ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΟΥΝΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (Ἰωάννου Θ΄ 1-38)
2 Ἰουνίου 2019
Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, τὸ ὁποῖο ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα δημιουργεῖ μιὰ σημαντικὴ θεολογικὴ ἀπορία. Ποιὸς ἦταν πράγματι ὁ αἴτιος γιὰ τὴν τυφλότητα ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅταν οἱ μαθητὲς ρώτησαν τὸν Χριστὸ ἐὰν ἔφταιγε ὁ ἴδιος ὁ τυφλὸς ἢ οἱ γονεῖς του, ὥστε νὰ γεννηθεῖ μὲ τέτοια ἀναπηρία, τότε ὁ Κύριος διευκρίνισε ὅτι ἡ τύφλωση ὑφίσταται «ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Μὲ τὴν ἀπάντησή του ὁ Χριστὸς δὲν ἐννοεῖ ὅτι ὁ Θεὸς εὐθύνεται γιὰ τὴν τύφλωση τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ὁποία τελικὰ θεραπεύει, διότι αὐτονόητα θὰ ἦταν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀσθένεια τοῦ τυφλοῦ προέρχεται ἀπὸ λόγους φυσιολογίας καὶ ὁ Κύριος χρίοντας τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ μὲ λάσπη, ἀποκαλύπτει ὅτι εἶναι ὁ Ἴδιος ποὺ ἔπλασε τὸν Ἀδάμ.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ προκάλεσε τὴν ἀντίδραση τῶν Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ὀργίζονται κατὰ τοῦ Κυρίου. Ἡ ἀντίδρασή τους ἑστιάζεται ἐπιφανειακὰ στὴν παράβαση τῶν διατάξεων τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ ἴσχυαν γιὰ τὸ Σάββατο ἀπαγορεύσεις, μία ἐκ τῶν ὁποίων ὅριζε νὰ μὴν φτιάχνεται πηλὸς αὐτὴν τὴν ἡμέρα. Ὁ πηλὸς λοιπὸν ποὺ χρησιμοποίησε ὁ Κύριος, πτύσας χαμαί, Τοῦ ἀποδόθηκε ὡς παράβαση τοῦ Νόμου.
Ἐπιπλέον ἡ ἐνέργεια αὐτή, δηλαδὴ ἡ ἀνάπλαση τῶν ματιῶν τοῦ τυφλοῦ ἀνθρώπου, ἦταν ἐνδεικτικὴ θεϊκῆς ἰδιότητας καὶ δυνάμεως καὶ οἱ Φαρισαῖοι θεωρώντας τὸν Χριστὸ ἕναν ἁπλὸ καὶ συνεπῶς ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ κάνει θαύματα, ἐξαγριώθηκαν. Μὲ κανένα τρόπο δὲν ἤθελαν καὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀναγνωρίσουν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία, γιαυτὸ καὶ ἐνεργοποιοῦσαν τὴν ἀπόφασή τους νὰ διώκουν ὅσους τὸ ἀποδέχονταν «ἐάν τις αὐτὸν ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται».
Τὸ θαῦμα ὅμως πέραν ὁποιασδήποτε ἀμφισβητήσεως ἀποκά-λυψε τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ Φῶς τοῦ κόσμου. Ἡ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ ἀποδείχθηκε οὐσιαστικὰ διπλή. Ὁ πρώην τυφλὸς ἄνθρωπος ὄχι μόνον ἀξιώθηκε νὰ δεῖ μὲ τοὺς σωματικούς του ὀφθαλμούς, ἀλλὰ παράλληλα νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του στὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, ὁμολογώντας καὶ κηρύσσοντας τὸν Ἰησοῦ, ἐνώπιον τῶν Φαρισαίων, ὡς ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ μέχρι τότε τυφλὸς ἄρχισε νὰ βλέπει ὀρθὰ τὰ πράγματα καὶ νὰ ἀντιλαμβάνεται ἀλήθειες τῆς ζωῆς, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ οἱ κατ᾽ ἐξοχὴν τηρητὲς τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ οἱ Φαρισαῖοι, παρέμεναν πνευματικὰ τυφλοί, ἀρνούμενοι πεισματικὰ νὰ δοῦν πέραν τῶν φαινομένων.
Τὸ γεγονὸς τοῦ ἐσωτερικοῦ φωτισμοῦ ποὺ ἀποκαθιστᾶ τὴν πνευματικὴ τύφλωση ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς σήμερα τὸ σημαντικὸ μήνυμα. Κάθε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος κατανοεῖ τὴν πνευματική του τυφλότητα καὶ προσέρχεται μὲ ἀληθινὴ πίστη στὸν Ζωοδότη Χριστό, ζεῖ τὸ θαῦμα στὴ ζωή του. Συνεπῶς, τὸ ἀξιοσημείωτο γεγονὸς στὴ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ εἶναι ἡ πίστη του στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ τὸν ὁδηγεῖ στὸ νὰ ἀποδεχθεῖ πρόθυμα, μακρυὰ ἀπὸ ἐγωισμοὺς, τὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ, νὰ πορευτεῖ γιὰ νὰ ξεπλύνει τὸν πηλὸ ποὺ τοῦ ἔβαλε στὰ μάτια.
Ὁ ἐκ γενετῆς τυφλὸς ἀποκτᾶ τὸ φῶς του, ὁμολογεῖ τὸν εὐεργέτη του καὶ ἑδραιώνει τὴν πίστη του «ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. Εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν».
Αὐτὴ ἡ ὁμολογία τῆς θεότητας τοῦ Κυρίου γίνεται εὐλογημένη εὐκαιρία, ὥστε ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ νὰ προβληματιστοῦμε γιὰ τὴν πίστη μας καὶ νὰ ἀνανεώσουμε μὲ λόγια καὶ μὲ πράξεις τὸ βάπτισμά μας, προκειμένου ὑπερβαίνοντας τὰ ὅρια τοῦ ἑαυτοῦ μας νὰ ἀνοίξουν τὰ μὰτια τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ βλέπουμε ὡς ὁρατὰ τὰ ἀόρατα τοῦ ἐπίγειου βίου μας. Ἀμήν.
9 Ἰουνίου 2019
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναγινώσκεται ἕνα τμῆμα τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου μετὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα Του, ποὺ ἔχει ὡς θέμα τὴν οὐσιαστικὴ ἑνότητα τῶν προσώπων τῆς ἁγίας Τριάδος, ἐνῶ παράλληλα τὴν παράκλησή Του «ἵνα πάντες ἓν ὦσιν».
Αὐτὴ ἡ ἑνότητα ἀποτελεῖ τὴν βάση, τὴν προϋπόθεση ἀλλὰ καὶ τὸν σκοπὸ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, γιαυτὸ καὶ δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερο ἁμάρτημα ἀπὸ τὸ νὰ γίνει κάποιος αἰτία διασπάσεως αὐτῆς τῆς ἑνότητας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργηθεῖ σχίσμα καὶ αἵρεση. Νὰ ἀποκοποῦν δηλαδὴ μέλη ἀπὸ τὸ ἕνα Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἀποτελέσουν δική τους παρασυναγωγή.
Τὸ ἁμάρτημα αὐτὸ εἶναι βαρύτατο καὶ ἀσυγχώρητο καὶ δὲν ξεπλένεται οὔτε καὶ μὲ τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου, λέγει ὁ Ἱερὸς Χρυ-σόστομος. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀποσχίζονται ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ φεύγουν ἀπ᾽ αὐτὴν ὁμοιάζουν μὲ τὸν Ἰούδα ποὺ ἔφυγε μέσα ἀπὸ τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ πῆγε στοὺς ἀρνητὲς τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἔγινε ἀπὸ μαθητὴς τοῦ Κυρίου υἱὸς τῆς ἀπωλείας· χάνονται μιὰ γιὰ πάντα μέσα στὴν πλάνη καὶ μέσα στὸ ψέμα τῆς αἵρεσης, ἐὰν δὲν μετανοήσουν καὶ δὲν ἐπιστρέψουν στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες ποὺ τιμοῦμε σήμερα, ἀγωνίστηκαν πολὺ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ὀρθὴ πίστη ποὺ εἶναι ἡ ἀληθινὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. «Αὕτη δὲ ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὅν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν».
Τὸ ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ ἡ φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο.
Ἐκκλησία Χριστοῦ θὰ πεῖ κοινωνία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Καὶ ὅταν λέμε φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο, ἐννοοῦμε τὴν ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στὴ κοινωνία τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ γίνεται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ ἁγίου βαπτίσματος «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Τὰ τρία αὐτὰ πρόσωπα εἶναι ἕνας Θεός· Μία κοινωνία. Καὶ καθὼς τά τρία πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι ἕνας Θεός, ἔτσι καὶ τά πολλὰ πρόσωπα, οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι, μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀποτελοῦν τὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως ποὺ ὁδηγεῖ στὴν κοινωνία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πολέμησαν οἱ αἱρετικοὶ ὀπαδοὶ τοῦ Ἀρείου, μὲ σκοπὸ νὰ τὴν διαλύσουν.
Οἱ 318 Θεοφόροι Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου στάθηκαν ἐμπόδιο μπροστά τους μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἁγία ζωή τους, γιαυτὸ καὶ μπόρεσαν νὰ διατυπώσουν μὲ ἀκρίβεια τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας, καταισχύνοντας τοὺς αἱρετικοὺς καὶ διαφυλάσσοντας τὴν ποθητὴ ἑνότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς.
Ἑορτάζοντες ἐμεῖς σήμερα αὐτοὺς τοὺς Πατέρες ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως ἐκεῖνοι, διέμειναν στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, βίωσαν τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης της, ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἑνότητά της καὶ σώθηκαν μέσα σὲ Αὐτήν, ἄς ἐνεργοποιήσουμε τὶς δυνάμεις μας, ὥστε μὲ κάθε τρόπο νὰ διατηρήσουμε, ἀγωνιζόμενοι μέσα σ’ Αὐτὴν τὴν ἁγία κιβωτό, τὸ μυστήριο τῆς κοινωνίας ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία μας. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. ζ΄ 37-52, η΄12)
Πεντηκοστὴν ἑορτάζοντες, ἀδελφοί, «Πνεύματος Ἁγίου ἐπιδημίαν» ἀπολαμβάνουμε, γι᾿ αὐτὸ εὐχαρίστως καὶ δυναμικὰ ψάλλουμε «εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον».
Εἶναι δὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα « Πρόσωπο» πολὺ ἀνώτερο ἀπὸ τὸ πρόσωπο ἄνθρωπος. Εἶναι τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Θεότητος, εἶναι ὁ ἕνας τῆς Τριάδος, ὁμοούσιος, ὁμόθρονος καὶ ἰσότιμος πρὸς τὸν Πατέρα καὶ πρὸς τὸν Υἱό. Καὶ ὅπως ὁ Πατέρας εἶναι Θεὸς ἀληθινὸς καὶ ὁ Υἱὸς ἐπίσης Θεὸς ἀληθινὸς γεννώμενος ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, ἔτσι καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι Θεὸς ἀληθινός, ἐκπορευόμενος ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ. Τέλειος Θεὸς ὁ Πατέρας, τέλειος Θεὸς ὁ Υἱός, τέλειος Θεὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα· πλὴν δὲν ὑπάρχουν τρεῖς θεοὶ ἀλλὰ ἕνας· μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων.
Ποιὸ εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
Ὁ Πατὴρ δι᾿ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ποιεῖ τὰ πάντα. Σὲ ὅλα συνεργεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Ὁ Πατὴρ ὑπόσχεται καὶ προετοιμάζει τὸ ἔργο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Υἱὸς διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του καὶ τῆς Σταυρικῆς Του θυσίας τὸ ὑλοποιεῖ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει τὴν σωτηρία προσωπικὸ κτῆμα κάθε πιστοῦ.
Ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο παραμένει στὴν Ἐκκλησία, φωτίζοντας, διδάσκοντας καὶ προφυλάσσοντάς την ἀπὸ τὴν πλάνη, ὁδηγώντας την «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθεια».
Ἀδελφοί μου, ἡ πρὸ Χριστοῦ ἐποχὴ ἀνήκει κατ᾿ ἐξοχὴν στὸν Πατέρα. Ἡ ἐποχὴ τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἀνήκει ἰδιαιτέρως στὸν Υἱό, τὸν Χριστό, καὶ ἡ ἐποχὴ ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ καὶ μετά, ἀνήκει κατὰ τὴν ἐπαγγελία τοῦ Υἱοῦ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὑπάρχουν δυστυχῶς καὶ πιστοὶ ἄνθρωποι σήμερα ποὺ ἀγνοοῦν τὸ πρόσωπο καὶ τὴν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δὲν τιμοῦν ὅσο πρέπει τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Γιαυτὸ εἶναι ἅγιο, καλὸ καὶ εὐλογημένο νὰ κηρύττουμε τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, χωρὶς νὰ παραλείπουμε τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τὸ τρίτο Θεῖο πρόσωπο εἶναι «ὁμοούσιον καὶ ὁμόθρονον καὶ ἰσότιμον» πρὸς τὰ ἄλλα δύο πρόσωπα. Ἂν λησμονοῦμε ἢ ἀμελοῦμε νὰ λατρεύουμε ἰσάξια καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τότε ἡ λατρεία μας εἶναι ἀτελὴς καὶ γίνεται αἰτία στερήσεως τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων.
Χαρίσματα ποὺ θὰ μᾶς χορηγοῦνται καὶ θὰ τὰ ἀνανεώνουμε μὲ τὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας « Βασιλεῦ οὐράνιε Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, ὁ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος καὶ σῶσον ἀγαθὲ τὰ ψυχὰς ἡμῶν. Ἀμήν.
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
(Ματθ. ι΄ 32-33, 37-38, ιθ΄27-30)
Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶναι ἀφιερωμένη σὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους, γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους, ὅσοι ἀπὸ τοῦ Ἀδὰμ μέχρι τῆς ἐποχῆς μας τελειώθηκαν ἐν εὐσεβείᾳ καὶ δόξασαν μὲ τὴν ζωή τους τὸν Θεό.
Ὅλα αὐτὰ τὰ πλήθη ἔγιναν ἅγιοι καὶ ἀξιώθηκαν τῆς φιλίας τοῦ Θεοῦ, διότι ἀκολούθησαν τὸν δρόμο τὸν ἁπλὸ καὶ εὐαγγελικό. Τήρησαν δηλαδὴ τὶς δύο βασικὲς προϋποθέσεις ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔθεσε, ὥστε νὰ χαριτώσει κάποιον.
Ἡ πρώτη ἀφορᾶ στὴν ὁμολογία τῆς πίστης μας πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία συνοδεύεται μάλιστα ἀπὸ τὴν ἀναγνώριση ποὺ ὁ πιστὸς θὰ λάβει ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν Θεὸ Πατέρα «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγῶ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς».
Τὸ σημαντικὸ στὴν προκειμένη περίπτωση εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν μᾶς ζητᾶ μία ἀόριστη καὶ χωρὶς ἀντίκρυσμα ὁμολογία. Ἀντιθέτως θέλει καὶ ζητᾶ νὰ Τὸν ὁμολογοῦμε καθὼς πρέπει, δηλαδὴ ὡς Θεὸ καὶ Λυτρωτή. Καὶ ζητᾶ αὐτό, ἐπειδὴ ἀπὸ τότε ποὺ βρισκόταν σωματικὰ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, μέχρι καὶ τὴν ἐποχή μας, ὅλοι ὁμολογοῦν καὶ δὲν ἀρνοῦνται τὸ ἠθικὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὑπεροχὴ τῶν λόγων Του, ἀλλὰ ἀποφεύγουν ἐπιμελῶς νὰ πιστεύουν καὶ νὰ ὁμολογοῦν τὴν θεότητά Του.
Ἐὰν ὅμως ἀποδεχόμαστε τὸν Χριστὸ ἁπλῶς ὡς ἕνα ἱστορικὸ πρόσωπο, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει κάποια οὐσιαστικὴ ἐπίδραση στὴ ζωή μας. Ἐὰν ὅμως τὸν ἀποδεχθοῦμε καὶ Τὸν ὁμολογοῦμε ὡς Θεό, τότε πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε καὶ ὅσα ζητᾶ ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές Του. Μόνο ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν δρόμο ποὺ ἀκολούθησαν καὶ τὰ νέφη τῶν ἁγίων καὶ νὰ φτάσουμε ὅπως ἐκεῖνοι στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ δεύτερη βασικὴ προϋπόθεση ποὺ θέτει ὁ Χριστός εἶναι νὰ Τὸν ἀγαποῦμε περισσότερο ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο πρόσωπο στὸν κόσμο. «Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος». Ὅποιος μὲ ἄλλα λόγια ἱεραρχεῖ δευτερευόντως τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ χριστιανὸς καὶ ἄξιος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀπαίτηση τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει ἰδιοτέλεια. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀνενδεής, εἶναι τὸ πλήρωμα τῆς ἀγάπης καὶ τῶν δωρεῶν. Αὐτὸς χορηγεῖ τὰ πάντα στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Χριστὸς ζητᾶ αὐτὴ τὴν ἀποκλειστικότητα γιὰ τὸ δικό μας συμφέρον. Ζητώντας μας νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε περισσότερο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους, μᾶς προσκαλεῖ οὐσιαστικὰ νὰ γίνουμε μέτοχοι στὴ μακαριότητά Του.
Κοινωνώντας ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Χριστὸ ζεῖ ἀπὸ τώρα, ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἁγιάζεται καὶ μπορεῖ πλέον νὰ βοηθήσει καὶ νὰ παρηγορήσει ὅλο τὸν κόσμο, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν οἱ ἅγιοι.
Κατ᾿ αὐτὸ τὸν τρόπο ἔζησαν καὶ ἀγωνίστηκαν ὅσοι ἑορτά-ζουν σήμερα. Τήρησαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ νοιάστηκαν πάνω ἀπὸ ὅλα γιὰ τὴν κοινωνία τους μὲ τὸν Χριστό, Τὸν Ὁποῖον ὁμολόγησαν μὲ τὸν λόγο τους καὶ τὰ ἔργα τους καὶ γιὰ χάρη τοῦ Ὁποίου ἔδωσαν ἐν τέλει καὶ τὴν ζωή τους.
Ἄς παρακινηθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑπέροχα παραδείγματά τους κάνοντας κι ἐμεῖς φιλότιμη προσπάθεια νὰ γίνουμε ἀρεστοὶ στὸν Μόνο Κύριο τῆς ζωῆς μας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἐπιτύχουμε τὰ ἀκατόρθωτα. Ἀμήν.