Θεοῦ, στὰ ὁποῖα ἦλθε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἀληθινὸ Θεό, ὁ Ὁποῖος θέλει νὰ τὰ λυτρώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ σημερινὴ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου μᾶς παρουσιάζει τὸν Χριστὸ διερχόμενο μὲ τοὺς μαθητὲς Του ἀπὸ τὴ Σαμάρεια καὶ νὰ συζητεῑ στὴν πόλη Συχάρ, στὸ φρέαρ τοῦ Πατριάρχου Ἰακώβ, μὲ γυναῖκα Σαμαρείτιδα καὶ μάλιστα μὲ μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸν διάλογο ποὺ εἶχε, δὲν ὑπῆρξε ἐνάρετη καὶ σεμνὴ στὴ ζωή της. Σ’ αὐτὴν τὴν γυναῖκα ὁμιλεῖ περὶ τοῦ «ζῶντος ὕδατος» ποὺ δὲν στερεύει ποτέ, «περὶ τῆς ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» λατρείας τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτοντάς της καὶ τὴν μεσσιανική Του ἰδιότητα.
Πρόκειται γιὰ τὴν πιὸ σαφῆ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ τρόπου λατρείας Του, τὴν ὁποία δὲν συλλαμβάνει κανεὶς θεωρητικά, ἀλλὰ μόνο ζώντας μέσα στὴν ἀλήθεια καὶ φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ εἶναι τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας. Ὁ διάλογος καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸν ἡ ἀποκάλυψη, ἀποτελεῖ δῶρο τοῦ Θεοῦ ποὺ προσφέρεται διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν ἀνθρωπότητα.
Φανερώνεται ἡ ἀλήθεια ὄχι ὡς κατάκτηση τῆς διανόησης τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε ὡς βέβαιο ἀποτέλεσμα σειρᾶς συλλογισμῶν, ἀναζητήσεων καὶ διαπιστώσεων∙ ἀλλ’ ὡς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, στὸ σαρκωμένο πρόσωπο τοῦ Λόγου Του, ποὺ διακηρύττει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἡ Ἀλήθεια.
Ἡ Ἀλήθεια, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν κοινὴ ἀντίληψη, δὲν εἶναι μία ἰδέα, ἕνα γεγονός, μιὰ περιστασιακὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ πρόσωπο καὶ ζωή, ποὺ θυσιάζεται γιὰ νὰ μεταγγίσει τὴν ἀθανασία στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ διακήρυξη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ὅτι «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν τὸν Θεὸν» διασαφηνίζει ὅτι ὁ τρόπος ποὺ λατρεύουμε τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει σχέση μὲ τὴν ψευδαίσθηση τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς συνειδήσεώς μας ἤ μὲ τὴν ἐπιφανεικακὴ τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ νόμου, κυρίως δὲ μὲ τὴν ὠφελιμιστικὴ σκέψη τῆς ἀμοιβῆς. Δὲν μπορεῖ νὰ συνδέεται μὲ καθιερωμένες, γνωστὲς ἤ ἄγνωστες ἀλλὰ ξηρὲς λέξεις ἤ ἐκφράσεις προσευχῆς, ποὺ δὲν βιώνονται στὸ περιεχόμενό τους καὶ δὲν ἐπιβεβαιώνονται στὶς συμπεριφορές.
Τὸ μήνυμα τῆς περικοπῆς τοῦ διαλόγου μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα Σαμαρείτιδα, εἶναι βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο μήνυμα καὶ προτροπὴ ἀπαγκιστρώσεως ἀπὸ τὸ νεκρὸ θρησκευτικὸ τύπο, στὸν ὁποῖο κινδυνεύει ὁ πιστὸς νὰ ἐγκλωβιστεῖ ξεχνώντας τὸ «πνεῦμα τῆς ἀληθείας».
Ἡ συνείδησή μας πρέπει νὰ ἀφυπνίζεται μπροστὰ στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιά μας νὰ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του καὶ ἡ θέλησή μας νὰ εὐθυγραμμίζεται στὸ ἅγιο θέλημά Του.
Ὁ Θεός, ἔτσι, δέχεται τὴν λατρεία μας ὡς «ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς» μᾶς καθιστᾶ κοινωνοὺς τῆς Θείας φύσεώς Του καὶ τότε μᾶς μεταμορφώνει σὲ ἱεραποστόλους καὶ μάρτυρες τῆς ἀλήθειάς Του, ὅπως τὸ πρόσωπο τῆς ἁγίας Φωτεινῆς ποὺ σήμερα τιμοῦμε.