en ru
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΜΑΡΤΙΟΥ


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (Ιωαν. α’ 44-52)
5 Μαρτίου 2017

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἀλήθειας γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ζωή. Θυμᾶται τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς ἀναστήλωσης τῶν εἰκόνων. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ διακηρύσσει τὴν συνείδησή της, δηλαδὴ φανερώνει τὸ πρόσωπό Της, μὲ τὸ ὁποῖο ἐκφράζουμε τὸ βαθύτερο εἶναι μας, τὸ περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς μας. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὴν προτροπὴ τοῦ Φιλίππου στὸ φίλο του Ναθαναὴλ νὰ γνωρίσει προσωπικὰ τὸν Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες καὶ ὀρθόδοξη πίστη εἶναι ἡ προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.

Στὴν ἱστορία πολλοὶ ἀναζήτησαν καὶ ἀνακάλυψαν ἀποσπασματικὲς ἀλήθειες γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν κόσμο. Κάποιοι ἄλλοι ἰσχυρίσθηκαν ὅτι ἦταν ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ καὶ ἔτσι ἐπινόησαν θρησκεῖες. Δημιούργησαν τὸ «εἴδωλο τοῦ θεοῦ», ὄχι ὅμως τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὁ Χριστὸς φέρνει τὸν Θεὸ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους γιατὶ εἶναι ὁ Ἴδιος Θεός. Δὲν μιλάει ἁπλῶς γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς ἡ ἀλήθεια. Ἡ πίστη στὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπὸ μόνη της ἕνα θαῦμα. Μία τέτοια πίστη εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἄνθρωπο, μία προσωπικὴ ἀποκάλυψη καὶ ἐμπειρία μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας τονίζει ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ θεϊκὴ καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνώθηκαν χωρὶς νὰ συγχέονται καὶ χωρὶς νὰ διαιροῦνται. Ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μποροῦμε κατανοήσουμε, πολὺ δὲ περισσότερο νὰ τὸ ἑρμηνεύσουμε, ἐπειδὴ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν χωράει στὴ λογικὴ τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν μπαίνει στὸ μικροσκόπιο τῆς ἔρευνας καὶ τοῦ πειράματος. Τὰ δόγματα ποὺ μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς καλούμαστε νὰ διαφυλάξουμε, χαράζουν τὰ ὅρια τοῦ περιεχομένου τῆς πίστεως, ἀλλὰ δὲν ἐξηγοῦν τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς προτρέπουν νὰ ἐμπιστευθοῦμε καὶ νὰ ζήσουμε μὲ τὴν καρδιὰ μας αὐτὸ ποῦ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε, ὄχι ὅμως νὰ ἀναλύσουμε μὲ τὸ μυαλὸ αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρέδωσε.

Τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ συνίσταται μεταξὺ ἄλλων στὸ γεγονὸς ὅτι, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ «κρύβεται» πάντοτε πίσω ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐδῶ βρίσκεται τὸ σημεῖο ποὺ σκοντάφτει ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ τότε καὶ σήμερα. Ἐδῶ ἀρχίζει ἡ τραγικὴ ἱστορία τῶν πολλῶν καὶ ποικίλων αἱρέσεων οἱ ὁποῖες νοθεύουν τὴν πίστη καὶ ἀκυρώνουν τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ αἵρεση εἶναι ὁ πειρασμὸς τῆς λογικῆς πάνω στὴν ἀποκάλυψη τῆς πίστεως. Ὅσα στοιχεῖα τῆς πίστεως τὰ κατανοεῖ, τὰ ἀποδέχεται καὶ τὰ ὑπερτονίζει. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ προσπερνᾶ καὶ τὰ ὑποτιμᾶ. Διαχωρίζει τὸν Ἰησοῦ τῆς ἱστορίας ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι, τὸν Χριστὸ τὸν συνάντησαν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι στὴν ἐπίγεια διαδρομή του. Τὸν γνώρισαν ὡς «υἱὸ τῆς Μαρίας», ὡς προφήτη, ὡς χαρισματικὸ διδάσκαλο τῆς Ναζαρέτ. Δὲν μπόρεσαν ὅμως ὅλοι νὰ διακρίνουν πίσω ἀπὸ Αὐτὸν τὸν Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, τὸν θεάνθρωπο Χριστὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἱστορία ἀποδεικνύει τὸ πέρασμά του ἀπὸ τὸν κόσμο. Ψηλαφίζει τὰ τεκμήρια τῆς παρουσίας Του. Ἀναγνωρίζει τὸ μεγαλεῖο καὶ ἄλλοτε ἀμφισβητεῖ τὴν ὑπεροχή Του. Δὲν μπορεῖ ὅμως μὲ τὴν ἔρευνα καὶ τὴν ἐπιστημοσύνη νὰ ἀποδείξει τὴν θεότητά Του. Τὸ μυστήριο τοῦ θεανθρώπινου προσώπου τοῦ Χριστοῦ τὸ βιώνουμε «ἐν πίστει» μέσα στὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀναζητοῦμε τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στὴν ἀσυδοσία ἢ στὴν χυδαιότητα τῆς τέχνης, στὴν τόλμη ἢ στὴν βλασφημία τῆς διανόησης, στὰ πολύκροτα βιβλία ἤ στὶς κινηματογραφικὲς ὑπερπαραγωγές.

Δὲν μποροῦμε νὰ ἀπαιτοῦμε ἀπὸ τὰ ἀχαλίνωτα στοιχεῖα τοῦ κόσμου νὰ γίνονται κήρυκες τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ. Ἂν «κόσμος» εἶναι καθετὶ ποὺ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν χάρη καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τότε «τὰ τοῦ κόσμου» θὰ συγκρούονται πάντοτε μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ὅμως γνωρίζουμε ὅτι «αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Ἰωαν. Α΄ 5,4), ἀφοῦ τὸν τελευταῖο λόγο γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα τὸν ἔχει ὁ Θεός.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Μαρκ. β΄ 1-12)
12 Μαρτίου 2017

Ἰδιαίτερη ἐντύπωση στὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ Περικοπὴ κάνει, ὅτι ὁ Χριστὸς θεραπεύοντας τὸν παραλυτικὸ δὲν ἀναφέρεται στὴν πίστη τοῦ ἀρρώστου, ποὺ τελικὰ γίνεται καλά, ἀλλὰ στὴν πίστη ἐκείνων ποὺ τὸν μεταφέρουν. Στὸ θαῦμα ποὺ περιγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ὑπαρκτὴ μιὰ πίστη συλλογική, ποὺ προϋποθέτει συνεργασία, κοινὸ προγραμματισμό, κοινὴ ἐνέργεια.

Στὸ σπίτι ποὺ βρέθηκε ὁ Χριστὸς νὰ μιλᾶ στὰ πλήθη τῶν συγκεντρωμένων, ἡ ἀδιαφορία τῶν πολλῶν ἔφραξε σὰν τεῖχος τὴν πόρτα στὴν ἀνάγκη τοῦ παραλύτου νὰ περάσει γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Λυτρωτή. Ὁ πόθος ὅμως καὶ ἡ ἐπιμονὴ τῶν ὁλίγων ποὺ τὸν μετέφεραν τοὺς ἔκανε νὰ καταφέρουν νὰ ἀνοίξουν πέρασμα ἀπὸ τὸ πιὸ ἀπίθανο μέρος. Ἀνεβαίνουν στὴ στέγη, δημιουργοῦν ἕνα μεγάλο ἄνοιγμα στὴν ὀροφὴ καὶ κατεβάζουν τὸν παραλυτικὸ ἀνάμεσα στὸ πλῆθος, μπροστὰ στὸν Διδάσκαλο.

Ὅταν μὲ κίνητρο τὴν ἀγάπη ἡ προσωπικὴ πίστη τοῦ ἑνὸς συνταιριάζει μὲ ἐκείνη τῶν ἄλλων, ἡ ἔντασή της πολλαπλασιάζεται. Οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ δὲν ἔμειναν μονάδες, ἀλλὰ συγκεντρώθηκαν γύρω Του καὶ ἀποτέλεσαν ἕναν ἱερὸ σύλλογο. Στὴ συνέχεια, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Παρακλήτου συνέστησαν τὴν Ἐκκλησία. Στὴ μεγάλη αὐτὴ ὀργανικὴ ἑνότητα ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ κάθε πιστοῦ ἐνισχύονται ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν ἄλλων.

Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ Χριστοῦ στὴ συλλογικὴ πίστη τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν εἶναι ἄμεση, θεραπεύει τὸν ἀσθενή, ἀλλὰ τὰ λόγια Του δημιουργοῦν ἔκπληξη. Ἀπευθυνόμενος στὸν παραλυτικὸ τοῦ λέγει: «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ὁ Χριστὸς δὲν στέκει στὴν ἐπιφάνεια. Ὁ λόγος Του εἰσχωρεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ προβλήματος. Πηγαίνει σ’ ἕνα βαθύτερο ἐπίπεδο, πηγαίνει κατ’ εὐθεῖαν στὴν οὐσία.

Στὴ συγκεκριμένη περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ, ἡ συνάφεια ἀσθενείας καὶ ἁμαρτίας, καὶ συνεπῶς ἡ σχέση συγχωρήσεως καὶ θεραπείας ἦταν ἄμεση. Ἀπὸ κεῖ ἔπρεπε νὰ ἀρχίσει ἡ θεραπεία, ἀπὸ τὴν ἀπομάκρυνση τῆς νοσογόνου αἰτίας, μὲ τὴ συγχώρηση.

Ἡ πρώτη λέξη, «τέκνον», ἀποκαθιστᾶ τὴ διαταραγμένη σχέση τοῦ παραλυτικοῦ μὲ τὸ Θεάνθρωπο καὶ ἀποτελεῖ τὸν πρόλογο τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς ὁριστικῆς θεραπείας.

Οἱ θεραπεῖες αὐτὲς ἀποτελοῦν «σημεῖα» ποὺ δείχνουν ὅτι «νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι» καὶ προμηνύματα τῆς γενικότερης ὑπέρβασης τῆς ἀνθρώπινης ὀδύνης, καὶ ἀντιφεγγίζουν τὴν τελικὴ καὶ παγκόσμια νίκη τοῦ Χριστοῦ πάνω στὴν ἁμαρτία καὶ στὴν κάθε λογῆς ἀρρώστια.

Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν φανερώνει ἐπίσης τὴν δυνατότητα τοῦ κτιστοῦ ἀνθρώπου νὰ ζήσει τὴν ζωὴ τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀφετηριακὸ καὶ θεμελιῶδες θαῦμα τοῦ Κυρίου. Ἐνῶ ἡ Θεϊκὴ προτροπὴ «Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκον σου» ἀποκαλύπτει τὴν βοήθεια ποὺ προσφέρει ὁ Κύριος στὸν ἄνθρωπο, νὰ ἀνακαλύψει τὴν ἔμπρακτη πατρική Του ἀγάπη.

Ὁ ἑορταζόμενος σήμερα μεγάλος ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στηρίζει, μὲ τὸ ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καὶ τὴν θεολογική του συνεισφορὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἐπιτυγχάνεται μόνον μὲ τὴν ἠθική του τελείωση, ἀλλὰ μὲ τὴν μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης προσωπική του κοινωνία μὲ τὸν Χριστό.

Αὐτὴ τὴ βάση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως προσφέρει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ καὶ βεβαιώνει τὴν ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς βασιλείας τῆς ἀγάπης, πού ἄρχισε μέσα στήν ἱστορία μὲ τὴν ἐπὶ γῆς ἔλευσή Του, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴν Δευτέρα ἔνδοξη Παρουσία Του. Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ (Μρκ. η’ 34-θ΄1)
19 Μαρτίου 2017

Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα, ἀδελφοί μου, ὑψώνει καὶ ἑορτάζει τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ὑπενθυμίζοντάς μας τὴν ἀναγκαιότητά του γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ὁ Σταυρὸς τὸν ὁποῖο καλούμεθα νὰ προσκυνήσουμε δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα σύμβολο, ἀλλὰ ἀποτελεῖ τὸ μυστήριο διὰ τοῦ ὁποίου καταργεῖται ἡ ἁμαρτία καὶ σώζεται ὁ κόσμος. Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ φύση τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο, ὁ τρόπος τοῦ ἀγῶνα τοῦ πιστοῦ κατὰ τῶν σαρκικῶν παθῶν, τῶν ἐπιθυμιῶν, τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς ὑπερηφανείας, τῆς κενοδοξίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ κάθε ἄλλης καταστάσεως ποὺ εἶναι ἐνάντια στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν αἰώνια προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν ἄνθρωπο νά ἀνακαλύψει τὸν τρόπο τῆς σωτηρίας του: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι», δηλαδὴ ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του. Ἡ πρόσκληση νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν προσπάθεια τῆς συνέπειάς μας μὲ τὶς ἐντολὲς Του. Αὐτὸ ὅμως σημαίνει ὄχι μόνον τὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ μας, ἀλλὰ κυρίως τὴν προϋπόθεση ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μὲ ἄλλα λόγια ἡ προσπάθειά μας ἀφορᾶ στὴν ἀπομάκρυνσή μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, διὰ τῆς ἀποβολῆς τῶν παθῶν καὶ τῆς νέκρωσης τῶν φθοροποιῶν λογισμῶν ποὺ ὁδηγοῦν στὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Παράλληλα ἀφορᾶ καὶ στὸν ἐσωτερικὸ ἀγῶνα οὐσιαστικῆς μας μετανοίας, μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς μας στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἔμπρακτη καταπολέμηση τῆς ἁμαρτίας. Αὐτὸ ἀπαιτεῖ ἐπίμονη καὶ ἐπίπονη προσπάθεια, ποὺ ὅμως εἶναι ἀναγκαῖα προϋπόθεση γιὰ τὴ μετοχή μας στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ἡ διευκρίνιση τοῦ Κυρίου στὴν συνέχεια «...ὅς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾽ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν...» ἀφορᾶ στὴν προσπάθεια ποὺ ὀφείλουμε νά καταβάλουμε στὸν πόθο καὶ στὸν στόχο νὰ κερδίσουμε τὴν ψυχή μας. Ὅποιος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδεσμευθεῖ ἀπὸ τὴν ἀσφάλεια ποὺ παρέχουν στὸ βιοτικὸ ἐπίπεδο τὰ σχήματα καὶ τὰ πρόσκαιρα πράγματα τοῦ κόσμου, τελικὰ ζημιώνει τὴν ἴδια του τὴν ψυχή, ἀφοῦ τὴν ἀποστερεῖ ἀπὸ τὴν ὄντως ζωή, ἡ ὁποία εἶναι ἀσύμβατη μὲ τὴ φθαρτότητά τους. Ἀντιθέτως, αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν του, ἀπομακρύνεται ἀπὸ κάθε τὶ ἁμαρτωλό,  νεκρώνεται γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ ταυτόχρονα ἀγωνίζεται νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἑαυτό του, ἐνδυναμούμενος ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ θεοῦ, διὰ τῆς ὁποίας σώζει τὴν ψυχή του.

Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἄπειρη ἀξία. «...τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;». Οὔτε ὁ κόσμος ὁλόκληρος δὲν εἶναι ἀντάξιός της. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τόσο σημαντικὸ πρᾶγμα, γιὰ τὸ ὁποῖο καὶ ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε.

Ἀδελφοί μου,
ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ὑψώνεται σήμερα στὸ μέσον τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ τῆς εὐλογημένης αὐτῆς ἐκκλησιαστικῆς περιόδου καὶ προσπαθείας μας, γιὰ νὰ προβληθεῖ ὡς ὁ ἰδανικὸς τρόπος ποὺ μποροῦμε νὰ ἐπιλέξουμε γιὰ νὰ ἐξυψώσουμε καὶ νὰ διαφυλάξουμε τὴν ψυχή μας. Ἔτσι θὰ καταδείξουμε τὴν μοναδική της ἀξία, γιὰ τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε καὶ νὰ θυσιάσουμε τὰ πάντα, αἴροντας πρόθυμα τὸν σταυρὸ τῶν δυσκολιῶν μας σ’αὐτὴ τὴν προσπάθεια, μὲ σκοπὸ νὰ ἀξιωθοῦμε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ πετύχουμε τὴν αἰωνιότητά της, ποὺ εἶναι ἡ ὄντως ζωή μας. Ἀμήν.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Μαρκ. θ΄ 17-31)
26 Μαρτίου 2017

Τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα μᾶς παρουσιάζει ἕνα ταλαίπωρο πατέρα ποὺ ζητᾶ βοήθεια ἀπὸ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ τὸ παιδί του ἦταν δαιμονισμένο. Στὴν ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου ὁ δαίμονας ρίχνει κάτω τὸν νέο σὲ μιὰ προσπάθεια νὰ κάνει ὅσο περισσότερο κακὸ ἀκόμη μπορεῖ, ἐπειδὴ καταλαβαίνει ὅτι ἡ ἐξουσία του τελειώνει.

Ὁ Χριστὸς ἀνταποκρίνεται στὸ αἴτημα τοῦ πατέρα, ἀλλὰ ζητᾶ πρῶτα τὴν πίστη του. Ὅλα μποροῦν νὰ γίνουν τοῦ λέει, ἐφόσον ὑπάρχει ἡ πίστη. Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ εἶναι δεδομένη, ὅμως τὸ ἐὰν θὰ ἐνεργοποιηθεῖ ἢ ὄχι ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ ἀνθρώπου. Ἄρα λοιπὸν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἐξαρτᾶται ἐὰν θὰ λάβει ἢ ὄχι αὐτὸ ποὺ ζητᾶ. Τὸ διαπιστώνουμε στὴ στάση τοῦ πατέρα ὁ ὁποῖος τότε φωνάζει δυνατὰ  «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Βοήθησέ με νὰ πιστέψω ὅπως πρέπει καὶ ὁ Χριστὸς μὲ δεδομένη τὴν ἀνάγκη τῆς πίστεως προστάζει τὸν δαίμονα: «Τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν». Τὸ δαιμόνιο ἐξέρχεται καὶ τὸ παιδὶ ἀπελευθερώνεται ἀπὸ τὴν τυραννία του. Ὅταν ἀργότερα οἱ μαθητὲς ζήτησαν νὰ μάθουν τὴν αἰτία ποὺ οἱ ἴδιοι δὲν μπόρεσαν νὰ ἐκδιώξουν τὸν δαίμονα, ὁ Χριστὸς τοὺς εἶπε ὅτι τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων δὲν μπορεῖ νὰ ἐλευθερωθεῖ χωρὶς προσευχὴ καὶ νηστεία.

Κατ’ ἀναλογία μὲ τὴν εὐαγγελικὴ διήγηση πρέπει νὰ ἐνεργήσουμε καὶ ἐμεῖς, ἐφόσον βέβαια ἐπιθυμοῦμε νὰ νικήσουμε τὰ πάθη μας ποὺ σὰν δαίμονες μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ μᾶς βασανίζουν. Καὶ αὐτὸ θὰ γίνει μόνο μὲ τὴν προσευχὴ στὸν Θεὸ καὶ τὴ νηστεία. Εἶναι σημαντικὸ νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ προσευχὴ δὲν εἶναι τυπικὴ ὑποχρέωση. Ἀντιθέτως, ἡ προσευχὴ εἶναι ἀνάγκη ἔκφρασης τῆς ψυχῆς. Ὅπως τὸ λουλούδι μαραίνεται ὅταν τὸ ποτίζουμε ἀραιά, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ στεγνώνει καὶ μαραίνεται ὅταν δὲν ζητᾶμε ἀκατάπαυστα τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν προσευχή. Οἱ Πατέρες λένε συνιστοῦν «μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον». Δηλαδὴ πιὸ πολὺ χρειάζεται νὰ θυμᾶται κανεὶς τὸν Θεὸ κάθε ὥρα καὶ στιγμή, παρὰ νὰ ἀναπνέει. Ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι τίποτα ἄλλο ἀπὸ τὴν προσευχή, ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ σὲ κοινωνία μὲ τὸν Θεό.

Καὶ βέβαια ἡ προσευχὴ εἶναι χρέος καὶ ὑποχρέωση  ὅλων τῶν πιστῶν οἱ ὁποῖοι στὴν καθημερινότητά τους ὀφείλουν νὰ προσεύχονται ἀδιάκοπα γιὰ νὰ χαριτώνονται καὶ νὰ ἰσορροποῦν. Ἐὰν ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἦταν κάτι ποὺ δὲν θὰ μποροῦσαν ὅλοι νὰ ἐφαρμόσουν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δὲν θὰ μᾶς ζητοῦσε τὸ «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Καὶ γιὰ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ δὲν ἀπαιτοῦνται ἰδιαίτερες συνθῆκες, παρὰ μόνο ζῆλος, πίστη καὶ προσοχή. Ἔτσι μπορεῖ κάποιος νὰ ζεῖ μέσα στὶς μέριμνες καὶ στὶς φροντίδες τῆς καθημερινότητας, νὰ δουλεύει καὶ νὰ ἀσχολεῖται μὲ διάφορα πράγματα καὶ νὰ διαπιστώνει ὅτι ἡ προσευχὴ προσκομίζει περισσότερα ὀφέλη καὶ καρποὺς ἀπὸ τὴν προσπάθεια.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν προσευχή, ἀναγκαῖο στοιχεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου, ὅπως διευκρίνισε ὁ Κύριος στοὺς ἀποροῦντες Ἀποστόλους, εἶναι καὶ ἡ νηστεία. Αὐτὴ μᾶς βοηθᾶ στὴν ἄσκηση, στὴν ταπείνωση, ἀλλὰ καὶ στὴ συγκέντρωση τοῦ νοῦ κατὰ τὴν προσευχή. Διδάσκοντας τὰ πολὺ μεγάλα ὀφέλη τῆς νηστείας ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβὸς ἀναφέρει ὅτι: «ὅταν ἕνας βασιλιὰς θελήσει νὰ καταλάβει μία ἐχθρικὴ πόλη αὐτὸ ποὺ κάνει πρῶτα εἶναι νὰ δεσμεύσει τὸ νερὸ καὶ τὸ φαγητό. Οἱ κάτοικοι τῆς πόλης, δηλαδὴ οἱ ἐχθροί, γιὰ νὰ μὴν τὰ στερηθοῦν καὶ πεθάνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα, παραδίδονται καὶ ὑποτάσσονται στὸν βασιλιά. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ ποικίλα πάθη τοῦ ἀνθρώπου. Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ζήσει μὲ νηστεία καὶ στέρηση καὶ ἐγκράτεια, τὰ πάθη του ἐξασθενίζουν καὶ εὔκολα καταβάλλονται καὶ δὲν ἀποτελοῦν πλέον κίνδυνο γι’ αὐτόν».

Ἀδελφοί μου,
ἄς ἐμπιστευθοῦμε ἐπιτέλους τὴν προσευχὴ καὶ τὴν νηστεία, ὡς τὰ ὅπλα καὶ τὶς προϋποθέσεις ποὺ συνιστᾶ σήμερα ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς, γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῶν καταστάσεων τῆς ζωῆς μας, ἀφοῦ μέχρι τώρα ἔχοντας ἀγνοήσει ἤ ὑποτιμήσει τὴν μεταμορφωτικὴ δύναμή τους, συνεχίζουμε τρομοκρατημένοι νὰ ἀντιμετωπίζουμε καθημερινὰ τὴν δαιμονισμένη πραγματικότητα τῆς ζωῆς καὶ τῆς κοινωνίας μας.

 


pdf