en ru
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ IANOYAΡΙΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΦΩΤΑ (Μτθ. δ΄12-17)
8 Ἰανουαρίου 2017

Ὁ Ἰησοῦς ἀρχίζει τὸ κήρυγμά του προτρέποντας σὲ μετάνοια, ὥστε νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «μετανοεῖτε˙ ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Ὄντως, ἡ μετάνοια καὶ ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, ἀποτελεῖ τὴ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ κατ' ἐπέκταση τῆς σωτηρίας.

Στὸν δρόμο τῆς ζωῆς προβάλλουν μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους δύο ἐπιλογές. Ἡ πλατεῖα ὁδός, ἡ γεμάτη ἀνέσεις καὶ εὐκολίες καὶ ἡ στενή, τῆς ὁποίας τὸ πέρασμα συνοδεύεται ἀπὸ θλίψεις. Ἡ ἐπιλογὴ τῆς μίας ἢ τῆς ἄλλης ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ αὐτεξούσιό μας, δηλ. ἀπὸ τὴν ἐλευθερία μας. Συμβουλὲς καὶ προτροπὲς εἶναι δυνατὸν νὰ δεχθοῦμε ἀπὸ πολλούς, ὅμως, στὴν ἐξουσία καὶ στὴ θέλησή μας ἔγκειται τελικὰ νὰ ἀποφασίσουμε τὴν ὁδὸ ποὺ θὰ ἀκολουθήσουμε.

Ἡ ἐπιλογὴ τῆς στενῆς ὁδοῦ σημαίνει τὴ ζωὴ τῆς μετανοίας. Ὅσο μεγάλες καὶ φοβερὲς καὶ νὰ εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας, ἐκμηδενίζονται μπρὸς στὸ πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον βέβαια ἐμεῖς προσπαθήσουμε νὰ παύσουμε νὰ ἐπιτελοῦμε τὸ κακὸ καὶ καταφύγουμε, μὲ ταπείνωση καὶ συντετριμμένη καρδία, στὸ μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Ἡ δική μας εἰλικρίνεια, συντριβὴ καὶ ταπείνωση, κάμπτει τὸν ἀγαθό, φιλάνθρωπο καὶ εὐδιάλλακτο Θεό, ὥστε νὰ μᾶς σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ μᾶς συγχωρέσει. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ἀποτελεῖ ὁ βασιλιὰς Δαβὶδ. Ἡ καταφυγὴ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἔδωσε τὴν ἄφεση στὸν ταπεινὸ ἁμαρτωλό. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὸν ληστή, ὅπου ἡ ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς του καὶ ἡ συνεπακόλουθη ταπείνωση, προκάλεσαν τὸν οἶκτο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ τὸν εἰσαγάγει πρῶτον στὸν Παράδεισο. Ἔργα ἀγαθὰ δὲν εἶχε ὁ ληστής, παρὰ μόνο ἁμαρτίες καὶ κακότητα. Ὅμως διακρινόταν ἀπὸ τὴν ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτίας του, ἀλλὰ καὶ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ κέρδισε τὴ μακαριότητα τοῦ Παραδείσου.

Ἀντιθέτως, ὅταν ἀπουσιάζει ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ἐπιμένουμε στή χωρὶς ντροπή ἁμαρτία, μοιάζουμε μὲ τοὺς χοίρους, οἱ ὁποῖοι δὲν θέλουν καὶ δὲν μποροῦν νὰ σηκώσουν τὸ κεφάλι τους ἀπὸ τὸ βόρβορο καὶ τὴ δυσωδία, διότι οἱ ἀκαθαρσίες, μέσα στὶς ὁποῖες ζοῦν, τοὺς προσφέρουν ἡδονὴ καὶ εὐχαρίστηση. Τὸν οὐρανὸ τὸν βλέπουν μόνο ὅταν φτάσει ἡ ὥρα τῆς μάχαιρας, ὅταν δηλαδὴ τοὺς γυρίσουν ἀνάποδα γιὰ νὰ τοὺς σφάξουν. Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι παραμένουμε ἀμετανόητοι, μέσα στὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας, μὴ θέλοντες νὰ ἀναβλέψουμε στὸν οὐρανό. Παραμένουμε μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ χαιρόμαστε μὲ κάθε τὶ τὸ ἁμαρτωλό, μίση, φθόνους, ἡδονές, πορνεῖες, φαγοπότια καὶ ἀσέβειες. Χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ χορτάσουμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀναλώνουμε τὴ ζωὴ ἀναζητῶντας τρόπους ἡδονῆς καὶ παροδικῆς εὐτυχίας.

Ἡ τραγικότητα ὅμως μᾶς ἀποκαλύπτεται ὅταν ψάχνοντας ἡδονὲς παραμένουμε ἐσωτερικὰ ἄδειοι. Τὶς ἁμαρτωλές συνήθειές μας, τὶς διακόπτουμε μόνο ὅταν μᾶς συναντᾶ ἡ ἀσθένεια καὶ ἡ φυσικὴ ἀδυναμία. Τότε μπορεῖ  νὰ θυμηθοῦμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ μετανοήσουμε. Ἐὰν ὅμως μᾶς προφτάσει ὁ θάνατος, ἡ πλατεῖα ὁδός, ἡ γεμάτη χαρὰ καὶ ἡδονή, δὲν θὰ καταλήξει στὴν αἰωνιότητα τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ στὴν αἰώνια τιμωρία. Ἐκεῖνες τὶς στιγμὲς δὲν θὰ ὑπάρχει ἡ δυνατότητα μετάνοιας.

Ἀδελφοί μου, ὁ παρὼν καιρὸς προσφέρεται γιὰ ἀλλαγὴ τρόπου ζωῆς. Ὁ χρόνος ποὺ ξεκινᾶ γίνεται χρῆμα στά χέρια μας γιὰ νὰ ἐξαγοράσουμε τὴν ζωή μας. Μόνο τὸ τώρα μᾶς προσφέρεται ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ μετανοήσουμε, νὰ ἐξομολογηθοῦμε καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεός Του γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Ὁ καθένας μας  ἂς ἀναλογιστεῖ τὴν παροῦσα καὶ τὴν μέλλουσα πραγματικότητα, ὥστε διακρίνοντας τὸ βαθύτερο καὶ οὐσιαστικὸ συμφέρον του, νὰ ἐπικαλεστεῖ τὴ Χάρη καὶ τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ γίνει μέτοχος τῆς Βασιλείας Του, δηλαδὴ κοινωνὸς τῆς ὄντως ζωῆς.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ IB΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιζʹ 12 ‐ 19)
15 Ἰανουαρίου 2017

Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἀνήκει σὲ κανένα ἀποκλειστικά. Εἶναι Θεὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀνεξάρτητα ἐὰν αὐτοὶ τὸν γνωρίζουν ἢ τὸν ἀγνοῦν. Πολλὲς φορὲς αὐτοὶ ἐπιδεικνύουν τέτοια πίστη,  ἀγάπη, ζῆλο καὶ τέτοια εὐγνωμοσύνη, ποὺ ὑπερβαίνουν κατὰ πολὺ τὴν ἠθικὴ ποιότητα καὶ τὴν ἀρετὴ αὐτῶν ποὺ θεωρητικὰ μόνο γνωρίζουν τὸν Θεὸ καὶ τὸν νόμο Του. Αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ θεραπευθεὶς λεπρός, ὁ ὁποῖος ἂν καὶ ἀλλογενής, ὡς Σαμαρείτης, ἐπιστρέφει γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο. Οἱ ὑπόλοιποι ἐννέα, Ἑβραῖοι στὴν καταγωγή, ἀποδεικνύονται ἀγνώμονες στὸν εὐεργέτη τους.

Εἶναι πολύ σημαντικὸ νὰ προσέξουμε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν περιορίζει τὴ φροντίδα καὶ τὸ ἔλεός Του μόνο στοὺς Ἰουδαίους. Οἱ ἴδιοι ὅμως, ὅπως καὶ ἐμεῖς πάντα, δὲν μποροῦσαν νά κατανοήσουν ἐπ’ οὐδενὶ καὶ νὰ ἀποδεχτοῦν ὅτι καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτούς. Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη τοὺς ὁδηγοῦσε στὸ νὰ βλέπουν μὲ ὑπεροψία κάθε ἀλλογενῆ, θεωρώντας ὅτι πλησίον τους καὶ ἄρα ἀποδέκτης τοῦ ἐλέους καὶ τῆς φροντίδας τους, ἦταν μόνο οἱ ὁμοεθνεῖς τους καὶ κυρίως οἱ ἐνάρετοι.

Ὅμως ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἐνανθρώπησή Του βεβαιώνει ὅτι δὲν ὑπάρχουν ὅρια στὴν ἔννοια τοῦ πλησίον, οὔτε περιορισμοὶ στὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης. Τοῦτο πολὺ ἁπλὰ σημαίνει ὅτι ἐὰν ὁ κάθε ἄνθρωπος κατανοήσει ὅτι ὀφείλει πρωτίστως νὰ προσφέρει ἀγάπη καὶ ὄχι μόνο νὰ τὴν ἀπαιτεῖ, τότε ἡ ἀγάπη του θὰ εἶναι ἀπεριόριστη καὶ θὰ ἐκτείνεται πρὸς ὅλους.

Ὅποιος ἀγαπᾶ μόνο τοὺς οἰκείους του καὶ τοὺς ὁμοεθνεῖς του καὶ ὅλους ὅσους διακρίνονται γιὰ τὴν ἠθική τους τελειότητα, τότε αὐτὸς συμπεριφέρεται ἀνθρώπινα. Ὅποιος, ὅμως, δὲν διακρίνει συγγένεια καὶ φιλία καὶ ἁμαρτωλότητα καὶ ἀντ' αὐτοῦ ἀγκαλιάζει τοὺς πάντες, συμπεριφέρεται θεϊκά. Ἀποδεικνύει  ὅτι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἄλλο προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀγαθὴ διάθεση καὶ τὴν ὀρθὴ τήρηση τοῦ νόμου τοῦ θεοῦ καὶ ὄχι ἀπὸ συναισθηματισμοὺς καὶ συμφέροντα. Αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ χωρὶς προϋποθέσεις μιμεῖται τελικὰ τὸν ἀγαθὸ καὶ φιλάνθρωπο Θεό, ὁ Ὁποῖος μὲ τὴν Ἐνανθρώπησή Του ὑπέδειξε στοὺς ἀνθρώπους τὴν καινὴ ἐντολὴ  «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».

Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι «προσωπολήπτης», κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὁ ὁποῖος μετὰ τὸ ἀποκαλυπτικὸ ὅραμα στὴν Ἰόππη κατανόησε τὴν ἰσότητα καὶ τὴν ἴση ἀξία ὅλων τῶν ἀνθρώπων μπροστὰ στὸ Θεό. Δὲν ἀγαπᾶ ὁ Θεὸς πιὸ πολὺ κάποιον ἐπειδὴ ἀνήκει σὲ συγκεκριμένη ἐθνότητα, ἀπορρίπτοντας ἄλλον ἐπειδὴ ἀνήκει σὲ διαφορετικὸ ἔθνος. Τὸ κριτήριο ἀποδοχῆς τῶν ἀνθρώπων εἶναι πάντοτε ἡ ποιότητα τῆς πίστεως στόν Θεὸ καὶ ἡ χρηστότητα, ἡ συμπάθεια καὶ ἡ φιλανθρωπία πρὸς τὸν συν-άνθρωπο, ἀκόμα καὶ ὅταν αὐτὸς εἶναι ἁμαρτωλός, ἢ ἀνήκει σὲ ἄλλη θρησκεία ἢ εἶναι ἐχθρός.

Ἡ γνώση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀνώφελη ὅταν δὲν ἐκφράζεται μὲ ἔργα ἀγάπης καὶ ἀφοῦ δὲν βοηθᾶ τὴ σωτηρία τοῦ πλησίον, δὲν ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα οὔτε τὴν δική μας.

Ἀντίθετα ὅταν μὲ ταπείνωση καταφέρουμε νὰ ὑπερβοῦμε τὸν ἀτομοκεντρισμό μας, τότε ἀπελευθερωνόμαστε ἀπὸ τὴν φυλακὴ τοῦ ἑαυτοῦ μας, συναντοῦμε τὸν κάθε ἀδελφὸ ποὺ μᾶς ἔχει ἀνάγκη καὶ γινόμαστε μὲ ἔργα χρήσιμοι γιὰ αὐτόν. 

Ἡ παραβολὴ τῶν δέκα λεπρῶν ἀποτελεῖ ἠχηρὸ μήνυμα πρόσληψης καὶ ἀποδοχῆς τοῦ ἄλλου, ἀνεξαρτήτως ἠθικῆς ποιότητας ἢ ἐθνικῆς ἑτερότητας. Ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὴ σχέση μὲ τὸν συνάνθρωπό του σὲ μία κοινωνία ἀγάπης, ἀλληλοβοήθειας καὶ προσφορᾶς, μπορεῖ νὰ βιώσει τὴν κοινωνία του μὲ τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ὁ στόχος καί τὸ ζητούμενο τῆς ζωῆς.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ IE΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιθ΄ 1-10)
22 Ἰανουαρίου 2017

Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀναφέρεται στὴ συνάντηση τοῦ Ζακχαίου μὲ τὸ Χριστό. Ὁ Ζακχαῖος ἦταν ἀρχιτελώνης. Οἱ τελῶνες ἐκείνη τὴν ἐποχὴ προπλήρωναν τοὺς φόρους στοὺς Ρωμαίους κατακτητὲς καὶ στὴ συνέχεια ἀνελάμβαναν νὰ τοὺς εἰσπράξουν οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὸ λαό, ἐπιβαρύνοντας ὅμως τοὺς φορολογούμενους μὲ ἐπιπλέον ποσὰ ἀποσκοπῶντας στὸν δικό τους πλουτισμό. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ τελῶνες θεωροῦνταν ἐξ ὁρισμοῦ ἁμαρτωλοὶ καὶ ἦταν ἀποκλεισμένοι ἀπὸ τὴν κοινότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ζακχαῖος, ὡστόσο, ἂν καὶ τελώνης, εἶχε τὴν ἀγαθὴ ἐπιθυμία νὰ δεῖ τὸν Κύριο. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν κοντός, τὸ πλῆθος ποὺ συνόδευε τὸ Χριστὸ δὲν τοῦ ἐπέτρεπε νὰ Τὸν ἀντικρύσει. Γιὰ νὰ μπορέσει λοιπὸν νὰ Τὸν δεῖ σκαρφάλωσε σ’ ἕνα δέντρο.

Ἡ πράξη αὐτὴ τοῦ Ζακχαίου ἦταν πράξη ταπεινωτική. Πρῶτον, διότι ἕνας πλούσιος ἀξιωματοῦχος τῆς ἐποχῆς σκαρφάλωνε σὰν μικρὸ παιδὶ πάνω σ’ ἕνα δέντρο. Δεύτερον, διότι, ἀνεβαίνοντας στὸ δέντρο, ἐξέθετε ἀκόμη περισσότερο τὸ χαρακτηριστικὸ τοῦ μικροῦ του ἀναστήματος, πρᾶγμα ποὺ τὸν ἐξέθετε ἀκόμα πιὸ πολὺ στὰ εἰρωνικὰ σχόλια τοῦ πλήθους. Ὁ Ζακχαῖος ὅμως ταπεινώνεται ἑκουσίως, ἐπειδὴ θέλει νὰ δεῖ τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος ἐπίσης πρόκειται σὲ λίγο νὰ ταπεινωθεῖ, ἀνεβαίνοντας κι Ἐκεῖνος σ’ ἕνα ξύλο, στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ. Ἡ ταπείνωση τοῦ Ζακχαίου συγκροτεῖ σημεῖο ἐπαφῆς μὲ τὸ Χριστό, ποὺ βαδίζει τὸ δρόμο πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα, τὸ  δρόμο δηλαδὴ τῆς ταπείνωσης καὶ τοῦ μαρτυρίου.

Γι’ αὐτὸ λοιπόν, ὅταν ὁ Ζακχαῖος βλέπει τὸ Χριστό, δέχεται τὴν πρόσκληση νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸ δέντρο, γιὰ νὰ μείνει στὸ σπίτι του. Ὁ Ζακχαῖος κατεβαίνει καὶ Τὸν ὑποδέχεται μὲ χαρά, ἐνῷ τὸ πλῆθος, ἀνίκανο νὰ κατανοήσει τὸ μήνυμα καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Χριστοῦ, γογγύζει καὶ ἐναντίον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὅπως τὸν χαρακτηρίζει, Ζακχαίου, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐπέλεξε νὰ καταλύσει στὸ σπίτι του.

Ἀντίθετα ὁ Ζακχαῖος, ἀλλοιωμένος ἀπὸ τὴν ἀπρόσμενη ἀποδοχὴ καὶ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δηλώνει ἑκουσίως καὶ αὐτοβούλως ὅτι θὰ δώσει τὴ μισή του περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ ὅτι, ἐὰν ἀδίκησε κάποιον, θὰ τοῦ ἐπιστρέψει τὰ τετραπλάσια. Ἔχοντας ταπεινωθεῖ καὶ διαπιστώσει πόσο πολὺ ἀποδέχεται καὶ ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο ὁ Χριστός, ἐμφανίζεται πρόθυμος νὰ ἀνταποκριθεῖ ἔμπρακτα στὴν ἀγάπη Του, υἱοθετώντας μία ἀντίστοιχη στάση ἀγάπης πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.

Μετὰ τὴ γνωστοποίηση τῆς ἀπόφασης τοῦ Ζακχαίου νὰ διανείμει τὴν περιουσία του, ὁ Χριστὸς ὁμολογεῖ ὅτι ἡ σωτηρία ἦρθε σ’ ἐκεῖνο τὸ σπίτι. διότι καὶ ὁ Ζακχαῖος εἶναι παιδὶ τοῦ Ἀβραάμ. Εἶναι, καὶ ἐκεῖνος, τὸ χαμένο πρόβατο ποὺ ἦλθε νὰ ζητήσει καὶ νὰ σώσει ὁ καλὸς ποιμένας. Ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦρθε νὰ ζητήσει τὴ σωτηρία τοῦ Ζακχαίου ἤδη πρὶν ὁ ἴδιος ὁ Ζακχαῖος ζητήσει νὰ δεῖ ποιὸς εἶναι ὁ Χριστός. Ἡ σωτηρία αὐτὴ περιλαμβάνει τὴν ἀποκατάσταση τῆς σχέσης τοῦ Ζακχαίου τόσο μὲ τὸν ἴδιο τὸ Θεό, ὅσο καὶ μὲ τὴν κοινότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία τὸν εἶχε ἀποκλείσει ἡ προγενέστερη ἁμαρτωλὴ ζωή του.

Ἡ σημερινή περικοπὴ μᾶς φανερώνει, μεταξὺ ἄλλων, τὰ στάδια μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα συχνὰ διέρχεται ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἁμαρτωλὸς καὶ ἄδικος. Ὁ Χριστὸς ὅμως στοχεύει στὴ σωτηρία του. Πολλὲς φορὲς ἡ σωτηρία αὐτή, ἡ συνάντηση δηλαδὴ μὲ τὸ Χριστό, παρεμποδίζεται ἀπὸ ἄλλους ἀνθρώπους, ἀκόμα καὶ ἀπὸ πλήθη ποὺ περιστοιχίζουν τὸ Χριστό, χωρὶς στὴν πραγματικότητα νὰ κατανοοῦν ἤ νὰ ἀποδέχονται τὸ μήνυμα καὶ τὴν ἀποστολή Του.

Γιὰ νὰ συναντήσει κανεὶς τὸ Χριστό, θὰ πρέπει πρῶτα νὰ τὸ θέλει καὶ μετὰ νὰ τὸ προσπαθήσει. Στὴ συνέχεια θὰ πρέπει νὰ ταπεινωθεῖ, ὥστε νὰ ὁμοιάσει ἐσωτερικὰ πρὸς ἐκεῖνον ποὺ ταπεινώθηκε πάνω στὸ Σταυρὸ γιὰ τὴ σωτηρία μας. Μὲ τὴν ταπείνωση ἀνοίγει ὁ δρόμος τῆς συνάντησης μὲ τὸν Χριστό. Ἡ συνάντηση ὅμως αὐτὴ δὲν ἐξαντλεῖται σὲ ἐσωτερικὰ βιώματα καὶ εὐσεβεῖς σκέψεις. Ἐὰν εἶναι γνήσια, μετουσιώνεται σὲ πράξεις. Ὁδηγεῖ στὴν ἀλλαγὴ τῆς στάσης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τοὺς συνανθρώπους του καὶ καταλήγει  στὴν οὐσιαστικὴ καὶ πλήρη ἔνταξή του στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ, στὴν Ἐκκλησία. Δηλαδὴ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγωνίζονται καθημερινὰ μὲ θυσία, γιὰ νὰ ἀποκτήσουν τὴ χαρὰ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ συνανθρώπου στὴ ζωή τους.

Γένοιτο.

 




ΚΥΡΙΑΚΗ IΖ΄ ΜΑΤΘ. (Μτθ. ιεʹ 21 ‐ 28)
29 Ἰανουαρίου 2017

Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ διήγηση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, περιγράφει τὴν ἀποκαλυπτικὴ συνάντηση τοῦ Κυρίου μὲ μιὰ ἄγνωστη Χαναναία γυναῖκα. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὴν περικοπὴ αὐτὴ ἀναφέρεται σ’ ἕνα ἔργο τοῦ Ἰησοῦ ἐκτὸς τῶν ὁρίων τῆς Παλαιστίνης, θέλοντας νὰ τονίσει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὅτι ὅλα τὰ ἔθνη καὶ οἱ λαοὶ τῆς γῆς βρίσκονται στὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴ σωτηρία.

Ἡ γυναῖκα αὐτὴ εἶχε ἀκούσει γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἔσπευσε νὰ Τὸν συναντήσει ἐκμεταλλευόμενη τὴ ἐπίσκεψή Του στὰ μέρη της. Δοκίμαζε μεγάλη συμφορὰ καὶ ὁ πόνος συνέτριβε τὴν καρδιὰ της, γιατὶ ἡ θυγατέρα της ἦταν σὲ πολὺ ἄσχημη κατάσταση ὑποφέροντας ἀπὸ τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις. Θὰ ἦταν πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ ὠφέλιμο νὰ παρακολουθήσουμε τὸν διάλογο τοῦ Κυρίου μὲ τὴν Χαναναία, γιὰ νὰ περιγράψουμε τὰ στάδια ἀπὸ τὰ ὁποῖα πέρασε ἡ προσωπικὴ σχέση της μαζὶ Του, ὥσπου νὰ λάβει ὅτι ζήτησε, δηλαδὴ τὴ θεραπεία τοῦ παιδιοῦ της.

Ἀρχικὰ ἀκούγεται ἡ θερμὴ ἱκεσία της «Ἐλέησόν με Κύριε, Υἱὲ Δαβίδ, ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Πρόκειται γιὰ ὁμολογία ποὺ μόνο τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μποροῦσε νὰ ἀποκαλύψει στὴ καρδιά της. Ὁμολογεῑ τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ ζητεῖ τὸ ἔλεός Του γιὰ τὴν ἴδια καὶ ὄχι γιὰ τὴν κόρη της.

Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα ἀρχίζει ἡ σκληρὴ δοκιμασία της. Τὸ πρῶτο σκαλοπάτι ποὺ καλεῖται νὰ ἀνεβεῖ εἶναι αὐτὸ τῆς σιωπῆς τοῦ Θεοῦ. «Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον». Μερικὲς φορὲς μοιάζει ὁ οὐρανὸς νὰ εἶναι κλειστός. Μερικὲς φορὲς εὔσπλαγχνος Θεὸς μοιάζει νὰ μὴν ἀκούει, σὰν νὰ μὴν Τὸν ἀγγίζουν τὰ προβλήματά μας, σὰν νὰ μὴν βλέπει ὅτι πονάει ἡ ψυχή, ὅτι ὑποφέρει, ὅτι ἔχει μεγάλη ἀνάγκη.

Ἀκολουθεῖ ἕνα δεύτερο στάδιο. Μετὰ τὴν παρέμβαση τῶν μαθητῶν καὶ τὴν παράκλησή τους νὰ τὴν ἀπολύσει, ὁ Κύριος λύει τὴν σιωπή Του. «Ἐγὼ δὲν ἦλθα στὸν κόσμο παρὰ μόνο γιὰ τοὺς Ἑβραίους καὶ αὐτὴ εἶναι ξένη καὶ ἀλλόθρησκη». Ἐδῶ πλέον καλεῖται ἡ Χαναναία νὰ ἀνέβει ἕνα ἀκόμα σκαλοπάτι πιὸ δύσκολο ἀπὸ τὸ πρῶτο, αὐτὸ τῆς ἀπορρίψεως. Ἔρχονται στιγμὲς ποὺ αἰσθάνεται κανεὶς βαθιὰ μέσα του τὴν στιγμὴ ποὺ προσεύχεται ἐνῶ παρακαλεῖ, σὰν νὰ ἀπορρίπτεται, σὰν νὰ μὴν εἶναι ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ἀγαπᾶ ὁ Θεός.

Μεγάλος πειρασμὸς καὶ μεγάλη δυσκολία. Τί κάνει ὅμως ἡ Χαναναία; Ἐπιμένει στὴν προσωπικὴ κοινωνία της μὲ τὸν Χριστό. Δηλαδὴ ἐνῶ μέχρι τώρα πήγαινε πίσω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, τώρα ἔρχεται μπροστά Του, πέφτει στὰ πόδια Του καὶ τοῦ λέγει «Κύριε, βοήθει μοι». Καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου ποὺ φαίνεται καθοριστικὴ γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴν ὑπερύψωση τῆς Χαναναίας, τὴν ἀνεβάζει στὸ τρίτο σκαλοπάτι τῆς δοκιμασίας της. Ὁ Κύριος κάνει μιὰ φοβερὴ διάκριση. Μιλεῖ γιὰ «τέκνα» καὶ γιὰ «κυνάρια». «Τέκνα» εἶναι ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ καὶ «κυνάρια» ὁ κόσμος τῶν Ἐθνικῶν. Ἄρτος, οἱ δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Ἡ Χαναναία οὔτε θίγεται οὔτε ἀποθαρρύνεται, ἀλλά ἀντιστρέφει τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀπαντᾶ μὲ τρόπο ποὺ φανερώνει τὸ ἐπίπεδο τῆς πνευματικῆς πορείας καὶ ζωῆς της.

«Ναί, Κύριε, καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν». Καὶ μόλις ὁ Κύριος ἄκουσε αὐτὸν τὸν λόγον ἀνεφώνησε μὲ θαυμασμό: «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! Γενηθήτω σοι ὡς θέλεις». Καὶ ἡ δαιμονισμένη θυγατέρα τῆς Χαναναίας θεραπεύθηκε ἀμέσως.

Καθὼς σταματᾶ ἐδῶ ἡ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, ἐμεῖς μένουμε κατάπληκτοι μὲ τὴν ἀπόλυτη καὶ ἰσχυρὴ πίστη τῆς γυναίκας ποὺ ξέρει καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ταπεινώνεται, νὰ παρακαλεῖ τὸν Θεό, νὰ ἐπιμένει καὶ νὰ ὑπομένει, μέχρις ὅτου λάβει τὸ ζητούμενο.

Παρουσιάζεται μπροστὰ στὸν Ἰησοῦ ταπεινὰ χωρὶς θράσος καὶ ἀπαιτητικότητα, χωρὶς ἐγωϊστικὸ θέλημα. Αἰσθανόταν ἀσήμαντη μπροστὰ στὴν ἁγιότητα τοῦ Κυρίου, ἄξια ἀπόρριψης καὶ περιφρόνησης μὰ μὲ ἀκλόνητη τὴν πίστη ὅτι ὁ λόγος Του, ὅποιος καὶ νὰ ἦταν, ἦταν γι’ αὐτὴν λόγος ζωοποιός. Ἔτσι γίνεται ἄξια νὰ ζήσει τὸ θαῦμα στὴ ζωὴ τὴ δική της καὶ τῆς πάσχουσας θυγατέρας της.

Ἀδελφοί μου, ἄν θέλουμε καὶ ἐμεῖς νὰ βροῦμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἔχουμε λυτρωτικὴ συνάντηση μαζί Του, νὰ εἴμαστε ἀποφασισμένοι ὅτι ἡ ψυχή μας  θὰ περάσει τὰ στάδια τῆς σιωπῆς, τῆς περιφρονήσεως καὶ τῆς προσβολῆς τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ἔννοια ποὺ τὰ εἰσέπραξε ἡ Χαναναία.

Στὴ δύσκολη αὐτὴ ὥρα πρέπει νὰ ὁπλισθοῦμε μὲ τὰ πνευματικὰ ἐφόδια αὐτῆς τῆς γυναίκας, τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ τὴ βαθειὰ ταπείνωση. Ἔτσι θὰ ἐπιτύχουμε νὰ συναντήσουμε τὸν Κύριο, νὰ ἔχουμε αἴσθηση τῆς Χάριτός Του στὴ ζωή μας καὶ ἡ καρδιά μας νὰ ἀρχίσει νὰ γίνεται τόπος Θεοφανείας.

Ἀμήν.


pdf